ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ: ΠΟΣΑ ΞΟΔΕΥΟΥΜΕ ΚΑΘΕ ΜΗΝΑ ΓΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗ, ΣΤΕΓΑΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
- 07.02.25 14:20

Πόσα δαπανούμε κάθε μήνα για να καλύψουμε τις ανάγκες διατροφής, στέγασης, μεταφοράς, ένδυσης κ.o.κ.; Προφανώς αυτό που «ξέρει ο νοικοκύρης δεν το γνωρίζει ο κόσμος όλος…». Με λίγα λόγια, την απάντηση τη γνωρίζουμε εμείς καλύτερα από όλους. Όμως, αυτό δεν αρκεί. Η Ελληνική Στατιστική Αρχή απαιτείται να βγάζει μέσους όρους για το σύνολο της χώρας καθώς η πληροφορία είναι απαραίτητη για να υπολογίζεται –μεταξύ άλλων− και ο πληθωρισμός. Τι κάνει λοιπόν η ΕΛΣΤΑΤ; Πραγματοποιεί τις έρευνες οικογενειακών προϋπολογισμών, υπολογίζει πως «μοιράζονται» δαπάνες 1.000 ευρώ μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών εξόδων, και με αυτόν τον τρόπο σταθμίζει και τις επιπτώσεις από τις αυξομειώσεις των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών στον δείκτη τιμών καταναλωτή. Αναμφίβολα, έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε πώς αποτυπώνεται αυτή η στάθμιση τώρα, αλλά και στο παρελθόν. Πόσα πιστεύει η ΕΛΣΤΑΤ ότι ξοδεύουμε κάθε μήνα για τη διατροφή και πόσα για τη στέγαση; Και πώς άλλαξαν οι κατανομές τα τελευταία «ταραχώδη» χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης και στη συνέχεια της πληθωριστικής έκπληξης; Τα ευρήματα σίγουρα μπορεί να τα αναγνώσει κανείς με πολλούς τρόπους και σίγουρα μπορεί να εντυπωσιαστεί θετικά ή αρνητικά. Έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια η «συμμετοχή» της δαπάνης για τη στέγαση στον προϋπολογισμό μας; Κι όμως αυτό δείχνουν τα στοιχεία. Όπως επίσης και τη μεγάλη αύξηση του «μεριδίου» της διατροφής.
ΑΚΡΙΒΕΙΑ, ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ
Ούτε ο δείκτης του πληθωρισμού από μόνος του μπορεί να αποτυπώσει τις συνέπειες από τις…
Η ΕΛΣΤΑΤ μετράει τις σταθμίσεις των επιμέρους δεικτών σε χιλιοστά. Δηλαδή, θεωρεί –για παράδειγμα− ότι η μηνιαία δαπάνη είναι 1.000 ευρώ και κατανέμει αυτό το ποσό στους διάφορους επιμέρους τομείς. Ιδού λοιπόν η κατανομή με φθίνουσα σειρά.
Η διατροφή μπαίνει στην κορυφή της λίστας με 219,79 χιλιοστά. Το ποσοστό έχει αυξηθεί αν το συγκρίνουμε με την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών του 2018 και του 2013, όταν διαμορφωνόταν στις 202 και στις 210 μονάδες αντίστοιχα. Κρατάει πολλά χρόνια η πρωτιά του δείκτη ειδών διατροφής, αλλά η τελευταία μέτρηση ήταν αυτή που έφερε και το μεγαλύτερο «μερίδιο» στο συνολικό καλάθι, προφανώς διότι έχει ενσωματωθεί και η επίπτωση από τις μεγάλες ανατιμήσεις των τελευταίων ετών. Μπορεί τώρα να συζητάμε για τη σταθεροποίηση του δείκτη τιμών που παρακολουθεί αποκλειστικά τα τρόφιμα, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε τι έχει προηγηθεί. Ο μέσος ετήσιος δείκτης τιμών των ειδών διατροφής και των μη αλκοολούχων ποτών διαμορφώθηκε το 2024 στις 130,56 μονάδες έναντι 100 μονάδων το 2020. Αυτό σημαίνει ότι το καλάθι των τροφίμων έχει ακριβύνει κατά 30,56% την τελευταία 4ετία.
