ΤΟ ΤΑΛΕΝΤΟ ΣΠΑΝΙΖΕΙ – ΚΑΙ ΟΜΩΣ, ΠΟΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ ΤΟ ΑΠΟΔΙΩΧΝΟΥΝ
- 24.09.24 11:24
Οι μετανάστες αποτελούν το 14% του πληθυσμού των ΗΠΑ, το 18% των εφευρετών, ενώ παράγουν άμεσα πάνω από 23% των καινοτομιών. Αν δε ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι καθιστούν παραγωγικότερους και τους ντόπιους συνεργάτες τους, τότε προκύπτει ότι ευθύνονται για ένα εντυπωσιακό 36% της συνολικής καινοτομίας. Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς ότι οι χώρες θα ανταγωνίζονταν σκληρά προκειμένου να προσελκύσουν τους καλύτερους και ευφυέστερους από αυτούς. Και όμως: λίγες είναι οι κυβερνήσεις που χειρίζονται το θέμα της προσέλκυσης ταλέντων συστηματικά – όπως θα έκανε ένας αρμόδιος εταιρείας για τη στρατολόγηση προσωπικού. O φακός του Economist αναλύει πώς ο ανταγωνισμός για τους καλύτερους και εξυπνότερους μετανάστες ανάμεσα σε αυτές τις κυβερνήσεις, «ο πόλεμος για το ταλέντο» όπως είθισται πλέον να λέγεται, ολοένα και αυξάνεται.
Ο Ζέκε Χερντάντες ανησυχούσε: ο 12χρονος γιος του Λούκας είχε δυο χρόνια που δεν αναπτυσσόταν. Ο παιδίατρος της οικογένειας τους έλεγε να τον βάζουν να τρώει περισσότερο, όμως χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά –και αφού προηγήθηκε μια μακρά σειρά εξετάσεων– ένας άλλος γιατρός διέγνωσε το πρόβλημα του Λούκας: έπασχε από κοιλιοκάκη, μια ασθένεια που προσβάλλει το λεπτό έντερο. Η λύση: να πάψει να τρώει σιτηρά.
Ο Ζ. Χερνάντες, ο οποίος διδάσκει στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Ουόρτον, αφηγείται αυτήν την περίπτωση για να αναδείξει μια διάσταση του θέματος της μετανάστευσης. Ο γιος του (ο οποίος έχει πλέον θεραπευθεί) οφείλει πολλά στον Αλέσιο Φαζάνο, γιατρό ιταλικής καταγωγής, ο οποίος βοήθησε να διευρυνθεί στις ΗΠΑ η κατανόηση της δυσανεξίας στην γλουτένη. Ο δρ. Φαζάνο είχε μεταναστεύσει από μια χώρα όπου η κοιλιοκάκη είναι συχνή υπόθεση (την Ιταλία) σε μια χώρα όπου εθεωρείτο σπάνια (την Αμερική). Καθώς λοιπόν ο ίδιος είχε μεγαλώσει με πλήθος ανθρώπων που έπασχαν από αυτή γύρω του, διερωτήθηκε κατά πόσον η ασθένεια αυτή ήταν αληθινά τόσο σπάνια όσο νόμιζαν στη νέα του πατρίδα – ή μήπως, αντιθέτως, απλώς δεν τύγχανε διάγνωσης.
ΣΕ ΠΟΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ, ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΔΑΠΑΝΑΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΡΑΤΗΘΟΥΝ ΜΑΚΡΙΑ ΟΙ ΜΑΖΕΣ ΤΩΝ ΑΠΟΚΛΗΡΩΝ, ΠΑΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΛΕΑΣΤΟΥΝ ΟΙ ΑΡΙΣΤΟΙ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑ, ΜΟΛΟΝΟΤΙ ΚΑΠΟΙΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ «ΚΟΝΤΑΡΟΧΤΥΠΙΟΥΝΤΑΙ» ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΤΑΛΕΝΤΩΝ, ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΑΜΠΟΤΑΡΟΥΝ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ.
Σε μελέτη του, που έχει γίνει πλέον κλασική, έδειξε –το 2003– ότι η κοιλιοκάκη ταλαιπωρεί τους Αμερικανούς στην ίδια έκταση με τους Ευρωπαίους. Τόσο η διάγνωση όσο και η θεραπευτική αγωγή βελτιώθηκαν πλέον σημαντικά.
Ευφυείς μετανάστες όπως ο δρ. Φαζάνο προσκομίζουν τεράστια οφέλη στις χώρες όπου μετεγκαθίστανται. Και όμως: πολλές κυβερνήσεις δυσχεραίνουν την εγκατάστασή τους ή τους αποτρέπουν ευθέως να έρθουν στις χώρες που επιλέγουν. Ακόμα και κυβερνήσεις δεκτικές σε μετανάστες με υψηλές δεξιότητες, αστοχούν ορισμένες φορές στην προσπάθεια να τους προσελκύουν. Σε αντίθεση, ορισμένες άλλες κυβερνήσεις, επιλέγουν φανατικά να προσελκύουν μετανάστες – και αποκομίζουν πελώρια οφέλη.
Κρίσιμη ευφυΐα
Όταν μετανάστες με ιδιαίτερη ευφυΐα καταφθάνουν σε μια χώρα, δεν προσκομίζουν μόνο το μυαλό τους: φέρνουν στις αποσκευές τους και φρέσκους τρόπους αντιμετώπισης των πραγμάτων. Γνωρίζουν πράγματα που οι ντόπιοι δεν γνωρίζουν, ενώ μπορούν να αντλούν από ξενόγλωσσες πηγές που δεν είναι προσιτές στους ντόπιους. Έτσι λοιπόν, σε μεγάλο εύρος τομέων –από τη διοίκηση επιχειρήσεων μέχρι τις θετικές επιστήμες– οι δεξιότητές τους συχνά αποδεικνύονται εξαιρετικά αποδοτικές. «Οι μετανάστες είναι διαφορετικοί, και μάλιστα με χρήσιμο τρόπο», εξηγεί ο Ζέκε Χερντάντες στο βιβλίο The Truth About Immigration: Why Successful Societies Welcome Newcomers (Η αλήθεια για τη μετανάστευση: Γιατί οι πετυχημένες κοινωνίες υποδέχονται τους άρτι αφιχθέντες), το οποίο μόλις κυκλοφόρησε.
Μελέτη του Σάι Μπέρνσταϊν και άλλων στο Χάρβαρντ, έχει διαμορφώσει έναν ευρηματικό τρόπο για να μετρηθεί αυτό το φαινόμενο. Οι επιστήμονες του Χάρβαρντ ερεύνησαν την επίπτωση που έχει στους συναδέλφους του ο πρόωρος θάνατος ενός ερευνητή (πριν τα 60 του). Αυτονόητο επακόλουθο είναι οι επιστήμονες που επιβιώνουν να γίνονται λιγότερο παραγωγικοί. Εκείνο όμως που ξαφνιάζει είναι ότι λειτουργεί πιο τραυματικά ο θάνατος ενός συναδέλφου που είναι επιπλέον μετανάστης. Οι ανακαλύψεις που σημειώνουν στη συνέχεια οι επιστήμονες που παραμένουν εν ζωή μειώνονται κατά το διπλάσιο (κατά 17% έναντι 9%).
