Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

LARRY BARTELS: Η ΕΠΑΝΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΤΡΑΜΠ ΔΕΝ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΤΕΛΟΣ, ΣΙΓΟΥΡΑ ΟΧΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ «ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ».

Larry Bartels: Η επανεκλογή του Τραμπ δεν σηματοδοτεί κάποιο τέλος, σίγουρα όχι το τέλος της «φιλελεύθερης δημοκρατίας».
Η Οικονομική Επιθεώρηση προχώρησε σε μια εις βάθος συζήτηση με τον διακεκριμένο πολιτικό επιστήμονα και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ Λάρι Μπαρτέλ για την επόμενη μέρα που ξημερώνει στις ΗΠΑ μετά την επικράτηση του Τραμπ.

Πού οφείλεται η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και τι ακριβώς σηματοδοτεί η επάνοδός του στον θώκο του Λευκού Οίκου για την αμερικανική εκδοχή της φιλελεύθερης δημοκρατίας και των θεσμών της; Η Οικονομική Επιθεώρηση προχώρησε σε μια εις βάθος συζήτηση με τον διακεκριμένο πολιτικό επιστήμονα και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Βάντερμπιλτ Λάρι Μπαρτέλ. 

Ο ίδιος θέτει τις ριζικές κοινωνικές αλλαγές που βίωσαν οι ΗΠΑ τα τελευταία 60 χρόνια ως τη βασική αιτία της νίκης του Τραμπ, ενώ εξηγεί ότι είναι επιφυλακτικός για τις αντοχές των θεσμικών αντίβαρων σε μια κυβέρνηση Τραμπ που θα έχει την πλειοψηφία στη Γερουσία και πιθανώς στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Σύμφωνα πάντως με τον ίδιο, παρά το γεγονός ότι «είναι αδύνατο να πούμε σε τι βαθμό η δεύτερη θητεία του προέδρου Τραμπ θα μπορούσε να διαβρώσει περαιτέρω τους δημοκρατικούς κανόνες και τις παραδόσεις του πολιτισμένου διαλόγου», η νίκη του Τραμπ δεν σηματοδοτεί κάποιο ελευσόμενο τέλος της φιλελεύθερης δημοκρατίας. 

Μια διχασμένη κοινωνία

Καθηγητά Μπαρτέλ, για πολλούς η νίκη του Τραμπ δείχνει ότι οι άνθρωποι είναι δυσαρεστημένοι με το είδος της «εκπροσώπησης» που επικρατούσε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπάιντεν. Πιστεύετε ότι βιώνουμε μια κρίση της δημοκρατίας, όπως την αντιλαμβάνονται οι πολίτες, και, αν ναι, ποιοι λόγοι οδήγησαν τους πολίτες να απομακρυνθούν από το «παραδοσιακό» μοντέλο (π.χ. θέματα όπως η οικονομία, η εξωτερική πολιτική και η μετανάστευση);

Η βασική διαχωριστική γραμμή στη σύγχρονη πολιτική των ΗΠΑ είναι το πώς αισθάνονται οι πολίτες για τις βαρυσήμαντες κοινωνικές αλλαγές των τελευταίων 60 ετών. Ορισμένοι Αμερικανοί πανηγυρίζουν για την κατάργηση του φυλετικού διαχωρισμού, την πρόοδο προς την ισότητα των φύλων, τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων και τη μεταβιομηχανική οικονομία. Άλλοι είναι βαθιά προβληματισμένοι από αυτές τις αλλαγές και ανησυχούν ότι η «δική τους» χώρα αλλάζει προς το χειρότερο.

