ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΣΑΓΚΑΗΣ
- 22.05.25 10:22

«Η πραγματοποιηθείσα τον παρελθόντα Οκτώβριον εις την Καντώνα διεθνής έκθεσις έδωσε την ευκαιρίαν να διαπισωθή, δια μίαν εισέτι φοράν, η πρόθεσις της Ερυθράς Κίνας όπως διαδραματίση “ρόλον πρωταγωνιστού” εις το παγκόσμιον εμπόριον, αλλά και η επιθυμία των χωρών της Δύσεως όπως επωφεληθούν των τεραστίων ευκαιριών, που προσφέρει το “άνοιγμα” της αχανούς κινεζικής αγοράς».
Είναι Δεκέμβριος του 1972, με την Πολιτιστική Επανάσταση να βρίσκεται ήδη στον έβδομο χρόνο της, με διακηρυγμένο στόχο «να ξεριζώσει τα υπολείμματα του καπιταλισμού στην κοινωνία». Σε εξέλιξη είναι, όμως, μια διαφορετική δυναμική, που επιδιώκει να ανασυγκροτήσει την κινεζική οικονομία, μετά τη δύσκολη περίοδο του «Μεγάλου Άλματος προς τα Eμπρός» που προηγήθηκε.
Σε διεθνές επίπεδο, ήδη από την προηγούμενη χρονιά, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας έχει γίνει δεκτή ως μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Τον Φεβρουάριο του 1972 Νίξον και Μάο αιφνιδιάζουν με την προσέγγιση των δύο χωρών. Τον δρόμο είχε ανοίξει, το προηγούμενο καλοκαίρι, η συνάντηση του Χένρι Κίσινγκερ με τον πρωθυπουργό Τσου Εν Λάι, τον μετριοπαθή πόλο στην ηγεσία του Κόμματος, που προσπαθούσε να ανορθώσει την οικονομία, συγκρουόμενος με τη «Συμμορία των Τεσσάρων».
Η διεθνής έκθεση της Καντόνας
Αξιοποιώντας την αντιπαλότητα με τη Σοβιετική Ένωση, καταφέρνει να προωθήσει την προσέγγιση με τις ΗΠΑ και δι’ αυτής το άνοιγμα στην παγκόσμια οικονομία. Στο πλαίσιο αυτό και η έκθεση στην Καντόνα, την οποία επισκέφθηκαν «άνω των 20.000 επιχειρηματιών από 100 χώρας», σύμφωνα με το άρθρο των Financial Times, «Η Λαϊκή Κίνα καθιστά ήδη έντονον την παρουσίαν της εις το διεθνές εμπόριον», που φιλοξενεί η Βιομηχανική Επιθεώρηση της εποχής. Σκοπός δεν είναι η προσέλκυση αγοραστών για τα προϊόντα, αλλά ένας «μειοδοτικός διαγωνισμός, ο οποίος αποβαίνει λίαν επωφελής δια την Κίναν, αφού οι εκπροσωπούμενοι εις την έκθεσιν της Καντώνος οίκοι, ή τα κράτη που μετέχουν αυτής, δεν διστάζουν να μειώσουν τας τιμάς των προσφερομένων προϊόντων, ώστε να τύχουν της προτιμήσεως των Κινέζων».
Η κινεζική παραγωγή είναι στα τάρταρα. Τον Φεβρουάριο του 1974, φιλοξενείται νέο άρθρο των Financial Times, υπό τον τίτλο «Η Λαϊκή Κίνα ενώπιον σοβαρών οικονομικών και εμπορικών προβλημάτων». Σε αυτό επισημαίνεται ότι το 1972 και το 1973 η γεωργική παραγωγή ήταν 10 εκατ. τόνους χαμηλότερη εκείνης του 1971. «Εξού και οι κυβερνώντες σήμερον την Λαϊκήν Κίναν αντιμετωπίζουν ήδη ένα σοβαρώτατον δίλημμα: Είναι δυνατόν να υιοθετηθή μια πλέον ριζοσπαστική οικονομική πολιτική, χωρίς να υπάρξουν αρνητικαί, επί της γεωργικής παραγωγής, επιπτώσεις;» Εντοπίζεται ένα δίλημμα «μεταξύ ελεγχόμενης αναπτύξεως και λαϊκών κινητοποιήσεων».
Νέοι αναπτυξιακοί προσανατολισμοί
Η πολιτική σύγκρουση κλιμακώνεται, με την τάση υπέρ του κεντρικού προγραμματισμού να επικρατεί. Τον Νοέμβριο του 1975, το νέο άρθρο των Financial Times που αναδημοσιεύει η Βιομηχανική έχει τίτλο «Νέοι προσανατολισμοί της αναπτυξιακής πολιτικής της κομμουνιστικής Κίνας». Επισημαίνει ότι, μιλώντας στην Εθνοσυνέλευση, ο Τσου δεσμεύτηκε ότι «η χώρα θα εξέλθει μέχρι του 1980 της παρούσης μεταβατικής φάσεως της αναπτύξεώς της και περί το 2000 θα ευρίσκεται μεταξύ των κυριωτέρων βιομηχανικών κρατών του κόσμου». Ο τόνος, δε, που επικράτησε «ήτο εμφανώς πραγματιστικός, και όχι δογματικός».
