ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΙΑ, RESHORING ΚΑΙ ΤΑ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ
- 30.04.24 11:48
Ο ρόλος της βιομηχανίας στην οικονομία μιας χώρας ξεπερνά κατά πολύ την απλή μεταποίηση πρώτων υλών σε αγαθά που έχει ανάγκη η κοινωνία μας. Η βιομηχανία αποτελεί κινητήρια δύναμη για την καινοτομία και την τεχνολογική πρόοδο, αλλά και βασική πηγή απασχόλησης για ειδικευμένους και για ανειδίκευτους εργαζόμενους, ενισχύοντας έτσι την κοινωνική συνοχή. Μία ισχυρή βιομηχανία δίνει πολλαπλασιαστική ώθηση στην ανάπτυξη συναφών κλάδων, όπως οι μεταφορές, τα logistics και οι υπηρεσίες, σχηματίζοντας σύνθετες εφοδιαστικές αλυσίδες που ενισχύουν την οικονομική δραστηριότητα. Σε μια εποχή εντεινόμενων γεωπολιτικών αναταραχών, η βιομηχανία είναι βασικός παράγοντας για τη στρατηγική αυτάρκεια μιας χώρας σε κρίσιμα προϊόντα, ύλες και πόρους, όπως τρόφιμα, φάρμακα, μέταλλα, δομικά υλικά, ενέργεια κ.ά.
Η συμμετοχή στο ΑΕΠ
Δεν είναι τυχαίο ότι η συμμετοχή της βιομηχανίας στο παγκόσμιο ΑΕΠ, παρά την άνθιση του κλάδου των υπηρεσιών, εξακολουθεί να αυξάνεται, ξεπερνώντας το 28% το 2022. Την ίδια ώρα, ωστόσο, καταγράφεται μία μετατόπιση της βιομηχανικής δραστηριότητας προς τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, με την Κίνα –που αντιπροσωπεύει το 17,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ– να κατέχει σήμερα μερίδιο 30% του παγκόσμιου μεταποιητικού τομέα, και το μερίδιο χωρών, όπως η Ινδία, να αυξάνεται σταθερά.
Το 2022 η βιομηχανία δημιούργησε το 14,4% του ΑΕΠ της Ελλάδας, με το ποσοστό της μεταποίησης να αντιστοιχεί στο 10,3%. Από το 2015 παρατηρείται μία αξιοσημείωτη αύξηση της συνεισφοράς της βιομηχανίας στο ΑΕΠ, με την Ελλάδα να μειώνει τη διαφορά από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο – ωστόσο, εξακολουθεί να υπολείπεται των ευρωπαίων εταίρων της. Σημειώνεται ότι η ελληνική βιομηχανία έχει καταφέρει να ξεπεράσει τα προ κρίσης επίπεδα σε ποσοστό συνεισφοράς στο ΑΕΠ, ενώ στόχος είναι η περαιτέρω αύξηση της συμβολής της βιομηχανίας σε αυτό, καθώς και το ποσοστό συνεισφοράς της μεταποίησης να φτάσει το 15%.
Οι προκλήσεις του διεθνούς περιβάλλοντος
Υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την επαναβιομηχάνιση της χώρας; Και ποιες είναι οι προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ελληνικές βιομηχανίες, για να καταστούν διεθνώς ανταγωνιστικές και να λειτουργήσουν ως καταλύτες της ανάπτυξης της οικονομίας μας; Στα ερωτήματα αυτά επιχειρεί να δώσει απαντήσεις μελέτη που εκπόνησαν από κοινού ο ΣΕΒ και η EY Ελλάδος. Η έρευνα, σε δείγμα 112 εκπροσώπων βιομηχανικών επιχειρήσεων στη χώρα μας, έχει σκοπό την αποτύπωση των σχέσεων των ελληνικών επιχειρήσεων με τη βιομηχανική αριστεία, τον ψηφιακό μετασχηματισμό και τη βιωσιμότητα, με έμφαση στις σχεδιαζόμενες ή υπό υλοποίηση πρωτοβουλίες, τις προκλήσεις, αλλά και τις ευκαιρίες που εντοπίζουν στις θεματικές αυτές περιοχές.
ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΠΡΩΤΟΓΝΩΡΩΝ ΠΡΟΚΛΗΣΕΩΝ ΚΑΛΕΙΤΑΙ ΝΑ ΚΙΝΗΘΕΙ ΚΑΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ, ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΑΚΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΤΗΣ ΡΟΛΟ ΩΣ ΚΙΝΗΤΗΡΙΑ ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. ΣΥΓΧΡΟΝΩΣ, ΟΜΩΣ, ΑΝΑΔΥΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΗΣ ΜΙΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ: Η ΑΝΑΔΥΟΜΕΝΗ ΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΠΙΟ ΚΟΝΤΑ ΣΤΙΣ ΕΓΧΩΡΙΕΣ ΑΓΟΡΕΣ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Η ΣΕ ΓΕΙΤΟΝΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ – ΤΟ ΛΕΓΟΜΕΝΟ «RESHORING».
Σήμερα η βιομηχανία, σε παγκόσμιο επίπεδο, βρίσκεται αντιμέτωπη με ιδιαίτερες συνθήκες και πρωτοφανείς προκλήσεις. Τις διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες που προκάλεσε η πανδημία ακολούθησαν οι επιτακτικές ελλείψεις πρώτων υλών, και η εκτίναξη του κόστους της ενέργειας. Οι γεωπολιτικές αναταραχές οδηγούν σε αυξήσεις των ναύλων και περιπλέκουν περαιτέρω την παγκόσμια εμπορική δυναμική. Παράλληλα, η ανάγκη της μετάβασης της βιομηχανίας προς τη βιώσιμη ανάπτυξη παραμένει επιτακτική όσο ποτέ.
