Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΡΑΜΠ
- 26.09.25 11:41

Νέες δημοσκοπήσεις του ECFR/Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων αφήνουν να φανεί ότι ο Ντόναλντ Τραμπ οδηγεί σε μεταμόρφωση πολιτικών και γεωπολιτικών ταυτοτήτων όχι μόνο στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ευρώπη. Η δεύτερη προεδρία Τραμπ φέρνει στο προσκήνιο την ευρωπαϊκή Ακροδεξιά ως ευρωπαϊκή «αβάν γκαρντ» ενός διεθνικού επαναστατικού σχεδίου, και τούτο τη στιγμή που τα παραδοσιακά κόμματα εμφανίζονται ως οι νέοι οπαδοί της ευρωπαϊκής εθνικής κυριαρχίας. Ταυτόχρονα μεταβάλλονται οι στάσεις σε γεωπολιτικό επίπεδο, με το ευρωπαϊκό σχέδιο ειρήνης να μετατρέπεται σε ευρωπαϊκό σχέδιο πολέμου. Πολλοί Ευρωπαίοι υποστηρίζουν πλέον τις εξοπλιστικές δαπάνες, την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, την εξασφάλιση αυτόνομης πυρηνικής αποτροπής – και την υπεράσπιση της Ουκρανίας, ακόμη κι αν οι ΗΠΑ την εγκαταλείψουν.
Πάντως, δεν παύουν να αμφιβάλλουν για το κατά πόσον η Ευρώπη μπορεί να πετύχει τη στρατιωτική αυτονομία που επικαλείται σε αρκετά σύντομο χρόνο, οπότε έχουν την τάση να φροντίζουν για αντιστάθμιση των θέσεών τους. Τη στρατιωτική θητεία οι νέοι την αντιμετωπίζουν λιγότερο θετικά. Η στήριξη προς την Ουκρανία ενδεχομένως αποτυπώνει τους ευρωπαϊκούς δισταγμούς να αντιμετωπιστεί η Ρωσία κατά μέτωπο. Τέλος, πολλοί ελπίζουν ότι η Αμερική θα επανακάμψει – μετά τον Τραμπ.
Ελευθερία, ανασφάλεια, κυριαρχία του απρόβλεπτου
«Ζούμε τη διεργασία μιας δεύτερης Αμερικανικής Επανάστασης». Αυτή είναι η τοποθέτηση του Κέβιν Ρόμπερτς, προέδρου του Heritage Foundation, του τραμπικού think tank παραγωγής ιδεών που –σε τομείς από την εκπαίδευση και τη μετανάστευση μέχρι την υγεία και τα ανθρώπινα δικαιώματα– έχει συμβάλει στη μορφοποίηση των σεισμικών αλλαγών που άλλαξαν άρδην την πολιτική στις ΗΠΑ. Όμως η τραμπική επανάσταση –όπως και άλλες που προηγήθηκαν– ξεπερνά τις μεταβολές που επέρχονται σε θεσμούς και σε πολιτικές, αγγίζει την ίδια την ταυτότητα της χώρας. Μέσα σε 6 μόλις μήνες, από κήρυκας της φιλελεύθερης δημοκρατίας, οι ΗΠΑ μετακινήθηκαν σε υποστηρικτές των αντιφιλελεύθερων ιδεών και του οικονομικού προστατευτισμού.
Αυτή όμως η επαναστατική μεταμόρφωση ξεπερνά κατά πολύ τα σύνορα της Αμερικής. Υπ’ αυτή την έννοια δεν πρόκειται για μιαν Αμερικανική Επανάσταση και μόνο – μεταμορφώνει και την Ευρώπη. Αυτό είναι το κεντρικό συμπέρασμα μεγάλης διεθνούς δημοσκόπησης που παρήγγειλε το ECFR και που διενεργήθηκε τον Μάιο του 2025 σε 12 ευρωπαϊκές χώρες, με συνολικό δείγμα 16.440 ερωτώμενων. Στη συνέχεια, τα ευρήματα της έρευνας παρουσιάζονται με πολιτικές επισημάνσεις και αναλύσεις των υπευθύνων της: του Ιβάν Κράστεφ, προέδρου του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών της Σόφιας και μόνιμου εταίρου του Ινστιτούτου Ανθρωπίνων Επιστημών της Βιέννης, και του Μαρκ Λέοναρντ, συν-ιδρυτή και διευθυντή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. Την έρευνα του ECFR στήριξαν: το Ίδρυμα Καλούστ Γκουλμπενκιάν, το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εξωτερικών της Ελβετίας, το International Centre for Defence and Security και το Think Tank Europa.
