ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΑΝΑ ΤΗΝ ΥΦΗΛΙΟ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΥΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΤΟΝ «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟ»: ΜΕΓΑ ΣΦΑΛΜΑ!
- 15.12.23 13:33
Για ένα κάποιο διάστημα, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, είχε φανεί σαν ο κόσμος να πλησίαζε κάπως την εικόνα του θρυλικού «πλανητικού χωριού». Τη δεκαετία του 1990, με κινητήρια δύναμη την πίστη στη δύναμη των αγορών, απογειωνόταν η παγκοσμιοποίηση. Οι κυβερνήσεις χαλάρωσαν τους ελέγχους που ακόμη υπήρχαν στα ταξίδια, στις επενδύσεις και στο εμπόριο. Το 2001 η Κίνα προσχώρησε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου προκαλώντας ανάφλεξη στο εμπόριο μεταξύ Ασίας και Δύσης. Οι αλλαγές αυτές έφεραν πολλά θετικά αποτελέσματα, καθώς περιόρισαν τη φτώχεια και τις ανισότητες, ενώ συνοδεύονταν από αύξηση της πολιτικής ελευθερίας ανά τον κόσμο.
Έφεραν όμως και πλήθος προβλημάτων, οπότε κάποιοι πίστεψαν πως η χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09 θα προκαλούσε τους πολιτικούς να μεταρρυθμίσουν συνολικά τον τρόπο λειτουργίας των δημοσίων πραγμάτων. Πολλοί πίστεψαν ότι η κρίση είχε καταδείξει τους κινδύνους από την ελεύθερη ροή κεφαλαίων στις αγορές. Υπήρξαν πολιτικοί που έκαναν λόγο για συγκράτηση της ανόδου στις αγορές ακινήτων, καθώς και για ισχυρότερες προσπάθειες τιθάσευσης των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η παγκοσμιοποίηση όντως κατέγραψε βραδύτερους ρυθμούς. Η Βρετανία ψήφισε υπέρ του Brexit. Ύστερα, η Αμερική και η Κίνα ξεκίνησαν εμπορικό πόλεμο. Κατά βάθος, όμως, τα πράγματα συνέχισαν στην πορεία που είχε προκύψει.
Τώρα πλέον, όμως, έχει αρχίσει να διαμορφώνεται μια ριζικά εναλλακτική προσέγγιση. Ορισμένοι τη βαφτίζουν «παγκόσμια ανθεκτικότητα» ή «άσκηση οικονομικής διαχείρισης». Εδώ θα την αποκαλέσουμε «οικονομικό πατριωτισμό»/ homeland economics. Η κεντρική ιδέα αυτής της προσέγγισης έγκειται στο να περιοριστούν οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει η οικονομία μιας χώρας – δηλαδή οι κίνδυνοι που παρουσιάζονται από τις διακυμάνσεις των αγορών, από ένα αναπάντεχο σοκ (όπως η πανδημία), ή πάλι από τις κινήσεις ενός γεωπολιτικού αντιπάλου.
Οι υποστηρικτές αυτής της προσέγγισης θεωρούν ότι θα δημιουργήσει έναν κόσμο ασφαλέστερο, δικαιότερο και οικολογικότερο. Στην συνέχεια θα υποστηρίξουμε ότι –εν πολλοίς– θα οδηγήσει σε αντίθετο αποτέλεσμα.
Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗΣ ΑΥΤΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΕΓΚΕΙΤΑΙ ΣΤΟ ΝΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΟΥΝ ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΙΑΣ ΧΩΡΑΣ – ΔΗΛΑΔΗ ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ, ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΟ ΣΟΚ (ΟΠΩΣ Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ), Η ΠΑΛΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΑΝΤΙΠΑΛΟΥ.
