Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΣΥΝΤΑΓΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Συνταγές για μια προσέγγιση του μέλλοντος
Για κάποιους οι συνταρακτικές εξελίξεις της προηγούμενης χρονιάς διεύρυναν τόσο πολύ το πεδίο της εμπειρίας, που πλέον δίνεται η εντύπωση ότι τα πάντα μπορεί να συμβούν. Για άλλους, η προϊούσα απόκλιση ανάμεσα στο βίωμα και την ελπίδα αναμένεται να γεννήσει βαθιές κρίσεις. Όλοι πάντως συμφωνούν ότι το περίφημο τέλος της ιστορίας ήταν σαφώς μια αυταπάτη.

Κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας του, λέει ένα παλιό ανέκδοτο, ο πάλαι ποτέ ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Νικίτα Χρουστσόφ δήλωσε: «Ο κομμουνισμός είναι ήδη ορατός στον ορίζοντα». Όταν ρωτήθηκε από το κοινό «τι είναι ο ορίζοντας», αφού κατσάδιασε τον υποβάλλοντα την ερώτηση, τον προέτρεψε να πάει να κοιτάξει τη σημασία της λέξης σε ένα λεξικό. Φτάνοντας λοιπόν στο σπίτι του, ο άνθρωπος άνοιξε το λεξικό και διάβασε την ακόλουθη εξήγηση: «Ορίζοντας, μια φανταστική γραμμή που χωρίζει τον ουρανό από τη γη, η οποία υποχωρεί καθώς πλησιάζουμε προς αυτήν». Το μέλλον είναι μάλλον κάτι σαν τον ορίζοντα. Τη στιγμή που νομίζεις ότι το έχεις περιγράψει επαρκώς, ξεγλιστράει και απομακρύνεται από τα χέρια σου χωρίς να το καταλάβεις. 

Κι όμως, παρά τις προφανείς δυσκολίες του εγχειρήματος, ο άνθρωπος μοιάζει να μην μπορεί να ζήσει χωρίς μια συνεχή ανάγκη πρόβλεψης του μέλλοντός του, επιδιδόμενος σε μια διαρκή διατύπωση προσδοκιών, προβλέψεων και εκτιμήσεων για τα όσα έρχονται. Από τους χρησμούς των αρχαίων μαντείων ή τις θρησκευτικές προφητείες μέχρι τις κάθε λογής φιλοσοφίες της ιστορίας και τις τεχνοκρατικές προγνώσεις, το μέλλον εισβάλλει σταθερά στο παρόν, σε μια προσπάθεια διαχείρισης, αν όχι κατευνασμού, της αβεβαιότητας. Πόσο μάλλον σήμερα, που οι τεράστιες αλλαγές που υφίσταται ο κόσμος μας εντείνουν την ανησυχία, την απροσδιοριστία και τη ρευστότητα.  

Εμπειρία και προσδοκία

Δεν είναι, βεβαίως, μόνο το μέλλον που διατηρεί μια σημαίνουσα παρουσία στο παρόν. Είναι και το παρελθόν. Στο έργο του Vergangene Zukunft (Το μέλλον του παρελθόντος), ο Γερμανός φιλόσοφος της ιστορίας Ράινχαρτ Κόζελεκ, στον οποίο οφείλουμε άλλωστε την υπενθύμιση του ανωτέρω σοβιετικού ανεκδότου και τη σύνδεσή του με τη φύση του μέλλοντος, εισήγαγε δύο ενδιαφέρουσες έννοιες για να περιγράψει τα παραπάνω: τον «ορίζοντα προσδοκίας», το «μέλλον που γίνεται παρόν» −που κατευθύνεται προς αυτό που δεν-είναι-ακόμη και συντίθεται από ένα μίγμα ελπίδων, φόβων, ευχών, επιθυμιών, ανησυχιών και ορθολογικών αναλύσεων ή σχεδιασμών (σε αυτό αναφερθήκαμε παραπάνω)− και το «πεδίο εμπειρίας», το «παρόν παρελθόν», το οποίο περιλαμβάνει τα γεγονότα που έχουν λάβει χώρα και μπορούν να αναμνημονευτούν και να αναμοχλευτούν από τους δρώντες. 

