Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ Η «ΚΡΙΣΗ ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑΣ» ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Τι μπορεί να σημαίνει η «κρίση κανονικότητας» στην οικονομία
Πηγή Thirdman / Pexels
Μπορεί να έχει επιτευχθεί μια νέα, θετική κανονικότητα, που φθάνει όμως στα όριά της και δημιουργεί συνθήκες νέας κρίσης; Μια παρουσίαση τις τριμηνιαίας έκθεσης του ΙΟΒΕ που πήρε χαρακτήρα στρογγυλής τραπέζης.

Χαρακτήρα συζήτησης μίνι-στρογγυλής τραπέζης για την πορεία και τις προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας έχει προσλάβει, πλέον η παρουσίαση της 3μηνιαίας Έκθεσης του ΙΟΒΕ. Ειδικά στην τωρινή φάση όπου η διαχείριση της οικονομίας έχει να κάνει τόσο με την παγκόσμια και ευρωπαϊκή βεβαιότητα, όσο και με τις αυτοπροκαλούμενες δικές μας αναταραχές (ΟΠΕΚΕΠΕ μετά τα Τέμπη, Προανακριτικές, Εξεταστικές και τα συμπαρομαρτούντα, σε φόντο ρευστοποίησης του πολιτικού/κομματικού σκηνικού), η Έκθεση ΙΟΒΕ για το β’ 3μηνο του 2025 αποτελούσε την ιδεώδη καλοκαιρινή προεισαγωγή (μαζί με τις ευχές διακοπών, «τα μπάνια του λαού» που πρέπει να γίνονται σεβαστά από την πολιτική τάξη κατά την σοφία Ανδρέα Παπανδρέου) στην ολική επαναφορά. Που θα ζήσουμε ως συζήτηση για την οικονομία με αφορμή την ΔΕΘ – φέτος νωρίς, αρχές Σεπτεμβρίου.

Έτσι λοιπόν, και ενώ η συνολική εικόνα που δόθηκε ήταν μια εικόνα ανήσυχης σταθερότητας – με προσδοκώμενο ρυθμό ανάπτυξης 2,2% για φέτος, ένα κλικ καλύτερο στο 2,4% για το 2026 – με την διεθνή αναταραχή/την «ζωή στον πλανήτη Τραμπ» να μην αναστατώνει μέχρι στιγμής τις αγορές, αλλά και την Ευρώπη (η οποία επηρεάζει αποφασιστικά…) να βγαίνει βαθμιαία από μια φάση υπερδιστακτικότητας, ζητήθηκε από τον Γενικό Διευθυντή του ΙΟΒΕ Νίκο Βέττα που παρουσιάζει παραδοσιακά την Έκθεση, αλλά και τον Πρόεδρο Γιάννη Ρέτσο να πουν «τι θα έκαναν αν είχαν στην διάθεσή τους τα πρωτογενή πλεονάσματα» ή πάντως ένα σεβαστό περιθώριο π.χ. 3 δις. Τα οποία, πλέον, σταθερά αποδίδει η δημοσιονομική διαχείριση – δηλαδή η πετυχημένη λειτουργία της ΑΑΔΕ, η ψηφιοποίηση, συν ο πληθωρισμός/η μη-τιμαριθμοποίηση της κλίμακας και η συγκράτηση ορισμένων κατηγοριών δαπανών. Εκεί, και αφού επιμελώς αρνήθηκαν αμφότεροι να «συμβουλεύσουν» εν όψει ΔΕΘ, ο Ν. Βέττας έδειξε προς την κατεύθυνση φορολογικών ελαφρύνσεων των μεσαίων εισοδημάτων της μισθωτής εργασίας: η επί χρόνια μη προσαρμογή των φορολογικών κλιμακίων παρά τα επαναλαμβανόμενα περάσματα υψηλών ρυθμών πληθωρισμού – μην παραβλέπουμε ότι φέτος κατορθώσαμε (Ιούνιος) να βρισκόμαστε στο 3,6% , με την Ευρωζώνη να έχει προσγειωθεί στο 2,3% δηλαδή δίπλα στον στόχο του 2%, και τούτο ενώ πέρσι βρισκόμασταν περίπου στον μέσο όρο ΕΕ, σ’ εμάς δε τον χορό της ακρίβειας δεν έσυραν πλέον π.χ. τα καύσιμα/η ενέργεια, αλλά οι υπηρεσίες και ιδίως τα νοίκια – έχει οδηγήσει αυτά τα εισοδήματα σε δυσανάλογα υψηλή φορολογική πίεση. Συνολικά, η μισθωτή εργασία στην Ελλάδα υπερ-πιέζεται, την στιγμή που εκείνες οι μορφές απασχόλησης που απαλλάσσουν από την φορολογική συμμόρφωση ευνοούνται. Απ’ εκεί και πέρα, κατά Ν. Βέττα υπάρχει περιθώριο για μετακίνηση πόρων σε επενδύσεις, αλλά και για στοχευμένες κοινωνικές δαπάνες όπως π.χ. η γενίκευση δωρεάν και ποιοτικής προσχολικής αγωγής, που και τις οικογένειες θα ελάφρυνε και την προσέλευση των γυναικών στο εργατικό δυναμικό θα επέτρεπε.

