O «ΑΙΩΝΑΣ ΤΗΣ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗΣ» ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ;
- 24.09.25 12:05

«Επί χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση πίστευε ότι το οικονομικό της μέγεθος, με τους 450 εκατομμύρια καταναλωτές, της έδινε γεωπολιτική ισχύ και επιρροή στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις. Θα θυμόμαστε την εφετινή χρονιά ως τη χρονιά που αυτή η αυταπάτη κατέρρευσε».
Η εναρκτήρια φράση της συγκλονιστικής ομιλίας του Μάριο Ντράγκι στο Ρίμινι της Ιταλίας στις 22 Αυγούστου, στο πλαίσιο της ετήσιας συνάντησης του καθολικού κινήματος «Κοινωνία και Απελευθέρωση», έθεσε «τον δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων» σχετικά με το παρόν και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), όπως αποκαλύπτει και ο τίτλος της ομιλίας του: «Η Ευρώπη ανάμεσα στο σήμερα και στο αύριο». Ο Ντράγκι, προφανώς και ο ίδιος απελευθερωμένος πια, δεν μάσησε τα λόγια του για άλλη μία φορά – τώρα όμως σε μία συγκυρία πολύ ιδιαίτερη. Και τούτο καθώς έχει προηγηθεί ένα «πυκνό καλοκαίρι», κατά τη διάρκεια του οποίου συνέβησαν γεγονότα που μπορεί να αποδειχθούν κομβικά για την πορεία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, και πιο συγκεκριμένα η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, η συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ για τους δασμούς, και βέβαια η συνάντηση Τραμπ – Πούτιν στην Αλάσκα και η «μίνι-σύνοδος» Τραμπ, Ζελένσκι και ομάδας Ευρωπαίων ηγετών στον Λευκό Οίκο για το Ουκρανικό Ζήτημα.
Ο Ντράγκι ανέδειξε, μεταξύ άλλων, το ζήτημα του σκεπτικισμού που έχει ενισχυθεί στην Ευρώπη το τελευταίο διάστημα και αφορά, όπως ο ίδιος εκτιμά, την ικανότητά της να υπερασπιστεί τις αξίες της: δημοκρατία, ειρήνη, ελευθερία, ανεξαρτησία, κυριαρχία, ευημερία και δικαιοσύνη. Είναι αλήθεια ότι, παρά τα «μεγάλα λόγια» των πρώτων μηνών του έτους, ότι η ΕΕ είναι πλέον έτοιμη να αδράξει την ευκαιρία και να αντιμετωπίσει χρονίζοντα προβλήματα, η μάλλον ετεροβαρής συμφωνία που συμφώνησε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ τον περασμένο Ιούλιο στη Σκοτία έχει προκαλέσει μία αίσθηση ηττοπάθειας σε πολλούς κύκλους. Το αφήγημα που έχει προωθήσει η Κομισιόν, αλλά και συγκεκριμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες (ιδιαίτερα το Βερολίνο και η Ρώμη), είναι ότι το μη χείρον βέλτιστον επετεύχθη, και με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται μία σταθερότητα και προβλεψιμότητα για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον αστάθειας. Την ίδια στιγμή όμως, αν η ΕΕ δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί σε ένα πεδίο θεωρητικώς προνομιακό για την ίδια, τι σήματα εκπέμπει για άλλα ζητήματα προς διεθνείς παίκτες όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία ή η Ινδία;
Σε αυτό το πλαίσιο, δεν λείπουν οι αναλυτές που διερωτώνται ξεκάθαρα πλέον: Ποια Ευρώπη θέλουμε; Μία Ευρώπη που επιμένει να κινείται με επιφυλακτικά βήματα και επιλέγει απλά να κολακεύει τον Ντόναλντ Τραμπ για να εκμεταλλευθεί τον ναρκισσισμό του; Ή εκείνη που οραματίζεται και έχει περιγράψει ο Μάριο Ντράγκι στην περίφημη έκθεσή του για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα; Μάλιστα, ο γνωστός και ενίοτε προκλητικός στη σκέψη Σάιμον Νίξον, επί χρόνια βασικός αναλυτής της Wall Street Journal, δεν δίστασε να μιλήσει για τον κίνδυνο η Ευρώπη να περιπέσει στον δικό της «Αιώνα της Ταπείνωσης» (Century of Humiliation), όπως συνέβη με την Κίνα τον 19ο αιώνα.
