Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΕΚΛΟΓΕΣ ΜΕ ΑΡΩΜΑ 1968

Εκλογές με άρωμα 1968
Φωτ. Getty Images
Οι αναλογίες της τωρινής πολιτικής κατάστασης στις ΗΠΑ με το ταραχώδες 1968 είναι πολλές για να τις αγνοήσει κανείς.

Οι φοιτητικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας εναντίον του πολέμου στη Γάζα στα κορυφαία αμερικανικά πανεπιστήμια φέρνουν μνήμες από το 1968, όταν οι διαδηλώσεις εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ είχαν συγκλονίσει τα πανεπιστήμια των Ηνωμένων Πολιτειών. Βεβαίως, το κόστος του πολέμου στο Βιετνάμ για την αμερικανική κοινωνία, με τους χίλιους νεκρούς στρατιώτες το μήνα, οι περισσότεροι των οποίων έφεδροι, δεν μπορεί να συγκριθεί με τον πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα, όπου οι Αμερικανοί δεν συμμετέχουν. Αυτή την φορά, οι φοιτητές ζητούν από τα πανεπιστήμιά τους να διακόψουν τους δεσμούς με Ισραηλινές εταιρίες που θεωρούν ότι στηρίζουν τον πόλεμο.

Ο Μπάιντεν στο στόχαστρο

Οι διαδηλώσεις τους, που έχουν εξαπλωθεί σε πενήντα πανεπιστήμια σε όλη τη χώρα, σηματοδοτούν την πρώτη φορά από το 1968 που φοιτητικό κίνημα παίρνει τέτοιες διαστάσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, και μάλιστα, όπως και τότε, σε ένα εκλογικό έτος. Οι συμβολικές καταλήψεις έχουν οδηγήσει στην επέμβαση της αστυνομίας και σε συλλήψεις δύο χιλιάδων φοιτητών, ενώ στο πανεπιστήμιο του Κολούμπια, στην καρδιά μίας ιστορικής εβραϊκής γειτονιάς του Μανχάταν, ματαιώθηκε και η κεντρική τελετή αποφοίτησης. Καθώς έρχεται το καλοκαίρι, έντονη είναι η ανησυχία ότι οι διαδηλώσεις θα μεταφερθούν στο συνέδριο του Δημοκρατικού κόμματος τον Αύγουστο, λαμβάνοντας πιο έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά.

Διότι ενώ ως υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ο Ντόναλντ Τραμπ έχει υιοθετήσει πιο απόλυτες θέσεις υποστήριξης του Ισραήλ, είναι ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν εκείνος που λόγω της θέσης του, αλλά και της κεντροαριστερής ιδεολογικής του προέλευσης, δέχεται τα πυρά για τη στάση του στον πόλεμο. Με το Ισραήλ να επιμένει στην εκκαθάριση της Ράφα παρά τις προειδοποιήσεις του Μπάιντεν για τις συνέπειες που θα έχει αυτό, αλλά και την πρόσφατη απόφασή του για διακοπή αποστολής συγκεκριμένων όπλων στο Ισραήλ, ο Αμερικανός πρόεδρος δείχνει αδύναμος να ελέγξει τον στενότερο σύμμαχο των ΗΠΑ.

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ GALLUP, ΑΝ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΟΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΙ ΣΕ ΠΟΣΟΣΤΟ ΔΥΟ ΠΡΟΣ ΕΝΑ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΥΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΩΝ, ΠΛΕΟΝ ΣΥΝΤΑΣΣΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΙΟΥΣ ΜΕ ΔΙΨΗΦΙΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΔΙΑΦΟΡΑΣ. ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΑΛΛΑΞΕΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΝΤΥΠΩΣΗ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΧΕΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ.

Κάπως έτσι, η εκλογική συμμαχία που τον εξέλεξε στην προεδρία κλονίζεται, με τους νέους και τις μειονότητες να επικρίνουν την αμερικανική πολιτική για την αποτυχία της να σταματήσει τον πόλεμο. Όπως το θέτει η Washington Post «η επιθυμία για αλλαγή και η απογοήτευση για την οικονομία και τον πόλεμο στη Γάζα μεταξύ των νέων, των μαύρων και ισπανόφωνων ψηφοφόρων απειλούν να ξηλώσουν τη δημοκρατική συμμαχία του προέδρου».

Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις 

Οι διαδηλώσεις δοκιμάζουν τα ιδιαίτερα ανεπτυγμένα αμερικανικά αντανακλαστικά απέναντι στον αντισημιτισμό, με τους υποστηρικτές του Ισραήλ να εστιάζουν σε συνθήματα που θεωρούν ότι ζητούν τη διαγραφή του από τον χάρτη. Αλλά την ίδια στιγμή αντανακλούν μία αλλαγή στάσης της αμερικανικής κοινής γνώμης, καθώς όσο συνεχίζεται ο πόλεμος στη Γάζα και οι απώλειες αμάχων, τόσο μειώνεται η υποστήριξη της κοινής γνώμης για το Ισραήλ, και τόσο αυξάνεται η συμπάθεια για τους Παλαιστίνιους – κάτι που ισχύει κυρίως για τους ψηφοφόρους του Δημοκρατικού Κόμματος.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρίας Gallup, αν και στην αρχή του πολέμου οι Δημοκρατικοί σε ποσοστό δύο προς ένα ταυτίζονταν με τους Ισραηλινούς έναντι των Παλαιστινίων, πλέον συντάσσονται με τους Παλαιστίνιους με διψήφιο ποσοστό διαφοράς. Αυτό που έχει αλλάξει είναι η εντύπωσή τους για τη σκληρότητα με την οποία έχει απαντήσει το Ισραήλ, καθώς το 54% των Δημοκρατικών εκτιμά πλέον ότι η απάντηση είναι υπερβολικά σκληρή, από 33% στα τέλη Οκτωβρίου του περασμένου έτους. Ομοίως, πλέον η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του κόμματος θέλει να δει την αμερικανική βοήθεια προς το Ισραήλ να μειώνεται. Αυτό δεν ισχύει όμως για κάποιους από τους ισχυρότερους δωρητές του προέδρου Μπάιντεν, οι οποίοι επέκριναν την απόφασή του να μπλοκάρει την αποστολή ενός φορτίου από βόμβες 900 κιλών στο Ισραήλ, ώστε να μην χτυπήσει με τόσο καταστροφικά όπλα τη Ράφα. (Ο Μπάιντεν έσπευσε στη συνέχεια να στείλει προς έγκριση στο Κογκρέσο ένα πακέτο στρατιωτικής βοήθειας προς το Ισραήλ αξίας 1 δισ. δολαρίων, προκειμένου να αποδείξει ότι η στήριξη στην ασφάλεια της χώρας παραμένει αναλλοίωτη.)

Σε μία προσπάθεια να ξεπεράσει τον σκόπελο της Γάζας, όμως, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν στρέφει την προεκλογική του εκστρατεία στην προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών και στην αναβάθμιση των αμερικανικών υποδομών, θέματα που ελπίζει ότι θα τον ευνοήσουν μεταξύ των Αμερικανών εκλογέων. Η επανεκλογή του εξαρτάται βεβαίως από την πορεία της οικονομίας και τον χειρισμό της μεταναστευτικής κρίσης στα σύνορα, αλλά οι δημοσκοπήσεις φέρουν τους δύο μονομάχους τόσο κοντά σε κρίσιμες πολιτείες για το εκλογικό αποτέλεσμα, που η συσπείρωση των ψηφοφόρων είναι απαραίτητη στον πρόεδρο Μπάιντεν. Κι εκεί είναι που πιθανώς να του στοιχίσει ο πόλεμος.  

Ο πρόεδρος Μπάιντεν ξεκίνησε κάπως καθυστερημένα την προεκλογική του εκστρατεία στις πλέον αμφίρροπες πολιτείες ξοδεύοντας εκατομμύρια σε διαφημίσεις, ωστόσο παρά την άνοδο του χρηματιστηρίου και την υπό εξέλιξη δίκη του αντιπάλου του, εξακολουθεί να υπολείπεται του Ντόναλντ Τραμπ στις κρίσιμες πολιτείες του Μίσιγκαν, της Αριζόνα, της Νεβάδα, της Τζόρτζια και της Πενσιλβάνια. Η σχετική δημοσκόπηση αφορά τους εγγεγραμμένους να ψηφίσουν σε αμφίρροπες πολιτείες, και δείχνει ότι προηγείται μόνο στο Γουισκόνσιν, ενώ μεταξύ όσων δηλώνουν ότι είναι πιθανό να ψηφίσουν, κερδίζει επίσης την Πενσιλβάνια και το Μίσιγκαν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δομικές αλλαγές στην αμερικανική κοινωνία

Βεβαίως, όσο απρόβλεπτο και αν είναι το εκλογικό αποτέλεσμα, η πολιτική αστάθεια δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη του 1968, όταν δολοφονήθηκε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και ο Ρόμπερτ Κένεντι, ο οποίος διεκδικούσε μάλιστα το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος για την προεδρία. Αυτό που υποδηλώνουν όμως οι φοιτητικές διαδηλώσεις, και που δείχνουν οι δημοσκοπήσεις της κοινής γνώμης, είναι ότι οι νέοι και οι μειονότητες θέλουν δομικές αλλαγές στην αμερικανική κοινωνία, όχι απλώς την επιστροφή στην ομαλότητα. Λίγοι από αυτούς πιστεύουν ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν μπορεί να κάνει ακόμη και μικρές αλλαγές προς το καλύτερο σε μία πιθανή δεύτερη προεδρία του.

Η εκστρατεία του Μπάιντεν θα πρέπει να ελπίζει ότι ο πόλεμος θα τελειώσει, και οι διαδηλώσεις θα υποχωρήσουν, ώστε να μην έχει την τύχη του αντιπρόεδρου Χούμπερτ Χάμφρεϊ, ο οποίος κέρδισε το χρίσμα των Δημοκρατικών στηρίζοντας τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων στις εκλογές του 1968, αλλά έχασε την κρίσιμη στήριξη του Νότου από έναν τρίτο υποψήφιο, τον υπερσυντηρητικό Τζορτζ Γουάλας. Σε τελική ανάλυση, όμως, ήταν η υποστήριξή του στον πόλεμο του Βιετνάμ που στοίχισε στον Δημοκρατικό υποψήφιο την προεδρία, αν και η θέση του Ρεπουμπλικάνου Ρίτσαρντ Νίξον για το θέμα δεν ήταν διαφορετική. Όπως ο Ντόναλντ Τραμπ σήμερα, ο Νίξον εκμεταλλεύτηκε την επιθυμία των πολιτών για αλλαγή, αλλά και τον φόβο του πιο συντηρητικού τμήματος της κοινωνίας για το τι θα σήμαινε αυτή. Οι αναλογίες με το 1968 είναι πολλές για να τις αγνοήσει κανείς.

 



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