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΞΕΝΟΥΝ ΕΚΠΛΗΞΗ, ΚΑΘΩΣ «ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΠΟΥ Η ΝΕΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΙΝΑΣ ΕΚΑΝΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΙΝ ΤΗΣ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1978, Ο ΡΥΘΜΟΣ, ΜΕ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟΝ Η ΚΙΝΕΖΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ ΑΠΟΚΟΛΛΑΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ “ΓΡΑΜΜΗ” ΤΟΥ ΜΑΟ, ΕΠΙΤΑΧΥΝΕΤΑΙ ΣΥΝΕΧΩΣ». ΕΧΟΥΝ ΤΕΘΕΙ ΦΙΛΟΔΟΞΟΙ ΣΤΟΧΟΙ: «ΜΕΣΟΙ ΕΤΗΣΙΟΙ ΡΥΘΜΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ 4-5% ΣΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΙ 10% ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ, ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΙΣ 120 ΓΙΓΑΝΤΙΑΙΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1985». ΠΡΟΒΛΗΜΑ, ΟΜΩΣ, ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΟΤΙ «ΤΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΩΣ “ΝΕΦΕΛΩΔΗ”».
Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται «εις το πρόσθετον κύρος, που απέκτησαν προσφάτως η Κρατική Επιτροπή Προγραμματισμού και η Κρατική Επιτροπή Οικοδομήσεως». Επισημαίνεται ότι «ο μηχανισμός οικονομικής σχεδιάσεως εις την Κίναν έχει παρουσιάσει αξιόλογον βελτίωσιν κατά τα τελευταία έτη και η λειτουργία των αρμοδίων δια την συγκέντρωσιν στατιστικών στοιχείων υπηρεσιών είναι σήμερον καλλιτέρα από ό,τι προ δεκαετίας».
Άνοιγμα στη Δύση
Τον επόμενο χρόνο οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές Τον Φεβρουάριο πεθαίνει ο Τσου, έξι μήνες αργότερα ο Μάο, τον Οκτώβριο ηττάται η Συμμορία των Τεσσάρων και τελικά επικρατεί ο μεταρρυθμιστής Ντενγκ Σιαοπίνγκ. Τον Νοέμβριο του 1978, η Βιομηχανική φιλοξενεί αυτή τη φορά άρθρο του Economist, με τίτλο «Διευρύνεται το οικονομικόν άνοιγμα της Κίνας προς τον δυτικόν κόσμον».
Οι επαφές πλέον με τον υπόλοιπο κόσμο δεν περιορίζονται στην ετήσια έκθεση της Καντόνας. «Ομάδες εκπροσώπων βρετανικών, τεχνικών-κατασκευαστικών οίκων, ναυπηγείων, ηλεκτρονικών βιομηχανιών και ένα πλήθος τραπεζιτών, πωλητών αεροσκαφών, στελεχών εταιρειών πετρελαίου κ.τ.λ. από άλλες Δυτικές χώρες ευρίσκονται στην Κίνα, όπου πρόσφατα ταξίδευσε και μια υψηλού επιπέδου αντιπροσωπεία της ΕΟΚ».
Όλα αυτά δεν πρέπει να προξενούν έκπληξη, καθώς «από τότε που η νέα οικονομική πολιτική της Κίνας έκανε την εμφάνισίν της στις αρχές του έτους, ο ρυθμός, με τον οποίον η κινεζική ηγεσία αποκολλάται από την “γραμμή” του Μάο, επιταχύνεται συνεχώς». Έχουν τεθεί φιλόδοξοι στόχοι: «Μέσοι ετήσιοι ρυθμοί αναπτύξεως 4-5% στην γεωργία και 10% στη βιομηχανία, πραγματοποίησις 120 γιγαντιαίων επενδυτικών έργων μέχρι το 1985». Πρόβλημα, όμως, παραμένει ότι «τα στατιστικά στοιχεία στην Κίνα είναι κάπως “νεφελώδη”».
Μεταρρυθμίσεις
Για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών, το Πεκίνο προχωρά σε τολμηρά βήματα. Τον Δεκέμβριο του 1979 η Βιομηχανική φιλοξενεί to άρθρο των Financial Times «Κίνα: Πολιτικαί μεταρρυθμίσεις και νέοι οικονομικοί – αναπτυξιακοί προσανατολισμοί». Ξεκινά με την είδηση: «Στην επιθυμία της να παρουσιάση μια οικονομική “εικόνα” που θα εμπνεύση εμπιστοσύνη σε ξένους επενδυτάς, η Κίνα έκανε πριν λίγους μήνες μια πρωτοφανή χειρονομία: άνοιξε τα “λογιστικά βιβλία” της στον υπόλοιπο κόσμο!».