O πυρήνας αυτής της συζήτησης: η επαναστατική αλλαγή που παρατηρείται στις ΗΠΑ σηματοδοτεί την κατάρρευση των κεντρικών εκείνων αντιλήψεων που στήριξαν επί δεκαετίες την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Η στήριξη στις αμερικανικές εγγυήσεις, η λειτουργία του ΝΑΤΟ ως συνασπισμού φιλελεύθερων δημοκρατιών, η προώθηση του ελεύθερου εμπορίου και το ταμπού απέναντι στον επιθετικό εθνικισμό, όλα αυτά βρίσκονται πλέον σε υποχώρηση. Η νέα πραγματικότητα αντικατοπτρίζει μια κρίση της ίδιας της Συμμαχίας, την ανερχόμενη απειλή ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου, και την εμφανή προοπτική να αποσυρθούν αμερικανικά στρατεύματα από την Ευρώπη. Όπως προκύπτει δε από την έρευνα γνώμης του ECFR, αυτή η κατάσταση μεταμορφώνει την πολιτική και γεωπολιτική ταυτότητα της ίδιας της Ευρώπης.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΕΙΤΑΙ ΣΤΙΣ ΗΠΑ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΕΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΕΚΕΙΝΩΝ ΑΝΤΙΛΗΨΕΩΝ ΠΟΥ ΣΤΗΡΙΞΑΝ ΕΠΙ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Η ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΙΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ, Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΝΑΤΟ ΩΣ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΩΝ, Η ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΤΑΜΠΟΥ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ, ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΣΕ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ. Η ΝΕΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΖΕΙ ΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ, ΤΗΝ ΑΝΕΡΧΟΜΕΝΗ ΑΠΕΙΛΗ ΕΝΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΝΑ ΑΠΟΣΥΡΘΟΥΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΑ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ.
Πρώτον, αρχίζει να μεταβάλλεται η φύση των πολιτικών της κομμάτων. Οι ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης τείνουν να μετατραπούν από αυτοπροβαλλόμενοι υπερασπιστές της εθνικής κυριαρχίας σε ευρωπαϊκή «αβάν-γκαρντ» ενός επαναστατικού διεθνικού κινήματος – ευθυγραμμιζόμενοι με την απόπειρα του Τραμπ να οικοδομήσει εκ νέου τη διεθνή τάξη. Την ίδια στιγμή, πολλά παραδοσιακά κόμματα (που υποτίθεται ότι έχουν ισχυρότερη διεθνιστική τάση) δείχνουν να επανεφευρίσκουν την ταυτότητά τους ως νέοι υπερασπιστές της κυριαρχίας, υπερασπιστές δηλαδή της εθνικής αξιοπρέπειας απέναντι στην ιδεολογική παρεμβατικότητα της Ουάσινγκτον.
Δεύτερον, η ΕΕ που ξεκίνησε ως ένα πολιτικό σχέδιο ειρήνης, καθίσταται πλέον σχέδιο πολέμου: τη διαδικασία αυτή έθεσε σε κίνηση η ανοιχτή εισβολή Πούτιν στην Ουκρανία το 2022, πλην τώρα η διαδικασία αυτή επιταχύνεται. Σημαντικό μερίδιο της κοινής γνώμης που ρωτήθηκε διατυπώνει φόβο για επιδείνωση των συγκρούσεων, ενώ παράλληλα τάσσεται υπέρ της αύξησης των αμυντικών δαπανών.
Τρίτον, όπως συνέβη και με άλλες επαναστάσεις, η τραμπική εκδοχή επανάστασης στην Ευρώπη φέρνει στην επιφάνεια ιδεολογικά παράδοξα, αλλά και εντάσεις που υπάρχουν μεταξύ των ιδεών αυτών. Η έρευνα γνώμης του ΕCFR καταδεικνύει ότι:
- Οι Ευρωπαίοι είναι σκεπτικιστές απέναντι στον Τραμπ, πλην όμως σχετικά καθησυχασμένοι όσον αφορά την αξιοπιστία των αμερικανικών εγγυήσεων ασφαλείας καθώς και έναντι των διατλαντικών σχέσεων μετά την εποχή Τραμπ.
- Έχουν αμφιβολίες ως προς την ικανότητα της ηπείρου τους να σταθεί στα δυο της πόδια στα αμυντικά θέματα, όμως ταυτόχρονα είναι πεπεισμένοι ότι θα πρέπει να χωρίσουν οι δρόμοι των κυβερνήσεών τους από την αμερικανική πολιτική στο Ουκρανικό.