Ο βασικός πυλώνας των ανησυχιών τους εντείνεται από την προοπτική ενός σημαντικού φαινομενικά δημογραφικού σημείου καμπής, δηλαδή την προβλεπόμενη μετατόπιση μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες σε μια κυρίως μη λευκή κοινωνία «πλειοψηφίας μειονοτήτων». Ωστόσο, αυτό το υποτιθέμενο σημείο καμπής είναι από μόνο του μη ρεαλιστικό, καθώς, όπως είδαμε στις εκλογές του 2024, οι άνθρωποι που είναι «μη λευκοί» δεν σκέφτονται όλοι το ίδιο, και είναι απίθανο να αναδυθεί μια συνεκτική πολιτική πλειοψηφία σύντομα.

Επίσης, ο ρυθμός των κοινωνικών αλλαγών τείνει να εκτοπίζει ορισμένα από τα ζητήματα που κυριαρχούσαν στην αμερικανική −και την ευρωπαϊκή−  πολιτική από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, κυρίως τον ρόλο της κυβέρνησης στην οικονομία. Όταν οι άνθρωποι αισθάνονται ότι ο τρόπος ζωής τους απειλείται, είναι πιθανό να υποστηρίξουν οποιονδήποτε υπόσχεται να τον διατηρήσει, ανεξάρτητα από την προσωπικότητα ή τις λεπτομέρειες της πολιτικής του. Ο Βίκτορ Όρμπαν, για παράδειγμα, υποσχέθηκε να υπερασπιστεί τον χριστιανισμό και τον «ουγγρικό πολιτισμό», ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε να «κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά».

Για τους προοδευτικούς, οι επικλήσεις στην παράδοση και την εθνική ταυτότητα είναι ανάθεμα, ενώ για τους «πολιτισμικά συντηρητικούς» είναι ευπρόσδεκτες − ακόμη και από εκείνους που μπορεί να αισθάνονται ότι η αντίσταση στην «πρόοδο» είναι τελικά μάταιη.

ΟΤΑΝ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΑΙΣΘΑΝΟΝΤΑΙ ΟΤΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥΣ ΑΠΕΙΛΕΙΤΑΙ, ΕΙΝΑΙ ΠΙΘΑΝΟ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΟΥΝ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΥΠΟΣΧΕΤΑΙ ΝΑ ΤΟΝ ΔΙΑΤΗΡΗΣΕΙ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ Η ΤΙΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ. Ο ΒΙΚΤΟΡ ΟΡΜΠΑΝ, ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, ΥΠΟΣΧΕΘΗΚΕ ΝΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ «ΟΥΓΓΡΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ», ΕΝΩ Ο ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΤΡΑΜΠ ΥΠΟΣΧΕΘΗΚΕ ΝΑ «ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ ΜΕΓΑΛΗ ΞΑΝΑ».

Επί του παρόντος, η κοινωνία των ΗΠΑ μοιάζει βαθιά διχασμένη και πολωμένη. Ποιους κινδύνους βλέπετε για τη μακροπρόθεσμη υγεία της αμερικανικής δημοκρατίας εάν η πόλωση βαθύνει;

Η δημοκρατία εξαρτάται από την προθυμία των πολιτικών ηγετών να συμμορφωθούν, λίγο ή πολύ, με ένα σύνολο κανόνων που δεν είναι ποτέ απόλυτα καθορισμένοι ή θεσμοθετημένοι. Έτσι, όταν το διακύβευμα της εξουσίας είναι αρκετά υψηλό, οι κανόνες αυτοί είναι πιθανό να διαβρωθούν, όπως συνέβη στις ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες. Φυσικά, η διάβρωση των κανόνων είναι θέμα διαβάθμισης και δεν πρόκειται απλώς για διολίσθηση  στη δημοκρατία ή την απολυταρχία, και ακόμα και τα ιδιαίτερα δημοκρατικά συστήματα είναι κατ’ επανάληψη αντιδημοκρατικά με σημαντικούς τρόπους − για παράδειγμα, όσον αφορά τη σχετική επιρροή που ασκούν οι εύποροι πολίτες και οι ομάδες συμφερόντων.