«Οι μετανάστες εφευρέτες είναι πιθανότερο να στηριχθούν σε ξένες τεχνολογίες, να συνεργάζονται πιο εύκολα με ξένους εφευρέτες ή να αναφέρονται σε ξένες δημοσιεύσεις, συνεισφέροντας με αυτόν τον τρόπο […] στη διασυνοριακή διάχυση των ιδεών», καταλήγει η παραπάνω μελέτη. Οι μετανάστες αποτελούν το 14% του πληθυσμού των ΗΠΑ, το 18% των εφευρετών, ενώ παράγουν άμεσα πάνω από 23% των καινοτομιών (το τελευταίο αυτό στοιχείο προσμετράται με βάση τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τις αναφορές σε προηγούμενους ερευνητές και την οικονομική αξία των εφευρέσεων). Αν μάλιστα –εκτιμούν οι μελετητές– ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι οι μετανάστες καθιστούν παραγωγικότερους και τους ντόπιους συνεργάτες τους, τότε προκύπτει ότι ευθύνονται για ένα εντυπωσιακό 36% της συνολικής καινοτομίας.
Με δεδομένα, λοιπόν, τα πλεονεκτήματα που εισφέρουν οι μετανάστες με υψηλή ειδίκευση, θα θεωρούσε κανείς αυτονόητο ότι οι χώρες θα ανταγωνίζονταν σκληρά προκειμένου να προσελκύσουν τους καλύτερους και ευφυέστερους από αυτούς – όπως κάνουν οι επιχειρήσεις. Πολλές κυβερνήσεις ισχυρίζονται ότι θέλουν να προσελκύσουν τα καλύτερα ταλέντα παγκοσμίως. Το κυβερνών κόμμα στην Κίνα, πριν από λίγο καιρό έθεσε ως στόχο «να βελτιωθούν οι υποστηρικτικοί μηχανισμοί συγκέντρωσης ταλέντων από το εξωτερικό», ενδεχομένως με την παροχή δικαιωμάτων μόνιμου κατοίκου σε ξένους επιστήμονες. Στις ΗΠΑ, η διοίκηση Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να απλοποιήσει τις διαδικασίες εισόδου ξένων με σημαντικό ταλέντο – ιδίως εκείνων που διαθέτουν δεξιότητες που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη/ΑΙ. Ο δε Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι όποιος αποφοιτά από αμερικανικό πανεπιστήμιο θα πρέπει να λαμβάνει «αυτομάτως» πράσινη κάρτα (δηλαδή δικαιώματα μόνιμου κατοίκου).
Σαμποτάροντας την προσέλκυση ταλέντων
Οι ευφυέστεροι άνθρωποι χαρακτηρίζονται και από μεγάλη κινητικότητα. Μόνον ένα 3,6% του παγκόσμιου πληθυσμού αποτελείται από μετανάστες. Όμως, από τους 1.000 σπουδαστές που έχουν λάβει τους ανώτερους βαθμούς στις εξετάσεις εισόδου στα διασημότερα τεχνολογικά ινστιτούτα της Ινδίας, το 36% μεταναστεύουν μετά την αποφοίτησή τους. Μεταξύ των 100 με τους ανώτατους βαθμούς, το ίδιο επιλέγει να πράξει το 62%. Μεταξύ του 20% των σημαντικότερων ερευνητών στον χώρο της ΑΙ, το 42% εργάζονται στο εξωτερικό (στοιχεία του think tank Marco Polo, με έδρα το Σικάγο).
Και όμως: λίγες είναι οι κυβερνήσεις που χειρίζονται το θέμα της προσέλκυσης ταλέντων συστηματικά – όπως θα έκανε ένας αρμόδιος εταιρείας για τη στρατολόγηση προσωπικού. Πολλές από αυτές διαθέτουν προγράμματα προσέλκυσης υψηλά καταρτισμένου προσωπικού, για παράδειγμα στην ιατρική ή την ΑΙ, πλην όμως συχνά λειτουργούν αποσπασματικά και γραφειοκρατικά. Το πρόγραμμα «Χίλια Ταλέντα» της Κίνας, το οποίο πρόβλεπε μεγάλες παροχές σε ρευστό προκειμένου να φέρει πανεπιστημιακούς από το εξωτερικό, προσείλκυσε μεταξύ 2008 και 2018 μόλις 6.000 θετικούς επιστήμονες και μηχανικούς – κι από αυτούς οι περισσότεροι είχαν κινεζική καταγωγή. Σε πολλές χώρες, πολύ περισσότερη πολιτική ενέργεια δαπανάται για να κρατηθούν μακριά οι μάζες των απόκληρων, παρά για να δελεαστούν οι άριστοι. Για την ακρίβεια, μολονότι κάποιες κυβερνήσεις «κονταροχτυπιούνται» για την απόκτηση ταλέντων, άλλες πραγματικά σαμποτάρουν τις όποιες προσπάθειές τους προς αυτή την κατεύθυνση. Δείτε πώς μεταχειρίστηκαν στην Αμερική τον Ντίντι Ντας, το νεαρό αστέρι της ΑΙ.
Ο Ντίντι Ντας, απόφοιτος του Πανεπιστημίου Κορνέλ, είχε εργαστεί στην Google (στην αναζήτηση) και συμμετείχε στην ιδρυτική ομάδα της Glean, μιας startup που δημιούργησε έναν ψηφιακό βοηθό ΑΙ (και σήμερα έχει αξία που ξεπερνάει τα 2 δισ. δολάρια). Είναι δηλαδή ακριβώς το είδος εκείνο του μετανάστη που τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Τραμπ δηλώνουν ότι θέλουν. Όταν όμως επιδίωξε να αποκτήσει δικαιώματα μόνιμου κατοίκου στις ΗΠΑ, αντιμετώπισε πρόβλημα. Οι ΗΠΑ έχουν ψηφίσει έναν νόμο σύμφωνα με τον οποίο –κάθε χρόνο– η κάθε χώρα προέλευσης των μεταναστών δεν μπορεί να λαμβάνει πάνω από 7% του συνόλου των χορηγούμενων πράσινων καρτών. Αυτό δημιουργεί πρόβλημα για τους ανθρώπους εκείνους που υποβάλλουν αίτηση προερχόμενοι από χώρες με μεγάλο πληθυσμό – όπως ήταν η περίπτωση του ινδικής καταγωγή Ντίντι Ντας. Ένας μέσος Ινδός που ενδιαφέρεται για πράσινη κάρτα μπορεί να χρειαστεί να περιμένει μέχρι και 134 χρόνια μέχρι να τελεσφορήσει το αίτημά του, σύμφωνα με υπολογισμούς του Cato Institute. Καθόλου δε δεν βοηθάει και το γεγονός ότι το σύστημα συνεχίζει να λειτουργεί με χαρτί, τη στιγμή που πολύ φτωχότερες χώρες, όπως το Πακιστάν ή η Ζάμπια, έχουν περάσει στις ψηφιακές υπηρεσίες.