Η άποψη των υπευθύνων της έρευνας είναι ότι αυτή η φαινομενικά ψύχραιμη άποψη των Ευρωπαίων σχετικά με το μέλλον των ατλαντικών σχέσεων δεν έχει τις ρίζες της στην ύπαρξη μιας καλοπροαίρετης Αμερικής, αλλά μάλλον στην έλλειψη πίστης στην ίδια την ικανότητα της ηπείρου τους. Η δε δημόσια στήριξη που παρέχεται στην Ουκρανία ευκολότερα ερμηνεύεται ως μια πολιτική έκτακτης ανάγκης προκειμένου να αντικατασταθεί η άμεση στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην Ευρώπη από τη μαχητική ικανότητα των Ουκρανών, παρά ως αγνή αλληλεγγύη ως προς τα θύματα της ρωσικής επιθετικότητας.
Ορισμένες αυταπόδεικτες αλήθειες
Γενικότερα, οι Ευρωπαίοι δεν διατηρούν αυταπάτες γύρω από τον Τραμπ. Η κυρίαρχη άποψη στις χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα –πλην Ουγγαρίας και Ρουμανίας– ήταν ότι η εκλογή του ήταν κακή για τις ΗΠΑ, κακή και για τις δικές τους χώρες, κακή και για τον κόσμο. Η απόλυτη πλειοψηφία στις μισές χώρες είχε αρνητική άποψη για τον Τραμπ και στα τρία αυτά επίπεδα. Μόλις 12% των Βρετανών θεωρούν ότι η εκλογή Τραμπ είναι καλή για τη χώρα τους.
Παντού στην Ευρώπη, ακόμη και στις πιο φιλο-τραμπικές Ουγγαρία και Ρουμανία, εκδηλώνεται απαισιοδοξία για την ίδια την προεδρία Τραμπ. Σε σύγκριση με την έρευνα γνώμης που είχε διεξαγάγει το ECFR τον Νοέμβριο του 2024, προκύπτει γενικευμένη τάση προς αυτήν την κατεύθυνση.
Όμως οι Ευρωπαίοι δεν είναι απαισιόδοξοι μόνο για τον Τραμπ, αλλά και επικριτικοί για τις μέχρι τώρα επιδόσεις του. Η κυρίαρχη γνώμη μεταξύ των ερωτώμενων σχεδόν σε κάθε χώρα είναι ότι τα πήγε άσχημα όσον αφορά τον ανταγωνισμό με την Κίνα στην παγκόσμια σκηνή, όσο αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και όσον αφορά την ενίσχυση της αμερικανικής οικονομίας. Μόνο οι Ούγγροι, οι Ρουμάνοι και οι Πολωνοί αξιολογούν ως θετικές τις οικονομικές πολιτικές που ακολούθησε. Οι Ούγγροι είναι οι μόνοι που κρίνουν θετικές και τις προσπάθειές του για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν θεωρεί θετικές τις επιδόσεις του έναντι της Κίνας.
Αλλά και η πρόσληψη του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ έχει επιδεινωθεί. Απόλυτες πλειοψηφίες στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία το θεωρούν διαλελυμένο. Τον Ιανουάριο του 2024 –τελευταία φορά που το ECFR είχε θέσει αυτό το ερώτημα– μόνον στη Γαλλία και την Πορτογαλία υπήρχε μια τέτοια στάση. Στο μεταξύ, μόνο σε Ουγγαρία και Ρουμανία εμφανίζεται βελτίωση της εικόνας των ΗΠΑ.
«Ποιοι είναι οι φίλοι μας;»
Μερικές από τις βαθύτερες μεταβολές παρατηρούνται, ωστόσο, μέσα στα εκλογικά κόμματα των ευρωπαϊκών χωρών. Κάποτε ο πρόεδρος Μάο Τσε Τουνγκ είχε γράψει: «Ποιοι είναι οι εχθροί μας; Ποιοι είναι οι φίλοι μας; Αυτό το ερώτημα έχει μείζονα σημασία για την επανάσταση». Κατά αντίστοιχο λοιπόν τρόπο, η επανάσταση Τραμπ έχει μεταβάλει την αντίληψη της αμερικανικής κυβέρνησης ως προς το ποιοι είναι οι φίλοι και ποιοι οι εχθροί των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Η τωρινή επάνοδος Τραμπ στην εξουσία έχει οδηγήσει και σε πολιτικές μετακινήσεις στη γηραιά ήπειρο[…]
Οι αντιλήψεις όσον αφορά το πολιτικό σύστημα της ίδιας της ΕΕ στα εκλογικά σώματα ακροδεξιών κομμάτων, όπως το AfD της Γερμανίας, οι FdI/Αδελφοί της Ιταλίας ή το RN/Εθνικός Συναγερμός της Γαλλίας, ουδέποτε ήταν ιδιαίτερα θετικές. Αλλά για μερικά κόμματα της τραμπικής Δεξιάς, όπως το πορτογαλικό Chega, το πολωνικό PiS και το ισπανικό Vox, η αρνητικότητα που προκύπτει είναι πιο πρόσφατη. Οι ψηφοφόροι του PiS δήλωναν σχετικά ευνοϊκή άποψη για την ΕΕ το 2021. εκείνοι του Chega θεωρούσαν την ΕΕ «λειτουργική» το 2022. στο Vox οι θετικές στάσεις έναντι της ΕΕ διατηρήθηκαν μέχρι και τον Ιανουάριο του 2024. Τώρα, όλα αυτά τα εκλογικά σώματα έχουν προσχωρήσει στην άποψη των υπολοίπων ακροδεξιών, που χαρακτηρίζουν την ΕΕ υπό κατάρρευση.