Ο ΝΤΡΑΓΚΙ ΑΝΕΔΕΙΞΕ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΣΚΕΠΤΙΚΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΕΝΙΣΧΥΘΕΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΝΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΙ ΤΙΣ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ: ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΕΙΡΗΝΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ, ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ, ΕΥΗΜΕΡΙΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ. ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ ΟΤΙ, ΠΑΡΑ ΤΑ «ΜΕΓΑΛΑ ΛΟΓΙΑ» ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΜΗΝΩΝ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ, ΟΤΙ Η ΕΕ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΕΤΟΙΜΗ ΝΑ ΑΔΡΑΞΕΙ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕΙ ΧΡΟΝΙΖΟΝΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ, Η ΜΑΛΛΟΝ ΕΤΕΡΟΒΑΡΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟ ΠΡΟΕΔΡΟ ΝΤΟΝΑΛΝΤ ΤΡΑΜΠ ΤΟΝ ΠΕΡΑΣΜΕΝΟ ΙΟΥΛΙΟ ΣΤΗ ΣΚΟΤΙΑ ΕΧΕΙ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕΙ ΜΙΑ ΑΙΣΘΗΣΗ ΗΤΤΟΠΑΘΕΙΑΣ ΣΕ ΠΟΛΛΟΥΣ ΚΥΚΛΟΥΣ.
Η Φον ντερ Λάιεν στο στόχαστρο
Η κριτική σε πρακτικές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι βάσιμη και είναι δύσκολο να μην αντιληφθεί κανείς ότι η Φον ντερ Λάιεν, ως Γερμανίδα, δεν μπορεί εύκολα να αποτινάξει τον «ενσωματωμένο διατλαντισμό» που διακατέχει τη σκέψη και τη στάση σχεδόν κάθε Χριστιανοδημοκράτη Γερμανού πολιτικού. Ωστόσο, ακόμη και η Φον ντερ Λάιεν δεν λειτουργεί εν κενώ. Αν η στήριξη που είχε από τους «27» ήταν τόσο αναφανδόν υπέρ μίας πιο σκληρής στάσης στην υπόθεση των δασμών, δεν θα μπορούσε να την αγνοήσει. Αυτό όμως δεν συνέβη. Όπως δε έγραψε το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, στο μυαλό του Γερμανού καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς βρίσκεται και ένα σενάριο αντικατάστασης της Φον ντερ Λάιεν εν πορεία, προτείνοντάς της να μεταπηδήσει στη θέση του Προέδρου της Γερμανίας. Σε δημοσκόπηση μάλιστα που διενεργήθηκε για λογαριασμό της έγκυρης επιθεώρησης Le Grand Continent σε Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Πολωνία (χώρες που αποτελούν σχεδόν το 60% του πληθυσμού της ΕΕ) στις αρχές Σεπτεμβρίου, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων σε ποσοστό 60% θα επιθυμούσε την παραίτησή της.
Στην ομιλία της για την «Κατάσταση της Ένωσης» (State of the Union – SOTEU) στις 10 Σεπτεμβρίου στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επεδίωξε να στείλει ένα μήνυμα ενότητας για να αποκρούσει και τις επικρίσεις. «Η Ευρώπη είναι σε μία μάχη που αφορά στο μέλλον της. Είμαστε ένα σχέδιο ειρήνης, αλλά ο κόσμος σήμερα δεν συγχωρεί» σημείωσε, για να προσθέσει: «Μία νέα Ευρώπη πρέπει να αναδυθεί. Αυτή πρέπει να είναι η στιγμή της ανεξαρτησίας της Ευρώπης. Έχουμε το στομάχι να πολεμήσουμε ή θα μείνουμε στις διαφορές μας;» έθεσε το κρίσιμο ερώτημα.