Στα μέσα του 19ου αιώνα, οι ΗΠΑ βίωσαν έναν κατακλυσμιαίο εμφύλιο πόλεμο. Πιο συχνά, ωστόσο, τα υψηλά επίπεδα πόλωσης υποχωρούν σταδιακά και οι δημοκρατικές πρακτικές αναβιώνουν σταδιακά. Σκέφτομαι, για παράδειγμα, τα τέλη του 19ου αιώνα, την Αμερικανική Χρυσή Εποχή, κατά την οποία οι ανησυχίες σχετικά με την αστικοποίηση, την εκβιομηχάνιση και τη μετανάστευση παρήγαγαν μια μακρά σειρά από έντονες και εκλογικές διαμάχες. Η εποχή ήταν γεμάτη διαφθορά και πολιτική βία, αλλά τελικά έδωσε τη θέση της σε μια περίοδο προοδευτικών μεταρρυθμίσεων με αποκορύφωμα το «New Deal» της δεκαετίας του 1930.

Θεσμοί

Η πόλωση στην κοινωνία είναι εμφανής και σε πολιτειακό επίπεδο. Αναμένετε ότι ο Τραμπ θα επιχειρήσει να εφαρμόσει ριζικές θεσμικές αλλαγές; Αν ναι, ποιες θα μπορούσαν να είναι αυτές (π.χ. στο δικαστικό σύστημα και στον δημόσιο τομέα); Και επίσης, διαβλέπετε τον κίνδυνο «θεσμικής διάβρωσης»;

Στο τέλος της πρώτης θητείας του, ο πρόεδρος Τραμπ εξέφρασε το ενδιαφέρον του για σημαντική μεταρρύθμιση της γραφειοκρατίας, μειώνοντας την προστασία της δημόσιας διοίκησης για να παρέχει μεγαλύτερο πολιτικό έλεγχο στις πολιτικές αποφάσεις των κυβερνητικών υπηρεσιών. Οι συντηρητικές δεξαμενές σκέψης και οι ομάδες συμφερόντων πιέζουν εδώ και καιρό για αυτού του είδους τη μεταρρύθμιση, και αποτελεί εξέχον μέρος του «Σχεδίου 2025» που συντάχθηκε για να καθοδηγήσει την επόμενη κυβέρνηση Τραμπ. Επειδή οι πρόεδροι έχουν ουσιαστικό νομικό και πρακτικό έλεγχο επί των εκτελεστικών οργανισμών, αναμένω ότι ο πρόεδρος Τραμπ θα έχει σημαντική επιτυχία στην εφαρμογή αλλαγών σε αυτόν τον τομέα.

Από την άλλη πλευρά, δεν αναμένω σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές στο δικαστικό σύστημα. Στην πρώτη θητεία του, ο πρόεδρος Τραμπ είχε μεγάλη επιτυχία στο να διορίζει συντηρητικούς δικαστές. Ως αποτέλεσμα, το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού ενδιαφέροντος για τη δικαστική μεταρρύθμιση προέρχεται από την Αριστερά, όχι από τη Δεξιά. Ο πρόεδρος και οι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο θα είναι ευτυχείς να συνεχίσουν να κάνουν ό,τι έκαναν την περίοδο 2017-2020, διορίζοντας και διατηρώντας όσους συντηρητικούς δικαστές επιτρέπουν οι περιστάσεις.

ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΘΗΤΕΙΑΣ ΤΟΥ, Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΡΑΜΠ ΕΞΕΦΡΑΣΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΓΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΕΧΕΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΣΤΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. ΟΙ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΕΣ ΔΕΞΑΜΕΝΕΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΜΑΔΕΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΠΙΕΖΟΥΝ ΕΔΩ ΚΑΙ ΚΑΙΡΟ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ ΤΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ, ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΞΕΧΟΝ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ «ΣΧΕΔΙΟΥ 2025» ΠΟΥ ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΕΙ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΡΑΜΠ.