Ταυτόχρονα, όμως, οι ψηφοφόροι πολλών συμβατικών κομμάτων δείχνονται πρόθυμοι να προστρέξουν σε υπεράσπιση της ευρωπαϊκής σημαίας – ιδίως στη Γαλλία και τη Γερμανία. Στη δεύτερη περίπτωση καταγράφεται βελτίωση σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2024, ως προς την εικόνα της ΕΕ μεταξύ των ψηφοφόρων της CDU/CSU, των Πρασίνων, του SPD και της Die Linke/Αριστεράς. Κάτι αντίστοιχο βλέπει κανείς και μεταξύ των κεντρώων, κεντρο-αριστερών και κεντρο-δεξιών ψηφοφόρων στη Γαλλία.
ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΑ, ΟΙ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΡΑΜΠ. Η ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΑΠΟΨΗ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΑΝ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ –ΠΛΗΝ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ– ΗΤΑΝ ΟΤΙ Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΗΤΑΝ ΚΑΚΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΗΠΑ, ΚΑΚΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΤΟΥΣ ΧΩΡΕΣ, ΚΑΚΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΣΤΙΣ ΜΙΣΕΣ ΧΩΡΕΣ ΕΙΧΕ ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΡΑΜΠ ΚΑΙ ΣΤΑ ΤΡΙΑ ΑΥΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ. ΜΟΛΙΣ 12% ΤΩΝ ΒΡΕΤΑΝΩΝ ΘΕΩΡΟΥΝ ΟΤΙ Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΡΑΜΠ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΗ ΓΙΑ ΤΗ ΧΩΡΑ ΤΟΥΣ.
Η ανάδυση ενός ελκυστικού, αντίπαλου πολιτικού μοντέλου στην απέναντι ακτή του Ατλαντικού μπορεί να μειώνει την ελκυστικότητα της ΕΕ στα μάτια των ακρο-δεξιών ψηφοφόρων, και τούτο την ίδια στιγμή που οι πιο συμβατικοί ψηφοφόροι επενδύουν περισσότερες ελπίδες στην Ένωση, που τη θεωρούν ως ασπίδα απέναντι στην τραμπική εναλλακτική.
Η πρωτεύουσα της επανάστασης
Το γεγονός ότι η Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ παρουσιάζεται ως εναλλακτικό μοντέλο για την ευρωπαϊκή Ακροδεξιά μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες μακροπρόθεσμα. Πριν από τα μέσα της δεκαετίας του 2014, πολλά ακροδεξιά κόμματα βρίσκονταν περιορισμένα στο περιθώριο της πολιτικής ζωής – λειτουργούσαν δηλαδή ως κόμματα διαμαρτυρίας. Αυτό αποτελούσε για τα ίδια ευλογία (δεν πολυπροσέρχονταν, καθώς δεν ήταν δυνητικά κυβερνητικά κόμματα), αλλά και κατάρα (δεν ήταν εύκολο να τα θεωρήσει κανείς κυβερνητική επιλογή). Με το Brexit και την –πρώτη– εκλογή Τραμπ το 2011, κατέστη βαθμιαία εφικτό να φανταστεί κανείς τα κόμματα αυτά στην εξουσία.
Κατά το παρελθόν, κάποια ακροδεξιά κόμματα εξέφραζαν συμπάθεια προς τον Βλαντιμίρ Πούτιν και την οπορτουνιστική εκστρατεία του εναντίον των αξιών της «woke κουλτούρας». Πλην όμως η Ρωσία παραείναι αδύναμη και αποτυχημένη, ώστε να παίξει τον ρόλο προτύπου για οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα ή πάλι για να ελκύει ευρύτερα στρώματα του εκλογικού σώματος. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για τις ΗΠΑ: όσοι θεωρούν ότι το ευρωπαϊκό status quo αποτελεί σήμερα πρόβλημα, μπορούν πλέον να στρέφονται προς το αμερικανικό σύστημα υπό Ντόναλντ Τραμπ, ως ένα σύστημα που μπορεί να λειτουργήσει σε μια πλούσια και ισχυρή χώρα – όπου, όπως ισχυρίζεται ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς, γίνονται αληθινά σεβαστές οι ελευθερίες, αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει στην Ευρώπη […]
Μια υπόθεση είναι ότι η επίπτωση από τη διακυβέρνηση Τραμπ θα είναι διαφορετική στην ανατολική απ’ ό,τι στη δυτική πλευρά της ΕΕ. Με λαϊκιστές να κυβερνούν στην Ουγγαρία, τη Σλοβακία και ενδεχομένως εντός ολίγου και στην Τσεχική Δημοκρατία, στη δε Πολωνία να κερδίζονται οι προεδρικές εκλογές από τον (στηριζόμενο από το PiS) Καρλ Ναβρόσκι, το αντίπαλο αμερικανικό μοντέλο μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα ισχυρό στις χώρες αυτές. Ο Τραμπ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τους όρους του εμπορίου ή και άλλα μέτρα, ακριβώς προκειμένου να στηρίξει τις εκεί κυβερνήσεις. Εντελώς ιδιαίτερα στην Πολωνία –με το PiS να προσδοκά να επανέλθει στην κυβέρνηση στις επόμενες βουλευτικές εκλογές– το μοντέλο Τραμπ μπορεί να λειτουργήσει ως μείζων διαχωριστική γραμμή.