Οπότε, ο κ. Ντας υπέβαλε αίτηση για εκείνο που είναι γνωστό ως «βίζα ιδιοφυΐας». Χρειάστηκε να διαβιβάσει 926 σελίδες υλικού, στις οποίες περιγράφονταν τα τεχνολογικά και οικονομικά του επιτεύγματα σε γραφειοκράτες που πάλευαν να καταλάβουν είτε τα μεν είτε τα δε. Η αίτησή του απορρίφθηκε με αιτιολογίες που ο ίδιος χαρακτηρίζει «ανόητες»: θεωρήθηκε ότι δεν είχε υποβάλει στοιχεία, τα οποία όμως είχε καταθέσει. Χρειάστηκε να ασκήσει έφεση κατά της απόρριψης του αιτήματός του, οπότε τελικά του χορηγήθηκε βίζα.
Όπως εξηγεί, «η διαδικασία πνίγει την καινοτομία». Το βέβαιο είναι ότι απωθεί τα ταλέντα. Ένα σημαντικότατο 73% των ξένων πτυχιούχων των αμερικανικών πανεπιστημίων δηλώνουν ότι θα παρέμεναν στη χώρα αν η χορήγηση βίζας ήταν εύκολη. Συχνά όμως αυτό δεν συμβαίνει, οπότε παραμένει μόνον το 41% σύμφωνα με το think-tank Economic Innovation Group. Αυτός είναι και ένας λόγος που, ενώ τα αμερικανικά πανεπιστήμια θεωρούνται τα καλύτερα παγκοσμίως, οι ΗΠΑ χάνουν σταθερά έδαφος έναντι της Αυστραλίας ή του Καναδά τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Η διατήρηση των ταλέντων
Ας συγκρίνουμε τώρα πώς το Ντουμπάι καλωσόρισε τον Σάιμον Ουίλιαμς, Βρετανό τραπεζίτη της HSBC. Χρειάστηκε μόλις μια βδομάδα και ελάχιστη γραφειοκρατία μέχρι να αποκτήσει βίζα μόνιμης διαμονής. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (μέρος των οποίων είναι το Ντουμπάι) σχεδόν αποκλείουν το ενδεχόμενο να δοθεί σε ξένους η ιθαγένεια – όμως δίνουν εύκολα άδειες εργασίας σε καλοπληρωμένους επαγγελματίες. Όποιος κερδίζει πάνω από 50.000 ντιράμ τον μήνα (το αντίστοιχο των 13.600 δολαρίων) είναι επιλέξιμος για «χρυσή βίζα», η οποία έχει 10ετή ισχύ. το ίδιο συμβαίνει και προκειμένου περί επιστημόνων, εφευρετών και, σε μερικές περιπτώσεις, καλλιτεχνών.
Αλλά και η εγκατάσταση στο Ντουμπάι είναι εύκολη υπόθεση. Ο Σ. Ουίλιαμς εξηγεί ότι χρειάστηκε μόλις μια βδομάδα για να λάβει τοπική ταυτότητα, δίπλωμα οδήγησης, πιστωτικές κάρτες καθώς και άδεια αγοράς αλκοόλ (το οποίο αποφεύγουν οι ντόπιοι). Τα πράγματα διευκολύνονται και με την «υπερ-αποτελεσματική» λειτουργία του αεροδρομίου. Ο Σ. Ουίλαμς συγκρίνει το υψηλής τεχνολογίας σύστημα των ΗΑΕ με «τη φρικτή ουρά διαρκείας μιάμισης ώρας σε αεροδρόμιο των ΗΠΑ, προκειμένου να μιλήσεις με υπεύθυνο των υπηρεσιών μετανάστευσης που σπανίως δείχνει ευτυχής με την άφιξή σου». Η διαδικασία στο Ντουμπάι είναι η εξής: «Το διαβατήριο μένει στην τσέπη σου, η κάμερα σε αναγνωρίζει, η οθόνη γράφει “Χαίρετε, Σάιμον Ουίλιαμς” και η πύλη εισόδου ανοίγει». Ο ίδιος δηλώνει ότι αισθάνεται και πιο καλοδεχούμενος και πιο ασφαλής.
Προκειμένου να εκτιμήσει πόσα ταλέντα –πρόθυμα να μετακινηθούν– θα μπορούσαν να κερδίσουν οι επιμέρους χώρες, αν ήταν πιο ανοιχτές, ο Economist έχει αναλύσει στοιχεία του Gallup World Poll. Πρόκειται για έρευνα που διεξάγεται κάθε χρόνο με σχεδόν 200.000 συμμετέχοντες από 150 χώρες και εδάφη. Μεταξύ άλλων, οι συμμετέχοντες ερωτώνται αν θα ήθελαν να μεταναστεύσουν αλλού σε μόνιμη βάση αν τους δινόταν η ευκαιρία – και, αν ναι, πού; Ως μέτρηση ενδεικτική του ταλέντου τους, λαμβάνονται υπόψη μόνον όσοι δηλώνουν ότι έχουν ήδη λάβει πρώτο πτυχίο. Με βάση τα στοιχεία για την περίοδο 2010-23 (πλην του 2019 και του 2020, οπότε δεν είχαν διεξαχθεί και πολλές έρευνες), διαμορφώθηκε μια εκτίμηση του πόσους πτυχιούχους θα ήταν ενδεχόμενο να κερδίσει ή να χάσει κάθε χώρα, αν η μετακίνηση ήταν εύκολη υπόθεση.
Tρεις μεγάλες, πλούσιες αγγλόφωνες χώρες λειτουργούν ως ισχυρότερος μαγνήτης. Αν δεν υπήρχαν εμπόδια, τότε 23 εκατ. πτυχιούχοι θα πήγαιναν στην Αμερική, 17 εκ. στον Καναδά και 9 εκ. στην Αυστραλία, σύμφωνα με την εκτίμηση του Economist. Αν λάβουμε υπόψη και τον αριθμό όσων θα επέλεγαν να φύγουν απ’ αυτές τις χώρες, ένα καθεστώς ελεύθερης κυκλοφορίας των πτυχιούχων θα αύξανε τον αριθμό τους στις ΗΠΑ κατά 7% (βλέπε Διάγραμμα 2). Στην ίδια περίπτωση, ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Ελβετία θα έβλεπαν τον πληθυσμό πτυχιούχων τους να αυξάνεται κατά σχεδόν 2,5 φορές, ενώ στη Νέα Ζηλανδία θα υπερετετραπλασιαζόταν.