Τα τέσσερα μεγάλα σοκ
Ο λεγόμενος οικονομικός πατριωτισμός προέκυψε ως συνέπεια τεσσάρων μεγάλων σοκ. Πρώτον, σοκ οικονομικών. Αν η χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09 διέρρηξε την εμπιστοσύνη που είχε εξασφαλίσει το παλιό μοντέλο, η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας το 2020 παγκοσμίως επισφράγισε αυτή την εξέλιξη. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι εφοδιαστικές αλυσίδες λύγισαν, με αποτέλεσμα να τροφοδοτηθεί ο πληθωρισμός, καθώς αυξήθηκε το κόστος των εισαγωγών. Το σύστημα εκείνο που κάποτε έδειχνε να εξασφαλίζει αποτελεσματικότητα και ικανοποιητικές λύσεις, είχε πλέον μετατραπεί σε πηγή αστάθειας. Επιπλέον, η πανδημία ενθάρρυνε τον κόσμο να θεωρήσει ότι οι κυβερνήσεις μπορούσαν να αναλάβουν περισσότερη δράση.
Ύστερα, ήρθαν τα γεωπολιτικά σοκ. Αμερική και Κίνα βρίσκονται πλέον σε όλο και πιο έντονη διαμάχη, και τούτο χρησιμοποιώντας ποικίλων μορφών οικονομικές κυρώσεις. Η δε Ρωσία έχει εξαπολύσει τον μεγαλύτερο πόλεμο επί ευρωπαϊκού εδάφους μετά το 1945. Η λογική ότι η οικονομική ενοποίηση θα έφερνε πολιτική ενοποίηση ανήκει πλέον στο παρελθόν.
Αυτός ο πόλεμος, με τη σειρά του, οδήγησε στο τρίτο σοκ: το ενεργειακό. Η εργαλειοποίηση των ενεργειακών πόρων της Ρωσίας –δίκην όπλου– από τον Βλαντιμίρ Πούτιν έπεισε πολλούς πολιτικούς ότι θα πρέπει να εξασφαλίσουν εναλλακτικές όχι δε μόνον για την ενέργεια, αλλά και για «στρατηγικές» πρώτες ύλες εν γένει. Σε όλο αυτό το μείγμα προσθέστε τώρα και τη δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη/ΑΙ, που μπορεί να αποτελέσει απειλή για τους εργαζόμενους. Όλα αυτά δημιούργησαν μια συνολική αίσθηση ότι οι σύγχρονες αγορές στρέφονται συνολικά εναντίον του μέσου ανθρώπου. Με ιστορικά, δε, μέτρα, οι εισοδηματικές ανισότητες και οι ανισότητες πλούτου βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο.
Ο οικονομικός πατριωτισμός έχει ως επιδίωξη να προστατεύσει τον κόσμο από παρόμοια μελλοντικά σοκ. Θέλει να διατηρήσει μεν τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης, με την έμφαση που εκείνη θέτει στην αποτελεσματικότητα και τις χαμηλές τιμές, πλην όμως αποφεύγοντας τα αρνητικά: την αβεβαιότητα και την αδικία με τις οποίες ταυτίζεται το προηγούμενο σύστημα. Κάτι τέτοιο απαιτεί τη σύνθεση εθνικής ασφάλειας και οικονομικής πολιτικής.
Ο ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ ΕΧΕΙ ΩΣ ΕΠΙΔΙΩΞΗ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΣΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΑΠΟ ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΣΟΚ. ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΕΙ ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΣΗ ΠΟΥ ΕΚΕΙΝΗ ΘΕΤΕΙ ΣΤΗΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΧΑΜΗΛΕΣ ΤΙΜΕΣ, ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ ΤΑ ΑΡΝΗΤΙΚΑ: ΤΗΝ ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΔΙΚΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΣΥΣΤΗΜΑ.
