«ΠΑΜΕ ΚΙ ΟΠΟΥ ΒΓΕΙ…» ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΠΟΣΟ;
- 18.04.23 17:03
Σε τηλεοπτικό χρόνο -στους πάντα επιμελημένους σκηνικά «Πρωταγωνιστές» του Σταύρου Θεοδωράκη- προκρίθηκε από τον Πρωθυπουργό ο Μάιος ως κυρίως εκλογικός χρόνος. Πάντως όταν κάποτε, σαφώς πολύ αργότερα, θα γράφεται ο επίλογος της ανθρώπινης τραγωδίας του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών και των μετενεργειών του στη δημόσια σφαίρα (αίσθηση απειλής σε κάθε στροφή της καθημερινότητας, μοίρα των νέων που αισθάνθηκαν ότι ζουν έκθετοι σε κινδύνους στους οποίους δεν έχουν συνεργήσει) και, ως εκ τούτου, στην πολιτική σκηνή, ας μη λησμονηθεί η επιστολή με την οποία απευθύνθηκε ως υπουργός Μεταφορών και Υποδομών ο Γιώργος Γεραπετρίτης στους πολιτικούς αρχηγούς.
Υπουργός-αλεξικέραυνο (ή, αν προτιμά κανείς, ναυαγοσώστης), ο Γ. Γεραπετρίτης δέκα μέρες μετά τη φρίκη των Τεμπών, αφήνοντας πίσω/προσπερνώντας τόσο τις επιμελημένα κατηφείς εικόνες υπουργικού συμβουλίου όσο και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού (αρχικά για το ανθρώπινο σφάλμα και την αναζήτηση ευθυνών, ύστερα για τη συγγνώμη «στο όνομα όλων όσοι κυβέρνησαν», τελικώς για τη συλλογική ευθύνη / «όλοι φταίμε κι ας το ομολογήσουμε», πλην όμως «η τραγωδία έγινε μ’εμάς στο τιμόνι»), ζήτησε τι; Την ευκαιρία να ενημερώσει. Εξ ανάγκης πρωτοβουλία/κίνηση ανοίγματος προς το ευρύτερο πολιτικό σύστημα; Ή βαθύτερη συνειδητοποίηση εκείνου που προσπερνάει την εικόνα αποδιάρθρωσης στο τρίγωνο ΟΣΕ-ΕΡΓΟΣΕ-Hellenic Train; Συνδικαλιστικές επισημάνσεις που έμεναν αναπάντητες. Απεργίες προειδοποίησης που κηρύσσονταν συστηματικά παράνομες. Αδιανόητες πρακτικές στελέχωσης του δημοσίου τομέα/των ΔΕΚΟ. Χρηματοδοτήσεις Βρυξελλών που έπεσαν σε κατάμαυρη τρύπα. Απαράδεκτη λειτουργία των δημοσίων συμβάσεων (με γνώση του χώρου από τον Γ.Γεραπετρίτη).
Με άλλα λόγια, διαφαίνεται μια συνειδητοποίηση ότι το τρομερό εκείνο «πάμε κι όπου βγει» με το οποίο κινήθηκαν οι συρμοί του θανάτου – και το οποίο είδαμε στη συνέχεια να αποτυπώνεται ως πανό στις μαζικές διαδηλώσεις πένθους/οργής/διαμαρτυρίας/απόρριψης, συγκλονιστικό εντέλει όσο και το «πάρε με ότ(αν) φτάσεις», δανεισμένο από τη συντριβή γονιών και φίλων για τους νέους ανθρώπους που χάθηκαν – είναι μια βαθύτερη στάση. Μια στάση παθητικής αντιμετώπισης και συνάμα πικρίας, που διατρέχει σημαντικούς τομείς της δημόσιας ζωής.