Δεύτερος στην κατάταξη έρχεται ο κλάδος των μεταφορών με 134,57 χιλιοστά. Έχει καταγραφεί αύξηση της συμμετοχής σε σχέση με το 2013 (123,26 μονάδες), αλλά μείωση συγκριτικά με το 2018 (144 μονάδες). Οι τιμές του δείκτη έχουν ακριβύνει κατά 22,97% συγκριτικά με το 2020, δηλαδή περισσότερο από τον συνολικό δείκτη τιμών καταναλωτή. Ο δείκτης περιλαμβάνει το πετρέλαιο κίνησης, τη βενζίνη, τα πάσης φύσεως εισιτήρια, τα ταξί, αλλά και την αγορά αυτοκινήτων ή μοτοσικλετών. Τα καύσιμα έχουν ακριβύνει κατά περίπου 26% την τελευταία τετραετία, ενώ τα αεροπορικά εισιτήρια έχουν υπερδιπλασιαστεί.
ΤΟ ΤΙ ΘΑ ΦΕΡΕΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ, ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ. ΣΤΕΓΑΣΗ ΒΕΒΑΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΕΝΟΙΚΙΑ. ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΠΙΣΚΕΥΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Ο ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΣ (ΕΧΕΙ ΑΚΡΙΒΥΝΕΙ ΚΑΤΑ 32,4% ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ 2020), ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ ΘΕΡΜΑΝΣΗΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΑΚΡΙΒΥΝΕΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ 50% ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΕΤΡΑΕΤΙΑ.
Ο τρίτος δείκτης στη σχετική κατάταξη είναι και αυτός που μπορεί να δίνει τις αφορμές για τις περισσότερες συζητήσεις. Πρόκειται για τον δείκτη της στέγασης, ο οποίος μετέχει με 123,21 μονάδες στη «χιλιάδα» των δαπανών. Ποια ήταν η στάθμιση με βάση την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών του 2018; 141,5 μονάδες. Δηλαδή, στην τετραετία, η έρευνα αποτυπώνει ότι δαπανάμε λιγότερα για τη στέγαση. Όχι σε επίπεδο τιμών (σ.σ. ο δείκτης στέγασης έχει «ακριβύνει» κατά 21,5% συγκριτικά με το 2020), αλλά σε επίπεδο συμμετοχής στον γενικό δείκτη. Και εδώ καλούμαστε να πιστέψουμε ότι διαθέσαμε το 2024 μικρότερο κομμάτι του εισοδήματός μας για τη στέγαση συγκριτικά με πριν από τέσσερα χρόνια. Κι όμως, τα επιμέρους στοιχεία οδηγούν στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Τα ενοίκια κύριας κατοικίας, που αυτή τη στιγμή απασχολούν πολύ έντονα την επικαιρότητα, καταγράφεται ότι έχουν ανατιμηθεί κατά μόλις 11,67% σε σχέση με το 2020. Είναι ποσοστό χαμηλότερο συγκριτικά με τον μέσο πληθωρισμό της περιόδου. Γιατί συμβαίνει αυτό; Ας σκεφτούμε τι έχει συμβεί σε αυτή την περίοδο. Αρχικά το υποχρεωτικό πάγωμα των ενοικίων λόγω πανδημίας και μετά η έναρξη της διαδικασίας μεγάλων ανατιμήσεων στις τιμές πώλησης των ακινήτων, η οποία στη συνέχεια οδήγησε και στην αύξηση των ενοικίων. Μόνο που η τελευταία, έχει ξεκινήσει τους τελευταίους μήνες. Ο λόγος; Αρχικά επηρεάστηκαν τα ενοίκια στις νέες μισθώσεις και τώρα περνάμε στο πιο δύσκολο κομμάτι, που έχει να κάνει με την αύξηση των ενοικίων στα μισθωτήρια που ανανεώνονται. Δεδομένου λοιπόν ότι στα στοιχεία του 2023 δεν είχε φανεί ακόμη το μεγάλο ράλι στα ενοίκια είναι λογικό η «συμμετοχή» του δείκτη της στέγασης να παραμένει ακόμη χαμηλά. Το τι θα φέρει το μέλλον, είναι μια άλλη συζήτηση. Στέγαση βέβαια δεν είναι μόνο ενοίκια. Είναι και οι υπηρεσίες επισκευής ακινήτων, είναι και ο ηλεκτρισμός (έχει ακριβύνει κατά 32,4% συγκριτικά με το 2020), είναι και το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο θέρμανσης που έχουν ακριβύνει πάνω από 50% την τελευταία τετραετία.
Ποιος είναι ο τέταρτος κατά σειρά τομέας που απορροφά το μεγαλύτερο κομμάτι των δαπανών μας; Τα ξενοδοχεία, τα καφέ και τα εστιατόρια, με τον συγκεκριμένο δείκτη να έχει συμμετοχή 107,3 μονάδων στο «χιλιάρικο» των δαπανών μας. Κατά 19% έχουν ακριβύνει οι συγκεκριμένες υπηρεσίες, αλλά η εξωστρέφεια παραμένει κομμάτι της ζωής του Έλληνα.