ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΕΝΟΣ ΓΝΩΣΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ
- 24.12.24 14:43
Η οικονομική κρίση των ετών 2008 και μετά, όπως και η κρίση της πανδημίας (2020-2023), αναπόφευκτα ανάδειξαν νέα ερωτήματα για την εξέλιξη της μεταποιητικής βιομηχανίας και τη βιομηχανική πολιτική. Γίνεται όλο και πιο φανερό ότι οι ρήξεις στην παγκοσμιοποίηση, λόγω συγκρούσεων ή συγκρουσιακών απειλών (Ουκρανία, Μέση Ανατολή, Κίνα κ.ά.), σε συνδυασμό με την τεχνολογική, στρατιωτική και αναπτυξιακή δυναμική νέων μεγάλων παικτών στην παγκόσμια οικονομία και την ανάδειξη των τεχνολογιών ΑΙ, δημιουργούν νέα ρίσκα και σχέσεις. ΗΠΑ, Ευρώπη και άλλες χώρες πιέζονται να επανεξετάσουν τις μεγάλες επιλογές τους για απελευθέρωση των αγορών, που κυριάρχησαν για δεκαετίες. Τόσο η πολιτική Μπάιντεν (με τον νόμο περί μείωσης του πληθωρισμού «Inflation Reduction Act»), όσο και οι επιλογές της Γερμανίας και της ΕΕ, με δεδομένους τους ισχνούς ρυθμούς μεγέθυνσης και άλλα προβλήματα (π.χ. τα χαρακτηριστικά προβλήματα της Volkswagen) εκκινούν από την ίδια διαπίστωση: τη σημασία μιας βιομηχανικής πολιτικής προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αποδυνάμωση της ανταγωνιστικότητας, να προσδιοριστούν κατάλληλα εργαλεία για την αντιμετώπιση των διεθνών ανακατατάξεων και απειλών, και να ενισχυθούν οι ικανότητες μετεξέλιξης που θα διασφαλίσουν τις διεθνείς ιεραρχίες δύναμης και θα ανακόψουν τις δυνάμεις που οδηγούν στην αμφισβήτησή τους. Στην ίδια γραμμή κινείται και η πρόσφατη έκθεση Ντράγκι.
Ελληνική οικονομία και βιομηχανία
Στην Ελλάδα, η οικονομική κρίση βρήκε τη μεταποίηση στο χαμηλότερο μεταπολεμικά επίπεδο ως τμήμα του ΑΕΠ (8,5% το 2008). Στη συνέχεια, μέχρι σήμερα, παρά την κρίση, το μερίδιο αυτό έδειξε μια σταθερότητα (8,7% το 2023). Στα χρόνια από το 1980 και μετά, σημειώνονται, πάντως, εκτεταμένες κλαδικές ανακατατάξεις στη μεταποίηση, αλλά και μια βελτίωση βασικών ποιοτικών σχέσεων σε ό,τι αφορά το μέγεθος των επιχειρήσεων, την εξαγωγική επίδοση, την τεχνολογική βάση και τους δείκτες ανταγωνιστικότητας. Γενικότερα, θα μπορούσε κανείς να διαπιστώσει μορφές βελτίωσης σε σύγκριση με το παρελθόν, αλλά και υστέρησης σε σύγκριση με την εξέλιξη άλλων χωρών, όπως και της ΕΕ συνολικά. Επίσης, η ενεργειακή κρίση οδήγησε στην ενίσχυση του βάρους της ενέργειας στο ΑΕΠ (από 2,3% το 2009 σε 4,5% το 2023).
ΒΙΩΣΙΜΗ ΚΑΙ «ΔΥΝΑΜΙΚΗ» ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΣΗΜΕΡΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΔΟΜΕΣ (ΜΕΓΕΘΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ, ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ, ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ, ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ Κ.Α.), ΠΟΥ ΝΑ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ, ΣΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΝΕΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ, ΣΤΑ ΝΕΑ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΜΟΡΦΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ. ΣΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΑΥΤΑ ΠΑΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΜΙΑΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ. ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΑΥΤΟΙ ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΑ. ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΜΕΣΟ- ΚΑΙ ΜΑΚΡΟ- ΠΡΟΘΕΣΜΑ ΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ, ΠΟΥ ΕΜΠΛΕΚΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ.
