Ο ΨΗΣΤΗΣ ΜΠΕΡΓΚΕΡ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΔΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΟΥΧΟΣ CEO
- 19.11.24 16:13
Η Klarna έχει μπει σχετικά πρόσφατα στην ελληνική αγορά, ως επιλογή «αγοράζω τώρα, πληρώνω αργότερα», για τους καταναλωτές που είτε δεν μπορούν, είτε δεν θέλουν να εκδώσουν πιστωτική κάρτα, αλλά επιθυμούν να ψωνίσουν σε δόσεις.
Αλλά παρότι για τους Έλληνες είναι φαινομενικά νέα επιλογή, η εταιρεία μετρά ήδη είκοσι χρόνια λειτουργίας, και ιδρύθηκε το 2005, αφότου ο Sebastian Siemiatkowski και δύο φίλοι του, φοιτητές, παρουσίασαν την ιδέα τoyς σε έναν πανεπιστημιακό διαγωνισμό, χωρίς να πείσουν της κριτική επιτροπή.
Πριν ο Siemiatkowski δημιουργήσει το σουηδικό αντίπαλο δέος της PayPal, προσπαθούσε να ξεπληρώσει τα νεανικά χρέη του, εργαζόμενος ως ψήστης σε ένα από τα εστιατόρια της αλυσίδας fast food Bruger King. Η δουλειά του περιελάμβανε την τοποθέτηση κατεψυγμένου κρέατος σε έναν ιμάντα μεταφοράς ώστε να ψηθεί κυλώντας στη σχάρα και να καταλήξει σε ομοιόμορφα μπιφτέκια. Στην άλλη πλευρά του ιμάντα, στο ίδιο εστιατόριο, βρισκόταν ο Niklas Adalberth. Οι δύο άνδρες έγιναν φίλοι και τελικά συνιδρυτές της νεοσύστατης Klarna, που έμελλε να αναδειχθεί σε μία από τις πιο επιτυχημένες εταιρείες ψηφιακών πληρωμών παγκοσμίως.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο Siemiatkowski, μαζί με τον Adalberth και τον τρίτο συνιδρυτή, Victor Jacobsson, προς το τέλος του μεταπτυχιακού τους προγράμματος στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών της Στοκχόλμης, παρουσίασαν την ιδέα τους σε εκείνον τον διαγωνισμό και οι κριτές τους «ψαλίδισαν τα φτερά»: «Ξεχάστε το. Δεν πρόκειται ποτέ να λειτουργήσει», ήταν η απάντησή τους. «Δεν αισθανόμουν πολύ καλά», θυμόταν μετά από χρόνια ο Siemiatkowski.
Όμως ένας παρατηρητής τους πλησίασε αμέσως μετά και τους είπε: «Ξέρετε κάτι; Δεν με νοιάζει τι είπαν αυτοί οι τύποι. Απλά κάνε το και οι τράπεζες δεν θα καταλάβουν ποτέ τι συνέβη».
Οι τρεις φίλοι τον άκουσαν και μέσα σε λίγα χρόνια η Klarna κατάφερε να συγκεντρώσει πάνω από 500 εκατομμύρια δολάρια από επενδυτές, με την αποτίμησή της, το 2017, να ανέρχεται στα 2,5 δισ. δολάρια. Το 2018, η Klarna επεξεργαζόταν σχεδόν τις μισές από τις ηλεκτρονικές πληρωμές που γίνονταν στην Σουηδία, αλλά ο δρόμος της ήταν σπαρμένος με εμπόδια.
Ο Jacobsson είχε ήδη αποχωρήσει το 2012, αν και διατήρησε ένα μερίδιο που διαχειριζόταν μέσω εταιρειών ειδικού σκοπού, το οποίο η Klarna εκτιμά ότι κυμαίνεται μεταξύ 4% και 9%. Τον Jacobsson ακολούθησε τρία χρόνια αργότερα ο δεύτερος συνιδρυτής, ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος Niklas Adalberth, ο οποίος πούλησε το μερίδιό του και ασχολήθηκε με τη φιλανθρωπία. Ετσι, η εταιρεία κατέληξε αναγκαστικά σε “one man show”, για τον Siemiatkowski, που ήρθε αντιμέτωπος με τις επόμενες προκλήσεις. Αλλά ήταν μάλλον συνηθισμένος σε ανοίκειες καταστάσεις από παιδί.
Η δύσκολη αρχή
Ο Siemiatkowski, είναι πλέον σελέμπριτι της σουηδικής τεχνολογικής σκηνής και συχνά τον καλούν να μιλήσει στην τηλεόραση και σε podcast για τα οικογενειακά προβλήματα, όπως ο εθισμός του πατέρα του στο αλκοόλ και η αυτοκτονία του. Ο ίδιος δεν πίνει και έχει επανειλημμένα μιλήσει για τα πολύ δύσκολα παιδικά του χρόνια στην Ουψάλα, μια μεσαιωνική πόλη 70 χιλιόμετρα βόρεια της Στοκχόλμης.