Συνολικά, δηλαδή, η πρόταση Βέττα θα ήταν για μέτρα στήριξης των βάθρων της ανάπτυξης. Από πλευράς Γ. Ρέτσου, υπήρξε μια αναγνώριση των πιέσεων της πολιτικής: ενώ δηλαδή ο ίδιος θα επέλεγε τον δρόμο της περαιτέρω φορολογικής ελάφρυνσης των επιχειρήσεων και της μείωσης του μη-μισθολογικού κόστους – που σε βάθος χρόνου θα απέδιδαν και σε αναπτυξιακούς ρυθμούς και σε καλύτερους μισθούς, αναγνώρισε την άμεση πολιτική πίεση – συνεπώς το αναπόφευκτο της επιδοματικής επιλογής…
Να σημειωθεί, πάντως, ότι όταν τέθηκε το ερώτημα μήπως θα ήταν λογικό/σκόπιμο να συγκρατηθούν τα ζωηρά πλέον πλεονάσματα – την ίδια μέρα γινόταν γνωστό π.χ. ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εγκαλεί την Ελλάδα για μη-μεταφορά στο φορολογικό της σύστημα των Οδηγιών για μειωμένους αν μη μηδενικούς συντελεστές ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης – βασικά είδη διατροφής, φάρμακα – και για ιδιαίτερο καθεστώς ΦΠΑ για τους μικρομεσαίους, ιδιαίτερα ο Ν. Βέττας, αλλά και ο Γ. Ρέτσος θεώρησαν ότι η επίτευξη των πρωτογενών πλεονασμάτων δεν θάπρεπε να εγκαταλειφθεί. Σε φάσεις παγκόσμιας αναταραχής όπως οι τωρινές (ακόμη κι αν οι κεφαλαιαγορές εφησυχάζουν) και με φόντο την μεγάλη περιπέτεια της Ελλάδας στις εν λόγω αγορές (αλλά και το συνεχιζόμενο overhang δημοσίου χρέους, όσο κι αν αυτό ψαλιδίζεται) «οφείλουμε και στις επόμενες γενιές» μια κάποια εξασφάλιση από σοκ. Εξασφάλιση που τα συνεχιζόμενα πρωτογενή πλεονάσματα την βοηθούν.