Πολλοί λένε ότι τώρα, στη δεύτερη θητεία του, ο Τραμπ θα είναι αποσυνδεδεμένος από το ρεπουμπλικανικό κατεστημένο και έτσι θα μπορέσει να εργαλειοποιήσει τους θεσμούς και τις αρχές επιβολής του νόμου, και να θέσει σε δοκιμασία την αμερικανική δημοκρατία. Λένε ότι έχει μάθει από τα «λάθη» της πρώτης θητείας και δεν θα τα επαναλάβει αυτή τη φορά. Πώς σχολιάζετε αυτή τη θέση;

Στην πρώτη του θητεία, ο πρόεδρος Τραμπ περιορίστηκε σημαντικά από διορισμένους και μέλη του Κογκρέσου που αγωνίστηκαν να χαλιναγωγήσουν ορισμένες από τις πιο αλλοπρόσαλλες παρορμήσεις του. Υποψιάζομαι ότι δεν θα συμπεριληφθούν πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους στη δεύτερη θητεία του και, πράγματι, ένας εκπληκτικός αριθμός από αυτούς αντιτάχθηκε δημοσίως στην επανεκλογή του.

Επίσης, τα δημόσια σχόλιά του υποδηλώνουν ότι θα επικεντρωθεί ακόμα περισσότερο απ’ ό,τι την προηγούμενη φορά στην «προσωπική αφοσίωση» ως πρωταρχικό κριτήριο για τον διορισμό σε θέσεις του Λευκού Οίκου και του υπουργικού συμβουλίου. Επιπλέον, η κοινοβουλευτική ομάδα των Ρεπουμπλικάνων και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα γενικότερα έχουν εξελιχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Μεγάλο μέρος του «ρεπουμπλικανικού κατεστημένου», συμπεριλαμβανομένων επιφανών επικριτών του Τραμπ και συμμάχων τους, όπως ο Μιτ Ρόμνεϊ, ο Πολ Ράιαν και ο Μιτς Μακόνελ, θα φύγουν ή έχουν φύγει, και έχουν αντικατασταθεί από ένθερμους υποστηρικτές του Τραμπ, οι οποίοι είναι απίθανο να ελέγξουν τη συμπεριφορά του.

Πιστεύετε ότι οι πολιτικές του Τραμπ μπορούν να επηρεάσουν την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ ομοσπονδιακής και πολιτειακής κυβέρνησης; Και δεύτερον, θα μπορούσε μια πολιτεία να αρνηθεί να εφαρμόσει τις πολιτικές του Τραμπ και να δηλώσει «ανυπακοή» στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση;

Η ευθεία «ανυπακοή» στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση αποτελεί περισσότερο πειρασμό της Δεξιάς παρά της Αριστεράς, που χρονολογείται από την απόπειρα «ακύρωσης» των νόμων κατά της δουλείας στην πορεία προς τον εμφύλιο πόλεμο και την αντίσταση στον φυλετικό διαχωρισμό στις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Ωστόσο, οι πολιτείες διατηρούν σε μεγάλο βαθμό τον έλεγχο σε ορισμένους τομείς πολιτικής, και η κομματική πόλωση των τελευταίων 40 ετών έχει δημιουργήσει αυξημένη απόκλιση στα πολιτικά καθεστώτα μεταξύ «κόκκινων» και «μπλε» πολιτειών, δηλαδή εκείνων με μόνιμη ρεπουμπλικανική και δημοκρατική πλειοψηφία, αντίστοιχα.

Αυτό που αναμένω είναι ότι οι κυβερνήσεις των «μπλε» πολιτειών θα προσπαθήσουν να αντισταθμίσουν τις συντηρητικές μετατοπίσεις στην εθνική κυβερνητική πολιτική, άλλοτε νομοθετικά, για παράδειγμα στους τομείς των δικαιωμάτων στην άμβλωση, της οικονομικής ρύθμισης και της προστασίας του περιβάλλοντος, και άλλοτε γραφειοκρατικά, για παράδειγμα παρεμποδίζοντας ανεπίσημα τις ομοσπονδιακές προσπάθειες για την απέλαση μεταναστών.

ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΤΟΥ ΘΗΤΕΙΑ, Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΡΑΜΠ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΗΚΕ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΑΠΟ ΔΙΟΡΙΣΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΚΟΓΚΡΕΣΟΥ ΠΟΥ ΑΓΩΝΙΣΤΗΚΑΝ ΝΑ ΧΑΛΙΝΑΓΩΓΗΣΟΥΝ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΙΟ ΑΛΛΟΠΡΟΣΑΛΛΕΣ ΠΑΡΟΡΜΗΣΕΙΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΨΙΑΖΟΜΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΘΑ ΣΥΜΠΕΡΙΛΗΦΘΟΥΝ ΠΟΛΛΟΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ, ΠΡΑΓΜΑΤΙ, ΕΝΑΣ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΑΝΤΙΤΑΧΘΗΚΕ ΔΗΜΟΣΙΩΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ. ΕΠΙΣΗΣ, ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΔΗΛΩΝΟΥΝ ΟΤΙ ΘΑ ΕΠΙΚΕΝΤΡΩΘΕΙ ΑΚΟΜΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΑΠ’ Ο,ΤΙ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΦΟΡΑ ΣΤΗΝ «ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΑΦΟΣΙΩΣΗ» ΩΣ ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ

Λαϊκισμός και δημοκρατική οπισθοδρόμηση

Σε ένα άρθρο που γράψατε στο περιοδικό Foreign Affairs με τίτλο: «Το λαϊκιστικό φάντασμα: Οι απειλές για τη δημοκρατία ξεκινούν από την κορυφή», αναλύετε ότι η δημοκρατική οπισθοδρόμηση οφείλεται κυρίως στις ενέργειες των πολιτικών ελίτ που εκμεταλλεύονται τα δημοκρατικά τρωτά σημεία. Πώς ισχύει αυτό στην περίπτωση των αμερικανικών εκλογών; 

Οι ιστορικές μελέτες για την κατάρρευση της δημοκρατίας έχουν γενικά διαπιστώσει ότι οι βασικοί παράγοντες είναι οι πολιτικοί ηγέτες. Οι απλοί πολίτες μπορεί να συναινούν αντί να αντιστέκονται στη δικτατορία, αλλά συνήθως το κάνουν από αίσθημα παράπονου ή φόβου για την αταξία ή από καθαρή αδράνεια και όχι από κάποια εγγενή επιθυμία για δικτατορία.

Οι πρόσφατες περιπτώσεις δημοκρατικής οπισθοδρόμησης μου φαίνονται να έχουν την ίδια γεύση. Στην Ουγγαρία, για παράδειγμα, ο Όρμπαν δρομολόγησε την προώθηση της ιδέας για «ανελεύθερη δημοκρατία» στον απόηχο μιας πολύ συνηθισμένης προεκλογικής εκστρατείας στην οποία το κόμμα του κέρδισε το 53% των λαϊκών ψήφων έναντι ενός απαξιωμένου κατεστημένου κόμματος. Ακόμα, οι άνθρωποι που τον υποστήριξαν δεν ήταν ιδιαίτερα αντίθετοι με τη μετανάστευση ή την Ευρωπαϊκή Ένωση ή την ίδια τη δημοκρατία απ’ ό,τι οι υπόλοιποι Ούγγροι.

