ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΘΕΣΕΩΝ: Η ΠΡΟΘΕΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΩΣ ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ ΠΟΡΟΣ.
- 29.05.25 17:25

Οικονομία προθέσεων
[ Intention economy ]
[ ουσιαστικό με ετερόπτωτο ονοματικό προσδιορισμό ]
Η οικονομία προθέσεων αντιλαμβάνεται τους αγοραστές ως σπάνιο αγαθό. Η πρόθεση των πελατών να αγοράσουν ένα προϊόν θεωρείται ως η κινητήριος δύναμη παραγωγής αγαθών.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα του «The Intention Economy: When Customers Take Charge», David Searls, η οικονομία προθέσεων αναπτύσσεται γύρω από τους αγοραστές, όχι τους πωλητές, αξιοποιώντας το γεγονός ότι οι αγοραστές αποτελούν άμεση πηγή χρημάτων και δεν χρειάζεται διαφήμιση για να προκύψουν, όπως ένα προϊόν που πρέπει να προωθηθεί για να αποφέρει έσοδα. Ο Searls υποστηρίζει ότι η οικονομία προθέσεων αφορά τις αγορές, και όχι το μάρκετινγκ, καθώς βασίζεται σε κάτι περισσότερο από τις συναλλαγές. Αντί του γνωστού branding, που επιχειρεί να αποτυπώσει στο μυαλό των καταναλωτών την εταιρική ταυτότητα μιας επιχείρησης προκειμένου να προωθήσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της στην αγορά, στην οικονομία προθέσεων βασικό ρόλο παίζουν οι συζητήσεις, οι σχέσεις, η φήμη, η εξουσία και ο σεβασμός, ‘αρετές’ οι οποίες πρέπει να κερδηθούν τόσο από τους πωλητές όσο και από τους αγοραστές. Στην οικονομία προθέσεων οι αγοραστές βρίσκουν πωλητές, όχι το αντίστροφο (ο συγγραφέας μάλιστα χρησιμοποιεί το ρήμα «capture», που μπορεί να σημαίνει «συλλαμβάνω» ή «αιχμαλωτίζω», και αναφέρεται στον τρόπο που προσπαθούν οι εταιρείες μέσω του μάρκετινγκ να κερδίσουν την προσοχή των καταναλωτών μέσω επικοινωνιακών εργαλείων, πείθοντάς τους πως χρειάζονται το συγκεκριμένο προϊόν, ακόμα κι όταν δεν υπάρχει αληθινή ανάγκη για αυτό).
Ο Searls χρησιμοποιεί ισχυρές λέξεις για να περιγράψει τις μεθόδους και τα εργαλεία του μάρκετινγκ, όπως «νέα κόλπα» μέσω της χρήσης big data, στην προσπάθειά των ειδικών του μάρκετινγκ να εφευρίσκουν διαρκώς νέους τρόπους για να έρθουν σε προσωπική επαφή με τους καταναλωτές. Χάρη όμως στην οικονομία προθέσεων, σύμφωνα με τον Searls, οι καταναλωτές θα είναι σύντομα σε θέση να ελέγχουν τη ροή και τη χρήση των προσωπικών τους δεδομένων, να δημιουργούν τα δικά τους προγράμματα πιστότητας, να υπαγορεύουν τους δικούς τους όρους παροχής υπηρεσιών, να εκφράζουν στις αγορές με δικά τους μέσα τις επιθυμίες τους, ακόμα και τις τιμές της αγοράς. Ο David Searls περιγράφει ένα εξιδανικευμένο νέο τοπίο, στο οποίο η ζήτηση οδηγεί την προσφορά πολύ πιο άμεσα, αποτελεσματικά και πειστικά από ποτέ. Αλλά στον διασυνδεδεμένο κόσμο που ζούμε, πώς μπορεί κανείς να ισχυρίζεται ότι η ζήτηση δεν καθοδηγείται;
Σε άρθρο που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο περιοδικό Harvard Data Science Review, δύο ερευνητές παρουσίασαν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους σχετικά με τη χρήση μεγάλων γλωσσικών μοντέλων (LLM) στην καταγραφή, τον χειρισμό και την εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης πρόθεσης. Μελέτησαν πώς οι εταιρείες τεχνολογίας αξιοποιούν τα LLM’s για συλλογή δεδομένων και υπερ-εξατομικευμένη πειθώ, επεκτείνοντας την οικονομία της προσοχής ώστε να επηρεάζει τις επιθυμίες και τις αποφάσεις των χρηστών. Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι καθώς διανύουμε την εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης, τίθενται ουσιαστικά ζητήματα ηθικής και δεοντολογίας, ειδάλλως κινδυνεύουμε από την ανάδυση μιας νέας αγοράς, όπου οι ανθρώπινες προτιμήσεις θα συνάγονται και θα διαμορφώνονται από τεχνολογίες γενετικής τεχνητής νοημοσύνης (GEN AI).
