Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΓΕΩΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, Η ΝΕΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ

Γεωοικονομία, η νέα παγκόσμια ιδεολογία
Μικρή σημασία έχει εάν η δασμολογική πολιτική του προέδρου Τραμπ αποτελεί ειλικρινή και κεντρική στοχοθεσία του, ή εάν, αντιθέτως, χρησιμοποιείται ως διαπραγματευτικό χαρτί.

«Η ισχύς είναι σαν τον καιρό. Όλοι εξαρτώνται από αυτήν, όλοι μιλούν για αυτήν, αλλά λίγοι την καταλαβαίνουν». Η φράση ανήκει σε έναν από τους επιδραστικότερους Αμερικανούς πολιτικούς επιστήμονες, ο οποίος έφυγε στις αρχές του μήνα από τη ζωή, σε ηλικία 88 ετών. O Τζόζεφ Νάι, για χρόνια πρύτανης στο Kennedy School of Government του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, εισήγαγε μια σειρά από θεωρίες και έννοιες, οι οποίες μετασχημάτισαν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το πεδίο των διεθνών σχέσεων. Η σημαντικότερη εξ αυτών υπήρξε η έννοια της «ήπιας ισχύος», η ικανότητα να πετυχαίνει κανείς τα επιθυμητά αποτελέσματα μέσα από έμμεσους τρόπους επηρεασμού, όπως η πειθώ ή η ελκυστικότητα των ιδεών, της κουλτούρας και των αξιών, κάνοντας τον άλλο να θέλει αυτό που και ο ίδιος θέλει, και όχι μέσα από την επιβολή και τα παραδοσιακά μέσα εξουσιασμού. Ο Nάι συνέβαλε στον καθορισμό της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής για πάνω από πέντε δεκαετίες, υπήρξε άλλωστε σύμβουλος των Αμερικανών προέδρων Κάρτερ και Κλίντον. Όπως όμως σημειώνει πλήθος αναλυτών, ο κόσμος που αντιπροσώπευε μοιάζει σήμερα να έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί, καθώς η «ήπια ισχύς» των ΗΠΑ αλλάζει δομικά. 

Σε από τις τελευταίες συνεντεύξεις του στο CNN, ένα μήνα πριν από τον θάνατό του, ο Nάι ήταν απερίστροφος: «Φοβάμαι ότι ο πρόεδρος Τραμπ δεν κατανοεί την έννοια της ήπιας ισχύος. Εάν σκεφτεί κανείς την ισχύ σαν έναν συνδυασμό καρότου, μαστιγίου και μελιού, ο Τραμπ αφήνει απέξω το τελευταίο. Αλλά εάν έχεις και τα τρία αυτά στοιχεία, με το ένα να ενισχύει το άλλο, καταφέρνεις πολλά περισσότερα. Μπορείς επίσης να είσαι φειδωλός στο καρότο και το μαστίγιο, εάν διαθέτεις την έλξη του μελιού». Τι μένει όμως αν αφαιρέσουμε το «μέλι» από την αμερικανική ηγεμονία; Μια επιστροφή σε μια παραδοσιακή γεω-πολιτική προσέγγιση των βεστφαλικών κρατών όπως εκείνη του 19ου αιώνα; Μάλλον όχι. Αυτό που φαίνεται να καθορίζει τις διεθνείς γεω-στρατηγικές της διοίκησης Τραμπ 2.0 είναι μια σαφής στροφή προς τη γεωοικονομία. Η οικονομική πολιτική και το εμπόριο αντιμετωπίζονται πλέον ως το μέσο για την επίτευξη (ή τη διατήρηση) της παγκόσμιας ηγεμονίας − και όχι τα παραδοσιακά στρατιωτικά μέσα. Ως ένα όπλο άσκησης εξωτερικής πολιτικής και όχι ως ένας οικονομικός σκοπός καθαυτός. 