Εμβαθύνοντας σε αυτή τη σκέψη, πιστεύετε ότι οι πολίτες εξέλεξαν τον Τραμπ επειδή αισθάνονται ότι τα παραδοσιακά κόμματα δεν αντιμετωπίζουν τις ανησυχίες τους;

Παρομοίως στις ΗΠΑ, τα ρεπουμπλικανικά μέλη του Κογκρέσου που υποστήριξαν την παράνομη προσπάθεια «απονομιμοποίησης» των εκλογικών ψήφων στις 6 Ιανουαρίου 2021 δεν τιμωρήθηκαν σημαντικά από τους ψηφοφόρους όταν έβαλαν υποψηφιότητα για επανεκλογή το 2022, αλλά ούτε και ανταμείφθηκαν σημαντικά. Οι ψηφοφόροι επικεντρώθηκαν περισσότερο στις ουσιαστικές πολιτικές τους αξίες παρά σε αφηρημένους δημοκρατικούς κανόνες και διαδικασίες. Υποψιάζομαι ότι το ίδιο θα αποδειχθεί ότι ίσχυε και για τον Τραμπ το 2024.

Οι «θεωρητικοί» των Δημοκρατικών μπορεί να κατηγορούν τους ψηφοφόρους ότι ήταν πρόθυμοι να παραβλέψουν την αντιδημοκρατική ρητορική και συμπεριφορά του, αλλά αυτή η ρητορική και συμπεριφορά αντανακλούσε τη δική του προσωπικότητα και αξίες, και όχι κάποια δική τους, των απλών ψηφοφόρων δηλαδή, εγγενή απαίτηση για δημοκρατική οπισθοχώρηση, όπως άλλωστε το έθεσα στον τίτλο ενός βιβλίου που εκδόθηκε πέρυσι, Democracy Erodes from the Top (Η δημοκρατία διαβρώνεται άνωθεν).

ΟΙ «ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ» ΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝ ΤΟΥΣ ΨΗΦΟΦΟΡΟΥΣ ΟΤΙ ΗΤΑΝ ΠΡΟΘΥΜΟΙ ΝΑ ΠΑΡΑΒΛΕΨΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΙΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥ, ΑΛΛΑ ΑΥΤΗ Η ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΑΝΤΑΝΑΚΛΟΥΣΕ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΞΙΕΣ, ΚΑΙ ΟΧΙ ΚΑΠΟΙΑ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ, ΤΩΝ ΑΠΛΩΝ ΨΗΦΟΦΟΡΩΝ ΔΗΛΑΔΗ, ΕΓΓΕΝΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΟΠΙΣΘΟΧΩΡΗΣΗ, ΟΠΩΣ ΑΛΛΩΣΤΕ ΤΟ ΕΘΕΣΑ ΣΤΟΝ ΤΙΤΛΟ ΕΝΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΠΕΡΥΣΙ, DEMOCRACY ERODES FROM THE TOP (Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΙΑΒΡΩΝΕΤΑΙ ΑΝΩΘΕΝ).

Στο ίδιο άρθρο, αμφισβητείτε την ιδέα ότι ο λαϊκισμός είναι ένα «κύμα» που σαρώνει την Ευρώπη, αλλά το ερμηνεύετε ως αποτυχία των κυρίαρχων πολιτικών κομμάτων και των υπερβολών των μέσων ενημέρωσης. Εάν οι ελίτ είναι υπεύθυνες για τη δημοκρατική διάβρωση, όπως ισχυρίζεστε, ποιους θεσμικούς ελέγχους θεωρείτε απαραίτητους για την προστασία των δημοκρατικών θεσμών;

Υπάρχουν δύο ζητήματα εδώ. Το ένα είναι ότι η έκταση της λαϊκής υποστήριξης προς τα δεξιά λαϊκιστικά κόμματα είναι συχνά υπερβολική και παρερμηνεύεται από τον Τύπο και τους πολιτικούς παρατηρητές. Στις περισσότερες χώρες τις περισσότερες φορές υπάρχει μια σημαντική δεξαμενή λαϊκής δυσαρέσκειας προς την πολιτική ηγεσία.

