ΠΟΣΟ ΕΤΟΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ;
- 29.03.24 11:24
«Όλες οι απαντήσεις είναι πλέον ένα γκουκλάρισμα μακριά» λέει γελώντας ο Μιχάλης Μπλέτσας, ερευνητής και διευθυντής πληροφορικής στο Media Lab του ΜΙΤ. Ή μήπως καλύτερα μία ερώτηση στο Gemini μακριά; Και όμως, από τις δηλώσεις των ειδικών στην Οικονομική Επιθεώρηση προκύπτει ένα κυρίαρχο συμπέρασμα. Πλέον στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης δεν χρειάζεται να γνωρίζεις την απάντηση, το χρήσιμο είναι να διατυπώνεις τη σωστή ερώτηση για να λάβεις την ορθή απάντηση. Ή μήπως και αυτό θα είναι σε λίγα χρόνια παρωχημένο; Διότι η τεχνητή νοημοσύνη τρέχει με τέτοιες ταχύτητες, που όλα αλλάζουν πολύ γρήγορα, τόσο στο πεδίο της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων που πρέπει να προσφέρει, όσο και στον χώρο της εργασίας, με αποτέλεσμα σε λίγα χρόνια να χαθούν επαγγέλματα, αλλά και να δημιουργηθούν στη θέση τους νέα.
Έτσι, καθώς μας απαντούν ειδικοί και όχι bots, τα ευνόητα ερωτήματα είναι κατά πόσο η ελληνική εκπαίδευση προετοιμάζεται για να «αντιμετωπίσει» την τεχνητή νοημοσύνη, πόσο εκπαιδευμένοι είναι οι καθηγητές των σχολείων και, κυρίως, των πανεπιστημίων. Ένα ευρύτερο ζήτημα έχει να κάνει με το πόσο εύκολο είναι να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα δύσκαμπτοι οργανισμοί, όπως το ελληνικό σχολείο και τα ΑΕΙ.
Έμφαση στις ανθρώπινες δεξιότητες και media literacy
«Η τεχνητή νοημοσύνη θα “διαπεράσει” τη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση» παρατηρεί στην Οικονομική Επιθεώρηση ο κ. Παναγιώτης Αναστασιάδης, καθηγητής στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης και μέλος της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής και Τεχνοηθικής, που μελετά την ηθική διάσταση της τεχνητής νοημοσύνης στην εκπαίδευση. «Θεωρώ ότι τα μεγαλύτερα προβλήματα θα τα αντιμετωπίσει το γυμνάσιο και το λύκειο. Στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα κυριαρχεί η αποστήθιση, απουσιάζουν οι ομαδικές εργασίες, οι παρουσιάσεις από τους μαθητές ενός θέματος, οι δημιουργικές δραστηριότητες και η ανάπτυξη σύγχρονων δεξιοτήτων που χρειάζεται ο μαθητής για να αξιοποιήσει τα εργαλεία της τεχνητής νοημοσύνης και ευρύτερα τις τεχνολογικές εξελίξεις».
«Η έμφαση πρέπει να δοθεί στις ανθρώπινες δεξιότητες και τα χαρακτηριστικά τα οποία δεν μπορεί να “δουλέψει” η τεχνητή νοημοσύνη. Δηλαδή, να μάθει ένα παιδί να αξιολογεί την πληροφορία, να συνεργάζεται, να εκφράζεται σωστά, να αναλύει τα δεδομένα. Αυτά τα μαθαίνεις βιωματικά και όχι με συγκεκριμένα μαθήματα. Το σημαντικό είναι η ενσυναίσθηση, που δεν μαθαίνεται στο σχολείο» δηλώνει ο κ. Μπλέτσας. Ο ίδιος προσθέτει ότι «δεν πρέπει να μπερδευόμαστε επειδή τα παιδιά χειρίζονται με άνεση τα κινητά τηλέφωνα και τους υπολογιστές. Τα περισσότερα είναι παθητικοί δέκτες των πληροφοριών, δεν γνωρίζουν πώς να τις αξιολογούν. Και αυτό αποτυπώνεται έντονα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Ωστόσο, οι άλλες χώρες έχουν κάνει βήματα μπροστά. Για παράδειγμα, η Φινλανδία, το εκπαιδευτικό σύστημα της οποίας είναι πρότυπο, έχει αναπτύξει το media literacy, δηλαδή τα παιδιά μαθαίνουν να ξεχωρίζουν τι είναι χρήσιμο και τι όχι μέσα από την τόση πληροφορία με την οποία βομβαρδίζονται».
