ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΑΔΟΚΗΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΛΠΕΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΒΡΕΤΑΝΙΑ
- 23.07.24 15:09
Θεωρητικά η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τους 450 εκατομμύρια κατοίκους, είναι ένα από τα ισχυρότερα μπλοκ στον κόσμο. Το συνολικό ΑΕΠ είναι δεύτερο μετά των ΗΠΑ και δεκαπλάσιο της Ρωσίας. Δεν έχει καταφέρει, όμως, να μεταφράσει την οικονομική της ισχύ σε γεωπολιτική, ιδιαίτερα σε μια συγκυρία που τη χρειάζεται περισσότερο από ποτέ, ενώ στο εσωτερικό της αναπτύσσονται διαλυτικές δυνάμεις και η Aκροδεξιά κερδίζει έδαφος. Οι πρόσφατες εκλογές στη Βρετανία και στη Γαλλία, και οι κίνδυνοι που συνεπάγεται ενδεχόμενη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, μοιάζουν σαν να ξύπνησαν την Ευρώπη από τις μακρές διακοπές της στην Ιστορία.
Οι προοδευτικοί πολίτες πανηγύρισαν τα δύο εκλογικά αποτελέσματα: στην Αγγλία οι Εργατικοί πέτυχαν μια ιστορική νίκη έπειτα από 14 χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από τους Συντηρητικούς, που καταποντίστηκαν, κερδίζοντας 412 έδρες από τις συνολικά 650 του Κοινοβουλίου. Ταυτόχρονα, ο ακροδεξιός Νάιτζελ Φάρατζ εισήλθε για πρώτη φορά στο Κοινοβούλιο με μόλις 4 έδρες, αλλά με ποσοστό 14%, που κατέστησε το κόμμα του δεύτερο σε δεκάδες εκλογικές περιφέρειες, ειδικά σε αυτές που στήριξαν το Brexit. Στη Γαλλία, η Εθνική Συσπείρωση/Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν παρότι προηγήθηκε στον πρώτο γύρο, στον δεύτερο βρέθηκε στην τρίτη θέση σκορπίζοντας ανακούφιση σε όλη την Ευρώπη. Πρώτο με 188 έδρες ήταν το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, των κομμάτων της Αριστεράς με επικεφαλής τον Ζακ Λικ Μελανσόν, δεύτερο το μπλοκ Ensemble του Εμανουέλ Μακρόν με 161 έδρες, ενώ η Λεπέν περιορίστηκε στις 142 έδρες, οι Ρεμπουπλικανοί έχουν 48 έδρες και 38 έδρες τα υπόλοιπα κόμματα.
Πρόκειται για δύο θριάμβους ή υπάρχει και άλλη ανάγνωση αυτών των αποτελεσμάτων; Ποια συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν για τις διεργασίες στις δύο χώρες και για τον αντίκτυπό τους στην υπόλοιπη Ευρώπη;
Οι Εργατικοί άλλαξαν, δεν έγινε συγκόλληση κορυφής
«Το αποτέλεσμα των εκλογών στη Βρετανία αποδεικνύει τα πλεονεκτήματα του αγγλικού συστήματος και ταυτόχρονα την ωριμότητα του εκλογικού σώματος, το οποίο με την ψήφο του απέρριψε τον λαϊκισμό και επανήλθε στη λογική», σχολιάζει ο Πλάτων Τήνιος, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά.
