Η ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΕΥΘΡΑΥΣΤΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
- 16.08.24 11:07
Όταν μια οικονομία συρρικνώνεται για δύο συνεχόμενα τρίμηνα, συχνά θεωρείται ότι βρίσκεται σε ύφεση. Οι υπεύθυνοι χάραξης της ευρωπαϊκής πολιτικής ελπίζουν, συμμετρικά, ότι δύο συνεχόμενα τρίμηνα ανάπτυξης θα είναι εξίσου αξιοσημείωτα. Τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν στις 14 Αυγούστου έδειξαν ότι, κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους, η οικονομία της ΕΕ αναπτύχθηκε κατά 0,3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Αν και αυτή η εξέλιξη δεν είναι τίποτα το ιδιαίτερο για τα αμερικανικά δεδομένα, μια τέτοια ανάπτυξη αποτελεί ανακούφιση μετά από περισσότερο από ένα χρόνο στασιμότητας.
Τα καλά νέα δεν σταματούν εδώ. Η απασχόληση αυξάνεται, αν και πιο αργά από ό,τι πριν. Η αύξηση των μισθών ξεπερνά επίσης τον πληθωρισμό, οδηγώντας σε άνοδο του βιοτικού επιπέδου. Στην Ολλανδία, η οποία διαθέτει τα πιο ενημερωμένα στοιχεία για την αγορά εργασίας στην ήπειρο, οι μισθοί που αποτέλεσαν αντικείμενο κεντρικών διαπραγματεύσεων αυξήθηκαν κατά 7% τον Ιούλιο, δηλαδή με διπλάσιο ρυθμό από τον πληθωρισμό. Οι μισθοί που διαπραγματεύονται τα συνδικάτα είναι ομοίως ισχυροί στη Γερμανία. Παρ’ όλα αυτά, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εξακολουθεί να αισθάνεται αρκετά σίγουρη ώστε να μειώσει τα επιτόκια τον Ιούνιο και αναμένεται να το πράξει ξανά τον Σεπτέμβριο.
Πρόσω ολοταχώς, λοιπόν; Όχι ακριβώς. Η ήπειρος αντιμετωπίζει μια σειρά από κινδύνους – οποιοσδήποτε από αυτούς θα μπορούσε να ανατρέψει την εικόνα. Ο πρώτος είναι ότι η ζήτηση δεν φαίνεται τόσο υγιής όσο δείχνουν τα στοιχεία ανάπτυξης, όπως προκύπτει από τα δεδομένα στον κατασκευαστικό κλάδο. Τα ενοίκια αυξάνονται σε πολλές από τις πιο ελκυστικές πόλεις της Ευρώπης: Η Αθήνα, το Βερολίνο και η Μαδρίτη σημειώνουν αύξηση της τάξης του 10% ετησίως, σημειώνει στην ανάλυσή του ο Economist. Συν τοις άλλοις, τα επιτόκια μειώνονται, γεγονός που αναμένεται να ενισχύσει τις τιμές των ακινήτων. Ωστόσο, η εμπιστοσύνη των κατασκευαστών κατοικιών είναι τώρα στο χαμηλότερο επίπεδο για φέτος, για λόγους που δεν είναι άμεσα σαφείς.
Η αύξηση των εισοδημάτων θα έπρεπε να έχει ενισχύσει την κατανάλωση. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, «δεν έχουμε ακόμη δει κάποια ουσιαστική ανάκαμψη της πραγματικής εγχώριας ζήτησης», παρατηρεί ο Clemente De Lucia της Deutsche Bank. Τα νοικοκυριά αποταμιεύουν ως επί το πλείστον τα πρόσθετα χρήματα σε λογαριασμούς, προσθέτει. Με την πάροδο του χρόνου, μια πιο «λιτή» αγορά εργασίας θα μπορούσε να μειώσει περαιτέρω την επιθυμία για δαπάνες. Όπως σημειώνει ο Davide Oneglia της εταιρείας συμβούλων Ts Lombard, οι προσλήψεις έχουν αποδυναμωθεί στις υπηρεσίες που δημιουργούνταν οι περισσότερες θέσεις εργασίας τα τελευταία χρόνια.
