«Η ΝΑΠΟΛΗ ΕΙΝΑΙ ΝΕΚΡΗ»
- 28.08.25 12:01

Στο κέντρο της Νάπολης, ουρές που φτάνουν το μισό χιλιόμετρο σχηματίζονται από τουρίστες για ένα άγγιγμα στη μύτη του Πουλτσινέλα – ενός μπρούντζινου αγάλματος που στήθηκε μόλις τη δεκαετία του 2010 και ουδέποτε αποτέλεσε πραγματικά τοπικό έθιμο. Η παράδοση αυτή, κατασκευασμένη από influencers, αποτυπώνει με ακρίβεια το τι σημαίνει υπερτουρισμός: μια πόλη – σκηνικό για τα βίντεο των επισκεπτών, με εξαφανισμένους τους ντόπιους.
«Το ιστορικό κέντρο έχει “πεθάνει”», λέει ο κοινωνιολόγος Φραντσέσκο Καλίκια. «Δεν υπάρχουν πια γειτονιές, ούτε Ναπολιτάνοι. Εχουμε μετατραπεί σε παιδική χαρά, σε υπαίθριο εμπορικό κέντρο». Ο ίδιος, καθισμένος σε ένα καφενείο έξω τα όρια των τουριστικών χαρτών, βλέπει έναν ημίγυμνο επισκεπτη να σέρνει βαλίτσα στη μέση του δρόμου. «Το πρόβλημα δεν είναι οι ταξιδιώτες, αλλά ότι κανείς δεν διαχειρίζεται, ούτε ελέγχει αυτή την κατάσταση», σημειώνει.
Το μεγαλύτερο πλήγμα στη Νάπολη αφορά τη στέγη. Η έκρηξη των βραχυχρόνιων μισθώσεων έχει μετατρέψει ολόκληρες πολυκατοικίες σε Bead and Breakfast, σημειώνει σε ανάλυσή του το Politico. Στις φτωχότερες συνοικίες, η αναλογία είναι ένας ξενώνας ανά τρία σπίτια, με αποτέλεσμα να εκτοπίζονται οι κάτοικοι και να γιγαντώνεται ένα «κύμα» εξώσεων, από ιδιοκτήτες που θέλουν να εκμεταλλευθούν οικονομικά την κατάσταση.
Ο Τζουζέπε Τζίλιο, ξεναγός στην πόλη, έζησε την έξωση στο πετσί του. Ο ιδιοκτήτης του προτίμησε να μετατρέψει το διαμέρισμα σε τουριστικό κατάλυμα με κρατική επιδότηση. «Έμεινα άστεγος με τη γάτα μου, φιλοξενούμαι σε φίλους, μέχρι να βρω άλλη στέγη», λέει. Ολόκληρη η πολυκατοικία του μεταμορφώθηκε σε ενοικιαζόμενα δωμάτια, «εκτοπίζοντας» τις οικογένειες που έμεναν στο κτίριο.
Σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται το Politico, τα δύο τρίτα των καταχωρίσεων σε πλατφόρμες ενοικιαζόμενων δωματίων στη Νάπολη ανήκουν σε ιδιοκτήτες με περισσότερα από ένα ακίνητα. Οι πέντε μεγαλύτεροι διαχειριστές ακινήτων ελέγχουν περίπου 500 δωμάτια έκαστος. Και πολλοί δεν είναι καν Ναπολιτάνοι, αλλά εταιρείες ή εύποροι Ιταλοί από τη Ρώμη και το Μιλάνο.
«Δεν υπάρχει αναδιανομή πλούτου τοπικά», τονίζει ο Καλίκια. «Η Νάπολη λειτουργεί σαν καρτ-ποστάλ, ενώ τα κέρδη φεύγουν βόρεια ή στο εξωτερικό».