«Η ΕΜΦΑΣΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΟΘΕΙ ΣΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ “ΔΟΥΛΕΨΕΙ” Η ΤΕΧΝΗΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ. ΔΗΛΑΔΗ, ΝΑ ΜΑΘΕΙ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΝΑ ΑΞΙΟΛΟΓΕΙ ΤΗΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ, ΝΑ ΣΥΝΕΡΓΑΖΕΤΑΙ, ΝΑ ΕΚΦΡΑΖΕΤΑΙ ΣΩΣΤΑ, ΝΑ ΑΝΑΛΥΕΙ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ. ΑΥΤΑ ΤΑ ΜΑΘΑΙΝΕΙΣ ΒΙΩΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΕ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. ΤΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΕΙΝΑΙ Η ΕΝΣΥΝΑΙΣΘΗΣΗ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΑΘΑΙΝΕΤΑΙ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ» ΔΗΛΩΝΕΙ Ο ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΠΛΕΤΣΑΣ, ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΣΤΟ MEDIA LAB ΤΟΥ ΜΙΤ.
«Σε αντίθεση με τα προηγούμενα κύματα της τεχνολογίας, η χρήση εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης δεν απαιτεί ιδιαίτερο εξοπλισμό και εξειδικευμένες γνώσεις. Η χρήση ενός smart phone, με σύνδεση στο διαδίκτυο και μια ερώτηση σε κάποιο μεγάλο γλωσσικό μοντέλο (LLM) ίσως είναι αρκετά για να μας εισαγάγουν στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης. Άρα το ζητούμενο είναι η βέλτιστη χρήση των εφαρμογών, με απώτερο στόχο τη διευκόλυνση της καθημερινότητας των μαθητών και την ανάδειξη ευκαιριών και προκλήσεων στην εκπαίδευση την απασχόληση, την επικοινωνία κ.τ.λ. Το σχολείο θα πρέπει να εφοδιάσει τους μαθητές με γνώσεις και δεξιότητες, και κυρίως πλαίσιο δεοντολογίας και ηθικής, προκειμένου να ανέβουν με ασφάλεια και δημιουργική διάθεση στο τρένο της τεχνητής νοημοσύνης» λέει, από την πλευρά του ο κ. Αναστασιάδης.
Μαθαίνοντας τα παιδιά πώς να μαθαίνουν
Για απαντήσει κάποιος στην ερώτηση πώς θα είναι το σχολείο του μέλλοντος «θα πρέπει να διαθέτει καταρχήν φαντασία, πρωτοτυπία, αποκλίνουσα σκέψη! Και τα εκπαιδευτικά συστήματα δεν είναι προσανατολισμένα σε αυτή την κατεύθυνση, καθώς εστιάζουν στο σήμερα και στο χθες (κυρίως σε αυτό)» απαντά ο κ. Αναστασιάδης. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο παιδαγωγικός προσανατολισμός για το σχολείο του μέλλοντος θα μπορούσε να στηριχθεί σε τρεις πυλώνες: συνεργασία σε ετερογενείς ομάδες, δημιουργικότητα και κριτική σκέψη, με έμφαση στην επιχειρηματολογία, την τέχνη, τον πολιτισμό, τον ρυθμό, την κίνηση και τη φύση. «Οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο σε αυτό τον κρίσιμο μετασχηματισμό από το σημερινό σχολείο της μετάδοσης πληροφοριών χωρίς νόημα για τα παιδιά (μάθε παιδί μου γράμματα), σε ένα περιβάλλον που θα τα βοηθήσει να ανοίξουν τα φτερά τους (να τους μάθουμε πώς να μαθαίνουν). Κρίσιμη παράμετρος η διαγενεακή ενσυναίσθηση: όλοι όσοι σχεδιάζουν εκπαιδευτικές πολιτικές (υπουργεία, φορείς κ.τ.λ.) και αυτοί που θα κληθούν να τις εφαρμόσουν στην τάξη (εκπαιδευτικοί) βρίσκονται σε διαφορετικό σύμπαν από τους υποτιθέμενους αποδέκτες-μαθητές» προσθέτει.
