ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΚΛΟ ΙΔΕΩΝ ΣΤΟ ΙΔΡΥΜΑ ΤΣΙΠΡΑ: ΤΟ ΙΞΩΔΕΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΩΝ ΑΝΤΑΝΑΚΛΑΣΤΙΚΩΝ
- 11.06.25 12:09

Συνέπεσε να είναι την ίδια μέρα η έναρξη του διημέρου του Κύκλου Ιδεών του Βαγγέλη Βενιζέλου για τα 50χρονα του Συντάγματος του 1975 με την δεύτερη διεθνή διάσκεψη του Ιδρύματος Τσίπρα «για την Δημοκρατία και την Κοινωνική Δικαιοσύνη». Δεν θα περίμενε κανείς να διακρίνει κοινά σημεία στις δυο διοργανώσεις. και όμως, αν προσπερνούσε κανείς τις πρόδηλες διαφοροποιήσεις, θα μπορούσε να διακρίνει ένα σημείο σύγκλισης. Ποιο; Την διαπίστωση του πόσο βαθύτερα λειτουργούν τα συντηρητικά αντανακλαστικά.
Δείτε: στις εντελώς πρώτες παρουσιάσεις για την συνταγματική επισφράγιση της επιστροφής της Δημοκρατίας το 1975, μετά την πτώση της Δικτατορίας, ο Νίκος Αλιβιζάτος κατέθεσε μια – αντλημένη από τις πηγές, τις συζητήσεις της Αναθεωρητικής Βουλής του 1974 (ήδη σε επίπεδο Επιτροπής) – για το πώς στο καίριας σημασίας ζήτημα της δυνατότητας απαγόρευσης/διάλυσης κόμματος, η διαφοροποίηση υπήρξε λιγότερο στον άξονα Δεξιάς-Αριστεράς. Αλλά περισσότερο (εντός της Δεξιάς της εποχής) μεταξύ φιλοΕυρωπαϊκής/ανοιχτής προσέγγισης και κλειστής/με αντανακλαστικά αντι-κομμουνιστικής μνήμης. Στην πρώτη, καταγράφει ο Ν. Αλιβιζάτος, συστρατεύθηκε ουσιαστικά – και, εντέλει, αποφασιστικά ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. στην δεύτερη, ενορχηστρωτής ήταν ο Κωνσταντίνος Τσάτσος.
Αιχμή/κριτήριο για απαγόρευση/δυνατότητα διάλυσης κόμματος με απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου θα ήταν η όποια δραστηριότητα «τείνει σε ανατροπή» (χωρίς καν αναφορά σε «βίαιη»). Πηγαίνοντας πίσω στην προδικτατορική ιστορία, ο Αλιβιζάτος θύμισε και την περίοδο συζήτησης της – Καραμανλικής έμπνευσης, όμως περισσότερο για λόγους ενίσχυσης της εκτελεστικής εξουσίας/της αποτελεσματικότητας και συγκράτησης της βασιλικής ανάμειξης… – «βαθείας τομής» του 1961-63. Με την λειτουργία Συνταγματικού Δικαστηρίου που θα έφθανε στην απαγόρευση κομμάτων κατ’ απομίμηση των προνοιών περί «μαχόμενης Δημοκρατίας» του Γερμανικού Grundgezetz. Τότε, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος είχε πρωτοστατήσει στην σχετική συζήτηση. Ενώ και όταν, στην σχετική Επιτροπή της Αναθεώρησης του 1975 η προσέγγιση αυτή είχε αποκρουσθεί (τότε ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, από τα έδρανα της συμπολίτευσης είχε μιλήσει για «ανυπέρβλητες δυσχέρειες και κινδύνους κατά την εφαρμογή»), ο Τσάτσος επεχείρησε να το επαναφέρει στην Ολομέλεια. Με οξεία κριτική Δημήτρη Τσάτσου (που έκανε λόγο για «απαγορευμένη νομιμότητα») Λεωνίδα Κύρκου, Νάσου Κανελλόπουλου, Ανδρέα Παπανδρέου («αρκεί ο Ποινικός Κώδικας»), έως ότου τελικώς αποσύρθηκε η διάταξη.
Αξίζει να φιλοξενηθεί εδώ η προσέγγιση Αντ. Κουρουτάκη, καθηγητή νομικής στο Παν/μιο της Μαδρίτης που, τονίζοντας ότι βασικό γνώρισμα της δημοκρατίας είναι η προσωρινότητα της εξουσίας, στάθηκε στο πως καίριο αίτημα της δημοκρατικής λειτουργίας είναι το «να ξέρεις και να χάνεις». (Λόγος για τον οποίο, στιγμές αιχμής για την επιτυχή λειτουργία του Συντάγματος του 1975 κρίνονται το 1981 – εναλλαγή Ν.Δ./ΠΑΣΟΚ – και το 2012 – ανάδυση ΣΥΡΙΖΑ, μετά τον τραυματισμό ΠΑΣΟΚ και ΝΔ από την κρίση. Και τούτο παρά την, και στις δυο αυτές φάσεις, αναταραχή στον δημόσιο λόγο).