«ΠΑΜΕ ΚΑΙ ΟΠΟΥ ΒΓΕΙ» ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Δείτε, για παράδειγμα, όσα βρίσκονται μπροστά μας στην πορεία της οικονομίας. Όπου ασφαλώς και έφερε ικανοποίηση και αισιοδοξία για τις άμεσες προοπτικές η καταγραφή ότι το 2022 έκλεισε τελικώς με ρυθμό ανάπτυξης 5,9%, μετά και το 9,1% του 2022, υπερ αναπληρώνοντας το χαμένο έδαφος του 2019-20 της πανδημίας και γράφοντας επιδόσεις στην κορυφή της Ευρωζώνης. Ωστόσο, η διαπίστωση ότι η ανάκαμψη αυτή στηρίχθηκε –κατά μεγάλο μέρος– σε επιδόματα/μέτρα στήριξης των τελευταίων ετών που άγγιξαν τα 65 δισ. ευρώ (σε μια οικονομία με σημερινό δημόσιο χρέος 400 δισ. ευρώ, που είχε μπει στα Μνημόνια με χρέος σχεδόν 320 δισ., για να πετύχει κούρεμα/καθαρή απομείωση χρέους 98 δισ.), λειτουργεί προσγειωτικά. Ή θα ’πρεπε! Ξαναδιαβάστε τους αριθμούς…
Επαληθεύεται ήδη η αίσθηση ότι η χαλάρωση που ίσχυσε με την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής από το Σύμφωνο Σταθερότητας – αρχικά λόγω πανδημίας, ύστερα/τώρα ακόμη λόγω ενεργειακού σοκ – βρίσκεται στην έξοδο, τέλος της φετινής χρονιάς. Ακόμα περισσότερο, έχουμε κατάθεση στις Βρυξέλλες νέου Προγράμματος Σταθερότητας για την Ελλάδα (τον Απρίλιο), και διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για συμφωνία σε δημοσιονομική διαχείριση «νέας εποχής». Μπορεί η φορολογική υπεραπόδοση του 2022 να έχει δώσει μια αυτοπεποίθηση, πλην όμως κατά σημαντικό μέρος η υπεραπόδοση οφείλεται στην εκτίναξη του πληθωρισμού. Η δε υποχώρηση του χρέους, όσο το μετρούμε ως % του ΑΕΠ, μπορεί μεν να βελτιώνει την εικόνα –ένα 162% του ΑΕΠ ακούγεται ωραία προοπτική για το 2023, έναντι 180% του 2019/πριν από τις διαδοχικές κρίσεις– πλην όμως δεν παύουμε ως χώρα να βρισκόμαστε στην απόλυτη κορυφή της Ευρωζώνης.
Ακόμα περισσότερο, η επιβάρυνση του ιδιωτικού χρέους –γύρω στα 220 δισ. ευρώ– από τα ανερχόμενα επιτόκια, επίσης δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίστηκε προσφάτως το θέμα, ως αντιδικία δηλαδή γύρω από τους πλειστηριασμούς, αγνοεί (ενώ δεν θα ’πρεπε) ότι όσα «κόκκινα δάνεια», μόνα ή και τιτλοποιημένα μαζί με ενήμερα, ξεφορτώθηκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών σε funds υπό διαχείριση servicers, δεν παύουν να βρίσκονται στην ελληνική οικονομία. Που, και αυτή, βλέπει μπροστά το κύμα ανασφάλειας μετά τη χρεοκοπία της SVB στις ΗΠΑ και τις νευρικές κινήσεις διάσωσης·την απειλή Credit Suisse στην Ελβετία και τη σύγκληση της επιτροπής κρίσεων της Bundesbank στη Γερμανία.
Ενώ σ’ εμάς και το κρυφό χρέος, το βαρίδι του μονίμως ξορκισμένου ασφαλιστικού, ξανάρχεται στην επιφάνεια. Αν αφεθεί η κατάσταση να ξεφύγει, ή αν επικρατήσει πολιτική –μόνον– διαχείριση, τότε μην αποκλείονται καταστάσεις ανεξέλεγκτες. Όχι δε σε κάποιο μακρινό, πολιτικά αδιάφορο, μέλλον. Αλλά στο πολιτικά ορατό μέλλον.