Οι μεγάλες μεταβολές που χαρακτήρισαν την ελληνική οικονομία από το 2009 μέχρι σήμερα εγείρουν σημαντικά ερωτήματα, που αφορούν και τη μελλοντική πορεία της, όπως:
- Πώς επηρεάζει η βιομηχανία την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, το ισοζύγιο πληρωμών, τη μεγέθυνση, την απασχόληση και τα εισοδήματα;
- Ποιες διασυνδέσεις και σχέσεις αναπτύσσονται μεταξύ βιομηχανίας και άλλων τομέων (υπηρεσίες, ακίνητη περιουσία, τουρισμός, δημόσιος τομέας κ.ά.);
- Τι σημαίνει η ισχνή παρουσία των κάπως μεγαλύτερων επιχειρήσεων στη βιομηχανία (μόνο 152 επιχειρήσεις με απασχόληση πάνω από 250 άτομα, στοιχεία 2021);
- Ποιες οι διασυνδέσεις της ελληνικής βιομηχανίας με την τεχνολογία και την παραγωγικότητα;
- Τι θέματα προκύπτουν για την εθνική ασφάλεια της χώρας;
- Γιατί η μεγάλη υποχώρηση και υστέρηση συγκριτικά με άλλες χώρες (π.χ. Ισπανία, Πορτογαλία κ.ά.) και ποια η σημασία τους;
- Πόσο ανθεκτική και ικανή να μετεξελιχθεί δυναμικά είναι η ελληνική βιομηχανία, μέσα σε συνεχώς μεταβαλλόμενους όρους, και τι μπορεί να κάνει η πολιτική γι’ αυτό;
Η συζήτηση για το παραγωγικό μοντέλο
Μιλώντας για βιομηχανική πολιτική, σκόπιμο είναι να διακρίνουμε δύο διαστάσεις: την εσωτερική διάρθρωση του βιομηχανικού τομέα (κλαδική διάρθρωση, ανταγωνιστική ικανότητα, μεγέθη βιομηχανικών επιχειρήσεων, τεχνολογικές επιλογές κ.ά.) και τη σχέση του με άλλους μεγάλους τομείς της οικονομίας (κυρίως τις υπηρεσίες και το κράτος). Τα ερωτήματα αυτά δίνουν συχνά αφορμή για μια συζήτηση που αναφέρεται σε ένα «νέο παραγωγικό μοντέλο». Η ανάγκη είναι προφανής, όμως το ερώτημα είναι λάθος. Σε μια Ελλάδα στην οποία η κυβερνητική οπτική περιορίζεται στον εκλογικό κύκλο, μια τέτοια αλλαγή δεν είναι ρεαλιστική. Καταρχάς, συνεπάγεται μια δύσκολη βασική προϋπόθεση: για να υπάρξουν σημαντικές αλλαγές στο παραγωγικό υπόδειγμα, πρέπει να προηγηθούν σημαντικές μεταβολές και προσαρμογές στο «υπόδειγμα διακυβέρνησης». «Αλλαγή παραγωγικού υποδείγματος» σημαίνει συνολική αλλαγή/ανατροπή σχέσεων και ισορροπιών, που απαιτούν πολύ μακρό χρονικό διάστημα, και συστηματικές και συνεκτικές πολιτικές στη διάρκεια αυτή, από κράτος και επιχειρήσεις.