Η Emma Woollacott, Ανώτερη Συνεργάτιδα του περιοδικού Forbes σε θέματα τεχνολογίας, σε άρθρο σχετικά με την χρήση της Τ.Ν. στην οικονομία προθέσεων, υποστηρίζει ότι στην οικονομία προθέσεων οι αποφάσεις μας θα μπορούσαν να πωλούνται πριν καν εμείς τις λάβουμε. Οι βοηθοί Τ.Ν. θα μπορούσαν να χειραγωγούν τη λήψη αποφάσεων και μετά να τις πωλούν στον μεγαλύτερο πλειοδότη. Ειδικοί στην ηθική της Τ.Ν. του Πανεπιστημίου του Cambridge, υποστηρίζουν ότι, σύμφωνα με δημοσιευμένη έρευνα και τις υποδείξεις μεγάλων τεχνολογικών παραγόντων, η οικονομία προθέσεων αναμένεται να απογειωθεί. Η διακεκριμένη αρθρογράφος υποστηρίζει ότι AI agents (από βοηθούς chatbot μέχρι ψηφιακούς δασκάλους και ‘φίλους’), θα μπορούσαν να εκμεταλλεύονται την πρόσβαση που θα αποκτήσουν στα ψυχολογικά και συμπεριφορικά μας δεδομένα και να μας χειραγωγούν, προβλέποντας τις επιθυμητές για εμάς αντιδράσεις. Η Woollacott στο άρθρο της αναφέρεται στα λόγια του επισκέπτη καθηγητή του Κέντρου Leverhulme για το Μέλλον της Νοημοσύνης του Πανεπιστημίου του Cambridge, Yaqub Chaudhary, που προειδοποιεί ότι «δαπανώνται τεράστιοι πόροι για την τοποθέτηση βοηθών Τεχνητής Νοημοσύνης σε κάθε τομέα της ζωής, γεγονός που θα πρέπει να εγείρει το ερώτημα σχετικά με ποιανών τα συμφέροντα έχουν σχεδιαστεί να εξυπηρετούν».
Στο ίδιο άρθρο, ο συνδιευθυντής του Leverhulme Centre for the Future of Intelligence του Πανεπιστημίου του Cambridge και ιστορικός τεχνολογίας, Jonnie Penn τονίζει «αν δεν ρυθμιστεί, η οικονομία των προθέσεων θα αντιμετωπίσει τα κίνητρά μας ως το νέο νόμισμα. Θα είναι ένας πυρετός χρυσού για όσους στοχεύουν, κατευθύνουν και πωλούν ανθρώπινες προθέσεις», και συμπληρώνει «θα πρέπει να αρχίσουμε να εξετάζουμε τον πιθανό αντίκτυπο που θα έχει μια τέτοια αγορά στις ανθρώπινες φιλοδοξίες, συμπεριλαμβανομένων των ελεύθερων και δίκαιων εκλογών, της ελευθερίας του Τύπου και του δίκαιου ανταγωνισμού στην αγορά, προτού γίνουμε θύματα των ακούσιων συνεπειών της».