Αυτό που έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες δεν είναι τόσο η ζήτηση για ακραίες εναλλακτικές λύσεις όσο η προσφορά. Σε πολλά μέρη, τα παραδοσιακά κομματικά συστήματα του τέλους του 20ού αιώνα έχουν αλλάξει από την είσοδο νέων ανταγωνιστών που προσφέρουν στους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους πιο ριζοσπαστικές επιλογές. Οι προκύπτουσες αλλαγές στα μερίδια ψήφων αντανακλούν κυρίως αλλαγές στο μενού των πολιτικών προσφορών και όχι αλλαγές στο υποκείμενο συναίσθημα των απλών πολιτών.

Το δεύτερο ζήτημα είναι πώς οι «θεσμικοί έλεγχοι» μπορούν να διασφαλίσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς σε μέρη όπου οι δεξιοί λαϊκιστές έχουν κερδίσει σημαντική λαϊκή υποστήριξη. Είμαι γενικά επιφυλακτικός όσον αφορά την επάρκεια των θεσμικών ελέγχων για τον πλήρη περιορισμό των πολιτικών ηγετών. Ωστόσο, στον βαθμό που είναι αποτελεσματικοί, είναι πιθανό να πάρουν διαφορετικές μορφές σε διαφορετικά πολιτικά συστήματα.

Επίσης, στα πολυκομματικά κοινοβουλευτικά συστήματα, ο βασικός περιορισμός για τους δεξιούς λαϊκιστές είναι η ανάγκη να κυβερνούν σε συνασπισμό με πιο κυρίαρχα συντηρητικά κόμματα. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, η κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι είναι γενικά πιο μετριοπαθής από ό,τι περίμεναν οι περισσότεροι παρατηρητές, επειδή εξαρτάται από την υποστήριξη των εταίρων της στον συνασπισμό − εξαρτάται επίσης και από σημαντικές επιδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στα πλειοψηφικά συστήματα ωστόσο, η κατάκτηση του ελέγχου ενός μεγάλου κόμματος μπορεί συχνά να είναι αρκετή για τον έλεγχο της κυβέρνησης. Το πόσο επικίνδυνο μπορεί να είναι αυτό εξαρτάται από τον έλεγχο που θα ασκήσει το κόμμα που κερδίζει και από τη θεσμική δύναμη των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Στην Ουγγαρία, η δημοκρατική οπισθοχώρηση του Βίκτορ Όρμπαν εξαρτήθηκε από τον σχεδόν απόλυτο έλεγχο των εσωτερικών λειτουργιών του Φίντες. Στις ΗΠΑ, ο έλεγχος του Ντόναλντ Τραμπ στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι λιγότερο απόλυτος, αν και έχει αυξηθεί σημαντικά από το 2016 και αν οι Ρεπουμπλικάνοι εξασφαλίσουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, η ικανότητα των Δημοκρατικών να αντισταθούν στις ενέργειες του Τραμπ θα μειωθεί σημαντικά.

ΔΕΝ ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ Η ΕΠΑΝΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΤΡΑΜΠ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΕΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΚΑΠΟΙΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ, ΚΑΙ ΣΙΓΟΥΡΑ ΟΧΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ «ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ». ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΕΙ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΤΑΔΙΟ ΕΝΟΣ ΠΟΛΥ ΜΑΚΡΟΥ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΒΑΘΥΝΣΗ ΤΗΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΙΣ ΗΠΑ. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΟΤΙ ΥΠΗΡΞΑΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΕΙΣ ΣΕ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΕΠΟΧΕΣ ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΑΥΤΟ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΣΕ ΑΛΛΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ. Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΤΟΛΜΗΡΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ ΠΡΑΓΜΑ ΝΑ ΠΕΤΥΧΕΙ.

