Η ΥΣΤΕΡΟΦΗΜΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ
- 29.12.25 08:36
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ δεν παύει να εκπλήσσει με τις ανακοινώσεις του. Από τις κατά καιρούς επιθετικές δηλώσεις του απέναντι σε αρχηγούς κρατών, διεθνείς οργανισμούς, ακαδημαϊκούς και μέσα ενημέρωσης, έως την άσκηση εξουσίας που συχνά περιγράφεται ως αυστηρά συγκεντρωτική και βαθιά προσωποκεντρική, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει καταφέρει να μετατρέψει την πολιτική πράξη σε ένα διαρκές επικοινωνιακό γεγονός. Η πρόσφατη ανακοίνωση για τη μετονομασία του Κέντρου Παραστατικών Τεχνών «Τζον Φ. Κένεντι» σε «Κέντρο Παραστατικών Τεχνών Ντόναλντ Τζ. Τραμπ και Τζον Φ. Κένεντι», αποτελεί μια ακόμα προσθήκη σε μια ακολουθία κινήσεων που υπερβαίνουν κατά πολύ το πεδίο άσκησης πολιτικής.
Σύμφωνα με το CNNi, η ενέργεια στην οποία προχώρησε τελικά ο αμερικανός πρόεδρος μετά την ψήφιση από το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος, παραμένει αμφισβητήσιμη. Δεν είναι σαφές εάν αυτό έχει την εξουσία να μετονομάσει το ίδρυμα τέχνης, το οποίο το Κογκρέσο όρισε ως μνημείο του Κένεντι το 1964, μετά τη δολοφονία του το προηγούμενο έτος. Μάλιστα ο Τραμπ είχε απολύσει νωρίτερα μέσα στη χρονιά τους Δημοκρατικούς που μετείχαν στο διοικητικό συμβούλιο εκδιώκοντας τον πρόεδρό του. Η μετονομασία προκάλεσε κριτική από την οικογένεια Κένεντι, με τη Μαρία Σράιβερ, ανιψιά του Κένεντι, να χαρακτηρίζει την προσπάθεια μετονομασίας του μνημείου προς τιμήν του Τραμπ «ακατανόητη». Πρόκειται για το δεύτερο ομοσπονδιακό κτίριο που μετονομάζεται προς τιμήν του αμερικανού προέδρου αυτό το μήνα, καθώς το όνομά του τοποθετήθηκε στο κτίριο και στις πινακίδες γύρω από το «Αμερικανικό Ινστιτούτο Ειρήνης», έναν ανεξάρτητο οργανισμό, στις 3 Δεκεμβρίου.
Σε πρώτη ανάγνωση, η ονοματοδοσία ενός πολιτιστικού οργανισμού μπορεί να μοιάζει με μια δευτερεύουσα πράξη. Μια ακόμη απόφαση στο πλαίσιο της πολιτιστικής διαχείρισης. Ωστόσο, η επιλογή ενός ονόματος και δη ενός εν ζωή πολιτικού ηγέτη δεν είναι ποτέ ουδέτερη. Αντιθέτως, αποτελεί μια βαθιά πολιτική κίνηση, η οποία εγγράφεται στη συλλογική μνήμη επαναπροσδιορίζοντας τον τρόπο με τον οποίο η εξουσία γίνεται αντιληπτή στο εδώ και τώρα αλλά και στο μέλλον.
Ο ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΤΡΑΜΠ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΣΤΟ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΟ. ΕΜΟΙΑΖΕ ΣΑΝ ΝΑ ΗΤΑΝ.
Oι Δημοκρατικοί εισέρχονται στο 2026 με όση περισσότερη ορμή θα μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα…
Η ιστορία βρίθει τέτοιων παραδειγμάτων. Στην πάλε ποτέ Σοβιετική Ένωση, τα αγάλματα που υψώνονταν σε πλατείες, λεωφόρους και δημόσιους χώρους απεικόνιζαν τα κομμουνιστικά ιδεώδη και τη δύναμη του κράτους. Τα δε μνημεία στην καρδιά των πόλεων αποτελούσαν σημεία αναφοράς της ιστορίας, των αξιών και της συλλογικής ζωής κατά την περίοδο του σοβιετικού καθεστώτος. Μετά την πτώση του, πολλά από αυτά κατεδαφίστηκαν κάτι το οποίο αποτελεί μια συμβολική πράξη ρήξης με ένα ολόκληρο σύστημα εξουσίας.
