Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΕΝΑ ΤΕΣΤ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΚΑΘΕ ΠΑΙΔΙΟΥ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ

Ένα τεστ καθορίζει το μέλλον κάθε παιδιού στην Κίνα
Φωτ. EPA / ΑΠΕ-ΜΠΕ
Κάθε χρόνο για δύο ημέρες η χώρα «παγώνει» και όλοι αφήνουν τους νέους Κινέζους να συγκεντρωθούν στην εξέταση από την οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η υπόλοιπη ζωή τους.

Το gaokao, οι εθνικές εξετάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια, δεν είναι απλώς μια δοκιμασία για τους μαθητές της Κίνας. Είναι ένας θεσμός που σε μεγάλο βαθμό δεν διαμορφώνει μόνο το μέλλον εκατομμυρίων νέων, αλλά και τη συνολική δομή της κινεζικής κοινωνίας.

Κάθε Ιούνιο, για δύο ημέρες, η χώρα «παγώνει» και σε κεντρικούς δρόμους κυριαρχεί σιωπή – η αστυνομία σταματά την κίνηση για να μην ενοχλούνται οι υποψήφιοι, ναοί γεμίζουν με συγγενείς που προσεύχονται και περίπου 10 εκατομμύρια μαθητές δίνουν το τεστ της ζωής τους.

Οι κορυφαίοι σε κάθε επαρχία σχεδόν εξασφαλίζουν θέση σε ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια και γίνονται τοπικοί «ήρωες», με τηλεοπτικούς σταθμούς να αναζητούν μια δήλωσή τους. Σε κάποιες περιοχές, η ταυτότητά τους κρατείται μυστική για να αποφευχθεί η υπερέκθεση.

Το gaokao είναι το αποκορύφωμα μιας αλυσίδας χιλιάδων εξετάσεων από το δημοτικό ως το λύκειο και, αν και τα διαγωνίσματα είναι διεθνής πρακτική, σε καμία χώρα η «μοίρα» ενός μαθητή δεν είναι συνδεδεμένη τόσο πολύ με τους βαθμούς όσο στην Κίνα.

Στην κορυφή βρίσκονται περίπου 100 ελίτ πανεπιστήμια που απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος της κρατικής χρηματοδότησης. Ακολουθούν αρκετές χιλιάδες σχολές επιπέδου 2, 3 και 4, με σαφείς διαφορές σε ό,τι αφορά το κύρος και τη χρηματοδότηση. Η «τελευταία» επιλογή είναι κολέγια διετούς ή τριετούς φοίτησης, αντίστοιχα με τα community colleges των ΗΠΑ.

Κάθε βαθμός συγκρίνεται με όλους τους υπόλοιπους στην ίδια επαρχία. Από τα 10 εκατομμύρια υποψηφίους, μόλις οι 500.000 (5%) περνούν στις κορυφαίες σχολές. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου οι εξετάσεις SAT ή ACT είναι μόνο ένας από τους παράγοντες εισαγωγής, στην Κίνα ο βαθμός είναι το μοναδικό κριτήριο.

Το ενδιαφέρον των κινεζικών οικογενειών είναι απολύτως λογικό –  ενώ η βασική και μέση εκπαίδευση είναι δωρεάν και τα δίδακτρα λυκείου χαμηλά, οι οικογένειες ξοδεύουν σχεδόν 8% του εισοδήματός τους στην εκπαίδευση – έναντι παγκόσμιου μέσου όρου 2%-3%. Η «λύση» είναι τα φροντιστήρια, που ξεκινούν συχνά σε ηλικία 4 ή 5 ετών για τον κάθε μαθητή.

Η διαδικασία είναι αυστηρότατη: μόνο οι κορυφαίοι μαθητές στα καλύτερα δημοτικά θα περάσουν σε καλό γυμνάσιο και μόνο οι καλύτεροι του γυμνασίου θα βρουν θέση σε λύκεια-«φυτώρια» για τα κορυφαία πανεπιστήμια, όπως του Πεκίνο ή το Τσινγκχούα. Έτσι, χωρίς φροντιστήριο, η επιτυχία είναι σχεδόν αδύνατη.

Επί χρόνια οι ανισότητες ήταν προφανείς, καθώς οι πλούσιες οικογένειες είναι πρόσβαση σε καλύτερα φροντιστήρια. Για αυτό η κυβέρνηση απάντησε με δραστικά μέτρα και το 2021 απαγόρευσε όλα τα ιδιωτικά φροντιστήρια. Μέσα σε έναν μήνα, η αξία της μεγαλύτερης εταιρείας φροντιστηρίων κατέρρευσε κατά 90%. Όμως το πρόβλημα παραμένει, όπως παρατηρεί σε ανάλυσή της η Wall Street Journal, αφού οι πλούσιοι συνεχίζουν να πληρώνουν «μαύρα» ιδιωτικούς δασκάλους, με τις τιμές να έχουν εκτοξευτεί.

Ακόμη και η αγορά κατοικίας συνδέεται με την εκπαίδευση: σε προνομιακές σχολικές ζώνες του Πεκίνου, ένα διαμέρισμα 50 τ.μ. μπορεί να κοστίσει 1,2 εκατ. δολάρια – ακριβότερο ανά τετραγωνικό από το Πάλο Άλτο στην Καλιφόρνια.

Η Κίνα έχει αυξήσει τον εκπαιδευτικό προϋπολογισμό της σε πάνω από 4% του ΑΕΠ, ενώ εφαρμόζει ένα σύστημα κλήρωσης για την κατανομή μαθητών σε σχολεία μεγάλων πόλεων, ώστε να μειώσει τις ανισότητες. Ωστόσο, η φράση που στοιχειώνει τους γονείς παραμένει: «Μην αφήσετε τα παιδιά σας να χάσουν από την αφετηρία».

Οι απόφοιτοι των ελίτ κινεζικών πανεπιστημίων γνωρίζουν καλά τη δύναμη αλλά και τα όρια του συστήματος. Η προετοιμασία αποκλειστικά «για τις εξετάσεις» αποθαρρύνει τη δημιουργικότητα και περιορίζει την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων – απαραίτητων σε έναν κόσμο όπου η τεχνητή νοημοσύνη αναλαμβάνει όλο και περισσότερες εργασίες. Το κινεζικό εκπαιδευτικό σύστημα ωστόσο διακρίνεται για την έμφαση στη μαθηματική σκέψη, την πειθαρχία και την εργατικότητα – δεξιότητες που παραμένουν χρήσιμες, όποια δουλειά κι αν αναλάβει κανείς.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