Τα εμπόδια για το «μεγάλο βήμα»
Τούτη τη χρονική στιγμή, δύο στοιχεία δένουν τα χέρια της ΕΕ να προχωρήσει σε ριζοσπαστικές κινήσεις. Το πρώτο και σημαντικότερο είναι το μέλλον του πολέμου στην Ουκρανία. Το δεύτερο είναι ότι η ΕΕ αποτελείται, στην τρέχουσα συγκυρία, από αδύναμες εθνικές ηγεσίες που δεν μπορούν να σκεφθούν μακρόπνοα.
Όσο κι αν ορισμένοι επιδιώκουν να πείσουν για το αντίθετο, οι πολιτικές που ακολουθούν η ΕΕ και τα κράτη-μέλη της συνδέονται είτε άμεσα είτε έμμεσα με την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία. Και είναι τέτοια η εξάρτηση των Ευρωπαίων από τις Ηνωμένες Πολιτείες στον τομέα της ασφάλειας, που οδηγεί σε φαινόμενα μίας «μακάριας υποτέλειας». Οι αυτοταπεινωτικές κολακείες του νέου γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε προς τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Συμμαχίας στη Χάγη ξένισαν ακόμη και τους πιο επιεικείς παρατηρητές. Δυστυχώς, ανάλογη τακτική ακολούθησε και η πρόεδρος της Κομισιόν στη συνάντησή της με τον Τραμπ στη Σκοτία κατά την ανακοίνωση της συμφωνίας για τους δασμούς. Η πολυδιαφημισμένη αύξηση των αμυντικών δαπανών των νατοϊκών συμμάχων στο 5% του ΑΕΠ μοιάζει κομμένη και ραμμένη στα μέτρα των απαιτήσεων του Αμερικανού προέδρου, που με ικανοποίηση δέχεται τις αγορές πανάκριβων αμερικανικών οπλικών συστημάτων (π.χ. Patriot) από τους Ευρωπαίους, ώστε αυτά να σταλούν στην Ουκρανία.
Παράλληλα, ο κ. Τραμπ διατυμπανίζει ότι έλαβε δεσμεύσεις από τους Ευρωπαίους για τεράστιες αγορές ποσοτήτων υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά και ευρωπαϊκών επενδύσεων στις ΗΠΑ για τις οποίες δεσμεύεται –άγνωστο με ποια δικαιοδοσία– η Κομισιόν. Την ίδια στιγμή, η «συμμαχία των προθύμων» ομιλεί για αποστολή δυνάμεων στην Ουκρανία σε περίπτωση επίτευξης εκεχειρίας, αν και τα μέλη της είναι αποκλεισμένα από τον διμερή (στρατηγικό) διάλογο ΗΠΑ – Ρωσίας, ενώ χωρίς αμερικανική κάλυψη σε τομείς μείζονος σημασίας (όπως π.χ. σε θέματα πληροφοριών, αεροπορικής συνδρομής κ.ά.), η αποστολή Ευρωπαίων στρατιωτών μοιάζει ιδιαίτερα δύσκολη. Οι Ευρωπαίοι έχουν εστιάσει αποκλειστικά στο Ουκρανικό Ζήτημα, σε βαθμό που όλη η ενέργειά τους έχει εστιαστεί εκεί. Και την ίδια στιγμή, η κατάρριψη ρωσικών drones από νατοϊκά αεροσκάφη πάνω από το πολωνικό έδαφος στις αρχές Σεπτεμβρίου δείχνει πόσο ευαίσθητες είναι οι ισορροπίες στο μέτωπο αυτό.
Η κατάσταση καθίσταται ακόμη πιο δύσκολη εξαιτίας της αδυναμίας πολλών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η Γαλλία, η οποία αδυνατεί να βάλει σε θέση τα δημόσια οικονομικά της, το έλλειμμα και το χρέος της κινούνται εκτός ελέγχου και οι κυβερνήσεις (με τελευταία αυτή του Φρανσουά Μπαϊρού) πέφτουν. Αυτή η αστάθεια μειώνει ακόμη περισσότερο την επιρροή του Παρισιού και αποδυναμώνει τον Εμανουέλ Μακρόν. Η Γαλλία είναι μεν η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, αλλά λόγω των δημοσιονομικών της προβλημάτων δεν αποτελεί πηγή σταθερότητας, δεν μπορεί να ηγηθεί των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η ΕΕ, ενώ παράλληλα το πολιτικό χάος στο Παρίσι ενισχύει το ακροδεξιό κόμμα της Μαρίν Λεπέν.