«Το αγγλικό σύστημα είναι φτιαγμένο για να “παράγει” σταθερές κυβερνήσεις. Οι Γάλλοι, για παράδειγμα, ψήφισαν τι δεν θέλουν. Αντιθέτως, οι Άγγλοι, αφού πειραματίστηκαν με τον Κόρμπιν οι Εργατικοί, με τον Τζόνσον, την Τρας και τον Σούνακ οι Συντηρητικοί, κατέληξαν στο τι θέλουν. Το αποτέλεσμα των εκλογών επιτεύχθηκε και μετά από σημαντικές εξελίξεις στο εσωτερικό των κομμάτων, των Τόρις αλλά κυρίως των Εργατικών. Ο Κιρ Στάρμερ έκανε συστηματικές και επίμονες αλλαγές εντός του κόμματός του προκειμένου να ανατρέψει την κακή του εικόνα και να πετύχει την εκλογική νίκη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το αντίστοιχο παράδειγμα του Κώστα Σημίτη, με το μπλοκάκι του, με μυρμηγκοδουλειά, με μεγάλη προσπάθεια να συνενώσει όλες τις πλευρές και τις τάσεις του κόμματος, έθεσε πρακτικούς και πολύ συγκεκριμένους στόχους και έπεισε τους πολίτες. Αυτή είναι η διαφορά με ό,τι συνέβη στη Γαλλία. Οι Εργατικοί άλλαξαν, ανέκτησαν την αξιοπιστία τους και μετά κατέκτησαν την εξουσία, ενώ στη Γαλλία έγινε βιαστικά μια συγκόλληση κορυφής, η οποία σχημάτισε το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, που του λείπει η εσωτερική συνοχή. Επίσης, στη Βρετανία το να είσαι δεύτερος σημαίνει ότι έχεις πολύ μειωμένη εκπροσώπηση, οι πολίτες ψηφίζουν στρατηγικά και αυτή τη φορά ψήφισαν για να τελειώσουν με τους Τόρις», προσθέτει.
«Ο ΣΤΑΡΜΕΡ ΕΚΑΝΕ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΝΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΑΝΑΤΡΕΨΕΙ ΤΗΝ ΚΑΚΗ ΤΟΥ ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΝΑ ΠΕΤΥΧΕΙ ΤΗΝ ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΝΙΚΗ. ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΣΗΜΙΤΗ, ΜΕ ΤΟ ΜΠΛΟΚΑΚΙ ΤΟΥ, ΜΕ ΜΥΡΜΗΓΚΟΔΟΥΛΕΙΑ, ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΝΑ ΣΥΝΕΝΩΣΕΙ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΠΛΕΥΡΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ, ΕΘΕΣΕ ΠΡΑΚΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥΣ ΣΤΟΧΟΥΣ ΚΑΙ ΕΠΕΙΣΕ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ. ΟΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΙ ΑΛΛΑΞΑΝ, ΑΝΕΚΤΗΣΑΝ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΚΑΤΕΚΤΗΣΑΝ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ, ΕΝΩ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ ΕΓΙΝΕ ΒΙΑΣΤΙΚΑ ΜΙΑ ΣΥΓΚΟΛΛΗΣΗ ΚΟΡΥΦΗΣ», ΑΝΑΦΕΡΕΙ Ο ΠΛΑΤΩΝ ΤΗΝΙΟΣ.
Πόσο ισχυρή είναι η νίκη των Εργατικών, δεδομένου ότι οι ψηφοφόροι δεν κινούνται πλέον ιδεολογικά, αλλά αναζητούν αξιόπιστες λύσεις στα προβλήματά τους; «Το μεγάλο προσόν των Εργατικών», απαντά ο Π. Τήνιος, «είναι ότι υποσχέθηκαν λίγα πράγματα και πρακτικά. Η Βρετανία έμεινε πίσω την τελευταία δεκαετία σε μια σειρά από τομείς, από τις δημόσιες υπηρεσίες και το κάποτε ισχυρό δημόσιο σύστημα υγείας, το οποίο αποψιλώθηκε, και στη διάρκεια της πανδημίας φάνηκε ότι ήταν από τα πιο ευάλωτα στην Ευρώπη, ως τις κοινωνικές ανισότητες και τη φτώχεια. Στις εκλογές, παλιές έδρες των Εργατικών που είχαν στραφεί προς τους Τόρις επέστρεψαν εκεί που ανήκαν. Η ταξική συγκρότηση της κοινωνίας έπαιξε τον ρόλο της. Ο Στάρμερ, ένας επιτυχημένος δικηγόρος που ασχολούνταν κυρίως με κοινωνικά θέματα και τα ανθρώπινα δικαιώματα και μπήκε στην πολιτική μετά τα 50 χρόνια του, είναι ένας μετριοπαθής πολιτικός και άνθρωπος του λαού. Οι “απέναντί” του εξέφραζαν επιθετικά την ανώτερη τάξη και δεν προσπαθούσαν καθόλου να το κρύψουν. Αυτό αποξένωσε πολλούς ψηφοφόρους και οι Τόρις τώρα είναι διχασμένοι, άλλοι πιστεύουν ότι πρέπει να μετακινηθούν προς το κέντρο και άλλοι προς την Aκροδεξιά του Φάρατζ, για να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους».
