Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΙΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ LSD

Η μεγάλη και σωτήρια επιστροφή του LSD
Φωτ. Igor Omilaev
Τα άκρως υποσχόμενα αποτελέσματα σε κλινικές δοκιμές για την αντιμετώπιση της αγχώδους διαταραχής, επαναφέρουν τη συζήτηση για την πιθανή αξία του ελεγχόμενου «ταξιδιού» με μη εθιστικές ουσίες στην καταπολέμηση των ψυχικών νοσημάτων.

Μία τυχαία ανακάλυψη του 1943 από τον βιοχημικό Άλμπερτ Χόφμαν, είχε σταθεί αρκετή για να οδηγήσει στο περίφημο και περιβόητο παραισθησιογόνο LSD.

Συνθέτοντας την ουσία με βάση έναν μύκητα, ο Χόφμαν γρήγορα συνειδητοποίησε ότι είχε στα χέρια του μία ουσία που προκαλούσε παραισθήσεις. Πολύ σύντομα, ψυχίατροι έσπευσαν να διερευνήσουν τις δυνατότητές του LSD και, μέσα σε μία δεκαετία, είχαν αποφανθεί ότι το ψυχεδελικό ήταν ασφαλές, μη εθιστικό και πιθανώς πολύτιμο για τη θεραπεία ψυχικών τραυμάτων, διαταραχών και όχι μόνο. Μερικοί ψυχίατροι της εποχής μάλιστα πραγματοποιούσαν συνεδρίες με ασθενείς υπό την επήρεια της ουσίας. Ωστόσο, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, το LSD έχασε την αίγλη του και έγινε συνώνυμο υπερβολών της υποκουλτούρας, ενώ η νομοθεσία περιόρισε αυστηρά την πρόσβαση σε αυτό. Τώρα, περισσότερα από 50 χρόνια μετά την απαγόρευσή του, η σύγχρονη έρευνα επαναφέρει το LSD στο προσκήνιο ως πιθανό θεραπευτικό εργαλείο για ψυχικές διαταραχές – από το άγχος και την κατάθλιψη μέχρι τον οξύ πόνο σε ασθενείς τελικού σταδίου.

Στο πλαίσιο του ανανεωμένου ενδιαφέροντος για τις «ψυχεδελικές» θεραπείες, δύο μικρές αλλά σημαντικές μελέτες έδειξαν ότι μία ή δύο συνεδρίες με LSD μπορούν να μειώσουν σημαντικά τα συμπτώματα γενικευμένου άγχους και μείζονος κατάθλιψης – με αποτελέσματα που διαρκούν μήνες. Ερευνητικές ομάδες εξετάζουν επίσης την πιθανή χρήση του LSD σε πιο σοβαρές ψυχικές διαταραχές.

Ο Μαουρίτσιο Φάβα, επικεφαλής του τμήματος ψυχιατρικής στο Massachusetts General Hospital και συν-συγγραφέας της μελέτης για το άγχος που χρησιμοποίησε το παράγωγο MM120, τονίζει ότι τα σημερινά φάρμακα για άγχος και κατάθλιψη έχουν συχνά περιορισμένη αποτελεσματικότητα ή ανεπιθύμητες παρενέργειες. Αντίθετα, το MM120 φαίνεται «πιο αποτελεσματικό και με πιο μακρά δράση», ενώ απαιτεί πολύ λιγότερες δόσεις.

Παρά τη νέα δυναμική, η έρευνα για το LSD παραμένει πιο αργή σε σχέση με άλλες ψυχεδελικές ουσίες όπως το MDMA και η ψιλοκυβίνη, που έχουν ήδη διανύσει μεγαλύτερο μέρος του «δρόμου προς την επανένταξη». Πρακτικά εμπόδια, όπως η μεγάλη διάρκεια ενός «ταξιδιού» με LSD, που απαιτεί αντίστοιχα πολύωρη παρακολούθηση από θεραπευτές, καθώς και η έλλειψη πρώτων υλών φαρμακευτικού επιπέδου επιβραδύνουν τις κλινικές δοκιμές. Αλλά το μεγαλύτερο εμπόδιο, σύμφωνα με ειδικούς, είναι το στίγμα. Το LSD πάσχει από «πρόβλημα branding», σχολίασε, μιλώντας στο National Geographic, ο Ντέιβιντ Όλσον από το Πανεπιστήμιο Davis της Καλιφόρνιας, καθώς οι περισσότεροι το συνδέουν ακόμη με μύθους και καταχρήσεις.

Στον εγκέφαλο, η ουσία επηρεάζει το σύστημα της σεροτονίνης και ενισχύει την ανάπτυξη νευρώνων, γεγονός που συνδέεται με καλύτερη μάθηση και μνήμη. Η εμπειρία μπορεί να είναι βαθιά θετική ή έντονα αρνητική, με συχνά φαινόμενα συναισθησίας – όπως το «βλέπει κανείς ήχους» ή να «ακούει χρώματα». Τι ακριβώς συμβαίνει στον εγκέφαλο παραμένει, ωστόσο, μυστήριο. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι οι εγκεφαλικές περιοχές λειτουργούν λιγότερο συγχρονισμένα, ενώ αλλαγές στη δραστηριότητα του προμετωπιαίου φλοιού και του θαλάμου υποδηλώνουν αυτό που πολλοί περιγράφουν ως «άνοιγμα των θυρών της αντίληψης».

Το LSD φαίνεται να αποδίδει ιδιαίτερα σε διαταραχές άγχους. Σε μελέτη 200 ασθενών με γενικευμένη αγχώδη διαταραχή, σχεδόν οι μισοί που έλαβαν υψηλές δόσεις MM120 κατέγραψαν ύφεση των συμπτωμάτων που «κρατούσε ακόμη» τρεις μήνες μετά. Ωστόσο οι ασθενείς που έλαβαν χαμηλότερες δόσεις κατέγραψαν πάνω-κάτω τα ίδια αποτελέσματα με την ομάδα που έλαβε placebo. Η δοσολογική διαφοροποίηση βοήθησε ποιοτικά την έρευνα στην διάκριση των αποτελεσμάτων, καθώς όλοι οι συμμετέχοντες εμφάνισαν κάποια ψυχεδελική επίδραση.

Άλλες ομάδες επιστημόνων εξετάζουν εκ νέου την προσέγγιση της μικροδοσολογίας, με έως τώρα αμφίβολα αποτελέσματα, αλλά και μια νέα εκδοχή του LSD χωρίς παραισθησιογόνα χαρακτηριστικά, γνωστή ως JRT. Στα πειραματικά μοντέλα, η ουσία προάγει την πλαστικότητα των νευρώνων και μειώνει συμπεριφορές που θυμίζουν το μοτίβο της κατάθλιψης, ανοίγοντας τον δρόμο για πιθανές θεραπείες χωρίς «ταξίδια» — κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για ασθενείς με σχιζοφρένεια, μετατραυματικό στρες ή άνοια.

Παραμένει, πάντως, ανοιχτό το ερώτημα αν η ψυχεδελική εμπειρία είναι απαραίτητη για τη θεραπεία ή αν μπορεί να παρακαμφθεί. Για πολλούς ειδικούς, το LSD κρύβει τεράστιες θεραπευτικές δυνατότητες. Το ερώτημα παραμένει αν η επιστήμη θα καταφέρει να το αποδεσμεύσει από τα στερεότυπα και τα βαρίδια του παρελθόντος και να το εντάξει στην κλασική ιατρική φαρέτρα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