Το μέλλον της φιλελεύθερης δημοκρατίας

Πιστεύετε ότι ο «Τραμπισμός», όπως αντανακλάται από τη συντηρητικοποίηση της κοινωνίας και των θεσμών, π.χ. του Ανώτατου Δικαστηρίου, έχει ριζώσει στην αμερικανική κοινωνία;

Οι συντηρητικές στάσεις και πολιτικές είχαν ανοδικές και καθοδικές τάσεις σε όλη την αμερικανική ιστορία. Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει άλλοτε εμποδίσει την προοδευτική αλλαγή και άλλοτε την έχει προωθήσει. Αυτό που διακρίνει τον «Τραμπισμό» δεν είναι ο συντηρητισμός του, αλλά η περιφρόνηση των δημοκρατικών κανόνων και των καθιερωμένων παραδόσεων του πολιτισμένου διαλόγου. Είναι αδύνατο να πούμε σε τι βαθμό η δεύτερη θητεία του προέδρου Τραμπ θα μπορούσε να διαβρώσει περαιτέρω αυτούς τους κανόνες και τις παραδόσεις ή πόσο γρήγορα και πλήρως θα μπορούσαν να αναβιώσουν αυτοί μόλις αποχωρήσει από την πολιτική σκηνή. Υποψιάζομαι ότι θα υπάρξει κάποια σημαντική μακροπρόθεσμη ζημιά στην αμερικανική πολιτική κουλτούρα, αλλά δεν ξέρω πόσο μεγάλη ή πόσο μακροχρόνια θα είναι.

Είμαστε τώρα μάρτυρες του τέλους της «φιλελεύθερης δημοκρατίας» όπως την γνωρίζαμε στο παρελθόν;

Δεν νομίζω ότι η επανεκλογή του Τραμπ σηματοδοτεί το τέλος κάποιου πράγματος, και σίγουρα όχι το τέλος της «φιλελεύθερης δημοκρατίας». Σηματοδοτεί το τελευταίο στάδιο ενός πολύ μακρού αγώνα για τη διατήρηση και την εμβάθυνση της φιλελεύθερης δημοκρατίας στις ΗΠΑ. Πρέπει να γνωρίζετε ότι υπήρξαν σημαντικές οπισθοδρομήσεις σε προηγούμενες εποχές της αμερικανικής ιστορίας στο θέμα αυτό (της «φιλελεύθερης δημοκρατίας»), το οποίο παρατηρήθηκε και σε άλλα δημοκρατικά συστήματα. Η δημοκρατία είναι ένα τολμηρό στοίχημα και δύσκολο πράγμα να πετύχει − ιδιαίτερα σε πολύπλοκες, ταχέως εξελισσόμενες, πολυεθνικές κοινωνίες.

Σε ένα προηγούμενο βιβλίο, το Democracy for Realists (Δημοκρατία για ρεαλιστές) ο Κρίστοφερ Άχεν και εγώ παραθέσαμε ένα απόσπασμα από τον πολιτικό φιλόσοφο Τζον Νταν που μου φαίνεται ότι αξίζει να το θυμόμαστε σε κάθε συζήτηση για τη δημοκρατία:

«Το να κυβερνάσαι είναι τόσο αναγκαίο όσο και εγγενώς δυσάρεστο, καθώς και επικίνδυνο. Το να είναι οι κυβερνήτες μας υπόλογοι σε εμάς απαλύνει τις εγγενείς ταπεινώσεις του, πιθανώς θέτει κάποια θολά όρια στις βλάβες στις θα επιλέξουν οικειοθελώς να μας υποβάλουν συλλογικά, και έτσι μειώνει ορισμένους από τους κινδύνους στους οποίους μπορεί να μας εκθέσει η κυριαρχία τους. Το να υπονοούμε όμως ότι μπορούμε ποτέ να ελπίζουμε ότι θα έχουμε τη δύναμη να τους αναγκάσουμε να ενεργούν ακριβώς όπως θα θέλαμε να ενεργούν υποδηλώνει ότι στην πραγματικότητα είμαστε εμείς αυτοί που κυβερνούν, όχι εκείνοι. Αυτό είναι μια ψευδαίσθηση, και πιθανώς μια κάπως βλαβερή ψευδαίσθηση: είτε μια αυταπάτη, είτε μια περίπτωση εξαπάτησης από άλλους, ή πολύ πιθανόν και τα δύο».

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