Aπό την πλευρά του πάντως, ο Σπύρος Δουκάκης, πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, ανέφερε στην Οικονομική Επιθεώρηση ότι «ήδη τα νέα Προγράμματα Σπουδών ενσωματώνουν τις θεμελιώδεις αρχές της ΑΙ. Από το νηπιαγωγείο έως και τη Γ΄ λυκείου, τόσο στο γνωστικό αντικείμενο της Πληροφορικής, όσο και σε άλλα μαθήματα, οι μαθητές έχουν την ευκαιρία όχι μόνο να απομυθοποιήσουν την ΑΙ, αλλά και να κατανοήσουν σε υψηλό βαθμό τον τρόπο που λειτουργεί. Με την προσέγγιση αυτή, οι μαθητές μας από “απλοί” χρήστες ψηφιακών τεχνολογιών θα μπορέσουν να εξελιχθούν σε δημιουργούς, σε έναν κόσμο όπου η AI θα είναι ολοένα και πιο διάχυτη. Ένα ακόμα σημαντικό έργο, που αναπτύσσεται αυτή την περίοδο για τη σχολική εκπαίδευση στη χώρα μας, είναι τα διαδραστικά ψηφιακά περιβάλλοντα με ενσωματωμένη τεχνητή νοημοσύνη και πρόβλεψη, τα οποία θα μπορούν να αξιοποιηθούν από τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς».
Τεχνητή Νοημοσύνη και προσωποποιημένη γνώση
«Το πανεπιστήμια ανησυχούν μήπως με το ChatGPT μετατραπούν σε… Ελ Ντοράντο της αντιγραφής» παρατηρεί ο κ. Αναστασιάδης. «Και όμως όχι», σχολιάζει ο κ. Μιχαήλ Γ. Ιακωβίδης, καθηγητής Στρατηγικής και κάτοχος της έδρας Καινοτομίας και Επιχειρηματικότητας Sir Donald Gordon Chair στο London Business School. «Στις μηχανές αναζήτησης βάζουμε λέξεις-κλειδιά, στα γλωσσικά μοντέλα πρέπει να διατυπώσουμε σωστά την ερώτηση» προσθέτει ο ίδιος. «Η χρήση τους βοηθά όχι συμμετρικά. Δηλαδή κυρίως βοηθά εκείνους που χρειάζονται δεκανίκια. Αν η τεχνολογία υπονομεύει τις διδακτικές μεθόδους και τους τρόπους αξιολόγησης, τότε όντως υπάρχει ζήτημα. Άρα τα ΑΕΙ πρέπει να εξετάσουν πώς θα αλλάξουν τους τρόπους αξιολόγησης των φοιτητών τους, αλλά πρωτίστως πώς θα προσφέρουν δεξιότητες ώστε οι φοιτητές να αξιοποιούν παραγωγικά την τεχνητή νοημοσύνη. Ένα κομβικό στοιχείο είναι εάν μπορεί ο φοιτητής να εμβαθύνει στη γνώση, κάνοντας τις σωστές ερωτήσεις σε κάποιο μεγάλο γλωσσικό μοντέλο και κατόπιν αξιολογώντας όσα του απαντά. Αυτό κοιτάμε τώρα στη Βρετανία. Σήμερα το γλωσσικά αυτά μοντέλα μπορούν να απαντήσουν σε πολύ λίγο χρόνο στην πλειονότητα των ερωτήσεων. Μία δυνατότητα που ανοίγει η τεχνητή νοημοσύνη είναι η προσωποποιημένη γνώση, με βάση τις αναζητήσεις και τα ενδιαφέροντα κάθε φοιτητή, αλλά και τις ανάγκες του, και όχι μία στείρα μετάδοση ορισμών, γεγονότων, ασκήσεων. Πρέπει, δηλαδή, κάθε φοιτητής με τη βοήθεια του καθηγητή να μπορεί να διακρίνει τις ελλείψεις του και να χρησιμοποιεί την τεχνητή νοημοσύνη για να τις καλύψει» τονίζει ο κ. Ιακωβίδης.