Όλα αυτά, δε, ενώ η αποκλιμάκωση των ρυθμών ανάπτυξης θα γίνεται αισθητή. Οι αναφορές στην επενδυτική βαθμίδα ως «εθνικό στόχο» είναι λοιπόν ένα πράγμα. Η επίτευξή της με ένα πολιτικό σύστημα μαθημένο στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις όταν η προοπτική αυτή σβήνει, είναι εντελώς άλλο: το country risk/ο πολιτικός κίνδυνος δεν είναι καθόλου θεωρητική ιστορία.
«ΠΑΜΕ ΚΑΙ ΟΠΟΥ ΒΓΕΙ» ΣΤΗΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ακόμα λιγότερο είναι νοητή για την Ελλάδα μια στάση επανάπαυσης, ή διαχείρισης σε λογική «όπου βγει», στο μείζον εξωτερικό μέτωπο όσο προχωρεί το 2023. Είναι αλήθεια ότι η ξεθεμελιωτική επίπτωση των σεισμών στην Τουρκία ψαλίδισε προσώρας την τουρκική επιθετικότητα. Όμως, με δεδομένο τον τρόπο που η Τουρκία πορεύεται προς προεδρικές και βουλευτικές εκλογές στις 14 Μαΐου –εκεί οι δισταγμοί για την προκήρυξη εκλογών υπήρξαν σαφώς πιο σύντομοι απ’ ό,τι σ’ εμάς, κι ας μεσολάβησε το αληθινό σοκ των σεισμών, που έχει αφήσει το 1/10 του εκλογικού σώματος άστεγο ή/και χωρίς χαρτιά ταυτοποίησης!– δεν θα ’πρεπε να καθησυχάζει. Η παράξενη χορογραφία, με κεντρικό ρόλο της Μεράλ Ακσενέρ/του «Καλού Κόμματος» στην ανάδειξη ανθυποψηφίου για τον Πρόεδρο Ερντογάν, αλλά και η ρητορικά προβαλλόμενη ταυτότητα του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου («καμιά παραχώρηση από τα εθνικά συμφέροντα της χώρας μας» και «θα γίνουν μεγάλα βήματα στην αμυντική βιομηχανία»), υπονομεύουν την πειστικότητα των όποιων προσδοκιών για ήρεμα νερά. Που, βέβαια, ενισχύθηκαν με την τουρκική κίνηση για στήριξη της ελληνικής υποψηφιότητας ως μη μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με «αντίδωρο» την ελληνική στήριξη για την Τουρκία στον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό.
Κυρίως, όμως, το ελληνικό πολιτικό σύστημα θα βρεθεί αντιμέτωπο με παραινέσεις/μεθοδεύσεις/πιέσεις. Προερχόμενες τόσο από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, που το αποτύπωμά της στον άξονα Αλεξανδρούπολη-Λάρισα-Σούδα συνεχώς αναβαθμίζεται, όσο και από την ΕΕ, σε μια λογική αναζήτησης λύσεων για την ευρύτερη περιοχή «με διαπραγματευτική βάση» σε Αιγαίο/Ανατολική Μεσόγειο. Στόχος η σταθερότητα, σε μια λογική συγκράτησης των επιπτώσεων από τη συνεχιζόμενη ουκρανική ανάφλεξη που μάλλον εντείνεται παρά συγκρατείται: δείτε την εμπλοκή ρωσικών μαχητικών Su-27 με αμερικανικό drone Q9-Reaper στη Μαύρη Θάλασσα, σε διεθνή ύδατα. Ήδη όμως έχουμε και την πρόσθετη απειλή μετάδοσης, που ξεκίνησε στη Γεωργία.
Πιο κοντά σ’ εμάς όσα διαμείφθηκαν κατά την επίσκεψη του νεοεκλεγέντος Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη στην Αθήνα, «κουμπώνουν» με κινήσεις επανέναρξης διαλόγου με δια-πραγματεύσεις στο βάθος για το Κυπριακό. Με νέα πρωτοβουλία Γ.Γ. του ΟΗΕ και με αίτημα εμπλοκής της ΕΕ.
Κρατήστε τη διατύπωση: «εξελικτική διαδικασία/προσέγγιση». Θα ακούγεται συχνά στην περιοχή μας – μόνο… να μην καταλήξει σε «και όπου βγει».