Η ιδέα αυτή προφανώς και δεν είναι καινούργια. Οι εμπορικοί περιορισμοί και οι κάθε λογής δασμοί καθόρισαν την πορεία μιας αρκετά σκοτεινής εποχής για την ανθρωπότητα, στις αρχές προς τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Η σαρωτική επικράτηση του νεοφιλελεύθερου παραδείγματος μετά την κατάρρευση του τείχους, και το αφήγημα της πλήρους αυτορρύθμισης της αγοράς, έκαναν πολλούς να ξεχάσουν την πολιτική παράμετρο κάθε οικονομικής δραστηριότητας. Η επάνοδος της γεωοικονομικής προσέγγισης συνίσταται ακριβώς στη συνειδητοποίηση (και την απομυθοποίηση, υπό μία έννοια) των πολιτικών προεκτάσεων του εμπορίου. 

Οι θεμελιωτές του οικονομικού φιλελευθερισμού έβλεπαν τις εμπορικές συναλλαγές ως ένα χώρο ελευθερίας και εκπολιτισμού, στον αντίποδα της πολιτικής, που στα μάτια τους είχε εγγενώς εξουσιαστικά, αν όχι βάρβαρα, στοιχεία. Όπως μας θυμίζει, όμως, ο Μορίς Όμπστφλεντ στο κείμενό του που φιλοξενούμε στο τρέχον τεύχος, ο οικονομολόγος Άλμπερτ Χίρσμαν ήταν εκείνος που το 1945 στο βιβλίο του National Power and the Structure of Global Trade (Εθνική ισχύς και δομή του παγκόσμιου εμπορίου), μελετώντας τη χρήση μέσων οικονομικής πίεσης των Γερμανών ναζί προς τις γειτονικές χώρες, διατύπωσε μια θεωρία των ανισορροπιών ισχύος ανάμεσα στις χώρες με βάση τις διαφορές στο μέγεθος και τη σύνθεση των εμπορικών τους συναλλαγών. 

Μικρή σημασία έχει εν προκειμένω εάν η δασμολογική πολιτική του προέδρου Τραμπ αποτελεί ειλικρινή και κεντρική στοχοθεσία του, που θα την ακολουθήσει μέχρι τέλους, ή εάν, αντιθέτως, χρησιμοποιείται ως διαπραγματευτικό χαρτί για την επίτευξη καλύτερων διμερών εμπορικών συμφωνιών, παρακάμπτοντας τους πολυμερείς εμπορικούς θεσμούς. Οι τελευταίες εξελίξεις με την εμπορική συμφωνία των 90 ημερών ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα και την πρωθύστερη, πλην όμως αποσπασματική, συμφωνία ανάμεσα με τη Βρετανία, δείχνουν προς τη δεύτερη κατεύθυνση. Ωστόσο, θα ήταν κανείς εντελώς αδαής να ποντάρει τα χρήματά του σε ένα τέτοιο στοίχημα, καθώς οι 100 πρώτες ημέρες της νέας διοίκησης έδειξαν για ακόμα μια φορά τον απρόβλεπτο χαρακτήρα της στρατηγικής του νέου προέδρου. 

Αυτό που πράγματι, όμως, μετρά είναι ότι, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, η γεωοικονομία και οι πολιτικές προεκτάσεις των εμπορικών σχέσεων μπήκαν πλέον για τα καλά στο παιχνίδι των διεθνών συσχετισμών και των ισορροπιών. Όσα κράτη (ή ενώσεις κρατών) θέλουν να επιβιώσουν με αξιώσεις στο μέλλον, αποφεύγοντας να γίνουν υποτελή παρακολουθήματα, θα πρέπει να σταματήσουν να υπολογίζουν στην αμερικανική «ήπια ισχύ» και να εντάξουν στις στρατηγικές τους, ως πρώτη θα έλεγε κανείς προτεραιότητα, σενάρια αντιμετώπισης της οπλοποίησης του εμπορίου, αλλά και μηχανισμούς αποτροπής εμπορικών πλέον πολέμων. Όπως ακριβώς έκαναν κάποτε και στις πραγματικές, στρατιωτικές συρράξεις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