Αντιθέτως, στα δυτικά κράτη-μέλη η επίπτωση Τραμπ θα μπορούσε να αποδειχθεί αντίστοιχη μ’ εκείνην του Brexit: εναντίωση των πολιτών προς αυτό το μοντέλο και συσπείρωση γύρω από φιλο-ευρωπαϊκές στάσεις. Η τοξική φήμη του μοντέλου αυτού θα μπορούσε να δημιουργήσει μια οροφή που να περιορίζει τις λαϊκιστικές επιδόσεις. Ούτως ή άλλως, σε χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία ή η Βρετανία, η συμπάθεια προς τον Τραμπ είναι εξαιρετικά χαμηλή. Ακόμη και μεταξύ των υποστηρικτών λαϊκιστικών κομμάτων, μεγάλα μερίδια (για παράδειγμα: 34% των ψηφοφόρων της AfD, 28% του RN, 31% του Reform UK) θεωρούν την επανεκλογή Τραμπ «πολύ κακή» ή «μάλλον κακή» για τους Αμερικανούς πολίτες.
Καθώς πάντως οι ΗΠΑ δεν έχουν πάψει να είναι μια συνθλιπτικά ισχυρή χώρα, ο συσχετισμός των ακροδεξιών κομμάτων με τον Τραμπ θα μπορούσε και πάλι να της δώσει κάποια από τα γνωρίσματα συνέχειας στην εξουσία. Πλην όμως δεν είναι και παράλογο να σκεφτεί κανείς ότι οι αποτυχίες του –ή οι πολιτικές του επιλογές (όπως π.χ. οι δασμοί) που τείνουν να βλάψουν τον μέσο Ευρωπαίο πολίτη– θα μπορούσαν να αμαυρώσουν τη φήμη όσων συσχετιστούν τελικά μ’ αυτόν. Έτσι άλλωστε μπορεί να ερμηνευτεί και η διστακτικότητα Γάλλων και Ιταλών να αγκαλιάσουν την τραμπική πορεία με ενθουσιασμό.
Όμως οι συμβατικοί πολιτικοί, που θα ’θελαν να αξιοποιήσουν είτε τη γενική τοξικότητα που εμφανίζει ο Τραμπ στην Ευρώπη είτε πάλι τις αποτυχίες της διακυβέρνησής του, καλό θα ήταν να μετρήσουν σωστά τα βήματά τους […]
O ΑΜΕΡΙΚΑΝΟ-ΒΡΕΤΑΝΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΟΝΙ ΤΖΑΝΤ ΕΙΧΕ ΤΙΤΛΟΦΟΡΗΣΕΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑ-ΤΟ-1945 ΕΥΡΩΠΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ «ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ» (POSTWAR). ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΟΤΙ Η ΕΕ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ ΤΟΥ Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΟΤΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΤΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ. ΑΥΤΗ ΛΟΙΠΟΝ Η ΕΥΡΩΠΗ –Η ΕΥΡΩΠΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ– ΑΝΗΚΕΙ ΠΛΕΟΝ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ.
«Aux armes, citoyens!»
O Αμερικανο-Βρετανός ιστορικός Τόνι Τζαντ είχε τιτλοφορήσει το βιβλίο του για τη μετά-το-1945 Ευρώπη με βάση την έννοια «μετά τον πόλεμο» (Postwar). Σύμφωνα με την προσέγγισή του, δεν είναι μόνο ότι η ΕΕ γεννήθηκε από τις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. ήταν και ότι προσδιοριζόταν από την ικανότητα ακριβώς της υπέρβασης των συγκρούσεων. Αυτή λοιπόν η Ευρώπη –Η Ευρώπη μετά τον Πόλεμο– ανήκει πλέον στο παρελθόν. Ασφαλώς αυτή η αντίληψη άρχισε να διαδίδεται μετά την ανοιχτή εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία το 2022. Όμως η επάνοδος του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία τη μετέτρεψε σε κανονικότητα.