Την ίδια ώρα, οι ελλείψεις σε εξειδικευμένο, αλλά και ανειδίκευτο ανθρώπινο δυναμικό –που, σχεδόν οριζόντια, αντιμετωπίζουν οι βιομηχανικές επιχειρήσεις– εντείνονται και δυσχεραίνουν αυτή την προσπάθεια. Τέλος, οι ταχέως μεταβαλλόμενες ανάγκες και προσδοκίες των καταναλωτών εντείνουν την ανάγκη για ευελιξία και προσαρμοστικότητα των βιομηχανικών επιχειρήσεων, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν σε απρόβλεπτες μεταβολές της ζήτησης.
Ο δρόμος προς την επαναβιομηχάνιση
Σε αυτό το παγκόσμιο περιβάλλον πρωτόγνωρων προκλήσεων καλείται να κινηθεί και η ελληνική βιομηχανία, για να ανακτήσει τον παραδοσιακό της ρόλο ως κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης. Συγχρόνως, όμως, αναδύεται μπροστά της μία σημαντική ευκαιρία: η αναδυόμενη τάση της επιστροφής βιομηχανικών δραστηριοτήτων πιο κοντά στις εγχώριες αγορές των μεγάλων επιχειρήσεων ή σε γειτονικές χώρες – το λεγόμενο «reshoring». Οι εμπειρίες των τελευταίων ετών οδήγησαν πολλές επιχειρήσεις να επανεξετάσουν την καθιερωμένη λογική της μετατόπισης της παραγωγής σε αναπτυσσόμενες οικονομίες χαμηλού κόστους, καθώς έρχονται στην επιφάνεια σημαντικοί κίνδυνοι, όπως διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, αυξημένο κόστος μεταφοράς, αργοί χρόνοι παράδοσης και αυξημένη έκθεση στις συνέπειες εμπορικών συγκρούσεων και φυσικών καταστροφών.
Το reshoring προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα ως προς το κόστος, αλλά ιδιαίτερα ως προς την ταχύτητα ανταπόκρισης στις μεταβαλλόμενες δυναμικές της αγοράς. Επιπλέον, η τάση αυτή ευθυγραμμίζεται με την αυξανόμενη έμφαση σε προσπάθειες αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και προώθησης της βιώσιμης ανάπτυξης, μειώνοντας το αποτύπωμα άνθρακα στις μεταφορές και στην παραγωγή. Μάλιστα, σύμφωνα με πρόσφατη παγκόσμια μελέτη της ΕΥ, το 52% των αμερικανικών και το 55% των ευρωπαϊκών βιομηχανιών δηλώνουν ότι έχουν προβεί σε μερικό ή ολικό reshoring των δραστηριοτήτων τους τους τελευταίους 24 μήνες.
Είναι προφανές ότι η ισχυρή αυτή τάση του reshoring αποτελεί σημαντική ευκαιρία για την ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας. Για να μπορέσει, όμως, να αξιοποιήσει η χώρα μας αυτήν την ευκαιρία και να αναπτυχθεί, θα πρέπει να ξεπεράσει μία σειρά από χρόνια, αλλά και νέα προβλήματα, όπως αυτό του μικρού μεγέθους των βιομηχανικών επιχειρήσεων και της ανάγκης μεγέθυνσης (scale up), του κόστους της ενέργειας, των ελλείψεων ανθρώπινου δυναμικού και της χρηματοδότησης των επενδύσεων, ιδιαίτερα στις νέες τεχνολογίες.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΚΑΛΕΙΤΑΙ ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ ΝΑ ΚΕΡΔΙΣΕΙ ΤΡΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΑ, ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΤΗΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΚΑΘΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ: (Α) ΤΗΝ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΣΤΗ «ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΙΑ, (Β) ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΟΥ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ, ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟ «ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ», ΚΑΙ (Γ) ΤΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ.
Τα τρία μεγάλα στοιχήματα
Η ελληνική βιομηχανία καλείται τα επόμενα χρόνια να κερδίσει τρία μεγάλα στοιχήματα, που απαιτούν την τοποθέτηση του ανθρώπινου παράγοντα στο επίκεντρο κάθε πρωτοβουλίας μετασχηματισμού: (α) την επένδυση στη «βιομηχανική αριστεία», δηλαδή την επιδίωξη παραγωγής υψηλής ποιότητας μέσω της βελτιστοποίησης των διαδικασιών, των τεχνολογιών και των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, (β) την προώθηση του ψηφιακού μετασχηματισμού, για τη μετάβαση στο «εργοστάσιο του μέλλοντος», και (γ) τη βιώσιμη ανάπτυξη, που θα δημιουργεί μακροπρόθεσμη αξία για τις ίδιες τις επιχειρήσεις, αλλά και το περιβάλλον και την κοινωνία.
Στην Ελλάδα, λειτουργούν σήμερα βιομηχανικές επιχειρήσεις με υποδειγματικές επιδόσεις σε αυτούς τους τομείς, πολλές από τις οποίες κατέχουν ηγετική θέση παγκοσμίως στον κλάδο τους. Οι επιχειρήσεις αυτές δείχνουν τον δρόμο για την επαναβιομηχάνιση της χώρας και την επιστροφή στη βιομηχανική αριστεία.
*Ο Θάνος Μαύρος είναι εταίρος, επικεφαλής υπηρεσιών εφοδιαστικής αλυσίδας και διεπιχειρησιακών λειτουργιών της EY Ελλάδος και στην περιοχή της Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA).
*Η Μάγκυ Αθανασιάδη είναι διευθύντρια στον τομέα Βιομηχανίας, Ανάπτυξης, Τεχνολογίας & Καινοτομίας του ΣΕΒ.