Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

Η «ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ» ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΥΚΟΛΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

Η «προσωπική διπλωματία» δεν είναι εύκολο παιχνίδι
Φωτ. Pexels Pixabay
Η υπερβολή στις εκφράσεις περί το oυκρανικό («Σωστή Πλευρά της Ιστορίας»), ή ακόμη και οι διάφορες επαφές κορυφής με Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, ερχόμενες σε τριβή με τις εξελίξεις επί του πεδίου, δεν αφήνουν εικόνα επιτυχίας, ούτε συνέχειας της όποιας πολιτικής.

Ο Ντόναλντ Τραμπ ασκεί προσωπική διπλωματία: κανείς δεν αμφιβάλλει για αυτό,  άλλωστε είναι τόσο εμφανής η διάσταση της προβολής ισχύος στο Ουκρανικό ή στα θέματα διεθνούς εμπορίου και της αγαρμποσύνης, ώστε δύσκολα θα αποφευγόταν η συνειδητοποίηση. Και ο Βλαντίμιρ Πούτιν προσωπική διπλωματία ασκεί, όμως αυτός κατατάσσεται στους ηγέτες αυταρχικών καθεστώτων άρα «είναι αναμενόμενο». (Όσο για τον Σι Τζιπίνγκ, αυτός μέχρι και την σκέψη του ενσωμάτωσε – διάδοχος του Μάο, γαρ – στο Σύνταγμα της Κίνας, ώστε να μην καταλείπεται περιθώριο αμφιβολίας).

Επιστρέφοντας στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, προσωπική διπλωματία ασκεί – πάντως… προσπαθεί να ασκήσει – ο Εμμανουέλ Μακρόν. Εδώ, βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι που μάλλον ισοδυναμεί με απομίμηση περασμένων μεγαλείων: ναι, προσωπική διπλωματία ασκούσε και ο Στρατηγός Ντε Γκωλ (που κάποια στιγμή εξέφρασε, μόνος/εν εξορία στο Λονδίνο, «όλη την [κατεχόμενη] Γαλλία»), ή ο Φρανσουά Μιτεράν ή ο Ζισκάρ ντ’ Εσταίν – όμως ο Μακρόν μάλλον έχει μπλέξει την σκιά του στο σούρουπο για ανάστημά του. Πάντως οι συστροφές πολιτικής του στο Ουκρανικό, τώρα στο Μεσανατολικό, ενώ μπορεί να είχαν κάποια στιγμή ενδιαφέρον, δεν άργησαν να αποκαλύψουν μικρομεγαλισμό. Ακόμη περισσότερο η προσδοκία μορφοποίησης «της Ευρώπης» στα μέτρα του…

Στην Ευρώπη κατατάσσεται – τελευταίως όλο και περισσότερο ως παράκλητος – και ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όσο κι αν αυτό δεν μας ευχαριστεί. Και αυτός ασκεί προσωπική διπλωματία, μάλιστα τον εντελώς τελευταίο καιρό στην Ελλάδα θα προτιμούσαμε αυτό του το χαρακτηριστικό να μην στραφεί προς την εδώ πλευρά των πραγμάτων. Όμως, στους αυταρχικούς ηγέτες κατατάσσεται. Ενώ και στο Ισραήλ, παραπέρα, που όλο και βιαιότερα απομακρύνεται απ’ εκείνο που θεωρούσαμε «Ευρωπαϊκού τύπου» λειτουργία, ο Μπίμπι Νετανιάχου δεν προτάσσει απλώς προσωπικές επιλογές κατά την πολεμική προβολή ισχύος – χάνοντας την εξουσία, που την αντιστηρίζει η εξόντωση της Γάζας και ο αποκλεισμός κάθε ειρήνευσης, θα διακινδύνευε ο ίδιος – αλλά οδηγεί έναν ιστορικό/βιβλικό λαό σε μια διαφορετικού, ηθικού τύπου έρημο.

Η έλξη της άσκησης προσωπικής διπλωματίας δεν μας ήταν άγνωστη και στην Ελλάδα. Παλιότερα, στα ξεθεμελιωτικά χρόνια του Διχασμού (που ο ίσκιος τους ακόμη μας σκεπάζει, μάλιστα όλο και πιο δυσοίωνα πλέον) και ο Βενιζέλος με προσωπική διπλωματία οδήγησε τα πράγματα με την επιλογή της Αντάντ αλλά και διαπραγματευόμενος την Συνθήκη της Λωζάνης μετά την Συνθήκη των Σεβρών αλλά και μετά την Καταστροφή. όμως ήδη ο Κωνσταντίνος είχε νομίσει ότι η συγγενική σχέση της Δυναστείας με τον Κάιζερ και η επιλογή των Κεντρικών Δυνάμεων διαμόρφωνε εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα του Μεσοπολέμου.

Όμως… να μείνουμε στα της Μεταπολίτευσης. Τον πειρασμό της προσωπικής διπλωματίας γνώρισε ασφαλώς ο Ανδρέας Παπανδρέου, και μάλιστα με την γοητεία που πάντοτε του ασκούσε η αντικατεστημένη/contrarian προσέγγιση στα διεθνή. Στοιχεία προσωπικής διπλωματίας χαρακτήρισαν και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη – με Τζωρτζ και Μπάρμπαρα Μπους στην Χαλέπα, κάτι μας θυμίζει… – αλλ’ ήταν τότε η εποχή της μεγάλης στροφής μετά την πτώση του Τείχους και η επαναχάραξη των περιφερειακών ισορροπιών (πάντως στα Βαλκάνια) με τις ΗΠΑ στο πηδάλιο. Αντιθέτως, ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής – παρόλες τις προσωπικές σχέσεις με Ευρωπαίους ηγέτες που διατηρούσε – ούτε ο Κώστας Σημίτης – που αυτός κι αν έχαιρε αναγνώρισης και εκτίμησης στις Ευρωπαϊκές ηγεσίες! –  θεώρησαν πότε ότι η προβολή μιας εικόνας προσωπικής διπλωματίας θα τους έκανε καλό . (Άλλο θέμα τι «χρειάζονταν» να προβάλλουν οι οπαδοί τους, ιδίως οι Ηρακλείς του εκάστοτε συστήματος εξουσίας).