Μπορεί μελλοντικά να δούμε τη Βρετανία ξανά στην ΕΕ; «Η Βρετανία», εκτιμά ο ίδιος, «με τους Εργατικούς δεν αναμένεται να επιστρέψει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά θα υπάρξει πιο αποτελεσματική συνεργασία σε όλα τα ζητήματα, πλην της ενιαίας αγοράς που οι Τόρις αντιτίθενται και είναι θέμα που διχάζει. Σε άλλα μεγάλα θέματα, όπως το περιβάλλον, η άμυνα και η ασφάλεια, στα οποία τα δύο κόμματα συμφωνούν, θα μπορούσε να υπάρξει συναίνεση στο πώς θα προχωρήσουν οι σχέσεις με την ΕΕ».
Νίκη, αλλα όχι θρίαμβος
Ο Θεόδωρος Πελαγίδης, υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και πρώην υπουργός Οικονομικών της υπηρεσιακής κυβέρνησης το 2023, θεωρεί ότι οι Εργατικοί πέτυχαν μια μεγάλη νίκη, αλλά όχι έναν θρίαμβο. «Το ποσοστό τους είναι στο 34% και ο Φάρατζ στο 15%. Κέρδισαν πολλές έδρες γιατί έτσι λειτουργεί το εκλογικό σύστημα. Είναι απολύτως πλειοψηφικό και όποιος περνάει πρώτος σε ψήφους παίρνει την έδρα. Είναι ένα σύστημα, που όπως και στη Γαλλία, ωθεί τους ψηφοφόρους να σταθούν στο ύψος των ευθυνών τους λίγο πριν από τον γκρεμό. Το δεξιό κόμμα θρυμματίστηκε, υπέστη εσωτερική έκρηξη, πέρα από τη φθορά της εξουσίας», σημειώνει.
Το αντικειμενικό πρόβλημα των Άγγλων, εξηγεί, είναι η ακρίβεια, το υψηλό κόστος διαβίωσης και οι δυσκολίες της καθημερινότητας σε μια κοινωνία που είναι συνηθισμένη το κράτος να είναι μεν περιορισμένο, αλλά να κάνει ουσιαστικές πολιτικές, όχι να μοιράζει κουπόνια ή να μοιάζει ανίσχυρο. «Οι Εργατικοί ιεράρχησαν τις προτεραιότητές τους και επέλεξαν να προβάλουν συγκεκριμένα θέματα, όπως η στεγαστική κρίση, η ακρίβεια και η ενέργεια. Η βρετανική οικονομία, εφεξής, με τη βαθμιαία πτώση των επιτοκίων από την Τράπεζα της Αγγλίας, θα βελτιώνεται σε ένα πλαίσιο που θα το αντιλαμβάνεται η κοινωνία, όπως αντιλήφθηκε και ότι μετά το Brexit υπήρξε μεταφορά στελεχών και εταιρειών σε άλλες πρωτεύουσες, κυρίως το Παρίσι, αλλά και στο Μιλάνο και στην Φρανκφούρτη. Ο τρόπος που ψήφισαν οι Άγγλοι είναι μια μορφή μεταμέλειας, παρότι η επαναφορά στην ΕΕ δεν είναι εφικτή για το ορατό μέλλον, αν και το κλίμα θα βελτιωθεί. Οι Εργατικοί έχουν ανακαταλάβει τη μέση Αγγλία και τη Σκωτία, σε μια συγκυρία που η Αγγλία αγωνίζεται να ξαναβρεί τον εαυτό της. Ωστόσο, εκτιμώ ότι θα δυσκολευτούν αν χάσoυν οι Δημοκρατικοί τις αμερικανικές εκλογές, καθώς η αγγλοσαξονική επιρροή στις ΗΠΑ μειώνεται».