Ένα άλλο σημείο που είχε ενδιαφέρον, ήταν οι αναφορές στο συνεχιζόμενο αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Και τούτο παρά το γεγονός ότι εδώ και καιρό το φάσμα του «δίδυμου ελλείμματος» έχει εκλείψει με την μεγάλη δημοσιονομική διόρθωση, δηλαδή τα πρωτογενή πλεονάσματα. Εδώ, με πολύ προσεκτικό τρόπο ο Ν. Βέττας σημείωσε ότι μπορεί μεν να σταθεί κανείς στην ανακουφιστική παρατήρηση πως εξέλιπαν τα δίδυμα ελλείμματα που παρέσυραν τα χρόνια της κρίσης την χώρα σε βύθιση, πλην όμως η συνεχιζόμενη επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου/των τρεχουσών συναλλαγών μπορεί να δείχνει άλλες δομικές αδυναμίες «που θα πρέπει να μελετηθούν» προτού φέρουν εκπλήξεις.

Παρόντος του Γιάννη Ρέτσου με την τουριστική του εμπειρία, οι δημοσιογράφοι δεν έχασαν την ευκαιρία να ρωτήσουν πού οδηγείται ο κλάδος με την κάμψη για την οποία γίνεται λόγος μετά τα – πολλά – χρόνια συνεχούς ανόδου, ιδίως μάλιστα σε επίπεδο εισπράξεων. Η απάντηση ενδιαφέρουσα: η μεν φετεινή χρονιά, με λίγη τύχη, για αποκατάσταση των ζημιών σε αφίξεις στα νησιά, Σαντορίνη και διαφορετικά Μύκονος, από την στροφή σε year-round destinations της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, μπορεί να κρατηθεί στα περσινά επίπεδα. εν συνεχεία όμως, κάμψη το 2026 – και βλέπουμε. Ο λόγος; Μετά την οικονομική κρίση – και παρά την βύθιση της διετίας της πανδημίας – η Ελλάδα κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα ενδιαφέρον ποιοτικό τουριστικό προϊόν, αλλά και να το τιμολογήσει σωστά. Ήδη, από πέρσι, αυτή η ισορροπία έχει διαταραχθεί. Και αυτό, θα το δούμε μπροστά μας. Συγκρατημένη η τοποθέτηση Ρέτσου, αλλά με ουσία.

Πέραν τούτου, η στροφή από την παραδοσιακή ξενοδοχία στις μορφές βραχύχρονων μισθώσεων τύπου AirBnB έχει αλλοιώσει το ίδιο το τουριστικό προϊόν – και ιδίως έχει καταλήξει να δυσχεραίνει κάθε μέτρηση: πολλές υπηρεσίες παραμένουν κάτω από το ραντάρ… Και κάτι ακόμη: η επιτυχία να συνδεθεί π.χ. η πρωτογενής παραγωγή με τον τουρισμό (Ελληνική κουζίνα, νωπά εγχώρια προϊόντα) χτύπησε ταβάνι εδώ και χρόνια, με την προσφορά να μην παρακολουθεί πλέον την ζήτηση. Έτσι η διάχυση στην οικονομία συνάντησε όριο…

Πρότεινε ο Γιάννης Ρέτσος, σχετικά με την κατάσταση στον τουριστικό κλάδο την ενδιαφέρουσα διατύπωση/έννοια: «κρίση κανονικότητας». Δηλαδή, έχει μεν επιτευχθεί μια νέα/θετική κανονικότητα, που φθάνει στα όριά της – και δημιουργεί συνθήκες νέας κρίσης. Την ίδια αυτή πρόκληση, δηλαδή μιας κανονικότητας που έχει επιτευχθεί μεν από περιπέτειες και ισχυρές πιέσεις – οικονομικές και κοινωνικές – πλην όμως τώρα πορεύεται προς νέα κρίση, μπορεί να διαπιστώσουμε ότι ισχύει, «καθ’ οδόν προς την ΔΕΘ» και με το σύνολο της οικονομίας. Επισημάνεις όπως εκείνη για επανεμφάνιση πληθωριστικών πιέσεων που ήδη αναφέραμε, ή πάλι για υποχώρηση του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων που είχαμε πέρσι αρχίσει να γιορτάζουμε, χρειάζονται να μπουν στα «υπό παρακολούθηση»/watch list ως εκδοχές της κρίσης κανονικότητας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