Στο άλλο άκρο, η Κίνα και η Ινδία θα έχαναν τον μεγαλύτερο αριθμό αποφοίτων σε απόλυτους αριθμούς (14 εκ. και 12 εκ. αντίστοιχα). Συγκριτικά, ωστόσο, μέρη όπως το Ιράν, ο Ισημερινός και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό θα είχαν τις μεγαλύτερες καθαρές εκροές. Τα ΗΑΕ θα έβλεπαν μόνο μια μέτρια εισροή. Ένα λιμάνι στην έρημο δεν είναι εγγενώς ελκυστικό – είναι η πολιτική που ακολουθείται που το κάνει να φαίνεται ως τέτοιο.
Πώς μια χώρα γίνεται ελκυστική; – Το παράδειγμα της Πορτογαλίας
Πολλά από τα πράγματα που καθιστούν μια χώρα ελκυστική ξεπερνούν τον έλεγχο των κυβερνήσεων: το Βέλγιο δεν θα μπορούσε να ελπίζει να ανταγωνιστεί τη φυσική ομορφιά της Νέας Ζηλανδίας, ούτε η Νέα Ζηλανδία τη γεωγραφική θέση του Βελγίου. Ο δε σημαντικότερος παράγων ελκυστικότητας –η ποιότητα των ευκαιριών εργασίας– είναι δύσκολο να μεταβληθεί σε βραχυπρόθεσμη βάση.
Τα μέρη του κόσμου όπου υπάρχει ήδη συσσώρευση ταλέντων διαθέτουν πελώριο πλεονέκτημα, καθώς οι εξαιρετικά πετυχημένοι προτιμούν να δουλεύουν μαζί με άλλους εξαιρετικά πετυχημένους στον τομέα τους. Γι’ αυτό, π.χ., ένα 57% των ερευνητών ΑΙ που ανήκουν στο ανώτερο 20% του κλάδου εργάζονταν το 2022 στις ΗΠΑ. Η Κίνα κλείνει ταχύτατα το κενό που υπήρχε εν προκειμένω, εν πολλοίς επειδή εκπαιδεύει πελώριο αριθμό ειδικών της ΑΙ στο εσωτερικό της χώρας. Περισσότεροι όμως από τους μισούς Κινέζους σημαντικούς ερευνητές στο πεδίο της ΑΙ εργάζονται εκτός Κίνας, ενώ οι ΗΠΑ φιλοξενούν σχεδόν τον διπλάσιο αριθμό σημαντικών ερευνητών ΑΙ απ’ όσους έχουν εκπαιδεύσει.
Και πάλι όμως: όποιο κι αν είναι το σημείο εκκίνησης, υπάρχουν πάρα πολλά που μπορούν να πράξουν οι κυβερνήσεις προκειμένου οι χώρες τους να είναι περισσότερο ελκυστικές στα ξένα ταλέντα. Μπορούν να απλοποιήσουν τις διαδικασίες με τις οποίες εισέρχονται στη χώρα εργαζόμενοι με υψηλή ειδίκευση, καθώς και το πώς ξένοι πτυχιούχοι εγχώριων ΑΕΙ γίνονται δεκτοί στην αγορά εργασίας. Επιπλέον, μπορεί να καλλιεργηθεί ο σεβασμός στους ξένους. Μπορεί να υπάρξει προσαρμογή προς τις μεταβολές που παρατηρούνται στην παγκόσμια αγορά εργασίας: παράδειγμα η αύξηση αριθμού των ψηφιακών νομάδων. Μπορεί επίσης να διευκολύνεται η δημιουργία υποδομών για τους νεοπροσερχόμενους.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί κανείς να λάβει την περίπτωση της Πορτογαλίας. Μέχρι πριν από μιάμιση δεκαετία, εθεωρείτο περίπου απομονωμένη. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Economist, και με βάση τα στοιχεία ερευνών του 2010-12, αν όλοι οι πτυχιούχοι που ήθελαν να μεταναστεύσουν εκεί το είχαν πράξει, τότε ο πληθυσμός πτυχιούχων της χώρας θα είχε αυξηθεί κατά μόλις 1%. Αν όμως επαναλάβει κανείς τον υπολογισμό με στοιχεία ερευνών της περιόδου 2021-23, τότε βλέπει τον πληθυσμό πτυχιούχων να απογειώνεται κατά 140%.
Yπό κάποια έννοια, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση λειτούργησε εν προκειμένω υποβοηθητικά. Η Πορτογαλία ήταν τόσο χρεοκοπημένη, ώστε χρειάστηκε διάσωση. Η κυβέρνησή της υποχρεώθηκε να πουλήσει την εθνική αεροπορική εταιρεία, οπότε οι νέοι ιδιώτες ιδιοκτήτες καθιέρωσαν πολύ περισσότερες πτήσεις προς ΗΠΑ, πράγμα που έκανε πολλούς Αμερικανούς να ανακαλύψουν την παρουσία της Πορτογαλίας στον χάρτη. Γενικότερα όμως η πορτογαλική κυβέρνηση χρειάστηκε να σκεφθεί εντατικότερα για το πώς θα προωθηθεί η ανάπτυξη, οπότε αποφάσισε να ανοιχτεί προς ξένους μετανάστες με ταλέντο – και με πλούτο. «Έχει καταβληθεί σοβαρή προσπάθεια ώστε να διευκολυνθεί η απόκτηση βίζας [για εργαζόμενους με δεξιότητες]» εξηγεί ο Αντρέ Φιλίπε, της πορτογαλικής Critical TechWorks, η οποία σχεδιάζει λογισμικά για την BMW. «Έχουν απομείνει πολύ λιγότερα γραφειοκρατικά εμπόδια».
Η Πορτογαλία αποδείχθηκε επίσης ικανή να εντάσσει στο εργατικό δυναμικό νεοεισερχόμενους εργαζόμενους με σημαντικές δεξιότητες. Μελέτη της Lighthouse Reports έδειξε ότι οι μετανάστες που φθάνουν στην Πορτογαλία με πτυχίο ΑΕΙ έχουν περισσότερες πιθανότητες να βρουν εργασία που να ανταποκρίνεται στις δεξιότητές τους, απ’ ό,τι σε άλλες χώρες της ΕΕ. Πολλές κυβερνήσεις δεν αναγνωρίζουν τις ειδικότητες που έχουν αποκτηθεί στο εξωτερικό, ή πάλι καθιστούν δυσχερέστερη τη διαδικασία αναγνώρισής τους. Την εποχή που κορυφωνόταν η Covid-19, η Τζιν Μπαλάτοβα και ο Μάικλ Φιξ του (Αμερικανικού) Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής εκτιμούσαν ότι στις ΗΠΑ υπήρχαν 165.000 νοσοκόμες με κατάρτιση από το εξωτερικό, που έβλεπαν τις δεξιότητές τους να πηγαίνουν χαμένες.