Η αρνητική πλειοψηφία που ανέκοψε την ακροδεξιά
Αν η ταξική συγκρότηση της Βρετανίας έπαιξε ρόλο στο αποτέλεσμα των εκλογών, η αυστηρότερη ταξική διαστρωμάτωση στη γαλλική κοινωνία και το εκπαιδευτικό σύστημα, προκαλεί ενίοτε το ξέσπασμα μεγάλων αντιδράσεων, τις οποίες προσπαθεί να εκμεταλλευτεί η Ακροδεξιά. Πέρα από τη νίκη του Νέου Λαϊκού Μετώπου, αξιοσημείωτη ήταν η μετατόπιση του συσχετισμού δυνάμεων εντός του συστήματος. Παρότι η Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν είναι το μεγαλύτερο κόμμα του συνασπισμού, με 74 βουλευτές, ισχυροποιήθηκαν πολύ τα πιο μετριοπαθή κόμματα, οι Σοσιαλιστές, που εξέλεξαν 59 βουλευτές, και οι Πράσινοι, με 28 βουλευτές. Στον δεύτερο γύρο, μεταξύ του Μακρόν και της άκρας Αριστεράς το 72% όσων είχαν επιλέξει αριστερό υποψήφιο ψήφισε κέντρο, σύμφωνα με το Ipsos, και μόνο το 3% επέλεξε τη Λεπέν. Όταν η επιλογή ήταν ανάμεσα στην άκρα Δεξιά και στην άκρα Αριστερά, το 43% των ψηφοφόρων του Μακρόν στράφηκε προς την άκρα Αριστερά και το 19% προς την Ακροδεξιά.
Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΝΙΚΗΣΕ, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΕΥΚΟΛΟ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Ο Ζαν Λουκ Μελανσόν διαμηνύει πως το NFP είναι έτοιμο να κυβερνήσει εφαρμόζοντας τη ριζοσπαστική…
«Στη Γαλλία», εκτιμά ο Ευάγγελος Βενιζέλος, «βλέπουμε πως συγκροτείται το πεδίο της πολιτικής ως σχέση μεταξύ κοινωνίας και θεσμών. Η κοινωνία παράγει και υφίσταται τις αντιφάσεις, τις ανισότητες και τις συγκρούσεις της. Αυτές τροφοδοτούν την ακροδεξιά αντίληψη ως σύνθεση ταυτοτικών και απλουστευτικών απόψεων που εμφανίζονται ως δήθεν εναλλακτική λύση. Αυτή η αντίληψη τώρα έχει νομιμοποιηθεί, κινείται εντός συνταγματικού φάσματος και εκφράζει το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος με σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στο Παρίσι και στην περιφέρεια. Από την άλλη πλευρά, τα δυο τρίτα του εκλογικού σώματος, η εν ευρεία εννοία Αριστερά, το μακρονικό κέντρο και οι κατά κυριολεξία Ρεπουμπλικάνοι κληρονόμοι της γκωλικής παράδοσης, σχηματίζουν παρά τις μεγάλες διαφορές τους μια ευρεία συνταγματική πλειοψηφία στο όνομα της μαχόμενης δημοκρατίας. Αυτή η αρνητική πλειοψηφία των δύο τρίτων που ανέκοψε τη Λεπέν δεν είναι κυβερνητική πλειοψηφία. Αυτή καλείται τώρα να διαμορφωθεί μέσα από τους κόλπους της και με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες προεδρικές εκλογές. Το αποτέλεσμα κατέστη εφικτό λόγω της θεσμικής μηχανικής της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, δηλαδή λόγω του ημιπροεδρικού συστήματος και του εκλογικού συστήματος των μονοεδρικών περιφερειών, των δύο γύρων και της συμμετοχής στον δεύτερο γύρο όσων συγκεντρώνουν 12,5 % στον πρώτο με δυνατότητα απόσυρσης».
Εκ των υστέρων κρίνοντας, θα ήταν προτιμότερο να είχε αποφύγει ο Μακρόν τις πρόωρες εκλογές; «Η ριψοκίνδυνη προκήρυξη κοινοβουλευτικών εκλογών αμέσως μετά το σοκαριστικό αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών ήταν μια αναγκαστική κατά βάθος κίνηση του Ε. Μακρόν, που επανέφερε ουσιαστικά το γνωστό δίλημμα: οποιοσδήποτε πλην Λεπέν, με την προσθήκη και πλην Μελανσόν», απαντά ο Ευ. Βενιζέλος.