Και τώρα;

Τώρα ζούμε την εποχή της εμφατικής άσκησης προσωπικής διπλωματίας επί Κυριάκου Μητσοτάκη. Εδώ, με την συνολική ανάδειξη του ρόλου του ως κέντρου του Επιτελικού Κράτους, αλλά και με την πρόδηλη προσωποποίηση των διεθνών επαφών της χώρας, με συνειδητή την επιλογή μη-πολιτικών προσώπων στα πόστα εξωτερικών σχέσεων (και την εμφανή άρνηση επιρροής π.χ. στον Νίκο Δένδια) και με αντίστοιχη προβολή των προσωπικών επαφών, από Μακρόν και φον ντερ Λάϊεν μέχρι Λευκού Οίκου και Κογκρέσου των ΗΠΑ (όσο βέβαια ήταν «ανοιχτές» εκεί οι επαφές), δίνεται μια αίσθηση one-man-show. Με το μηντιακό σκηνικό να συμβάλλει στην ανάδειξη αυτής της διάστασης: μνήμες εποχής Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά με εντελώς διαφορετική την δομή και την λειτουργία των μίντια!

Πλην στην Ελλάδα, για ό,τι κι αν είναι εύλογο να παραπονεθεί κανείς ως προς την δομή και την λειτουργία της εξουσίας, αυταρχικό Κράτος δεν τα καταφέραμε ποτέ να αποκτήσουμε. Οπότε οι όποιες επιλογές προσωπικής διπλωματίας γίνονται – και ασκούνται – μέσα σε πλαίσια δημοκρατικά. για να μην πούμε: με μεσογειακή χαλαρότητα και περιορισμένη σεβαστικότητα στις επιλογές της εξουσίας. Οπότε…

…οπότε οι κινήσεις προσωπικής διπλωματίας, από την υπερβολή στις εκφράσεις περί το Ουκρανικό (“we are at war with Russia” «Σωστή Πλευρά της Ιστορίας») με ταυτόχρονο αποκλεισμό κάθε ουσιαστικής συμμετοχής σε λειτουργικό σχήμα Προθύμων, ακόμη πιο ευαίσθητη δε στον στενό εναγκαλισμό με την εξουσία Νετανιάχου στο Παλαιστινιακό που τώρα μόλις, δειλά-δειλά, πάει να σχετικοποιηθεί, ή ακόμη και οι διάφορες επαφές κορυφής με Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, ερχόμενες σε τριβή με τις εξελίξεις επί του πεδίου δεν αφήνουν εικόνα επιτυχίας. Ακόμη λιγότερο: συνέχειας της όποιας πολιτικής.

Την ίδια στιγμή, η επίσης προσωποποιημένη επιλογή του πονταρίσματος – προσωποποιημένη, όχι όπως παλιότερα θεσμική! – στο «Ευρωπαϊκό χαρτί», την ίδια ακριβώς στιγμή που οι Ευρωπαϊκές ηγεσίες αναλίσκονται σε προσπάθειες να κερδηθεί η εύνοια του “daddy” Ντόναλντ Τραμπ (αμφίβολο αν οι φραστικές γονυκλισίες Μαρκ Ρούττε είναι πιο επικίνδυνες από την ροπή Ούρσουλας φον ντερ Λάϊεν προς ο,τιδήποτε εξασφαλίζει phοto-opp) καθιστούν την άσκηση προσωπικής διπλωματίας αυτοτραυματιστική.

Όλη αυτή η συζήτηση, βέβαια, κινδυνεύει να θεωρηθεί «περί όνου σκιάς». Πράγματι, η Ελλάδα επί Ελευθερίου Βενιζέλου ή επί Κωνσταντίνου ήταν μια Ελλάδα πρόθυμη να μαχηθεί στο πεδίο (και με μια αστική τάξη πρόθυμη να ποντάρει: άσχημη η έκφραση, πλην λειτουργική). Η δε Ελλάδα της δεκαετίας του 1980-90 ήταν μια χώρα με κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις απελευθερωμένες (και με αντοχές).

Τώρα, ζούμε σε μια πραγματικότητα εικόνας – όσο κι αν η έκφραση ακούγεται αντιφατική – και με σαφέστατα άρνηση αποδοχής κόστους. Η προσωπική διπλωματία ρισκάρει να καταλήξει σε καγχασμό. Το κυριότερο όμως είναι άλλο: στην εποχή των απότομων και ακραίων μεταστροφών, ένας χειρισμός που προκύπτει ΜΕΤΑ από άσκηση προσωπικής διπλωματίας, πλην για λόγους ΑΛΛΟΥΣ, ανεξάρτητους από τους χειρισμούς του ίδιου, καταλήγει να χρεώνεται στην κοινή γνώμη στην οποία απευθύνεται. Κι αν μεν πρόκειται για αυταρχικό καθεστώς, αυτό έχει περιορισμένη πρακτική σημασία. Αν πρόκειται για περιβάλλον ισχύος – θεωρούμε ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν αυταρχικό καθεστώς, περιβάλλον ισχύος όμως έχουν – πάλι η σημασία μιας αστοχίας είναι συγκρατημένη.

Σε περιπτώσεις όμως σαν την δική μας…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