Ιδιαίτερα στα χρόνια αμέσως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο οι Ευρωπαίοι δίσταζαν να επενδύσουν σε στρατιωτική ικανότητα. αρκούνταν να στηρίζονται στην αμερικανική προστασία και την οικονομική αλληλεξάρτηση. Χαρακτηριστικά, ο Αμερικανός σχολιαστής Ρόμπερτ Κάγκαν κατέληγε το 2002: «στα μείζονα στρατηγικά και διεθνή μέτωπα σήμερα, οι Αμερικανοί έρχονται από τον Άρη και οι Ευρωπαίοι από την Αφροδίτη». Η Ευρωπαϊκή Στρατηγική Ασφαλείας της επόμενης χρονιάς διεκήρυσσε ότι: «ουδέποτε η Ευρώπη υπήρξε τόσο ευημερούσα, τόσο ασφαλής, τόσο ελεύθερη».
Η έρευνα γνώμης του ECFR επιβεβαιώνει ότι οι Ευρωπαίοι αφυπνίζονται πλέον και βλέπουν τη μετα-μεταπολεμική πραγματικότητα, ότι δηλαδή ζουν σε έναν κόσμο που είναι πολύ διαφορετικός. Μολονότι οι φόβοι για ρωσική επίθεση σε ΝΑΤΟϊκά εδάφη δεν αντικατοπτρίζουν πλήρως την αίσθηση επείγοντος κάποιων αναλυτών (βέβαια μια τέτοια αντίληψη είναι ισχυρή σε χώρες της μεθορίου, όπως η Εσθονία, η Πολωνία ή η Ρουμανία), το νέο άγχος που χαρακτηρίζει πλέον τους Ευρωπαίους είναι ο εντεινόμενος φόβος πυρηνικής σύγκρουσης. Η τραμπική επανάσταση –και οι αμφιβολίες που αναδύθηκαν σχετικά με τη δέσμευση των Αμερικανών ως προς την ευρωπαϊκή ασφάλεια– λογικό είναι να έχει οξύνει αυτόν τον φόβο.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον φόβου για την ειρήνη και για την τάξη στην Ευρώπη, οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι φαίνονται να μετακινούνται (για να ακολουθήσουμε την κατάταξη του Κάγκαν) από την Αφροδίτη προς τον Άρη:
- Οι περισσότεροι ερωτώμενοι από την έρευνα γνώμης του ECFR, με αξιοσημείωτη την ιταλική εξαίρεση, πιστεύουν ότι οι στρατιωτικές δαπάνες θα πρέπει να αυξηθούν.
- Σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένου του τριγώνου της Βαϊμάρης –Γαλλία, Γερμανία και Πολωνία– καταγράφονται πλειοψηφίες υπέρ της επαναφοράς της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας.
- Πλειοψηφίες στις περισσότερες χώρες –πλην Ιταλίας και Ουγγαρίας– θα ευνοούσαν την ανάπτυξη μιας εναλλακτικής ευρωπαϊκής πυρηνικής δύναμης αποτροπής.
- Υπάρχουν μάλιστα πλειοψηφίες σε ορισμένες χώρες που θα υποστήριζαν ακόμη και την ανάπτυξη εθνικής πυρηνικής δύναμης αποτροπής. Σε δύο χώρες –Δανία και Εσθονία– η πλειοψηφία τάσσεται υπέρ της αύξησης των αμυντικών δαπανών τουλάχιστον στο 5% του ΑΕΠ.
- Τέλος, η πλειοψηφία των Γάλλων που ερωτήθηκαν από την έρευνα (όμως κανείς από τους Βρετανούς…) στηρίζει την αύξηση του πυρηνικού οπλοστασίου της χώρας.
Μια τέτοια στροφή προς τον… Άρη παρασύρει και κάποια από τα ακροδεξιά κόμματα. Για παράδειγμα, στη Γαλλία τόσο οι υποστηρικτές του λεπενικού RN όσο και της μακρονικής Renaissance στηρίζουν την επέκταση του υφιστάμενου πυρηνικού οπλοστασίου της χώρας. Όταν η συζήτηση καταλήγει στην ανάπτυξη εθνικής εναλλακτικής ως προς την αμερικανική πυρηνική ομπρέλα, τα ακροδεξιά κόμματα διχάζονται. Ορισμένα, όπως το πορτογαλικό Chega, η πολωνική Confideration και το ισπανικό Vox, τάσσονται εντόνως υπέρ, ενώ άλλα, όπως η γερμανική AfD ή το ουγγρικό Fidesz εντόνως κατά. Από τις 12 χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα γνώμης, τα 5 εκλογικά σώματα που στηρίζουν περισσότερο την επαναφορά της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας αποτελούνται από μείγμα μετριοπαθών και λαϊκιστικών δυνάμεων: CDU/CSU στη Γερμανία, RN, Renaissance και (κεντροδεξιό) Republicains στη Γαλλία, και Vox στην Ισπανία.