Μπροστά σε αυτές τις προκλήσεις, μοιάζει κοινότοπη η εκτίμηση πως το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι πολύ πίσω; «Δυστυχώς θα συμφωνήσω. Εάν δούμε πώς λειτουργεί η ελληνική εκπαίδευση, θα διαπιστώσουμε ότι βρισκόμαστε σε παλαιολιθικά επίπεδα σε σχέση με την τεχνητή νοημοσύνη. Και ένα σχετικά μονολιθικό σύστημα όπως το ελληνικό, εκ των πραγμάτων θα μείνει πίσω. Και θα συμβεί αυτό όχι μόνο διότι δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει, ή να ελέγξει, τα εργαλεία της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά κυρίως διότι οι εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη αλλάζουν την αποστολή της εκπαίδευσης, και δη της πανεπιστημιακής. Προκύπτει θέμα επιβίωσης των πανεπιστημίων στον σύγχρονο κόσμο» προσθέτει ο Έλληνας καθηγητής στο London Business School.
«ΗΔΗ ΤΑ ΝΕΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΝΟΥΝ ΤΙΣ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΑΙ. ΑΠΟ ΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ, ΤΟΣΟ ΣΤΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ, ΟΣΟ ΚΑΙ ΣΕ ΑΛΛΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ, ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΝΑ ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΙ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΟΥΝ ΣΕ ΥΨΗΛΟ ΒΑΘΜΟ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ» ΑΝΑΦΕΡΕΙ Ο ΣΠΥΡΟΣ ΔΟΥΚΑΚΗΣ, ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.
Τα επαγγέλματα του αύριο
Το σίγουρο είναι ότι δεν θα εκλείψει το λειτούργημα του εκπαιδευτικού. Διότι, όπως ανέφερε στην Οικονομική Επιθεώρηση η κ. Άννα Διαμαντοπούλου, τέως υπουργός Παιδείας και πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, ήδη σε προηγμένες τεχνολογικά χώρες πολλά επαγγέλματα αλλάζουν ή και χάνονται λόγω των εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης και δημιουργούνται νέα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Δικτύου, ορισμένα από τα νέα επαγγέλματα είναι ειδικός στην πληροφορική αιχμής, αναλυτής κβαντικής μηχανικής μάθησης, αναλυτής κυβερνοπόλεων, ειδικός διασύνδεσης ανθρώπων-ρομπότ, broker προσωπικών δεδομένων, συντηρητής λεωφόρων. «Το 75% των νέων επαγγελμάτων θα είναι τεχνικά. Αλλά θα μιλάμε πια για “εργατικά μυαλά” και όχι για “εργατικά χέρια”» τονίζει η κ. Διαμαντοπούλου.
«Η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης αυξάνει την παραγωγικότητα κατά 30% με 40%, δηλαδή στα επίπεδα της βιομηχανικής επανάστασης. Προφανώς δεν έχει αξία να γνωρίζουμε με ακρίβεια τα επαγγέλματα των επόμενων δεκαετιών. Αλλά πρέπει οι εργαζόμενοι να γνωρίζουν πώς να μαθαίνουν συνεχώς και να εξελίσσονται αξιοποιώντας τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης» παρατηρεί ο κ. Ιακωβίδης.
Στο πλαίσιο της συζήτησης με την Οικονομική Επιθεώρηση, ο κ. Αναστασιάδης και ο κ. Ιακωβίδης, έκαναν δύο σχόλια για το πλαίσιο της συζήτησης που επιτακτικά πρέπει να ανοίξει και στην Ελλάδα. Ο κ. Αναστασιάδης ανέφερε μία φράση της πρωτοπόρου παιδαγωγού Μαρίας Μοντεσόρι: «Αν το παιδί δεν μαθαίνει με τον τρόπο που το διδάσκουμε, να το διδάξουμε με τον τρόπο που μαθαίνει». Ο κ. Ιακωβίδης τόνισε: «Το ερώτημα πλέον είναι ποιος θα μεταλαμπαδεύει τη γνώση. Τα σχολεία και τα πανεπιστήμια ή τα διάφορα Chats».