Ένας σύμβουλος ασφαλείας σε μια συζήτηση περί οικονομικών
«Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους εσάς που καλωσορίζετε έναν σύμβουλο εθνικής ασφάλειας σε μια συζήτηση περί οικονομικών»: έτσι ξεκίνησε τον λόγο του τον περασμένο Απρίλιο ο Τζέικ Σάλιβαν (σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ) σε συνέδριο στην Ουάσινγκτον, δείχνοντας πόσο πολύ έχει αλλάξει το κλίμα από την εποχή της υπερπαγκοσμιοποίησης της δεκαετίας του 1990. Η τοποθέτηση Σάλιβαν δείχνει πώς ο έλεγχος της οικονομίας μετακινείται προς τα χέρια των ανθρώπων της γεωστρατηγικής προσέγγισης. Αντίστοιχες τοποθετήσεις έχουν γίνει και από άλλους ηγέτες. Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν καυχάται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση «είναι η πρώτη μεγάλη οικονομία που διατυπώνει στρατηγική για την οικονομική ασφάλεια». Ο Εμανουέλ Μακρόν κάνει λόγο για «στρατηγική αυτονομία» της Γαλλίας. Ο Ναρέντρα Μόντι, πρωθυπουργός της Ινδίας, δείχνει επίσης να ενστερνίζεται μια προσέγγιση «αυτάρκειας».
Προκειμένου να επιδιωχθεί κάτι τέτοιο, θα χρειαστεί να αναζητηθούν στοιχεία από την ιστορική εργαλειοθήκη. Μια εκδοχή, που θα ακολουθούσε την πολιτική προστατευτισμού της δεκαετίας του 1930 και εκείνη του Προέδρου Τραμπ του 2018, έχει αναφορά στην αύξηση των δασμών. Άλλες εκδοχές παραπέμπουν σε αύξηση των δαπανών για έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη, με την προσδοκία ότι θα αναπαραχθούν έτσι τα δημόσιας χρηματοδότησης εργαστήρια της δεκαετίας του 1950, που συνετέλεσαν στο να κερδηθεί ο Ψυχρός Πόλεμος.
ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΑΕΤΙΩΝ 1950-60, ΠΟΛΛΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΕΛΠΙΖΟΥΝ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΝ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΕΣ ΣΕ «ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥΣ» ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥΣ ΚΛΑΔΟΥΣ – ΟΧΙ ΒΕΒΑΙΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΑΚΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΧΑΛΥΒΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ, ΑΛΛΑ ΣΤΟΥΣ ΜΙΚΡΟΕΠΕΞΕΡΓΑΣΤΕΣ ΤΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ, ΣΤΑ ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ.
Επιστροφή της βιομηχανικής πολιτικής;
Όμως το κέντρο της συζήτησης βρίσκεται αλλού. Με βάση την ευρωπαϊκή εμπειρία των δεκαετιών 1950-60, πολλές κυβερνήσεις ελπίζουν να δημιουργήσουν εθνικούς πρωταθλητές σε «στρατηγικούς» βιομηχανικούς κλάδους – όχι βέβαια στον άνθρακα και τον χάλυβα του παρελθόντος, αλλά στους μικροεπεξεργαστές των υπολογιστών, στα ηλεκτρικά οχήματα και στην τεχνητή νοημοσύνη. Προχωρούν λοιπόν στην εφαρμογή πελώριων προγραμμάτων επιχορηγήσεων ή πάλι επιβάλλουν απαιτήσεις εγχώριου περιεχομένου, προκειμένου να ενθαρρύνουν την παραγωγή στο εσωτερικό. Κατά τον Τζέικ Σάλιβαν «τα οφέλη από το εμπόριο δεν κατορθώθηκε να φθάσουν σε πολλούς εργαζομένους» − καλύτερα λοιπόν να περιορίσουμε το εμπόριο. Όπως και στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, οι κυβερνήσεις της Δύσης χρησιμοποιούν οικονομικά εργαλεία προκειμένου να αδυνατίσουν τους γεωπολιτικούς τους αντιπάλους, εργαλεία τα οποία συμπεριλαμβάνουν απαγορεύσεις στις εξαγωγές και τις διεθνείς επενδύσεις – ιδίως δε όταν πρόκειται για τεχνολογίες «διπλής χρήσεως», δηλαδή πολιτικής και στρατιωτικής συνάμα. Δεσμεύθηκαν επίσης να εξασφαλίσουν πολύ μεγάλες ενισχύσεις για καθαρές τεχνολογίες στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής.