Ιστορικά, αυτό αποδείχθηκε μια δύσκολη διαδικασία. Βιώσιμη και «δυναμική» βιομηχανία σήμερα σημαίνει ανταγωνιστικές επιχειρησιακές δομές (μέγεθος επιχειρήσεων, ικανότητα μετασχηματισμού, ανθεκτικότητα, αλλαγές στη διάρθρωση του κόστους και στην ποιότητα της παραγωγής, αποτελεσματικές υποστηρικτικές πολιτικές κ.ά.), που να αντιστοιχούν στις μεγάλες τεχνολογικές εξελίξεις, στις απαιτήσεις σε νέες γνώσεις, στα νέα παραγωγικά πρότυπα και τις μορφές παγκόσμιου ανταγωνισμού. Στα σημεία αυτά παίζεται το στοίχημα μιας αλλαγής υποδείγματος. Οι παράγοντες αυτοί δεν αλλάζουν βραχυπρόθεσμα. Αλλάζουν μεσο- και μακρο- πρόθεσμα με πολιτικές παρεμβάσεις, που εμπλέκουν περισσότερους πρωταγωνιστές. Όπως εύστοχα αναφέρεται στο άρθρο του Γ. Στούμπου «Το παραγωγικό μοντέλο σε διαλέγει, δεν το διαλέγεις» (Καθημερινή, 10 Νοεμβρίου 2024).
Επίσης, η βιομηχανική πολιτική δεν ταυτίζεται μόνο με σχέσεις παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. Σημασία έχει και τι παράγει μια οικονομία σε μια ανοικτή αγορά στην οποία οι εναλλαγές προϊόντων, παραγωγών, ζήτησης και πολιτικών είναι συνεχείς. Το μίγμα παραγωγής μιας οικονομίας, σε συνδυασμό με την παραγωγικότητα-ανταγωνιστικότητά της, καθορίζει αν θα προκύψει ικανοποιητική ή ισχνή μεγέθυνση, απασχόληση, μισθοί και εισοδήματα. Διαφορετικά, μπορεί να υπάρχει το φαινόμενο να εξελίσσονται ικανοποιητικά, ακόμα και να ανθούν, όσες επιχειρήσεις μπορούν, αλλά αυτό να συμβαίνει σε περιορισμένη, από μακροοικονομική άποψη, κλίμακα, και η οικονομία συνολικά να κινείται σε χαμηλή τροχιά ή και να κλονίζεται. Το χαρακτηριστικό αυτό κυριάρχησε στο έντονα ελλειμματικό εξωτερικό ισοζύγιο πληρωμών της χώρας πριν από το 2009, και έχει αρχίσει να παίρνει απειλητική μορφή και σήμερα.
Η μεγάλη εικόνα
Βιομηχανική πολιτική πέρα από κλαδικές και διαρθρωτικές επιλογές σημαίνει ένα ευρύτερο κλίμα αναζήτησης, παρακολούθησης και συνεχούς αξιοποίησης νέων στοιχείων που παίζουν ρόλο στην παραγωγή και στην αγορά, και ένα πολύμορφο σύστημα ενίσχυσης, δημιουργίας, προσαρμογής τεχνολογικών, επενδυτικών, θεσμικών, οικονομικών σχέσεων, που θα επηρεάζουν την κλαδική ανάπτυξη, το μέγεθος των επενδύσεων ή τις τεχνολογικές τροχιές. Η σχέση βιομηχανίας και υπηρεσιών καλύπτει, αναπόφευκτα, και τις σχέσεις με το κράτος. Η παραγωγικότητα του δημόσιου τομέα, η διαφθορά, ο τρόπος λειτουργίας του, οι πολιτικές συνολικά επηρεάζουν σε πολλά επίπεδα την όλη εξέλιξη κάθε τομέα − και της βιομηχανίας. Μια αποτελεσματική κρατική πολιτική έχει τη μορφή μιας «αλυσίδας αξίας» (value chain), όπου η επιτυχία του συνόλου καθορίζεται από την πληρότητα και την αποτελεσματικότητα όλων των στοιχείων της αλυσίδας των κρατικών πολιτικών.