Πάντως τα συμβατικά κόμματα έχουν, λόγω της «στιγμής Τραμπ», την ευκαιρία να πάψουν να στηρίζουν μια «σημερινή τάξη» που δεν είναι λειτουργική. Και να επανεφεύρουν μιαν ευρωπαϊκή ταυτότητα κατάλληλη για έναν επαναστατικά νέο κόσμο. ” , citation=”” , citation_link=”” ]
Η επαναστρατιωτικοποίηση της Ευρώπης δεν είναι μόνο πολιτισμική και οργανωτική υπόθεση: στον πυρήνα της είναι και οικονομική. Εδώ, η εικόνα είναι ανάμικτη. Σε μια φάση όπου οι εθνικοί προϋπολογισμοί βρίσκονται υπό πίεση, το γεγονός ότι εκδηλώνεται σαφής δημόσια στήριξη για αύξηση των εθνικών αμυντικών δαπανών –ακόμη και εις βάρος δημοσιονομικών ταμπού…– είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο. Για παράδειγμα, σε ερώτημα που τέθηκε μόνο στη Γερμανία, το 50% των ερωτώμενων συμφώνησε ότι η ψηφοφορία της τελευταίας στιγμής (στην απερχόμενη Βουλή) για τη χαλάρωση του «φρένου χρέους» της χώρας ήταν ορθή κίνηση. Μόνον 27% θεώρησαν την κίνηση αυτή εσφαλμένη.
Οι περισσότερες όμως χώρες παραμένουν σαφώς διχασμένες σχετικά με το αν αποτελεί μεγαλύτερο κίνδυνο το να δαπανούν υπερβολικά πολύ ή υπερβολικά λίγο για την άμυνα. Αυτό, με τη σειρά του, φαίνεται να αντανακλά ανησυχίες για την επίπτωση που θα υπάρξει σε άλλες δημοσιονομικές προτεραιότητες – και τούτο σε μια περίοδο που το ζήτημα της ακρίβειας δεν παύει να απασχολεί έντονα τους πολίτες […].
Στη διχάλα του δρόμου
Διαφοροποιημένες στάσεις παρατηρούνται σχετικά και με το κατά πόσον η ΕΕ μπορεί να ανεξαρτητοποιηθεί αληθινά από τις ΗΠΑ στα θέματα ασφάλειας και άμυνας, ή πάλι να ξεπεράσει τις εσωτερικές της διαφορές προκειμένου να αναλάβει μιαν ενιαία δράση ως παίκτης στην παγκόσμια σκηνή. Μόνον μειοψηφίες στις χώρες όπου διεξήχθη η έρευνα πιστεύουν ότι η ΕΕ μπορεί να ανταγωνιστεί οικονομικά τις ΗΠΑ ή την Κίνα. Εδώ, οι Δανοί αποτελούν τη μοναδική εξαίρεση. Μάλιστα καταγράφονται ως οι πλέον αισιόδοξοι και στα τρία αυτά θέματα, με την Ιταλία και την Ουγγαρία να βρίσκονται στο άλλο άκρο.
Τέλος τρεις ενδείξεις αφήνουν να φανεί ότι οι Ευρωπαίοι θα ήθελαν να αγοράσουν χρόνο: η αμφιθυμία τους για τη στρατιωτική θητεία (όταν πρόκειται να κληθούν οι ίδιοι να υπηρετήσουν). η προθυμία τους να στηρίξουν την Ουκρανία, ώστε να συνεχίσει να πολεμά για λογαριασμό τους. και η ελπίδα τους ότι η Αμερική θα μπορούσε να μεταστραφεί από τη σημερινή τραμπική επανάσταση – και να επανέλθει στη δέσμευση για προστασία της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Όσον αφορά την πρώτη ένδειξη, καταλήγει να είναι αντίθεση ανάμεσα στους καταστροφολογικούς φόβους που ήδη καταγράφηκαν από την έρευνα γνώμης και τη συχνά μειοψηφία εκείνων που θα στήριζαν την υποχρεωτική θητεία μεταξύ των ηλικιών μάχιμης ικανότητας. Κάτι τέτοιο μπορεί να δείχνει προς κάποιου είδους πασιφισμό ή ατομισμό μεταξύ αυτών των ψηφοφόρων. Μπορεί όμως και να αποτυπώνει την ειλικρινή παραδοχή ότι η Ευρώπη δεν είναι ακόμη στρατιωτικά έτοιμη να αντιμετωπίσει αυτό το ανησυχητικό μέλλον.
