Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΕΛΛΗΝΟΚΤΗΤΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΑΥΤΙΚΟΙ: ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΠΟΡΕΙΕΣ

Ελληνόκτητη ναυτιλία και Έλληνες ναυτικοί: Ανάγκη για παράλληλες πορείες
Σε μία εποχή σύνθετων προκλήσεων, οι δυνατότητες που προσφέρει η ενισχυμένη ελκυστικότητα του ναυτικού επαγγέλματος θα αξιοποιηθούν εφόσον υποστηριχθούν κατάλληλα από τα ενδιαφερόμενα μέρη, με μέτρα πολιτικής από την πλευρά της ναυτιλιακής διοίκησης, αλλά και με πολιτικές και συστήματα κινήτρων από την πλευρά των επιχειρήσεων.

Η πορεία της ελληνόκτητης ναυτιλίας στην κορυφή της παγκόσμιας ναυτιλιακής ιεραρχίας οφείλεται σε μια σειρά από παράγοντες, με βασικότερο τον ανθρώπινο. Tο ποιοτικό ανθρώπινο δυναμικό των ελληνόκτητων ναυτιλιακών επιχειρήσεων, τόσο στα πλοία, όσο και στα γραφεία, συνέβαλε καθοριστικά στην ανταγωνιστικότητα των ναυτιλιακών επιχειρήσεων μέσω της ανάπτυξης ασυναγώνιστης τεχνογνωσίας στη διαχείριση πλοίων και, ταυτόχρονα, τροφοδότησε τη ναυτιλιακή επιχειρηματικότητα. Στην ανάλυση που ακολουθεί, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο ανθρώπινο δυναμικό των πλοίων και στη συνεισφορά του στην ανάπτυξη του στόλου, αλλά και στη διατήρηση της ηγετικής θέσης του στο μέλλον.

Συμβολή στη διατηρήσιμη ανταγωνιστικότητα

Οι Έλληνες ναυτικοί, σε όλες τις φάσεις ανάπτυξης της ελληνόκτητης ναυτιλίας, ιδιαίτερα κατά τη μεταπολεμική περίοδο, αποτέλεσαν τον βασικό συντελεστή που συνέβαλλε στην ανταγωνιστικότητα των πλοίων. Οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις μπορούσαν να στηριχθούν σε ναυτικούς που ήταν προικισμένοι με ικανότητες, κρίση και ευφυΐα, αποτέλεσμα της πλούσιας άρρητης γνώσης που διέθεταν. Αυτή η άρρητη γνώση αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη τεχνογνωσίας διαχείρισης πλοίων, η οποία επέτρεπε στους ναυτικούς να καθιστούν ανταγωνιστικά ακόμα και πλοία μεγάλης ηλικίας που θα μπορούσαν να θεωρηθούν τεχνολογικά απαξιωμένα, όπως αυτά που διαχειρίζονταν πολλές νεοεισερχόμενες επιχειρήσεις κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες. 

Ακόμα και τα τελευταία χρόνια, οπότε το πρότυπο εισόδου στη ναυτιλία δεν είναι πλέον το ίδιο και η ανάπτυξη δεν στηρίζεται στον ίδιο βαθμό στην είσοδο νέων επιχειρήσεων στην αγορά, αλλά στην επέκταση του στόλων των επιχειρήσεων που ήδη λειτουργούν, τόσο μέσω νέων ναυπηγήσεων, όσο και μέσω της απόκτησης μεταχειρισμένων πλοίων, οι Έλληνες ναυτικοί συνεχίζουν να συμβάλλουν στην αποτελεσματική λειτουργία των πλοίων. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι στην πλειοψηφία των ελληνόκτητων πλοίων υπό ξένες σημαίες συνεχίζουν να απασχολούνται Έλληνες αξιωματικοί, παρά το υψηλότερο κόστος που δημιουργεί αυτή η επιλογή στις επιχειρήσεις.  