Το κρίσιμο σημείο για τον Κόζελεκ είναι ότι τo παρελθόν και το μέλλον ποτέ δεν συμπίπτουν στο παρόν, ακριβώς διότι καμία προσδοκία δεν μπορεί να συναχθεί πλήρως από τις πρωθύστερες εμπειρίες, ούτε όμως και να αποδεσμευτεί εντελώς από αυτές: «Στην ιστορία αυτό που συμβαίνει είναι πάντοτε κάτι περισσότερο και κάτι λιγότερο από αυτό που εμπεριέχουν οι υφιστάμενες συνθήκες». Υπό αυτή την έννοια, κάθε πρόβλεψη (αλλά και κάθε δράση) βασίζεται εν μέρει στο παρελθόν, αλλά την ίδια στιγμή επιχειρεί αναγκαστικά ένα άλμα στο κενό, μια βουτιά στον ανορθολογισμό ή μια αναμέτρηση με το χάος της ιστορίας, προσπαθώντας να συλλάβει το άγνωστο, το απρόβλεπτο και το απροσδόκητο. 

Ο κόσμος που έρχεται

Το τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας, το δεύτερο της σειράς «Ο κόσμος που έρχεται», περιλαμβάνει μια σειρά από απόπειρες σκιαγράφησης διαφορετικών οριζόντων προσδοκίας. Ο πληθυντικός έχει εδώ σημασία, γιατί υποδηλώνει τον πλουραλισμό των δυνατοτήτων, των προκλήσεων και των ευκαιριών που παραμένουν ακόμη ανοιχτές. Έχει επίσης σημασία, διότι καταγράφει διαφορετικές υποκειμενικές προσλήψεις της έντασης ανάμεσα στην εμπειρία και την προσδοκία. Για κάποιους οι συνταρακτικές εξελίξεις της προηγούμενης χρονιάς διεύρυναν τόσο πολύ το πεδίο της εμπειρίας, που πλέον δίνεται η εντύπωση ότι τα πάντα μπορεί να συμβούν. Για άλλους, η προϊούσα απόκλιση ανάμεσα στο βίωμα και την ελπίδα αναμένεται να γεννήσει βαθιές κρίσεις. Όλοι πάντως συμφωνούν ότι το περίφημο τέλος της ιστορίας ήταν σαφώς μια αυταπάτη. 

Συνειδητά δε αποφασίσαμε να μην περιορίσουμε το εύρος των παρεμβάσεων μόνο στην επόμενη χρονιά, αλλά να συμπεριλάβουμε και πιο μακρινές ματιές. Και τούτο, διότι πιστεύουμε ότι η άσκηση μιας μακροπρόθεσης μελλοντολογίας μπορεί ενδεχομένως να αποκαλύψει σημαντικές πτυχές που θα παρέμεναν κρυφές αν εγκλωβιζόμαστε σε μια βραχυπρόθεσμη μελλοντοστραφή προσέγγιση. Το κοντινό μέλλον, άλλωστε, μπορεί εύκολα να χαλκευθεί από κάθε λογής ρητορείες και στρεψοδικίες. Σε βάθος χρόνου όμως, είναι γνωστό ότι η ιστορία δεν χαρίζεται σε κανέναν. 

Οδηγός ανάγνωσης

Σε αντίθεση με πέρυσι, η οργάνωση της ύλης του εφετινού «κόσμου που έρχεται» δεν είναι θεματική, αλλά περισσότερο πρισματική. Έτσι, στην πρώτη ενότητα επιχειρήσαμε να καταγράψουμε διαφορετικές προβλέψεις για τα μέλλοντα όχι και τόσο συνηθισμένων θεματικών (το μέλλον του κλίματος, της τροφής, του πολέμου και της ειρήνης, των κοινωνικών δικτύων, των κρυπτονομισμάτων, της Ανατολής και της Ευρώπης). Στη δεύτερη ενότητα, φιλοξενούμε δέκα συνεντεύξεις σπουδαίων προσωπικοτήτων, στοχαστών, ακαδημαϊκών και ακτιβιστών, που δραστηριοποιούνται σε ποικίλα πεδία του επιστητού, και καταθέτουν τη δική τους οπτική για τη μελλοντική πορεία των πραγμάτων. 