Η δεύτερη ένδειξη ρεαλισμού/τάσης για εξαγορά χρόνου μεταξύ των Ευρωπαίων προκύπτει από τις λεπτομέρειες των απαντήσεών τους σχετικά με το Ουκρανικό. Για την Ευρώπη, μια σαφής νίκη της Ρωσίας στην Ουκρανία θα αποτελούσε υπαρξιακό κίνδυνο. Η διατήρηση της Ουκρανίας ως κυρίαρχου κράτους με αξιόπιστη στρατιωτική ισχύ θα αποτελούσε τη βέλτιστη εναλλακτική απάντηση στην κατάρρευση της στρατιωτικής εγγύησης από μέρους των ΗΠΑ. Έτσι η έρευνα γνώμης δείχνει ότι οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δεν θα ήθελαν να αποσύρει η Ευρώπη όλη τη στρατιωτική στήριξη που παρέχει στην Ουκρανία ή να πιεστεί η Ουκρανία να αφήσει στη Ρωσία κατεχόμενα εδάφη ή και να αρθούν οι οικονομικές κυρώσεις κατά της Μόσχας – ακόμη και σε περίπτωση που η τραμπική Αμερική τα κάνει πρώτη αυτά.
Μια καλοπροαίρετη ερμηνεία εδώ θα ήταν ότι οι Ευρωπαίοι υποστηρίζουν μιαν αυτόνομη ευρωπαϊκή πολιτική συμπαράστασης στην Ουκρανία, αρνούμενοι δηλαδή να ακολουθήσουν στα τυφλά τη γραμμή Τραμπ. Μια διαφορετική ερμηνεία (που δεν θα απέκλειε την πρώτη) θα ήταν ότι οι Ευρωπαίοι επιθυμούν να δουν την Ουκρανία να συνεχίσει να μάχεται για λογαριασμό τους.
Η τρίτη, τέλος, ένδειξη ότι οι Ευρωπαίοι έχουν αρκετό έδαφος να καλύψουν προτού φτάσουν στον Άρη, είναι ότι δεν δηλώνουν να έχουν χάσει κάθε ελπίδα σχετικά με τη διατλαντική σχέση. Η επικρατούσα σε κάθε χώρα άποψη είναι πως η Ευρώπη μπορεί και να εξασφαλίσει τη διατήρηση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στο έδαφος της ηπείρου, αλλά και να αποφύγει εμπορικό πόλεμο με την Ουάσινγκτον. Μόνο σε δύο χώρες –Δανία και Γερμανία– οι περισσότερες απαντήσεις αμφισβητούν την ικανότητα της Ευρώπης να συνεχίσει να στηρίζεται στην αμερικανική πυρηνική αποτροπή.
Και πάλι, υπάρχουν εναλλακτικές ερμηνείες αυτής της στάσης – με κυριότερη μεταξύ αυτών τους ευσεβείς πόθους. Αυτό ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το εύρημα ότι η επικρατούσα στις περισσότερες χώρες άποψη –και η απόλυτη πλειοψηφία σε 5 από τις 12 χώρες της έρευνας– είναι πως η διατλαντική σχέση θα βελτιωθεί, όταν θα έχει λήξει η θητεία του Ντόναλντ Τραμπ […]
Ο Γάλλος επαναστάτης-φιλόσοφος Λουί-Αντουάν Σαιν-Ζυστ θεωρείται ότι είχε πει: «η σημερινή τάξη είναι η αταξία του μέλλοντος». Η σημερινή Ευρώπη ζει την πρόκληση αυτής ακριβώς της ρήσης: μια παλιά τάξη που μεταμορφώνεται σε νέα αταξία, πιέζοντας προς τα κάτω τις παλιές προσεγγίσεις μέχρι να καταρρεύσουν τελικά υπό την πίεση των γεγονότων. […] Πάντως τα συμβατικά κόμματα έχουν, λόγω της «στιγμής Τραμπ», την ευκαιρία να πάψουν να στηρίζουν μια «σημερινή τάξη» που δεν είναι λειτουργική. Και να επανεφεύρουν μιαν ευρωπαϊκή ταυτότητα κατάλληλη για έναν επαναστατικά νέο κόσμο.
*Διαβάστε ολόκληρη την παρουσίαση της έρευνας του ECFR μαζί με τους σχετικούς πίνακες στον ακόλουθο σύνδεσμο: https://ecfr.eu/publication/trumps-european-revolution/
*Ο Ivan Krastev είναι επικεφαλής του Centre for Liberal Strategies στη Σόφια και μόνιμος fellow του Institute for Human Sciences στη Βιέννη. Ο Mark Leonard είναι συνιδρυτής και διευθυντής του European Council on Foreign Relations.