Πάντως η Πορτογαλία εκμεταλλεύθηκε με έξυπνο τρόπο και άλλα πλεονεκτήματα που διαθέτει, όπως το ήπιο κλίμα της και τη νόστιμη, αλλά υγιεινή κουζίνα της. Για παράδειγμα, η σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων NOVA, αποφάσισε να μετακινηθεί το 2018 από το κέντρο της Λισαβόνας σε νέες εγκαταστάσεις σε παραθαλάσσια περιοχή. Προσελκύει ξένους φοιτητές όχι μόνο με ένα απαιτητικό πρόγραμμα σπουδών στα αγγλικά, αλλά και επειδή «Η ζωή εδώ είναι ωραία» σύμφωνα με τη διατύπωση του πρύτανη Πέδρο Ολιβέιρα. Πάνω από την κεντρική πλατεία της πανεπιστημιούπολης δεσπόζει ένα προκλητικό άγαλμα –χρώματος τιρκουάζ– που αναπαριστά στέλεχος επιχειρήσεων με κανονικό μεν κουστούμι, αλλά ξυπόλυτο και με σανίδα του σερφ υπό μάλης. Ένα μονοπάτι οδηγεί στην παραλία. Το μισό ακαδημαϊκό προσωπικό και το 70% των μεταπτυχιακών φοιτητών είναι ξένοι, με Γερμανούς και Ιταλούς να αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία. Η ποικιλία προσεγγίσεων στις τάξεις ενισχύει τον διάλογο, όπως εξηγεί ο Π. Ολιβέϊρα.
Ο πληθυσμός νόμιμων μεταναστών στην Πορτογαλία έχει στο μεταξύ εκτοξευθεί: από λιγότερους από 400.000 το 2015 έχουν ξεπεράσει το 1.000.000 σήμερα. Στις 3 Ιουνίου, ο νέος πρωθυπουργός της χώρας Λουίς Μοντενέγκρο προσήλθε στη NOVA προκειμένου να ανακοινώσει μια νέα μεταναστευτική πολιτική, που στόχο έχει να καταστήσει την Πορτογαλία ακόμα πιο ελκυστική για νέους μετανάστες υψηλής εξειδίκευσης.
Καμπάνια για μεγάλα μυαλά
Το να μειώνει κανείς τους περιορισμούς αποδεικνύεται πιο αποδοτικό από το να δίνει κανείς κίνητρα. Ο Ρατζ Τσάντρι, της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ με συνεργάτες του αξιοποίησαν στοιχεία που αφορούν μεταρρυθμίσεις σε σχέση με τους μετανάστες στην αγορά εργασίας σε 15 χώρες και σε βάθος 26ετίας, και βρήκαν ότι οι πολιτικές εκείνες που αποθαρρύνουν την προσέλευση υψηλά καταρτισμένου προσωπικού έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο πεδίο των επιστημονικών ανακαλύψεων από τις πολυεθνικές. Αντιθέτως, οι πολιτικές ενθάρρυνσης της κινητικότητας είχαν μεν θετική επίπτωση, πλην λιγότερο έντονη.
Σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Σουηδία ή τα ΗΑΕ, η απόκτηση βίζας εργασίας είναι σχετικά απλή υπόθεση για τους ανθρώπους με υψηλή εξειδίκευση. Ορισμένες χώρες κάνουν ευκολότερη την πρόσβαση στην αγορά εργασίας: έτσι, οι απόφοιτοι δανέζικων ΑΕΙ λαμβάνουν αυτόματα άδεια εργασίας 3ετούς διάρκειας. Η καθιέρωση απλών και αντικειμενικών κανόνων διευκολύνει και επιταχύνει τα πράγματα: για παράδειγμα, το να γίνεται δεκτός όποιος κερδίζει πάνω από ένα ποσό σε ετήσια βάση, ή πάλι το να μοριοδοτούνται όσοι υποβάλλουν αίτηση για άδεια εργασίας με βάση τη (νεαρή) ηλικία τους, τις δεξιότητές τους ή τη γλωσσική τους επάρκεια είναι παράμετροι που βοηθούν.
ΦΟΥΜΑΡΟΔΟΥΛΕΙΕΣ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ενώ η πρόοδος της τεχνολογίας θα μπορούσε να οδηγήσει στη δραστική μείωση των ωρών εργασίας…
Το αντίθετο αποτέλεσμα προκύπτει όταν αφήνεται μεγάλη διακριτική ευχέρεια σε γραφειοκράτες. Ενώ, για παράδειγμα, η Φινλανδία χρησιμοποιεί εφαρμογές ΑΙ προκειμένου να δίνεται άδεια παραμονής σε φοιτητές που πληρούν ορισμένα κριτήρια αφήνοντας στις υπηρεσίες μετανάστευσης μόνο τις δύσκολες περιπτώσεις, η Ιταλία προβλέπει κυβερνητική επιτροπή προκειμένου να κρίνεται ποιες start-ups είναι αληθινά καινοτόμες, ώστε να τους χορηγείται επενδυτική βίζα. «Πρόκειται περί παραφροσύνης», λέει ο Κρις Κέλιν της συμβουλευτικής Henley and Partners. «Οι κυβερνήσεις είναι τελείως ακατάλληλες να κρίνουν ένα business plan. Θα ήταν πολύ καλύτερο να λένε: “Επενδύστε 500.000 ευρώ, και καλωσορίσατε!”».
Η δικηγορική εταιρεία Fragomen δημοσιεύει δείκτες που αξιολογούν τα συστήματα μετανάστευσης περισσότερων από 100 χωρών. Στον δείκτη για «περιοριστικές πολιτικές», οι ΗΠΑ καταγράφουν το δεύτερο χειρότερο σκορ – μετά το Ιράκ. Μια άλλη μέτρηση αφορά το πόσος χρόνος χρειάζεται –κατά μέσο όρο– ώστε ένας ξένος εργαζόμενος να λάβει βίζα: η διάρκεια παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση ανά τις πλούσιες χώρες, από τις 34 ημέρες του Ισραήλ μέχρι τις 232 της Ιταλίας.
Ιστορίες τρέλας
Οι καθυστερήσεις αυτού του τύπου δεν δημιουργούν προβλήματα μόνο σε όσους αναζητούν εργασία, αλλά και στους δυνητικούς εργοδότες, εξηγεί ο Ζ. Χερνάντες. Ας υποθέσουμε ότι μια αμερικανική επιχείρηση έχει κενή μια καίρια θέση, η οποία οφείλει να πληρωθεί επειγόντως. ας υποθέσουμε επίσης ότι βρήκε και την κατάλληλη υποψήφια. Δυστυχώς, η υποψήφια αυτή είναι ξένη, συνεπώς χρειάζεται να λάβει βίζα Η-1Β (για τους εργαζόμενους υψηλών δεξιοτήτων). Η ενδιαφερόμενη εταιρεία χρειάζεται να υποβάλει αίτηση στο Υπουργείο Εργασίας, όπου θα αποδεικνύει ότι προσπάθησε να βρει Αμερικανό πολίτη γι’ αυτή τη δουλειά, συν ότι δεν θα πληρώνει τελικώς χαμηλότερο μισθό. Αν το Υπουργείο Εργασίας δώσει την έγκρισή του, τότε η εταιρεία θα πρέπει να απευθυνθεί στις υπηρεσίες μετανάστευσης, οι οποίες θα κρατήσουν την αίτηση στο συρτάρι μέχρι τον επόμενο Απρίλιο – οπότε και διεξάγεται κάθε χρόνο μια κλήρωση. Στο στάδιο αυτό, τα ¾ των αιτήσεων –όλες τους για επαγγελματίες με σαφή και σταθερή προσφορά θέσης εργασίας και επιπλέον με μέσο όρο αμοιβών 130.000 δολάρια/έτος– απορρίπτονται. Αν η εταιρεία αποδειχθεί άτυχη (πράγμα που δεν θα το μάθει πριν από τον Μάιο), τότε θα έχει πληρώσει μια σοβαρή αμοιβή σε δικηγόρους με ειδίκευση στη μετανάστευση χωρίς αποτέλεσμα.