Πρότασή μας, αλλά και ελπίδα μας, είναι οι καταγραφές αυτές να λειτουργήσουν ως προσιτά σημεία αναφοράς, στα οποία ο αναγνώστης θα μπορεί να ανατρέξει καθ’ όλη τη διάρκεια της επόμενης χρονιάς, προκειμένου να κατανοήσει το απαραίτητο πλαίσιο των εξελίξεων σε μια σειρά από ζητήματα, από την οικονομική και την εξωτερική πολιτική του Τραμπ, την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, τη θρυλούμενη δημοκρατική οπισθοδρόμηση και το μέλλον των μετώπων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή −συμπεριλαμβανομένης της Συρίας−, μέχρι τις συζητήσεις περί υπερ-νοημοσύνης, την αυξανόμενη διάχυση της παραπληροφόρησης, τη σημασία των μεγάλων δεδομένων για τη λειτουργία του καπιταλισμού ή τη χρησιμότητα του χρηματοδοτικού εργαλείου του δημόσιου χρέους. 

Στα καθ’ ημάς

Τέλος, η τρίτη ενότητα του διπλού αυτού τεύχους καταπιάνεται με τα εν οίκω και το πώς αυτά αναμένεται να ξεδιπλωθούν το επόμενο έτος, επηρεαζόμενα, λιγότερο ή περισσότερο, και από τις διεθνείς εξελίξεις. Στο πεδίο της οικονομίας, η Ελλάδα αποχαιρετά το 2024 με την πρόωρη αποπληρωμή 7,9 δισ. από τα (ακριβά) δάνεια της πρώτης φάση της «διάσωσής» της, ενώ επικαλείται την προσδοκία ρυθμού ανάπτυξης 2,3% για τη νέα χρονιά, υπερβαίνοντας κατά πολύ τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Αν όμως ρίξει κανείς μια ματιά στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, θα δει ότι για το 2026 ο στόχος αύξησης του ΑΕΠ είναι στο 2%, για το 2027 στο 1,5%, για δε το 2028 στο 1,3%. Και ο πιο ανυποψίαστος θα μπορούσε να αντιληφθεί ότι δεν θα πάει μακριά το πράγμα με τέτοιους ρυθμούς. Όπως είπαμε και παραπάνω, η ιστορία δεν χαρίζεται εύκολα…

Στην εσωτερική πολιτική σκηνή, το 2025 θα «φιλοξενήσει» την εκλογή για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία θα δώσει άλλωστε και το στίγμα του τρόπου με τον οποίο ο πρωθυπουργός θα πορευθεί πολιτικά στο υπόλοιπο της θητείας του. Το δε κρίσιμο ερώτημα είναι εάν το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του θα εξακολουθήσει να κινείται σε χαμηλές πτήσεις, με ένα σχήμα 1,5 μεγάλου κόμματος και κατακερματισμού των υπολοίπων σε ποσοστά κάτω του 10% ή όχι. Η δε γεωπολιτική διάσταση του δικού μας μέλλοντος δεν είναι διόλου αμελητέα, όχι μόνο εξαιτίας της αλλαγής ηγεσίας στις ΗΠΑ, αλλά και διότι τα μέτωπα στη γειτονιά μας αντί να μειώνονται όλο και πληθαίνουν− σε ορισμένα μάλιστα από αυτά η Τουρκία διεκδικεί ανοιχτά ενεργό ρόλο περιφερειακής δύναμης. 

Καλή ανάγνωση, λοιπόν, και καλή δύναμη στον κόσμο που έρχεται, στον κόσμο του 2025. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