ΜΙΑ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ ΠΟΥ ΕΞΑΝΤΛΗΣΕ ΤΗ ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ
- 17.09.24 18:29
Οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ κάνουν τόσο πολύ θόρυβο, που νομίζει κανείς πως από την έκβασή τους εξαρτάται κάτι μεγάλο και σημαντικό. Αν συνειδητοποιήσει όμως πού οδηγεί αυτή η φασαρία, θα καταλήξει στο γνωστό έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ: Much ado about nothing − Πολύ κακό για το τίποτα.
Πριν δούμε τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, ας κάνουμε μια αναδρομή στα παλιά αλλά τόσο πρόσφατα, που κανείς μας δεν τα έχει ξεχάσει. Ας αφήσουμε στην άκρη τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, αυτή την ιδιότυπη «πρώτη φορά Αριστερά», πασπαλισμένη με μπόλικη λαϊκίστικη Δεξιά, κι ας έρθουμε απευθείας στα χρόνια της αντιπολίτευσης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, με αρχηγό τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, πέρασε στην αξιωματική αντιπολίτευση το 2019 με ένα αξιοζήλευτο ποσοστό 31,5%, που του επέτρεπε με άνεση να πιστεύει ότι σύντομα θα μπορούσε να επιστρέψει στην εξουσία. Είχε φροντίσει μάλιστα ο Αλέξης Τσίπρας να γίνουν οι επόμενες εκλογές με απλή αναλογική, γεγονός που του επέτρεπε −θεωρητικά− να οικοδομήσει συμμαχίες στον λεγόμενο «προοδευτικό χώρο». Αντί συμμαχιών, ο ΣΥΡΙΖΑ την τετραετία 2019-2023 οικοδόμησε μικρά αυθαίρετα στο εσωτερικό του, χτισμένα από μικρο-οικοπεδούχους (τάσεις, συνιστώσες, φράξιες), τηρώντας πιστά την παράδοση της Αριστεράς, όπου οι εκάστοτε ηγέτες μικρών κομμάτων ή τάσεων είναι πάντα τσακωμένοι μεταξύ τους. Ο Τσίπρας αποδείχθηκε απολύτως ακατάλληλος όχι μόνο για να ξαναγίνει πρωθυπουργός, αλλά και για να κρατήσει τις δυνάμεις του και να προσελκύσει συμμάχους. Αντιθέτως, όπως φάνηκε στη συνέχεια, η παρουσία του στην ηγεσία και η εμμονή του σε έναν ξεπερασμένο ΣΥΡΙΖΑ συνέβαλε στην οικοδόμηση ενός «αντί ΣΥΡΙΖΑ μετώπου», που δεν είχε αναφορά μόνο στα κυβερνητικά του πεπραγμένα, αλλά και στη θητεία του στην αντιπολίτευση. Η ιδέα και μόνο ότι θα μπορούσε να επιστρέψει στην κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα, χωρίς να έχει αλλάξει τίποτε από αυτά που τον οδήγησαν στην ήττα, αρκούσε για να έρθει η συντριβή. Αυτή αποτυπώθηκε με οδυνηρό τρόπο στις διπλές κάλπες των εθνικών εκλογών του 2023 με 17,5%.
Ο Τσίπρας αναγκάστηκε να φύγει αφήνοντας πίσω του ένα βαθιά διχασμένο κόμμα, που τυπικά είχε τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά πολιτικά χρειαζόταν να αλλάξει εκ βάθρων. Η μεγάλη νίκη-έκπληξη του Κασσελάκη έναντι της Αχτσιόγλου δημιούργησε σε αρκετούς την προσδοκία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να γίνει κάτι άλλο από αυτό που τον είχε οδηγήσει στη συντριβή. Ο Κασσελάκης έφερνε όντως έναν νέο αέρα σε επικοινωνιακό επίπεδο, αλλά αυτό δεν αρκούσε. Πολιτικά, ο ΣΥΡΙΖΑ παρέμεινε σχεδόν ίδιος − με εξαίρεση το γεγονός ότι έφυγε η Νέα Αριστερά, παίρνοντας μαζί της το μισό υπουργικό Συμβούλιο του Τσίπρα, που δεν κατάφερε τελικά να της χαρίσει κάτι παραπάνω από το 2,4% στις Ευρωεκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη διεσώθη ως αξιωματική αντιπολίτευση με 15%, αλλά είχε περάσει άλλος ένας χρόνος φθοράς και δεν φαινόταν στον ορίζοντα καμία ελπίδα. Πράγματι, όπως φάνηκε στη συνέχεια, το μόνο που είχε απομείνει από τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν η δυνατότητα του να κάνει πολλή φασαρία με φραξιονισμούς, προσωπικές στρατηγικές και καβγάδες στα τηλεοπτικά πάνελ. Όχι καβγάδες κατά της κυβερνητικής, αλλά μεταξύ «συντρόφων»!
Η χρησιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση είχε ούτως άλλως παρέλθει ήδη την τετραετία 2019-2023, όταν άλλωστε μπήκαν οι βάσεις της επικείμενης ρευστοποίησής του. Τα πράγματα, όμως, χειροτέρεψαν τη δεύτερη τετραετία Μητσοτάκη. Παρά το γεγονός ότι ο Κασσελάκης κατάφερε να μειώσει στις Ευρωεκλογές τη διαφορά ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ από τις 23 στις 13 μονάδες, και να κρατήσει τη δεύτερη θέση, αυτό το «επίτευγμα» φάνηκε γρήγορα ότι θα ήταν το… κύκνειο άσμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Η τελική σύγκρουση Κασσελάκη – Τσίπρα, που υπέβοσκε από τις αρχές του χρόνου, αποτυπώθηκε στην απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής που κήρυξε έκπτωτο τον εκλεγμένο πρόεδρο. Ο ΣΥΡΙΖΑ ίσως να μπορούσε να διασωθεί ως κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης αν το πρόβλημά του ήταν ο αρχηγός του. Φαίνεται όμως ότι δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Ο Τσίπρας κρίθηκε εκ του αποτελέσματος ακατάλληλος και παραιτήθηκε, ο Κασσελάκης κρίθηκε εκ της Κεντρικής Επιτροπής ακατάλληλος και εξέπεσε, τώρα, άραγε, τι πρόκειται να συμβεί; Θα επιστρέψει να αναλάβει ένας από τους δυο; Θα λύσει το πρόβλημα ο Γκλέτσος ή ο Πολάκης; Οι μήπως οι «87» όλοι μαζί παρέα − γιατί ένας με ηγετικά χαρακτηριστικά δεν διαφαίνεται;
Ο χρόνος θα δείξει. Πάντως, εύκολα μπορεί να προβλέψει κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, που έπαψε εδώ και αρκετά χρόνια να είναι χρήσιμος ως αξιωματική αντιπολίτευση, δύσκολα θα μείνει ενωμένος έτσι ώστε να συνεχίσει να διατηρεί έστω τυπικά αυτή τη θέση στο πολιτικό σύστημα.