Εν τω μεταξύ, η αυθεντικότητα που ψάχνουν οι τουρίστες σταδιακά χάνεται. Το ιστορικό κέντρο έχει γεμίσει με καταστήματα που πουλούν πανομοιότυπα σνακ και αλυσίδες fast food. Στην οδό Τολέδο, το 2015 υπήρχε μόνο μία επιχείρηση εστίασης σε μήκος 46 μέτρων. Το 2023 υπήρχε μία κάθε εννιά μέτρα.
Κλασικές επιχειρήσεις, όπως το βιβλιοπωλείο Πιρόντι στην πλατεία Δάντη, έδωσαν τη θέση τους σε ταβέρνες. Για να περιορίσει το φαινόμενο, ο δήμος επέβαλε όρους, επιτρέποντας νέες άδειες μόνο εάν προσφέρονταν και άλλες υπηρεσίες πέρα από το φαγητό. Έτσι γεννήθηκε η «μόδα» των λεγόμενων «book-osteria», όπου κάθε ταβέρνα δηλώνει ότι λειτουργεί και ως βιβλιοπωλείο.
Ο υπερτουρισμός επιδείνωσε και το χρόνιο πρόβλημα σκουπιδιών. Οι δρόμοι κατακλύζονται από συσκευασίες μιας χρήσης, ενώ η ατμόσφαιρα μυρίζει συνεχώς τηγανιτές τροφές. Οι άστεγοι εκδιώχθηκαν από το κέντρο, παγκάκια αφαιρέθηκαν ή έγιναν σκοπίμως «άβολα», οι δημόσιες τουαλέτες εξαφανίζονται σταδιακά. Το κέντρο μεταμορφώνεται σε μία απατηλή «βιτρίνα» για τους επισκέπτες.
Αρκετές πόλεις της Ιταλίας προσπάθησαν να βάλουν όρια στα ενοικιαζόμενα δωμάτια, όμως χωρίς εθνικό νόμο οι δήμοι δηλώνουν αδύναμοι. Αντίθετα, η κυβέρνηση Μελόνι διευκόλυνε την αλλαγή χρήσης κατοικιών με νόμο του Ματέο Σαλβίνι το 2024, ενώ προσέβαλε ρυθμίσεις που επέτρεπαν στην Τοσκάνη να ορίσει ζώνες περιορισμού. «Χρειαζόμαστε εθνικό πλαίσιο για να μπει φρένο», τονίζει ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο δημοτικό συμβούλιο, Τζενάρο Ακάμπορα προτείνοντας να τεθεί όριο στο ποσοστό των ακινήτων που μπορούν να νοικιάζονται βραχυχρόνια σε τουρίστες, ώστε να προστατευτούν οι μόνιμοι κάτοικοι.
Ο αντίκτυπος είναι ορατός ακόμη και στις εκκλησίες. Οι ναοί του ιστορικού κέντρου μετατρέπονται σε τουριστικά αξιοθέατα, χάνοντας τους πιστούς τους. Η θρησκευτική κοινότητα διαλύεται και οι εκκλησίες είναι αντιμέτωπες με οικονομική αστάθεια, σημειώνει ο καθηγητής δικαίου Ντομένικο Μπιλότι.
Την ίδια στιγμή, ο πολιτισμός γίνεται όλο και πιο ακριβός, αποκλείοντας τους ντόπιους. Πολλές εκδηλώσεις που διοργανώνονταν δωρεάν αλλά και ιστορικοί χώροι με, άλλοτε, ελεύθερη είσοδο, πλέον κοστίζουν ακριβά. πλέον χρεώνονται. Η πόλη πουλάνε την «αυθεντικότητά» της, αλλά αυτή εξαφανίζεται.
Ο Καλίκια προειδοποιεί πως χωρίς πολιτικό σχεδιασμό, το ρίσκο είναι τεράστιο. Προς το παρόν όλο και περισσότερες γειτονιές αδειάζουν από κατοίκους και χάνουν την αυθεντικότητά τους. Αυτό που απομένει είναι ένα στημένο σκηνικό, ειδικά διαμορφωμένο για τουρίστες.