Επιπλέον, «νέοι εσωτερικοί νόμοι παρέχουν στους Κινέζους ασφάλεια έναντι της καταπιέσεως και των πολιτικών διώξεων, καθορίζοντας τα “αντεπαναστατικά εγκλήματα” και θέτοντας περιορισμούς στην κράτησιν-φυλάκισιν προσώπων που δεν έχουν περάσει από δίκη». Επιπλέον «οι εκλογικοί νόμοι επιτρέπουν ελεύθερες εκλογές για τα χαμηλότερα επίπεδα της κυβερνήσεως και αντικαθιστούν τις “επαναστατικές επιτροπές” –που πάντοτε περιβάλλονται από την υποψία ότι είναι κομματικά ανδρείκελα– με τοπικές κυβερνήσεις, των οποίων ηγούνται κυβερνήτες-έπαρχοι, νομάρχες και δήμαρχοι».
Ταυτόχρονα γίνεται κατανοητό ότι οι προηγούμενοι στόχοι είναι υπερβολικά φιλόδοξοι: «Η Κίνα έλαβε νέες αποφάσεις, βασισμένες στην αποδοτικώτερη δυνατή χρησιμοποίησιν των φυσικών και οικονομικών πόρων της, και διαμόρφωσε ένα σχέδιο εκσυγχρονισμού». Παράλληλα η Κίνα «για πρώτη φορά ανέλαβε την υποχρέωσιν να δεχθή ξένας επενδύσεις επί τη βάσει διεθνώς παραδεκτών αρχών» και γι’ αυτό «θέσπισε ένα νόμο, που ρυθμίζει τα της δημιουργίας και λειτουργίας κοινών επιχειρήσεων και που θα επιτρέψη σε ξένους επενδυτάς να μετάσχουν στην ιδιοκτησία βιομηχανιών της Κίνας».
Οι καπιταλιστές της Σαγκάης
Ακολουθούν αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό. Νέο άρθρο των Financial Times, τον Νοέμβριο του 1980, έχει τίτλο: «Οι “καπιταλισταί της Σανγκάης” στο προσκήνιο της κινεζικής οικονομίας». Ο υπότιτλος επισημαίνει: «Ύστερα από τριάντα χρόνια διωγμών, ταλαιπωριών και ταπεινώσεων, οι παλαιοί βιομήχανοι και έμποροι της Κίνας έπαυσαν πλέον να τελούν “υπό δυσμένεια”. Η μετα-μαοϊκή ηγεσία του Πεκίνου αξιοποιεί πάλι τις γνώσεις και ικανότητές της δια την οικονομικήν ανασυγκρότησιν της χώρας».
«Ιδιοκτήτες εργοστασίων και εμπορικών επιχειρήσεων κάποτε, τώρα αποτελούν συχνά “ομάδα κρούσεως” στις διαπραγματεύσεις των Κινέζων με ξένους επιχειρηματίες». Άλλοι πάλι «εγκατέλειψαν τη Σανγκάη με την εγκαθίδρυση του κομμουνιστικού καθεστώτος» και τώρα «είναι πάλι ευπρόσδεκτοι από τη νέα ρεαλιστική ηγεσία της Κίνας, που επιζητεί να αξιοποιήσει την πείρα και τα κεφάλαιά τους».
Το άρθρο αναφέρεται στο παράδειγμα του Τσενγκ Μινγκ Σανγκ, πρώην φαρμακοβιομήχανου, που κατά την περίοδο της Πολιτιστικής Επανάστασης είδε την περιουσία του να κατάσχεται, τον μισθό του να μειώνεται από 250 δολάρια σε 25 δολάρια, ώσπου τελικά φυλακίστηκε. Το 1978 αποκαταστάθηκε, πήρε πίσω τα χρήματά του, αλλά όχι το σπίτι του «στο οποίο διαμένουν τώρα οκτώ εργατικές οικογένειες». Δηλώνει πάντως ικανοποιημένος με την κατοικία που του έχει προσφερθεί από το κράτος και εκτιμά ότι στη Σαγκάη ζουν «16.000-17.000 πρώην καπιταλισταί».
Ο δρόμος, βέβαια, θα έχει σκαμπανεβάσματα. Τον Μάιο του 1981, νέο άρθρο των Financial Times κάνει λόγο για «παραπατήματα της πολιτικής προσελκύσεως ξένων επενδύσεων», καθώς «τα θεσπισθέντα κίνητρα δεν έχουν εξαλείψει τις επιφυλάξεις των Δυτικών επιχειρηματιών» και «η χαμηλή στάθμη του εργατικού δυναμικού, η ανεπαρκής οργάνωση των Ειδικών Οικονομικών Ζωνών κ.ά. δημιουργούν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία των ιδρυομένων στην Κίνα βιομηχανιών». Η χώρα, όμως, έχει εισέλθει σε μια πορεία χωρίς επιστροφή. Παρά τα πολιτικά πισωγυρίσματα, οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις θα συνεχιστούν, οδηγώντας τελικά στην ένταξη στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, το 2001.