«Η επιλογή πρωθυπουργού», συνεχίζει, «και ο σχηματισμός κυβέρνησης είναι ένα ενδιάμεσο βήμα προς το οξύ δίλημμα της επόμενης προεδρικής εκλογής. Το ζητούμενο είναι το πρόσωπο που θα μπορέσει να συσπειρώσει το μεγάλο ρεπουμπλικανικό αντί ακροδεξιό κεντρικό ρεύμα. Άρα το πρόσωπο αυτό δεν θα είναι ο Μελανσόν. Τότε θα κριθεί η προεδρική υστεροφημία του Μακρόν. Αλλά κυρίως το σημείο θραύσης της κοινωνικής συνοχής και το απώτερο όριο της γκωλικής διορατικότητας ως προς το Σύνταγμα της Πέμπτης Δημοκρατίας. Με τη διεθνή θέση και την οικονομία της Γαλλίας σε μακρά αμηχανία».
Γιατί έχασε η Λεπέν
Γιατί, όμως, έχασε η Λεπέν μετά τη σχεδόν θριαμβική επίδοση του Εθνικού Συναγερμού στον πρώτο γύρο των εκλογών; Κατά τον Παναγή Παναγιωτόπουλο, αναπληρωτή καθηγητή στο ΕΚΠΑ, «μια σειρά από λόγοι μείωσαν τη δυναμική που είχε αναπτύξει ο σχηματισμός αυτός τόσο στις Ευρωεκλογές όσο στον πρώτο γύρο. Η εν γένει αδυναμία του να βρει εκλογικές και πολιτικές εφεδρείες είναι ο γενικός. Εξειδικεύεται από την ένδεια στελεχών που ήταν εμφανής ανάμεσα στους δύο γύρους, μα κυρίως από την επιστροφή σε κλασική ακροδεξιά θεματολογία και πιο συγκεκριμένα στην αμφισβήτηση της ισονομίας των πολιτών μέσα από τον στιγματισμό των πολιτών διπλής ιθαγένειας. Μαζί με το τελευταίο αμφισβητήθηκε μια θεμελιώδης παραδοχή του ρεπουμπλικανικού συμβολαίου: το δίκαιο του εδάφους. Η στρατηγική της Λεπέν των τελευταίων ετών, που ήταν να εμφανιστεί ως ο αναπάντεχος ύστατος εκπρόσωπος του πολιτικού έθνους και της ρεπιμπλίκ, κατέπεσε πλήρως. Ήταν μια αυτοκτονική επιλογή. Ο Εθνικός Συναγερμός παραμένει πάντως πρώτο κόμμα, όχι σε αριθμό εδρών, αλλά ως καταγραφή εθνικών εκλογών και Ευρωεκλογών, ριζωμένο πλέον στα λαϊκά και μικρο-μεσαία στρώματα, και εξακολουθεί να ηγεμονεύει σε ό,τι αφορά μεγάλα πολιτικά ζητήματα όπως το μεταναστευτικό και η ασφάλεια. Έχασε όμως την ικανότητά του να εκφράζει, έστω εργαλειακά, τη ρεπουμπλικανική λογική, την οποία απλόχερα του είχε εκχωρήσει η Αριστερά και το Κέντρο. Επίσης, επανήλθε το στίγμα, ενώ τείνει να κερδίζει στον πρώτο γύρο, στη συνέχεια υψώνεται τείχος απέναντί της. Το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν ένας νέος στιγματισμός, ότι δεν θα τα καταφέρει ποτέ να κυβερνήσει, επειδή δεν συμμετέχει ισότιμα στο δημοκρατικό τόξο. Η ήττα της ήταν βαθιά, γιατί θεωρήθηκε σχεδόν δεδομένη η νίκη της. Υπάρχει όμως και η άλλη ανάγνωση. Ότι η πιθανή φθορά των άλλων θα τη φέρει πιο κοντά στην εξουσία μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2027. Τι είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα, θα πρέπει να περιμένουμε να το δούμε».
ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΣΧΕΤΙΚΗ ΝΙΚΗ. ΩΣΤΟΣΟ, Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΤΑΦΕΡΕ ΝΑ ΠΕΤΥΧΕΙ ΤΗΝ ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΜΕ ΠΟΛΥ ΓΡΗΓΟΡΟ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟ ΤΡΟΠΟ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΕΣ ΚΟΙΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΕ ΤΟΝ (!) WOKΙΣΜΟ ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΤΖΕΝΤΑΣ. ΑΥΤΟ ΕΠΕΤΡΕΨΕ ΤΗ ΣΧΕΤΙΚΗ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ ΤΟΥ ΜΕΛΑΝΣΟΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΕΟ-ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ-ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΥ ΣΚΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ ΠΟΥ ΟΜΩΣ ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ Η ΚΥΡΙΑ ΣΥΝΙΣΤΩΣΑ ΤΗΣ ΣΕ ΕΔΡΕΣ. ΕΠΕΤΡΕΨΕ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΓΚΛΙΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ ΚΑΙ ΔΕΞΙΩΝ ΨΗΦΟΦΟΡΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ» ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ Ο ΠΑΝΑΓΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ.