Αν τώρα η εταιρεία κερδίσει στην κλήρωση, τότε θα πρέπει να περιμένει μέχρι τον επόμενο Οκτώβριο προκειμένου να καλύψει την εν λόγω θέση εργασίας. Αλλά και τότε, η βίζα θα έχει μόνον 3ετή ισχύ. η δε ανανέωσή της είναι περίπλοκη υπόθεση. «Αν καλούνταν να επιλέξουν μεταξύ εξέτασης του προστάτη και προώθησης μιας βίζας για άδεια εργασίας, οι αρμόδιοι ανθρώπινου δυναμικού/προσλήψεων κάθε εταιρείας πιθανότατα θα επέλεγαν την πρώτη», παρατηρεί ο Ζ. Χερνάντες. Ανάλυση της Washington Post κατέληξε ότι ένας εργαζόμενος υψηλών δεξιοτήτων θα μπορούσε ευκολότερα να λάβει άδεια εργασίας περνώντας παρανόμως τα σύνορα – και ζητώντας άσυλο.
Ο τυχαίος χαρακτήρας της κλήρωσης διευκολύνει, τουλάχιστον, τη μελέτη των δυσάρεστα αρνητικών συνεπειών του συστήματος. Ο Γιουν Τσεν του Πανεπιστημίου Renmin και συνεργάτες του εξέτασαν τη διαδρομή 17.000 start-ups με έδρα τις ΗΠΑ, οι οποίες στηρίχθηκαν από εταιρείες venture capital μεταξύ 2003 και 2016. Το 1/3 του συνόλου ζήτησε τουλάχιστον μια βίζα Η-1Β, αλλά κατά μέσο όρο τους δόθηκαν μόνο οι μισές απ’ όσες διεκδίκησαν. Συγκρίνοντας, τώρα, τις εταιρείες που πέτυχαν στην κλήρωση με όσες δεν τα κατάφεραν, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η απόκτηση περισσότερων αδειών εργασίας για ξένους εργαζόμενους βελτιώνει «τις χρηματοοικονομικές επιδόσεις, την πιθανότητα εισαγωγής σε Χρηματιστήριο και την ποιοτική και ποσοτική επίδοση από πλευράς καινοτομίας».
Πολλοί πετυχημένοι επαγγελματίες δεν είναι μοναχικοί λύκοι. Προκειμένου να τους προσελκύσουν, οι ενδιαφερόμενες χώρες χρειάζεται να σκεφθούν και τις οικογένειές τους. Στο Ντουμπάι, όποιος έχει λάβει χρυσή βίζα μπορεί να απευθύνει πρόσκληση στην ή στον σύζυγο για βίζα εργασίας, και επιπλέον για έναν «απεριόριστο» αριθμό αδειών για υπηρετικό προσωπικό. «Ήταν δουλειά μόλις δυο ωρών να βγάλουμε βίζα στην νταντά των παιδιών», περιγράφει εκπατρισμένος μάνατζερ με ενθουσιασμό που δύσκολα μπορεί να συγκρατήσει. Αν, λοιπόν, προσθέσει κανείς και τις χαμηλότερες τιμές ακινήτων και τον μηδενικό φόρο εισοδήματος, βλέπει την οικογένειά του να ζει πιο άνετα στο Ντουμπάι παρά στο Λονδίνο – αυτή είναι η εκτίμησή του.
ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΑΝ ΕΜΠΟΔΙΑ, ΤΟΤΕ 23 ΕΚΑΤ. ΠΤΥΧΙΟΥΧΟΙ ΘΑ ΠΗΓΑΙΝΑΝ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ, 17 ΕΚ. ΣΤΟΝ ΚΑΝΑΔΑ ΚΑΙ 9 ΕΚ. ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ECONOMIST. ΑΝ ΛΑΒΟΥΜΕ ΥΠΟΨΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΟΣΩΝ ΘΑ ΕΠΕΛΕΓΑΝ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΑΠ’ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ, ΕΝΑ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΤΩΝ ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΘΑ ΑΥΞΑΝΕ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΤΟΥΣ ΣΤΙΣ ΗΠΑ ΚΑΤΑ 7%. ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, Ο ΚΑΝΑΔΑΣ, Η ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΚΑΙ Η ΕΛΒΕΤΙΑ ΘΑ ΕΒΛΕΠΑΝ ΤΟΝ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΠΤΥΧΙΟΥΧΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΑΥΞΑΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑ ΣΧΕΔΟΝ 2,5 ΦΟΡΕΣ.
Η περιφρόνηση των ταλέντων
Σε αντίθεση με αυτή την αφήγηση, στις ΗΠΑ οι μετανάστες με υψηλές δεξιότητες μπορεί να δουν τα παιδιά τους να απελαύνονται όταν γίνουν ενήλικες (οπότε παύουν να είναι εξαρτώμενα μέλη της οικογένειας). Η Φεντόρα Καστελίνο, για να δούμε ένα παράδειγμα, έφτασε στις ΗΠΑ σε ηλικία 6 ετών. Το 2015 ο πατέρας της –που εργάζεται σε εταιρεία βιοτεχνολογίας– υπέβαλε αίτηση για πράσινη κάρτα, η οποία θα έδινε δικαιώματα μόνιμου κατοίκου και στον ίδιο και στα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειάς του. Όπως όμως κι ο Ντίντι Ντας, έχει ινδική ιθαγένεια – οπότε η αναμονή κινδυνεύει να είναι πολύ αγχωτική υπόθεση. Τον Νοέμβριο, η Φ. Καστελίνο γίνεται 21 χρονών – οπότε μπορεί να χρειαστεί να εγκαταλείψει τη χώρα την οποία θεωρεί πατρίδα και να χτίσει την καριέρα της (ελπίζει να γίνει γιατρός) κάπου αλλού. Σκέφτεται ήδη τον Καναδά.