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: ΣΗΜΕΡΑ ΖΟΥΜΕ ΣΕ ΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΣΤΙΛ
Η Οικονομική Επιθεώρηση συνάντησε τον πρώην Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης σε μια κρίσιμη συγκυρία, εν μέσω…
Αξίζει όμως, εδώ, να καταγραφεί η συγκυρία: την ίδια ακριβώς μέρα που γινόταν αυτή η συζήτηση του Κύκλου Ιδεών – στο Ζάππειο, άλλη συμπαραδήλωση κι αυτή… – γινόταν γνωστή και η απόφαση του ΑΕΔ για την έκπτωση τριών βουλευτών των «Σπαρτιατών» από το αξίωμά τους – με την λογική «εξαπάτησης των εκλογέων», καθώς υποκρυπτόμενος αρχηγός ήταν ο καταδικασμένος Ηλίας Κασιδιάρης. Λειτουργώντας ως Εκλογοδικείο, το ΑΕΔ περιόρισε την ισχύ του σκεπτικού του στις περιφέρεις όπου είχε ασκηθεί ένσταση, κατά της εκλογής, ενώ θεώρησε και ότι δεν θα χρειαστεί αναπληρωματική εκλογή – άρα η Βουλή θα λειτουργήσει με 297 έδρες. [Ήδη, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έσπευσε να κάνει λίγο για πλειοψηφία στις 149 έδρες, ανοίγοντας νέο κύκλο αμφισβήτησης].
Η υπομνηστική της ιστορικής διαδρομής τοποθέτηση Αλιβιζάτου, μαζί και με την σύμπτωση της απόφασης για τους «Σπαρτιάτες», στοίχειωσε τα πηγαδάκια της διοργάνωσης: ακραία απεχθής η δημόσια εικόνα και η λειτουργία της «Χρυσής Αυγής», πλην η εκ πλαγίου μεταστροφή της Ελληνικής συνταγματικής παράδοσης – «που αντιστάθηκε ακόμη και στην προσπάθεια Κωνστ. Τσάτσου τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, τα χρόνια της καχεκτικής Δημοκρατίας, κι ύστερα στο ξεκίνημα της Μεταπολίτευσης» – δημιουργεί ερωτηματικά. Πολλά, που ξεπερνούν ασφαλώς «Χρυσή Αυγή» και «Σπαρτιάτες».
Κάνοντας, τώρα, ένα άλμα στην εξωστρεφή διοργάνωση του Ιδρύματος Τσίπρα, συναντούσε κανείς τα ερωτηματικά γύρω από το τι έφερε – στην εποχή Τράμπ – την ανάδυση βαθύτερων συντηρητικών αντανακλαστικών. Τα οποία οδηγούν ήδη σ’ εκείνο που δείχνουν σήμερα οι εικόνες καταστολής/επιβολής στους δρόμους της Καλιφόρνιας, με ό,τι αυτό προσθέτει στην εγγενή αντιπαράθεση Τραμπ με τις αρχές μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας. Με τον έντονο και εμπνευστικό λόγο του ο Μπέρνι Σάντερς, όμως ακόμη περισσότερο με την αναλυτική του προσέγγιση ο Μάικλ Σαντέλ του Χάρβαρντ – του οφείλουμε το «Τι δεν μπορεί να αγοράσει το χρήμα», αλλά και την «Τυραννία της Αξίας» – προσέγγισε το πώς η Ύβρις του καπιταλισμού της φιλελεύθερης δημοκρατίας αποσάθρωσε την ίδια την αίσθηση κοινότητας/του κοινού ανήκειν. Για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού: στις ΗΠΑ αυτό «έδωσε» Τραμπ, ανά την Ευρώπη, τροφοδότησε την Ακροδεξιά.
Πέρα από τις βαθύτερες ανισότητες – στο εσωτερικό των κοινωνιών αλλά και διεθνώς – οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς δεν μπόρεσαν να απαντήσουν στην αίσθηση ευρύτατων στρωμάτων ότι είχαν εγκαταλειφθεί/left behind. Έτσι δημιουργήθηκε – πάντως στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ευρώπη – το αντανακλαστικό πικρίας και μνησικακίας κατά των ελίτ, πάνω στο οποίο «έχτισε» ο Ντόναλντ Τραμπ, με μεγαλύτερη ακόμη επιτυχία από τους Ρέηγκαν ή Θάτσερ που είχαν διακηρύξει ότι «η Κυβέρνηση είναι το πρόβλημα, οι Αγορές είναι η λύση». Ο τρόπος με τον οποίο οι ελίτ μίλησαν – και μιλούν ακόμη – προς τους πολλούς, το ύφος διακυβέρνησης περισσότερο κι από το περιεχόμενό τους (ο Τσίπρας κράτησε στην δική του ομιλία τις τέσσερις ελληνικής ρίζας λέξεις του Μπέρνι Σάντερς: ολιγαρχία, κλεπτοκρατία, αυταρχισμός/autocracy και … δημοκρατία, βέβαια), αυτά είναι που τραυμάτισαν. Και τραυματίζουν: εδώ προκύπτει η ευθύνη της όποιας απόκρουσης της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη.
Οσο για την συγκυρία στις ΗΠΑ, συγκρατημένη στην εκφορά του λόγου αλλά βαθύτερα διαταρακτική στο περιεχόμενό τους υπήρξε η κατάθεση του Λέον Γκερντέν – φοιτητή του Χάρβαρντ, εκπροσώπου των Harvard Students for Freedom. Με ψύχραιμο και έντονο συνάμα τρόπο μετέφερε το κλίμα προσπαθειών εκφοβισμού και σίγασης, που έχει επιχειρήσει να εγκαταστήσει ο Ντόναλντ Τραμπ. Με άρθρα/ παρεμβάσεις να αποσύρονται από ιστοσελίδες, με προσωπικά Facebook και Instagram να σβήνονται…
Τα συντηρητικά αντανακλαστικά πάντα θα βρίσκουν τρόπο να επανέρχονται: αυτό είναι το ιξώδες, η stickiness του συντηρητισμού που κολλάει στις συνειδήσεις και δύσκολα ξαναφεύγει.