Τελικά, πόσο μεγάλη ήταν η νίκη της Αριστεράς; «Είναι μια πολύ σχετική νίκη», παρατηρεί ο Π. Παναγιωτόπουλος. «Ωστόσο, η Αριστερά κατάφερε να πετύχει την εκλογική της συμμαχία με πολύ γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο, μέσα από ένα στοιχειώδες κοινό πρόγραμμα που εγκατέλειψε τον (!) wokισμό προς όφελος μιας κεντρικής κοινωνικής ατζέντας. Αυτό επέτρεψε τη σχετική απομόνωση του Μελανσόν και του νεο-κομμουνιστικού-ριζοσπαστικού σκέλους της συμμαχίας που όμως παραμένει η κύρια συνιστώσα της σε έδρες. Επέτρεψε και τη σύγκλιση κεντρώων και δεξιών ψηφοφόρων προς τους υποψήφιους της Αριστεράς. Όσο και αν έχει υποτιμηθεί, στη Γαλλία μα και εδώ, η πρωτοφανής κίνηση του πρώην προέδρου Ολάντ να κατέβει στην εκλογική αρένα κατέδειξε τον δραματικό χαρακτήρα της αναμέτρησης και έδωσε εχέγγυα θεσμικότητας στο Λαϊκό Μέτωπο. Ρεπουμπλικανική νομιμοποίηση στον χώρο αυτόν έδωσε και η ειλικρινής του στήριξη σε κάθε αντίπαλο του λεπενικού κόμματος».
Επιτυχής ή όχι η κίνηση του Μακρόν;
Υπάρχει πιθανότητα να εξωθηθεί σε παραίτηση ο Μακρόν; «Θεωρώ πολύ απίθανο ενδεχόμενο την παραίτηση του Γάλλου προέδρου. Ούτως ή άλλως για έναν χρόνο, μέχρι τον Ιούλιο του 2025, δεν μπορεί να αλλάξει η παρούσα Βουλή, άρα η παραίτησή του δεν θα πρόσφερε τίποτα», εξηγεί ο Π. Παναγιωτόπουλος. «Με βάση τα πραγματικά δεδομένα και την αποτύπωση των συσχετισμών στις πρόσφατες Ευρωεκλογές η δεύτερη θέση που κατέλαβε ο μακρονικός χώρος και η εκλογή μεγάλου αριθμού βουλευτών πρέπει να θεωρηθεί σημαντική επιτυχία. Μια επιτυχία αρκετή ώστε να δώσει μια στοιχειώδη πάλι νομιμοποίηση στον ίδιο τον Μακρόν, μα κυρίως ένα tour de force που κάμπτει την επαπειλούμενη πόλωση ανάμεσα σε προοδευτικές ελίτ που στέκονται στην Αριστερά και συντηρητικό λαό που αναζητούν προστασία στην ακραία Δεξιά. Από εδώ και πέρα η κατάσταση είναι εξαιρετικά περιπεπλεγμένη. Πέρα από τις τρομερές διαφωνίες που υπάρχουν στον ευρύτατο αντι – λεπενικό χώρο για μείζονα ζητήματα, ελλοχεύει και ο κίνδυνος των αδιαφανών συγκολλήσεων, των ατέρμονων κομματικών διαβουλεύσεων και άλλων παιγνίων που αναγκαστικά θα κάνει η πολιτική ελίτ για να βρεθεί μια λύση διακυβέρνησης. Και είναι κίνδυνος γιατί μπορεί να μεγαλώσει την απόσταση που τη χωρίζει από τον ψηφοφόρο εκείνον που, είτε ήταν στη λεπενική επιλογή είτε με δυσκολία ψήφισε ενάντια σε αυτήν, θα νιώσει αποξενωμένος από την ψήφο του και θα μπει σε μια καταγγελτική αντισυστημική ψυχολογία − ειδικά όσο συσσωρεύονται τα πραγματικά προβλήματα της πραγματικής ζωής του».