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΑΥΤΙΚΟΙ, ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΦΑΣΕΙΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΟΚΤΗΤΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ, ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ, ΑΠΟΤΕΛΕΣΑΝ ΤΟΝ ΒΑΣΙΚΟ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΠΟΥ ΣΥΝΕΒΑΛΛΕ ΣΤΗΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ. ΟΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΣΤΗΡΙΧΘΟΥΝ ΣΕ ΝΑΥΤΙΚΟΥΣ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΠΡΟΙΚΙΣΜΕΝΟΙ ΜΕ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ, ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΥΦΥΐΑ, ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΠΛΟΥΣΙΑΣ ΑΡΡΗΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΔΙΕΘΕΤΑΝ.

Η τάση συρρίκνωσης

Τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων ναυτικών και η υψηλή τεχνογνωσία διαχείρισης πλοίων που έχουν αναπτύξει συνδέονται με την παράδοση των ναυτότοπων, οι οποίοι αποτέλεσαν τη βασική πηγή προσφοράς ναυτεργατικού δυναμικού κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα. Η τεχνογνωσία αυτή μεταφέρθηκε από γενιά σε γενιά και μεταλαμπαδεύτηκε στους ναυτικούς από άλλες περιοχές που εισέρχονταν σταδιακά στο ναυτικό επάγγελμα. Έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980, παράλληλα με την αύξηση του αριθμού των πλοίων υπό ελληνική σημαία, αυξήθηκε ραγδαία και ο αριθμός των Ελλήνων ναυτικών. Η ταχύτατη ανάπτυξη του στόλου και η μη αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των Ελλήνων ναυτικών, οδηγεί στην οργανωμένη στροφή προς τα αλλοδαπά πληρώματα για τη στελέχωση των πλοίων. Κατά τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1980, όμως, οπότε και σημειώθηκε μεγάλης έντασης κρίση στις ναυλαγορές, στην απασχόληση αλλοδαπών ναυτικών οι επιχειρήσεις οδηγήθηκαν προκειμένου να υποκαταστήσουν τους Έλληνες ναυτικούς και να μειώσουν το λειτουργικό κόστος των πλοίων. Την περίοδο αυτή, λοιπόν, εγκαινιάστηκε μια τάση που καταγράφεται κυρίαρχη μέχρι τις μέρες μας, με αποτέλεσμα ο αριθμός των Ελλήνων ναυτικών να αποτελεί, με βάση την απογραφή του 2022, μόλις το 1/5 του αριθμού που απογράφηκαν το 1980.

Έλληνες και αλλοδαποί ναυτικοί σε ποντοπόρα πλοία υπό ελληνική σημαία και σε συμβεβλημένα με το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (1978-2022) με βάση τις απογραφές ναυτεργατικού δυναμικού.



Η τάση μείωσης του αριθμού των Ελλήνων ναυτικών, που ακολουθεί την αντίστοιχη του στόλου υπό ελληνική σημαία, δημιουργεί προκλήσεις για τις ελληνόκτητες ναυτιλιακές επιχειρήσεις, δεδομένου ότι δεν επηρεάζει μόνο τη στελέχωση των πλοίων τους, αλλά και των γραφείων από τα οποία γίνεται η διαχείρισή τους. Σημαντικό ποσοστό των εργαζόμενων στα γραφεία είναι πρώην ναυτικοί οι οποίοι, μετά από μια επιτυχημένη καριέρα στη θάλασσα, πολλές φορές στα πλοία της ίδιας εταιρείας, καταλαμβάνουν διοικητικές θέσεις για τις οποίες απαιτείται γνώση του πλοίου και των λειτουργιών του. 

Μπορεί η τάση να ανατραπεί;

Αυτό το χαρακτηριστικό των ελληνικών ναυτιλιακών επιχειρήσεων κάνει ακόμα περισσότερο επιτακτική την ανάγκη για διατήρηση και διεύρυνση της προσφοράς ναυτικής εργασίας στην Ελλάδα. Χωρίς επαρκή αριθμό ενεργών ναυτικών όχι μόνο δεν θα μπορούν να διοικηθούν τα πλοία υπό την ελληνική σημαία, αλλά δεν θα μπορούν να στελεχωθούν με έμπειρα στελέχη οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις για τα γραφεία στην ξηρά, με αποτέλεσμα, ο μηχανισμός μετάδοσης αλλά και αναπαραγωγής της γνώσης που αποτελεί τη βάση για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικής τεχνογνωσίας στη διαχείριση πλοίων να μην μπορεί να λειτουργήσει.

