Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΕΓΚΩΜΙΟΝ

default image
Μέσα 19ου, αρχές του 20ου αιώνα. Από την Κωνσταντινούπολη στην Οδησσό και την Τραπεζούντα, από τη Σμύρνη στο Αργυρόκαστρο και την Αλεξάνδρεια.

Παραδειγματικές Εργάτριες

Το στοίχημα της Νεφέλης Στουρνάρα, στο πλαίσιο έρευνας με κοινωνιολογική βασικά στόχευση, είναι να αναδείξει πώς οι καθαρίστριες –και μάλιστα μετανάστριες: ένα δείγμα Αλβανίδων, ένα άλλο ελληνικής εθνοτικής ταυτότητας Αλβανίδων («Βορειοηπειρωτισσών») , όλες στο βάθος της κρίσης (β’ 6μηνο του 2017) και όλες τους στον ιδιαίτερα πιεστικό χώρο των δημόσιων νοσοκομείων– αποτελούν «ένα αόρατο, έμφυλο και εθνοποιημένο εργατικό δυναμικό, το οποίο καθίσταται “παραδειγματικά” φθηνό, ευέλικτο, αναλώσιμο και εύκολα αντικαταστάσιμο».

Η βαριά αυτή, από μόνη της, διατύπωση έρχεται ωστόσο να φωτίσει κάπως με την περαιτέρω μελέτη για το «πώς οι καθαρίστριες βρίσκουν χώρους αντίστασης, ενσωματωμένους στις θεσμικές δομές εξουσίας […] αναδομώντας τις υποκειμενικότητές τους». Έτσι χτίζονται σωτήρια χαρακτηριστικά, όπως της αξιοπρέπειας και της ευυποληψίας, της κοινωνικής ταυτότητας, κυρίως της αναζήτησης αξίας και νοήματος από την ίδια τους την εργασία, όσο κι αν είναι βαριά και επώδυνη. ( Ή, ίσως και από αυτόν τον λόγο…).

Οι συνεντεύξεις των καθαριστριών, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της εργασίας αυτής, στιγμές στιγμές σου κόβουν την ανάσα. Ενώ το χτίσιμο σχέσης με τους ασθενείς και το περιβάλλον του νοσοκομείου, η εγγύτητα με την ασθένεια –με τον ίδιο τον θάνατο– μπορεί να σε συγκλονίσει παρά τον τεχνικό χαρακτήρα της κοινωνιολογικής προσέγγισης. Οι καθαρίστριες δημιουργούν τον δικό τους τρόπο κατανόησης και –καταθέτει η Ν. Στουρνάρα–«πραγμάτωσης του εαυτού τους ως ατόμων». Χαρακτηριστικός άλλωστε ο τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας αποχαιρετά τις καθαρίστριες-συντελεστές της μελέτης της: «σας ευχαριστώ, όλες απίστευτες γυναίκες, καθεμιά σας ξεχωριστά, που μοιραστήκατε μαζί μου τις ιστορίες της ζωής σας». Για την ερευνήτρια-συγγραφέα-κοινωνικό παρατηρητή, προκύπτει ότι «ήταν ένα υπέροχο ταξίδι!».

Σχολείων Εγκώμιον

Προσκόμιση, ανάδειξη και επεξήγηση ιστορικού υλικού, ιδίως εγγράφων, που επιτρέπουν να κεντριστεί η περαιτέρω έρευνα για μια περίοδο της ιστορίας της Ελλάδας που –συγκριτικά– έχει λιγότερο ερευνηθεί, ενώ η σφραγίδα της είναι σημαντική: πρόκειται για την Ενετοκρατία. Από την προσκόμιση αυτών των αρχειακών μαρτυριών, που άλλες έχουν εκδοθεί και άλλες παραμένουν ανέκδοτες, δημιουργείται ένας καμβάς που οδηγεί τη σκέψη του ερευνητή ή και του προβληματισμένου ενδιαφερόμενου αναγνώστη.

Ύλη ιστορίας του βενετοκρατούμενου ελληνισμού 13ος – 18ος αι.

Πολύ περισσότερο από την παρουσίαση πενήντα δύο σχολείων του κυρίως ελληνικού χώρου αλλά και των ελληνικών κοινοτήτων μέσα από ιδιαίτερο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό που συγκέντρωσε και επεξεργάστηκε η Μαρία Στέφωση με την οικονομική-και-όχι-μόνο στήριξη της ΑΜΚΕ Πολιτιστικού και Κοινωφελούς Έργου των Θανάση και Μαρίνας Μαρτίνου, το βιβλίο αυτό εισφέρει ένα οδοιπορικό της παρουσίας του ελληνισμού πέρα από τον κυρίως ελλαδικό χώρο στην ευρύτερη περιοχή που φθάνει μέχρι τον Εύξεινο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Μιας παρουσίας που στηρίχθηκε στη διάδοση και στήριξη της εκπαίδευσης, του σχολείου ̇ όμως και μιας παρουσίας που υποστασιοποιήθηκε από την πολιτισμένη συνεισφορά του σχολείου, που αποτυπώθηκε με την παρουσία σχολικών κτιρίων όπως ακροβολίζονταν από την Πόλη μέχρι τη Βόρεια Ελλάδα (δυτικά), την Οδησσό (βόρεια), την Τραπεζούντα (ανατολικά), την Αλεξάνδρεια (νότια). Ήδη η κτιριολογική και αρχιτεκτονική εικόνα που προβάλλει, με τη μνημειακότητα της Μεγάλης του Γένους Σχολής στο Φανάρι/ πάνω από τον Κεράτιο ή του αβερώφειου συγκροτήματος στην Αλεξάνδρεια, όμως και με τις παρουσίες των πετρόχτιστων διδακτηρίων στην Ήπειρο και τη Μακεδονία, στο Τσοτύλιή τη Βλάστη, ή πάλι του, σε εκλεκτικό ύφος, «τηλαυγούς φάρου της Ανατολής» στην Τραπεζούντα ή του Ροδοκανάκειου στην Οδησσό, η εικόνα αυτή δείχνει πώς οι συνεισφορές σημαντικών προσωπικοτήτων της διασποράς της εποχής και η λογική του έμπρακτου ευεργετισμού απετέλεσαν ουσιαστικό στοιχείο για ανάδειξη της παρουσίας του ελληνικού στοιχείου μέσα από την παιδεία. Όχι όμως της εικόνας του μόνον, αλλά και της προσέγγισής του στα πράγματα μέσω ακριβώς της εικόνας.

Η ίδια η αρχιτεκτονική λειτουργεί με ευθέως ιδεολογικό αποτύπωμα, ένα «ποιοι είμαστε» των Ελλήνων της εποχής. (Η επιλογή της Μαρίας Στέφωση, σε ορισμένες εικόνες κτιρίων να ενθέσει σαν διαφάνεια φωτογραφίες μαθητών και μαθητριών της εποχής, δίνει μια αίσθηση στοιχειωμένης παρουσίας του τότε στο-σωζώμενο-σήμερα).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