Τα φώτα της επικαιρότητας προσέλκυσαν ορισμένες συγκεκριμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες. Επί Προέδρου Μπάιντεν, οι ΗΠΑ έθεσαν σε εφαρμογή το CHIPS Act, με αντικείμενο τη στήριξη της βιομηχανίας των ημιαγωγών καθώς και τον Νόμο για Περιορισμό του Πληθωρισμού (γνωστό ως IRA), ο οποίος βέβαια λιγότερο ασχολείται με τον πληθωρισμό και σαφώς περισσότερο με την επιδότηση της πράσινης ενέργειας. Και οι δύο αυτές πρωτοβουλίες επιδιώκουν να στηριχθεί η εγχώρια απασχόληση και η αντίστοιχη τεχνογνωσία. Περίπου 40% της συνολικής δαπάνης των πλουσίων χωρών που επιδιώκει τη στήριξη καθαρής ενέργειας προέρχεται από τις ΗΠΑ – όμως και άλλες χώρες προχωρούν σε μεγάλες δαπάνες.
ΠΕΛΩΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΚΑΘΙΣΤΑΝΤΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ, ΚΑΘΩΣ ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΠΕΙΣΟΥΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΝΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΘΟΥΝ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΟΥΣ, Η ΠΑΛΙ ΝΑ ΕΠΕΚΤΕΙΝΟΥΝ ΤΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥΣ Σ’ ΑΥΤΕΣ. ΣΤΟ Α׳ ΤΡΙΜΗΝΟ ΤΟΥ 2022, ΕΚΤΙΜΑΤΑΙ ΟΤΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΑΝΑ ΤΟΝ ΠΛΟΥΣΙΟ ΚΟΣΜΟ ΕΛΑΒΑΝ ΣΧΕΔΟΝ 40% ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ ΑΠ’ Ο,ΤΙ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ.
Όταν η ψηφιακή τεχνολογία συναντά την πράσινη μετάβαση
Από πλευράς ΕΕ, η απάντηση στο αμερικανικό ΙRA δόθηκε με το Βιομηχανικό Σχέδιο της Πράσινης Συμφωνίας. Υπάρχει επίσης και ευρωπαϊκή εκδοχή του CHIPS Act. Παράλληλα, 14 κράτη-μέλη της ΕΕ διαμόρφωσαν σχέδιο ενίσχυσης των τεχνολογιών μικροεπεξεργαστών και επικοινωνιών. Η Γαλλία προωθεί Ταμείο για την παραγωγή ορυκτών στρατηγικής σημασίας. Η ΕΕ επιδιώκει το 40% των κύριων τεχνολογιών που χρειάζονται για την πράσινη μετάβασή της και 20% των ημιαγωγών που παράγονται παγκοσμίως να κατασκευάζονται στο έδαφός της.
Η Ινδία πάλι έχει διαμορφώσει ένα πρόγραμμα «κινήτρων για την παραγωγή προϊόντων», που καλύπτει πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων φωτοβολταϊκών και των προηγμένων μπαταριών. Η Κορέα, με το δικό της K-CHIPS Act, προσφέρει φορολογικές απαλλαγές για τις επιχειρήσεις παραγωγής ημιαγωγών. Αλλά και το σχέδιο «Made in China», που λανσαρίστηκε το 2015, προκάλεσε ήδη το «Made in America», το «Made in Europe», το «Made in India», το «Made-in-Canada plan» και το «A future made in Australia».