Οι επίσημες στατιστικές δεν δημιουργούν αισιοδοξία για τη διεύρυνση της προσφοράς ναυτικής εργασίας. Ωστόσο, ρωγμές στην εικόνα αυτή δημιουργούνται από την καταγραφή που έχει γίνει με βάση μεθοδολογία που έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο έρευνας για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής, που έχει ως αντικείμενο τη διερεύνηση των προοπτικών ανάπτυξης της ελληνικής αγοράς ναυτικής εργασίας. Τα δεδομένα που έχουν συλλεγεί σχετικά με τον αριθμό των σπουδαστών σε τμήματα ναυτικών ειδικοτήτων, τη συμμετοχή αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη ναυτική εργασία, τα εκδοθέντα ναυτικά φυλλάδια,  τις ναυτολογήσεις, αλλά και την ανεργία για την περίοδο 2000-2023, στοιχειοθετούν αύξηση του ενδιαφέροντος για το ναυτικό επάγγελμα.

ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1980 ΕΓΚΑΙΝΙΑΣΤΗΚΕ ΜΙΑ ΤΑΣΗ ΠΟΥ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΤΑΙ ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΜΕΧΡΙ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ, ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ Ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΜΟΛΙΣ ΤΟ 1/5 ΤΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ ΠΟΥ ΑΠΟΓΡΑΦΗΚΑΝ ΤΟ 1980. Η ΤΑΣΗ ΜΕΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΘΜΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΑΥΤΙΚΩΝ, ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΗ ΤΟΥ ΣΤΟΛΟΥ ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΛΛΗΝΟΚΤΗΤΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ, ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΜΟΝΟ ΤΗ ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ ΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ ΤΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ.

Με βάση τα ευρήματα της έρευνας, σε μεγάλο αριθμό Ελλήνων ναυτικών οι συνθήκες παρατεταμένης κρίσης των προηγούμενων χρόνων οδήγησαν στην ανάδειξη χαρακτηριστικών της ναυτικής εργασίας που την καθιστούν ελκυστική, καθώς, εκτός από υψηλή χρηματική αμοιβή και προοπτικές σταδιοδρομίας, προσφέρει ανθεκτικότητα και πολυμορφία στην απασχόληση. Το ναυτικό επάγγελμα ανέκαθεν ξεχώριζε με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά. Η ευελιξία που παρέχει ισχυροποιείται με τη χρήση των επίσημα θεσμοθετημένων εναλλακτικών λύσεων ναυτικής απασχόλησης που έχουν ως κύριο χαρακτηριστικό την κινητικότητα και το σχήμα πλοίο-θέση στην ξηρά-επιστροφή στο πλοίο. Σημαντικό στοιχείο που καταγράφεται στην έρευνα είναι και η διεύρυνση της δεξαμενής των υποψηφίων. 

Σε μία εποχή σύνθετων προκλήσεων, οι δυνατότητες που προσφέρει η ενισχυμένη ελκυστικότητα του ναυτικού επαγγέλματος θα αξιοποιηθούν εφόσον υποστηριχθούν κατάλληλα από τα ενδιαφερόμενα μέρη, με μέτρα πολιτικής από την πλευρά της ναυτιλιακής διοίκησης, αλλά και με πολιτικές και συστήματα κινήτρων από την πλευρά των επιχειρήσεων που θα ενισχύουν την ικανοποίηση από το επάγγελμα και θα οδηγούν στην αύξηση του ποσοστού διατήρησης σε αυτό.  

*Ο Γιάννης Θεοτοκάς είναι καθηγητής, πρόεδρος του Τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς, διευθυντής ΔΠΜΣ στη Διοίκηση στη Ναυτική Επιστήμη και Τεχνολογία. Η πλοίαρχος Χρύσα Τσαλίχη είναι εκπαιδευτικός δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και υποψήφια διδάκτωρ.



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