Στις σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες, η προσωπολατρία σπάνια παίρνει τη μορφή γλυπτών. Αντ’ αυτού, συχνά εκφράζεται μέσα από την ονοματοδοσία ιδρυμάτων, οργανισμών, πανεπιστημιακών εδρών, πολιτιστικών κέντρων και ερευνητικών ινστιτούτων. Το όνομα είναι το σύγχρονο μνημείο. Δεν είναι επιβλητικό, ούτε δεσπόζει σε δημόσιους χώρους. Αναπαράγεται κυρίως μέσα από αναφορές σε πινακίδες, σε ιστοσελίδες, σε δημοσιεύματα. Η δύναμη παρουσιάζεται ως κανονικότητα.
Η περίπτωση Τραμπ και η επιθυμία να συνδεθεί το όνομά του με έναν κορυφαίο πολιτιστικό οργανισμό των Ηνωμένων Πολιτειών δεν αφορά μόνο την προσωπική του υστεροφημία. Εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική ελέγχου και επίδειξη ισχύος. Όπως στον επιχειρηματικό κόσμο το brand name αποτελεί εγγύηση ποιότητας και αναγνωρισιμότητας, έτσι και στην πολιτική, η ονοματοδοσία μετατρέπεται σε μηχανισμό εδραίωσης επιρροής.
Η σύγκριση με τα σοβιετικά αγάλματα δεν γίνεται για να εξισώσει ανόμοια καθεστώτα, αλλά για να αναδείξει μια κοινή συνιστώσα. Και στις δύο περιπτώσεις, αφηρημένες έννοιες όπως είναι το κράτος, η πρόοδος ή η κρατική ισχύς, συγκροτούνται γύρω από πρόσωπα. Εκεί όπου το άγαλμα αντιπροσωπεύει τη δύναμη, η ονοματοδοσία λειτουργεί πιο έμμεσα καθώς η πράξη της εκτυλίσσεται σε κοινωνίες που αντιλαμβάνονται την κυβερνητική εξουσία ως επιλογή και όχι ως επιβολή.
Υπάρχει όμως και μια πιο σημαντική διάσταση επί του θέματος. Στον καπιταλισμό, τα ονόματα μπορούν να αλλάξουν χωρίς να αλλάξει το σύστημα. Ένα ίδρυμα μπορεί να μετονομαστεί, να ανασυνταχθεί και να γίνει μέρος ενός νέου αφηγήματος, χωρίς να αμφισβητηθεί το πολιτικό πλαίσιο που το περιβάλλει. Αντίθετα, η πτώση των αγαλμάτων στη Σοβιετική Ένωση τα οποία θεωρήθηκαν σύμβολα καταπίεσης, σήμανε την κατάρρευση των λαϊκών δημοκρατιών της Ανατολικής Ευρώπης και την αναζήτηση νέας εθνικής ταυτότητας.
Η ενέργεια αυτή του Τραμπ δεν συνιστά απλώς μια μεμονωμένη κίνηση εντυπωσιασμού. Αντιθέτως, σηματοδοτεί μια ακόμη ουσιαστική μετατόπιση για έναν θεσμό που έως πρόσφατα διατηρούσε ουδέτερο και υπερκομματικό χαρακτήρα. Παράλληλα, λειτουργεί ως αφορμή για έναν ευρύτερο προβληματισμό σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι σύγχρονες δημοκρατίες διαχειρίζονται τη συλλογική μνήμη, την ιστορική συνέχεια και την πολιτιστική τους κληρονομιά.
Η εποχή της προσωπολατρείας μπορεί να μην έχει ακόμη παρέλθει. Ωστόσο, όπως δείχνει η ίδια η ιστορία, η εξουσία δεν εδραιώνεται ούτε με την ανύψωση αγαλμάτων σε βάθρα ούτε με την επιγραφή σε επιβλητικές προσόψεις και μνημεία. Η αντοχή της στον χρόνο εξαρτάται από το περιεχόμενο και τις αξίες που την πλαισιώνουν, καθώς και από τη θεσμική λειτουργία που τις διέπει.