Το να χειρίζεται μια χώρα τους ξένους της με σεβασμό θα έπρεπε να είναι απλή υπόθεση. Μερικές όμως κυβερνήσεις έχουν τέτοια εμμονή με τα θέματα ασφαλείας, ώστε αποτυγχάνουν σ’ αυτό. Έτσι, η Κίνα στην εποχή Σι Τζινπίνγκ έχει γίνει πολύ πιο δυσανεκτική: οι εκπατρισμένοι εργαζόμενοι οφείλουν να δηλώνονται στην αστυνομία κάθε φορά που φεύγουν – και που επιστρέφουν. Τα ξενοδοχεία είναι υποχρεωμένα να ειδοποιούν τις αρχές κάθε φορά που ξένος κάνει check-in. πολλά μικρότερα ξενοδοχεία διώχνουν λοιπόν ξένους πελάτες ακριβώς για να αποφύγουν το μπλέξιμο: ο ανταποκριτής του Economist έκανε αυτή τη δυσάρεστη ανακάλυψη όταν μισή ντουζίνα ξενοδοχεία αρνήθηκαν να του δώσουν κρεβάτι μια νύχτα με χιόνι στην περιοχή Χεμπέι. Επίσημες καμπάνιες ενημέρωσης προειδοποιούν τις Κινέζες ότι ένας τυχόν ξένος φίλος που αποκτούν θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι είναι κατάσκοπος.
Η φήμη που είχε κάποτε η Κίνα ως χώρα μεγάλων ευκαιριών για εκπατρισμένους ξένους εργαζόμενους «έχει χαθεί προ πολλού» σύμφωνα με τον Γιενς Έσκελουντ του Εμπορικού Επιμελητηρίου της ΕΕ στην Κίνα: «Πριν από δέκα χρόνια, ήταν must να έχεις στο βιογραφικό σου την Κίνα. [Τώρα] όλοι σε ρωτούν: «Μα, γιατί είσαι στην Κίνα; Δεν μπορούσες να βρεις καλύτερα αλλού;». Υπάρχει η αντίληψη ότι η ζωή [εδώ] είναι δύσκολη, κι αυτή η αντίληψη εκτοξεύεται όταν φθάνεις στο αεροδρόμιο και δεν μπορείς να πληρώσεις για τίποτε αν δεν διαθέτεις κινεζική εφαρμογή/app στο κινητό σου… Ούτε καφέ δεν γίνεται να αγοράσεις».
Στην ίδια τη χώρα, η κοινή γνώμη έχει περιορισμένη διάθεση να υποδεχθεί μετανάστες. Το 2020, μια πρόταση να παραχωρούνται ευκολότερα δικαιώματα μόνιμου κατοίκου σε πλούσιους ξένους ή σε εργαζόμενους με υψηλές δεξιότητες προσέκρουσε σε λαϊκίστικες αντιδράσεις. Κινέζοι άνδρες ορκίζονταν ότι θα προστατεύουν τις Κινέζες από τους ξένους μετανάστες! Ο επικεφαλής του think- tank που είχε προωθήσει αυτό το πρόγραμμα καταγγέλθηκε στο διαδίκτυο ως προδότης. Διόλου περίεργο, λοιπόν, που μελέτη του think-tank MERICS καταλήγει ότι η Κίνα «δεν υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένη» στο να προσελκύσει ταλέντα – πλην όσων έχουν ήδη ισχυρούς δεσμούς με τη χώρα.
Ακόμα και το Χονγκ Κονγκ, το πλέον ανοιχτό μέρος της Κίνας, έχει χάσει μεγάλο μέρος της ελκυστικότητάς του για εκπατρισμένους εργαζόμενους . Τραπεζίτης που έζησε στο Χονγκ Κονγκ κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν μπορεί να ξεχάσει τα εκπληκτικά αυστηρά lock-down, τη διδασκαλία των παιδιών στο διαμέρισμα της οικογένειας και την υποχρέωση να φορά κανείς μάσκα ακόμα και μέσα στο σπίτι – λόγω του φόβου ότι, αλλιώς, θα μπορούσαν να τον καταγγείλουν στις αρχές οι γείτονες. Συγκρίνει την «ατμόσφαιρα καχυποψίας» του Χονγκ Κονγκ με το Ντουμπάι, όπου ζει πλέον. «Μιλάς σε οποιονδήποτε πολίτη των ΗΑΕ και το πρώτο που σου λέει είναι: “Σας αρέσει η χώρα; Τι μπορούμε να κάνουμε για να σας αρέσει περισσότερο;”».
Ψηφιακοί νομάδες
O Χελάλ αλ-Μάρι, γενικός διευθυντής του Υπουργείου Οικονομίας και Τουρισμού του Ντουμπάι, δίνει ένα μικρό πλην αποκαλυπτικό παράδειγμα. Κάποια εκπατρισμένα στελέχη παραπονούνταν ότι ένας κανόνας της περιοχής τους απαγόρευε να βγάζουν περίπατο τα σκυλιά τους στις παραλίες. Οι αρμόδιοι της κυβέρνησης δεν θεωρούσαν ότι ο κανόνας αυτός θα δημιουργούσε ποτέ προβλήματα (άλλωστε οι μουσουλμάνοι θεωρούν τα σκυλιά ακάθαρτα ζώα). Όταν όμως συνειδητοποιήθηκε ότι αυτό δημιουργούσε προβλήματα στους ξένους, αναζητήθηκε συμβιβαστική λύση: ορισμένες παραλίες είναι πλέον φυλαγμένες για όσους είναι με σκυλιά.
Καθώς η εμπειρία της Covid-19 έδειξε ότι πολλές δουλειές «λευκού κολάρου»/του κλάδου των υπηρεσιών μπορούν να γίνονται εξ αποστάσεως, πολλές είναι οι χώρες που προσπάθησαν να προσελκύσουν τους ψηφιακούς νομάδες. Ντουζίνες απ’ αυτές χορηγούν βίζα για εξ αποστάσεως εργαζομένους. Η αύξηση του αριθμού των Αμερικανών που λειτουργούν ως ψηφιακοί νομάδες έχει περιοριστεί μετά την κορύφωση της πανδημίας σύμφωνα με τη μελετητική ABO Partners, αλλά και πάλι ένα 11% των Αμερικανών εργαζομένων περιγράφουν έτσι τον εαυτό τους. Τείνουν να είναι νεότεροι από τον μέσο όρο – και πολύ ευχαριστημένοι με τη δουλειά τους.