Οι γονείς του ήταν και οι δύο ακαδημαϊκοί που είχαν φύγει από την κομμουνιστική Πολωνία πριν από τη γέννησή του το 1981. Ο πατέρας του έγινε οδηγός ταξί και η μητέρα του σταμάτησε να εργάζεται λόγω ασθένειας. «Υπήρχαν εβδομάδες που τρώγαμε μόνο τηγανίτες, οι οποίες ουσιαστικά δεν είναι τίποτα περισσότερο από αλεύρι και γάλα», θυμόταν ο Siemiatkowski. «Οι γονείς μου δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τίποτε άλλο».
Στην αντίπερα όχθη πια
Fast forward στα χρόνια της μοναχικής ηγεσίας του, για να χρηματοδοτήσει τα παγκόσμια σχέδια της Klarna, πλησίασε και έπεισε διακεκριμένους επενδυτές της της Silicon Valley, συμπεριλαμβανομένων της Sequoia Capital και της Silver Lake.
Σε ένα γύρο χρηματοδότησης το 2021, η Klarna αποτιμήθηκε στα 46 δισ. δολάρια, αλλά έναν χρόνο αργότερα κατέρρευσε στα 6,7 δισ. δολάρια: Οι ραγδαίες αυξήσεις των επιτοκίων έβαλαν ένα απότομο τέλος στη φρενίτιδα των fintech, και η Klarna δέχτηκε πιέσεις για να αποδείξει τη δυνατότητα κερδοφορίας και το μονοπάτι εξόδου για τους επενδυτές της.
Ως διευθύνων σύμβουλος ο Siemiatkowski προσπάθησε να εξελίξει την κουλτούρα των πρώτων ημερών της fintech σε έναν πιο επαγγελματικό χώρο, σύμφωνα με συνεργάτες του που επικαλούνται οι Financial times, αλλάζοντας την αντίληψη που επικρατούσε για μια «ληστρική επιχείρηση» που βασιζόταν στα τέλη καθυστέρησης για να αρμέξει τους πελάτες. Για αυτόν τον λόγο παρουσίασε την Klarna ως ένα φιλικό προς τον καταναλωτή «παγκόσμιο δίκτυο πληρωμών και βοηθό αγορών με τεχνητή νοημοσύνη».
Κρίσιμη σε αυτή την πορεία ήταν η συνεργασία του με τον πρώην εταίρο της Sequoia και πρόεδρο της Klarna Michael Moritz. Πρώην στέλεχος δήλωσε ότι ο Siemiatkowski εξελίχθηκε σε καλύτερο μάνατζερ αφότου βρέθηκε υπό την καθοδήγηση του Moritz. Ένας άλλος περιέγραψε τη σχέση τους ως σχέση «πατέρα και υιού«.
Ο Moritz ήταν αυτός που βοήθησε να φτάσει η Klarna στο κατώφλι μιας εισαγωγής στη χρηματιστηριακή αγορά και καθοδήγησε τον Siemiatkowski κατά τη διαμάχη εξουσίας με τον Jacobsson, που απειλούσε να εκτροχιάσει οποιαδήποτε εισαγωγή.
Κάπως έτσι, την περασμένη Τετάρτη, και ενώ η Wall Street κατέγραφε κέρδη, εν μέσω προσδοκιών για ανάπτυξη μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Ντόναλντ Τραμπ, η Klarna ανακοίνωσε ότι είχε ξεμπερδέψει με όλη την απαιτούμενη γραφειοκρατία, επιθυμώντας να εισαχθεί στο χρηματιστήριο.
Επενδυτές και τραπεζίτες θέλουν να ελπίζουν ότι η εταιρεία μπορεί να επιτύχει αποτίμηση 15 δισ. έως 20 δισ. δολάρια. Ακόμα και στο χαμηλότερο άκρο του εύρους αποτίμησης, το 8% που κατέχει ο Siemiatkowski θα τον έχριζε στιγμιαία δισεκατομμυριούχο με περιουσία περίπου 1,2 δισ. δολαρίων.
«Το γεγονός ότι μπορεί να ηγηθεί της εταιρείας για 20 χρόνια είναι πολύ αξιοσημείωτο: κατάφερε να μετατρέψει μια μικρή σουηδική εταιρεία στην αρχή σε πολυεθνική», σχολίασε ο Taavet Hinrikus, συνιδρυτής της εισηγμένης στο Λονδίνο fintech Wise, καταλήγοντας: «Είναι πραγματικά καλό για το ευρωπαϊκό οικοσύστημα».