Οι κυβερνήσεις είναι απίθανο να στηρίξουν τη ζήτηση με επιπλέον δικές τους δαπάνες. Η Γερμανία για άλλη μια φορά δοκίμασε τα όρια των αντοχών της, εξαιτίας των νομικών περιπλοκών σχετικά με τους κανόνες ισοσκελισμένου προϋπολογισμού. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται, αλλά είναι πιθανό να καταλήξουν σε περικοπές δαπανών. Η Γαλλία και η Ιταλία, εν τω μεταξύ, βρίσκονται αμφότερες σε επίπεδο «υπερβολικού ελλείμματος», στο οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατατάσσει τους πιο κατάφωρους παραβάτες των κατευθυντήριων γραμμών της. Ως εκ τούτου, η δημοσιονομική πολιτική θα αποτελέσει τροχοπέδη για την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Η επόμενη ανησυχία αφορά μια μόνο χώρα: τη Γερμανία. Από το 2019 μέχρι σήμερα έχει αναπτυχθεί ελάχιστα. Οι εξαγωγές της μειώθηκαν κατά 4,4% τον Ιούνιο, σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, και οι έρευνες δείχνουν ότι έρχονται χειρότερα. Οι βιομηχανίες που δεν κατάφεραν να εκσυγχρονιστούν αντιμετωπίζουν τώρα μια μεγαλύτερη πρόκληση από την Κίνα, καθώς τα χαμηλού κόστους ηλεκτρικά οχήματα «ξεχύνονται» από τα εργοστάσιά της. Οι μακροπρόθεσμες προοπτικές της Γερμανίας είναι επίσης ανησυχητικές: εκτός από τη Λιθουανία, καμία άλλη χώρα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης δεν πρόκειται να χάσει περισσότερους εργαζόμενους λόγω συνταξιοδότησης, σε σχέση με τους νεοεισερχόμενους στο εργατικό δυναμικό. Η χώρα είναι αρκετά μεγάλη ώστε τα οικονομικά της προβλήματα να παρασύρουν και την ανάπτυξη της Ευρώπης.
Οι εμπορικοί εταίροι της Ευρώπη δεν θα σπεύσουν να τη σώσουν. Η αμερικανική ζήτηση, αν και αξιοζήλευτη, έχει αρχίσει να αποδυναμώνεται και η οικονομία της Κίνας βρίσκεται σε χαοτική κατάσταση, κάτι που οι αρμόδιοι αξιωματούχοι ελπίζουν να διορθώσουν με επιδοτήσεις στον κλάδο της μεταποίησης. Αν εκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ, οι εμπορικοί πόλεμοι -τόσο οι διατλαντικοί όσο και μεταξύ Αμερικής και Κίνας- θα επιδεινώσουν την κατάσταση. Η σύγκρουση της Ευρώπης με την Κίνα βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, καθώς η χώρα ετοιμάζεται να μηνύσει την ΕΕ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου για την αύξηση των δασμών στα ηλεκτρικά οχήματα.
Η Ευρώπη φαίνεται πως θα επιτύχει μια ήπια προσγείωση, ακόμη και αν η οικονομία της δεν κατάφερε να εκτοξευτεί. Ο πληθωρισμός έχει μειωθεί στο 2,5%, λίγο πάνω από το στόχο της ΕΚΤ, και η ήπειρος έχει απολαύσει δύο συνεχόμενα τρίμηνα ανάπτυξης. Αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ευρωζώνης θα ήταν φρόνιμο να μην παρασυρθούν από κάποιο αίσθημα αισιοδοξίας. Θα πρέπει πρώτα να ξεπεραστούν αρκετοί κίνδυνοι πριν αρχίσουν οι πανηγυρισμοί.
©The Economist. Μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε από την Economia Media Α.Ε., έπειτα από ειδική άδεια. Το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο βρίσκεται στο www.economist.com