Ήδη, ερευνητές επιχειρούν να ποσοτικοποιήσουν την επίπτωση που έχουν αυτές οι τάσεις: Μελέτη των Réka Juhász του Μπρίτις Κολούμπια, Nathan Lane και Emily Oelsen της Οξφόρδης και της Veronica Perez του Πανεπιστημίου της Βοστόνης κατέγραψε τις διαχρονικές επιχειρούμενες παρεμβάσεις βιομηχανικής πολιτικής. Επισημαίνουν απογείωση το 2021 και το 2022 (βλέπε Διάγραμμα). Σε αντίθεση όμως με το παρελθόν, όταν ήταν οι φτωχές κυρίως χώρες εκείνες που χρησιμοποιούσαν τη βιομηχανική πολιτική ως αναπτυξιακό εργαλείο, τώρα πλέον οι πλούσιες χώρες έχουν κι αυτές τη μερίδα του λέοντος σε αυτή. Σύμφωνα με την ανάλυση από την έρευνα Manifesto Project –που συλλέγει στοιχεία σχετικά με τα ανά τον κόσμο πολιτικά προγράμματα– δείχνει απογείωση του ενδιαφέροντος για τη βιομηχανική πολιτική.
ΟΙ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΥ ΘΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΝ ΚΑΙ ΔΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΧΑΜΕΝΩΝ. ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΦΑΙΝΟΜΕΝΙΚΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΝ ΛΟΓΩ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΣΥΝΑΝΤΑ ΚΑΝΕΙΣ ΜΙΑ ΒΑΘΥΤΕΡΗ ΑΣΥΝΑΡΤΗΣΙΑ. ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ, ΠΡΑΓΜΑΤΙ, Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΑΥΤΗ ΣΕ ΜΙΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΕΦΕΡΕ ΜΕΓΑΛΑ ΟΦΕΛΗ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ.
«Επαναπατρισμός» της παραγωγής
Πελώρια κεφάλαια καθίστανται διαθέσιμα, καθώς οι κυβερνήσεις προσπαθούν να πείσουν επιχειρήσεις να εγκατασταθούν στις χώρες τους, ή πάλι να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σ’ αυτές. Στο α׳ τρίμηνο του 2022, εκτιμάται ότι επιχειρήσεις ανά τον πλούσιο κόσμο έλαβαν σχεδόν 40% περισσότερες επιχορηγήσεις απ’ ό,τι πριν από την πανδημία. Στο β׳ τρίμηνο της χρονιάς, οι ΗΠΑ δαπάνησαν 250 δισ. σε επιχορηγήσεις. Σύμφωνα με την ελβετική UBS, οι κυβερνήσεις επτά μεγάλων οικονομιών έχουν δεσμεύσει μέχρι και 400 δισ. δολάρια για τη βιομηχανία ημιαγωγών σε ορίζοντα 10ετίας. Από το 2020 και μετά, διάφορες κυβερνήσεις έχουν δεσμεύσει 1,3 τρισ. δολάρια για τη στήριξη επενδύσεων στον τομέα της καθαρής ενέργειας. Στις ΗΠΑ, οι δαπάνες για την άσκηση βιομηχανικής πολιτικής (σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας), μάλλον θα υστερούν αρκετά σε σύγκριση με τις αντίστοιχες της κομμουνιστικής Κίνας – όμως ήδη ανταγωνίζονται εκείνες της Γαλλίας. Στη Βρετανία το Εργατικό Κόμμα, αν κερδίσει την εξουσία, προτίθεται να χορηγήσει άφθονα δισ. σε πράσινες επιχορηγήσεις, που –λαμβανόμενες ως ποσοστό του ΑΕΠ– θα είναι σχεδόν δεκαπλάσιες από τις αμερικανικές.