Οι χώρες που τείνουν να τους προσελκύουν περισσότερο έχουν συνήθως χαμηλούς φόρους ή ευχάριστο τρόπο ζωής – ενώ ταυτόχρονα έχουν και σχετικά εύκολες προϋποθέσεις εισόδου των ξένων. Ο Βίβεκ Σανκάρ –σύμβουλος στρατηγικής για μάρκετινγκ επιχειρήσεων του χρηματοπιστωτικού τομέα– εργάζεται ήδη από το 2019 ως ψηφιακός νομάς. Προσπάθησε να ζήσει στο Ντουμπάι, αλλά τον ενόχλησε «ο ακραίος καταναλωτισμός». «Από τη στιγμή που προσγειώνεσαι εκεί, βομβαρδίζεσαι με μηνύματα που σε καλούν να αγοράσεις το ένα ή το άλλο και ότι… χρειάζεται να έχεις ένα ορισμένο επίπεδο εισοδημάτων, αλλιώς δεν αξίζεις τίποτα». Γι’ αυτόν τον λόγο αποφάσισε να μετακινηθεί στη Πορτογαλία, όπου τα πράγματα «είναι πιο κανονικά». «Εκεί υπάρχουν μέρη όπου οι άνθρωποι συγκεντρώνονται και κάνουν παρέα χωρίς να ξοδεύουν», εξηγεί. «Χώρια που μπορείς και να κάνεις σερφ στον ελεύθερο χρόνο σου…»
Τα μέρη που συναγωνίζονται το ένα το άλλο προκειμένου να προσελκύσουν ψηφιακούς νομάδες προσδοκούν κατά κανόνα ότι θα τους πείσουν και να παραμείνουν πιο μόνιμα. Αυτό αποδεικνύεται αρκετά δύσκολο. Μελέτη του φαινομένου των νομάδων στην Αμερική δείχνει ότι κατά μέσο όρο παραμένουν μόλις 71 μέρες σε μια πόλη. Πάντως, μελέτη που έγινε για ένα πρόγραμμα προσέλκυσης εργαζομένων αυτής της κατηγορίας στην Τούλσα της Οκλαχόμα, κατέληξε ότι λειτουργεί θετικά το να τους δίνεται η αίσθηση ότι αποτελούν μέρος της κοινότητας π.χ. βοηθώντας τους να βρουν γραφεία, ή πάλι καλώντας τους να μετάσχουν σε συλλόγους γονέων στα σχολεία. Τα ¾ των συμμετεχόντων παρέμειναν στην πόλη αυτή τουλάχιστον επί 2 χρόνια.
Ποντάροντας στο ανθρώπινο κεφάλαιο
Το ένα πρόβλημα με τους μετανάστες είναι ότι χρειάζεται να βρουν κάπου να μείνουν. Αν λοιπόν φτάνουν πολλοί με οικονομική άνεση σε έναν τόπο όπου η προσφορά κατοικίας είναι περιορισμένη, μπορεί να ωθήσουν τις τιμές σε άνοδο – εξοργίζοντας τους ντόπιους και προξενώντας αντιδράσεις. Αυτό ακριβώς συνέβη, για παράδειγμα, στο Σίδνεϊ ή στη Σιγκαπούρη. Κάτι τέτοιο είναι ακόμη πιθανότερο να παρατηρείται όπου οι κυβερνήσεις προσφέρουν βίζα σε όσους απλώς αγοράζουν ακίνητο, όπως στην Ελλάδα, την Ουγγαρία ή τη Μάλτα. Παρόμοια προγράμματα καταργήθηκαν τελευταίως στην Ιρλανδία, την Ισπανία και την Πορτογαλία.
Ο πληθωρισμός στις τιμές των κατοικιών είναι ο ένας λόγος που εξηγεί γιατί η Αυστραλία και ο Καναδάς –που παλιότερα ήταν χώρες δεκτικές στους ξένους– τώρα τελευταία προσπαθούν να κάμψουν τον αριθμό μεταναστών που καταφθάνουν. Πάντως οι τιμές των ακινήτων είναι δυνατόν να συγκρατηθούν αληθινά μόνο με την έκδοση περισσότερων οικοδομικών αδειών. Στο Ντουμπάι υπάρχουν πολύ λιγότερες κατοικίες απ’ ότι π.χ. στην Αυστραλία ή τον Καναδά, όμως η εκεί κυβέρνηση δηλώνει ότι θα κατορθώσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός πληθυσμού που θα έχει διπλασιαστεί μέχρι το 2040.
ΣΤΟΝ ΚΑΝΑΔΑ, ΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ Η ΤΑ ΗΑΕ, Η ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΒΙΖΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΠΛΗ ΥΠΟΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΜΕ ΥΨΗΛΗ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ. ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΝΟΥΝ ΕΥΚΟΛΟΤΕΡΗ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΕΤΣΙ, ΟΙ ΑΠΟΦΟΙΤΟΙ ΔΑΝΕΖΙΚΩΝ ΑΕΙ ΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΑΥΤΟΜΑΤΑ ΑΔΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3ΕΤΟΥΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ. Η ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΑΠΛΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΕΙ ΚΑΙ ΕΠΙΤΑΧΥΝΕΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ: ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, ΤΟ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΔΕΚΤΟΣ ΟΠΟΙΟΣ ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΕΝΑ ΠΟΣΟ ΣΕ ΕΤΗΣΙΑ ΒΑΣΗ, Η ΠΑΛΙ ΤΟ ΝΑ ΜΟΡΙΟΔΟΤΟΥΝΤΑΙ ΟΣΟΙ ΥΠΟΒΑΛΛΟΥΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ (ΝΕΑΡΗ) ΗΛΙΚΙΑ ΤΟΥΣ, ΤΙΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥΣ Η ΤΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΤΟΥΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΠΟΥ ΒΟΗΘΟΥΝ.
Η φετινή χρονιά θα αποτελέσει μια από τις μεγαλύτερες εκλογικές χρονιές στην ιστορία, με 4,2 δισ. ανθρώπους διάφορων χωρών να προσέρχονται στις κάλπες. Αυτό δεν λειτουργεί θετικά για την κινητικότητα των ταλέντων, εκτιμά η Τζούλια Όνσλοου-Κόουλ της Fragomen. Οι υποψήφιοι για πολιτικά αξιώματα συχνά δίνουν υποσχέσεις για αυστηροποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής, ενώ κάποιες φορές η ρητορική τους λειτουργεί ανασταλτικά στο σημαντικότερο ανθρώπινο ταλέντο που βρίσκεται στο εξωτερικό. Η πρώτη υπόσχεση που περιλαμβάνει το μανιφέστο του Ντόναλντ Τραμπ είναι «ΝΑ ΣΦΡΑΓΙΣΤΟΥΝ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ». «Ψαχνόμαστε να δούμε σαν τι θα είναι μια ενδεχόμενη δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ, και σε επίπεδο νόμιμης μετανάστευσης τα πράγματα δείχνουν σκούρα», εξηγεί η Τζ. Όνσλοου-Κόουλ.
Πράγμα που δύσκολα ακούγεται ως συνταγή προκειμένου να ξαναγίνει μεγάλη η Αμερική (κατά το σύνθημα Make America Great Again). Η κούρσα δεν ανταμείβει πάντοτε τον ταχύτερο, ούτε η μεγαλύτερη επιτυχία πηγαίνει πάντα σε όποια χώρα προσελκύει το περισσότερο ανθρώπινο κεφάλαιο – πλην όμως, σε αυτό είναι που στοιχηματίζουν οι πιο έξυπνες χώρες.
©The Economist. Μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε από την Economia Media Α.Ε., έπειτα από ειδική άδεια. Το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο βρίσκεται στο www.economist.com