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ ΑΚΟΜΗ ΠΙΟ ΔΥΣΚΟΛΗ ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΔΥΝΑΜΙΑΣ ΠΟΛΛΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ. ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟΤΕΡΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΓΑΛΛΙΑ, Η ΟΠΟΙΑ ΑΔΥΝΑΤΕΙ ΝΑ ΒΑΛΕΙ ΣΕ ΘΕΣΗ ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ, ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΕΚΤΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ (ΜΕ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΥΤΗ ΤΟΥ ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΜΠΑΪΡΟΥ) ΠΕΦΤΟΥΝ. Η ΓΑΛΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕΝ Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ, ΑΛΛΑ ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΠΗΓΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΗΓΗΘΕΙ ΤΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΑΝΑΓΚΗ Η ΕΕ.
Τα προβλήματα βέβαια δεν σταματούν εκεί. Στη Γερμανία, η συγκυβέρνηση του «μεγάλου συνασπισμού» Χριστιανοδημοκρατών–Σοσιαλδημοκρατών εμφανίζει αρρυθμίες και το «φθινόπωρο των μεταρρυθμίσεων» που έχει υποσχεθεί ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς ίσως καθυστερήσει πολύ. Στην Πολωνία, ο κεντροδεξιός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ έχει να αντιμετωπίσει τον νεοκλεγέντα πρόεδρο Κάρολ Ναβρόσκι, που απολαμβάνει και τη στήριξη του Ντόναλντ Τραμπ. Την ίδια στιγμή, οι ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις συνεχίζουν να ενισχύονται σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες.
Η ανάγκη της αλλαγής παραδείγματος
Το πρόβλημα που διαπιστώνει ο Ντράγκι, αλλά μοιάζουν να μην αντιλαμβάνονται στην ολότητά του οι ιθύνοντες των Βρυξελλών, είναι ότι η σημερινή ΕΕ ανήκει σε μία άλλη εποχή, η οποία έχει πια παρέλθει, όταν υπήρχε σεβασμός στους κανόνες. Σήμερα, είναι η στρατιωτική και οικονομική ισχύς που προστατεύουν τα εθνικά συμφέροντα. Ωστόσο, η οικονομική και εμπορική ισχύς της ΕΕ δεν είναι πλέον αρκετή στον νέο (ή μήπως παλιό;) κόσμο. Για να είναι η ΕΕ ηγέτης και όχι θεατής στην παγκόσμια πολιτική, οι θεσμοί και τα κράτη-μέλη της πρέπει, όπως τονίζει ο Ντράγκι, να κινηθούν προς νέες μορφές ολοκλήρωσης – κι όχι μόνο σε περιόδους κρίσης, αλλά ευρύτερα. Αυτό προϋποθέτει κοινό δανεισμό με προοπτική τις επενδύσεις σε τομείς όπως η ενέργεια, η άμυνα και η τεχνολογία, με παράλληλη ολοκλήρωση της Ενιαίας Αγοράς και διαμόρφωση στιβαρής ευρωπαϊκής βιομηχανικής πολιτικής. Η απλοποίηση των κανόνων και η απορρύθμιση για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας, στα οποία εστιάζει η σημερινή Κομισιόν, δεν θα είναι επαρκείς πρωτοβουλίες σε έναν κόσμο όπου οι ανταγωνιστές της είναι μεγάλες δυνάμεις που κινητοποιούν κομβικούς κρατικούς και δημόσιους πόρους.
*Ο Άγγελος Αλ. Αθανασόπουλος εργάζεται ως διευθυντής Τύπου στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) στις Βρυξέλλες. Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το κείμενο είναι προσωπικές.