Οι επιχειρήσεις, στο μεταξύ, ανταποκρίνονται στον άνεμο αυτό της πολιτικής που αλλάζει κατεύθυνση. Στις εκθέσεις αποτελεσμάτων τους, τα υψηλά στελέχη όλο και περισσότερο αναφέρονται σε «επαναπατρισμό» της παραγωγής. Άλλοι πάλι αναφέρουν ότι η παραγωγή τους δεν θα καλύπτει πλέον «ακριβόχρονες παραδόσεις», αλλά θα περιλαμβάνει «προληπτικά αποθέματα». Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι θα τηρούνται υψηλότερα αποθέματα, πρώτων υλών αλλά και τελικών προϊόντων, κατά τρόπον ώστε να μπορούν να διατηρήσουν τις εμπορικές ροές σε περίπτωση που λυγίζουν οι εφοδιαστικές αλυσίδες. Άλλες πάλι επιχειρήσεις εγκαταλείπουν την Κίνα. Οι επενδυτές εκτιμούν ότι θα υπάρξει και συνέχεια. Από την αρχή του 2022, η μέση τιμή των μετοχών αμερικανικών εταιρειών «που εκτιμάται ότι θα ωφεληθούν από πρόσθετες δαπάνες για υποδομές» σημείωσε αύξηση κατά 13% − και τούτο σε σύγκριση με την υποχώρηση κατά 9% στο σύνολο των αμερικανικών χρηματιστηρίων (σύμφωνα με στοιχεία της Goldman Sachs). Οι επενδυτές της Silicon Valley προσέρχονται ενθουσιωδώς […].
ΕΡΕΥΝΕΣ ΤΟΥ ΔΝΤ ΜΕΛΕΤΗΣΑΝ ΕΝΑΝ ΥΠΟΘΕΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΘΑ ΕΙΧΕ ΔΙΑΣΠΑΣΤΕΙ ΣΕ ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΗΓΕΤΕΣ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΙΝΑ. ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΑ, ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΡΟΪΟΝ ΘΑ ΚΑΤΕΛΗΓΕ ΚΑΤΑ 1% ΜΙΚΡΟΤΕΡΟ. ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΑ, 2% ΜΙΚΡΟΤΕΡΟ. ΑΛΛΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΜΙΛΟΥΝ ΓΙΑ ΕΠΙΠΤΩΣΗ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΠΟ 5%. ΘΑ ΗΤΑΝ ΣΑΝ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΝΑ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕ ΕΝΑ BREXIT.
Πολλοί ωφελημένοι, δισεκατομμύρια χαμένων
Πολλά στοιχεία αυτής της προσέγγισης οικονομικού πατριωτισμού ηχούν λογικά. Ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει με την επιδίωξη στιβαρότερων εφοδιαστικών αλυσίδων, με την ενίσχυση παραμελημένων περιοχών, με την αναδιάρθρωση των ενεργειακών υποδομών ή με την προβολή αντίστασης προς την Κίνα; «Για τη βιομηχανική πολιτική υπάρχουν σοβαρά θεωρητικά και οικονομικά θεμέλια» σύμφωνα με πρόσφατο άρθρο των Juhász/Lane/Rodrik του Χάρβαρντ. Οι πολιτικές αυτές θα έχουν πολλούς ωφελημένους – από τους επικεφαλής των επιχειρήσεων που θα εισπράξουν επιχορηγήσεις μέχρι τους μετόχους των εν λόγω εταιρειών, ή πάλι τις περιοχές όπου θα εγκατασταθούν νέες μονάδες.
Πλην όμως, οι πρωτοβουλίες οικονομικού πατριωτισμού θα δημιουργήσουν και δισεκατομμύρια χαμένων. Κάτω από την επιφάνεια της φαινομενικής λογικής της εν λόγω προσέγγισης συναντά κανείς μια βαθύτερη ασυναρτησία. Βασίζεται, πράγματι, η προσέγγιση αυτή σε μια ιδιαίτερα απαισιόδοξη ανάγνωση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, η οποία στην πράξη έφερε μεγάλα οφέλη στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου. Τα οφέλη της νέας προσέγγισης είναι αβέβαια – και τούτο στην καλύτερη των περιπτώσεων. Ταυτόχρονα, οι προσπάθειες οικονομικής αποσύνδεσης από την Κίνα θα είναι –στην καλύτερη των περιπτώσεων– αποσπασματικές. Αλλά και τα οφέλη των πράσινων επιχορηγήσεων, σε επίπεδο πάλης κατά της κλιματικής αλλαγής, είναι λιγότερο προφανή απ’ όσο ισχυρίζονται εκείνοι που προωθούν αυτή τη λογική.
Αντιθέτως, το κόστος τους είναι φανερό. Έρευνες του ΔΝΤ μελέτησαν έναν υποθετικό κόσμο που θα είχε διασπαστεί σε μπλοκ με ηγέτες την Αμερική και την Κίνα (με μερικές μόνον χώρες να παραμένουν αδέσμευτες). Βραχυπρόθεσμα, το παγκόσμιο προϊόν θα κατέληγε κατά 1% μικρότερο. μακροπρόθεσμα, 2% μικρότερο. Άλλες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για επίπτωση στο παγκόσμιο ΑΕΠ μεγαλύτερη από 5%. Θα ήταν σαν το σύνολο του κόσμου να αποφάσιζε ένα Brexit.
Η ιστορική μνήμη από περιόδους εφαρμογής βιομηχανικής πολιτικής δεν είναι ενθαρρυντική. Οι κυβερνήσεις θα σπαταλήσουν πολλά χρήματα – όχι και τόσο καλή ιδέα, άμα κανείς αναλογιστεί τις ανάγκες τόσο της υγείας όσο και των συντάξεων και θυμηθεί επιπροσθέτως τα μεγάλα ελλείμματα που ήδη υπάρχουν.
Οι κρυφές ζημίες που ήδη καταγράφονται
Άμα κανείς στηριχτεί σε μια ανάλυση από τις πλούσιες κυρίως χώρες, βρίσκει ότι ο οικονομικός πατριωτισμός θα χρειαστεί να παλέψει πολύ για να καταστήσει τις εφοδιαστικές αλυσίδες ανθεκτικές, ενώ είναι απίθανο να βοηθήσουν τις οικονομίες. Θεωρούμε ότι η νέα αυτή προσέγγιση πολιτικής δεν θα προσφέρει κάτι ουσιαστικό σε επίπεδο μείωσης των ανισοτήτων, όχι δε αρκετά σε επίπεδο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.
Και όμως: οι πιστοί των οικονομικών της αγοράς, αντιμέτωποι καθώς είναι με παρόμοια συμπεράσματα, βρίσκονται πλέον μπροστά σε ανηφορικό δρόμο. Όσο κι αν τα οφέλη του νέου οικονομικού μοντέλου είναι σημειακά και μερικού χαρακτήρα, είναι εύκολο να παρουσιαστούν και ως εκ τούτου καταλήγουν να ακούγονται ως ελκυστικά πολιτικά. Οι κυβερνήσεις ήδη καυχώνται για τις επιτυχίες των προγραμμάτων επιχορηγήσεων που εφαρμόζουν – από τη νέα μονάδα μπαταριών αυτοκινήτων της Tata στη Βρετανία (με αναφερόμενο κόστος 612 εκατ. δολάρια) ή το νέο εργοστάσιο παραγωγής τυπωμένων κυκλωμάτων στη Χοκάιντο (με δισ. δολάρια σε στήριξη από την ιαπωνική κυβέρνηση). Το κακό όμως που θα προκύψει –σε επίπεδο χαμηλότερων εισοδημάτων και μικρότερης αποτελεσματικότητας– θα είναι πιο διάχυτο, οπότε εύκολα θα παραμεριστεί.
Αυτή η κατάσταση δεν θα είναι μόνιμη. Με το να υπόσχονται πράγματα που δεν θα μπορούν να τηρήσουν, οι πολιτικοί χτίζουν προβλήματα. Στα επόμενα δέκα χρόνια, η Δύση θα παραμείνει χοντρικά εξαρτημένη όσο και τώρα από την Κίνα, ενώ δεν θα πάψει να παρουσιάζει τις ίδιες ανισότητες και να έχει το ίδιο αργή ανάπτυξη.
Και μετά; Θα επιμείνουν οι πολιτικοί στη βιομηχανική πολιτική, πιστεύοντας ότι η μόνη τους αδυναμία ήταν ότι δεν εφαρμόστηκε με αρκετό ενθουσιασμό;
©The Economist. Μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε από την Economia Media Α.Ε., έπειτα από ειδική άδεια. Το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο βρίσκεται στο www.economist.com