Η θεώρηση αυτή σημαίνει ότι η εξέλιξη της βιομηχανίας καθορίζεται, επίσης, από τα κίνητρα και τις ευκαιρίες που προσφέρονται, ευνοούνται ή δημιουργούνται από κρατικές πολιτικές, όχι μόνο στη βιομηχανία, αλλά και σε άλλους τομείς (υπηρεσίες, ακίνητα, γαιοπρόσοδοι, συνεχείς παροχές νέων οικοδομικών προνομίων κ.ά.). Οι επιχειρήσεις αξιολογούν τις συγκριτικές ευκαιρίες σε μια οικονομία. Αν οι αποδόσεις σε κάποιο τομέα υπερτερούν, οι υπόλοιποι θα υστερήσουν. Πώς εξηγείται ότι το μερίδιο των 20 κλάδων της μεταποιητικής βιομηχανίας στο σύνολο των ξένων άμεσων επενδύσεων στη χώρα κινείται γύρω στο 17% έναντι 20,7% του κλάδου «αξιοποίηση ακινήτων» (μέσος όρος εισροών 2021-2023), ενώ το βάρος του κλάδου αυτού (real estate) αυξήθηκε από 13,2% (2008) στο 14,4% (2023);
ΤΟ ΜΕΙΓΜΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΣΕ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ-ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ, ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΑΝ ΘΑ ΠΡΟΚΥΨΕΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΗ Η ΙΣΧΝΗ ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ, ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ, ΜΙΣΘΟΙ ΚΑΙ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΑ. ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ, ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΝΑ ΕΞΕΛΙΣΣΟΝΤΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΤΙΚΑ, ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΘΟΥΝ, ΟΣΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΜΠΟΡΟΥΝ, ΑΛΛΑ ΑΥΤΟ ΝΑ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗ, ΑΠΟ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΨΗ, ΚΛΙΜΑΚΑ, ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΝΑ ΚΙΝΕΙΤΑΙ ΣΕ ΧΑΜΗΛΗ ΤΡΟΧΙΑ Η ΚΑΙ ΝΑ ΚΛΟΝΙΖΕΤΑΙ. ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ ΑΥΤΟ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣΕ ΣΤΟ ΕΝΤΟΝΑ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΙΚΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ 2009, ΚΑΙ ΕΧΕΙ ΑΡΧΙΣΕΙ ΝΑ ΠΑΙΡΝΕΙ ΑΠΕΙΛΗΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ.
Στη σημερινή φάση, η κλιματική αλλαγή προσθέτει μια κρίσιμη νέα διάσταση στον παραπάνω προβληματισμό. Η κλιματική αλλαγή, αναπόφευκτα, πιέζει ήδη για νέες σημαντικές τεχνολογικές ανατροπές στις διαδικασίες παραγωγής, στα προϊόντα, ακόμα και στη λογική της παραγωγής. Τα νέα αυτά πεδία θα συνδέονται με συγκριτικά πιο δυναμική ζήτηση και ολιγοπωλιακές μορφές οργάνωσης, και συνεπώς ικανοποιητικότερες αμοιβές, κέρδη και παραγωγικότητα, που συνιστούν κριτήρια επιτυχίας ή υστέρησης.
Για τη χώρα, μια (αποτελεσματική) βιομηχανική πολιτική αποτελεί το εργαλείο για να ξεφύγει από την παγίδα της ανταγωνιστικότητας μέσω χαμηλών μισθών, όπως σήμερα. Επιπλέον, αποτελεί και εργαλείο για να ξεφύγει από την παγίδα της εξυπηρέτησης ενός ογκώδους χρέους, που παρά τις ευνοϊκές παραχωρήσεις που μας έχουν δοθεί, απορροφά 2,9% του ΑΕΠ τον χρόνο (2024). Αποτελεσματική βιομηχανική πολιτική θα σημαίνει αποτελεσματική αναπτυξιακή πολιτική συνολικά. Το ερώτημα είναι πώς στην πράξη οικονομία και πολιτική μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικότερα από ό,τι στο παρελθόν.
*Ο Τάσος Γιαννίτσης είναι ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργός.
**Το κείμενο αυτό σχετίζεται με την εισήγηση του Τάσου Γιαννίτση στην παρουσίαση του βιβλίου του V. Couzi Η εκβιομηχάνιση της Ελλάδας (Εκδόσεις Κέρκυρα, 2024), στο ΣΕΒ στις 26 Νοεμβρίου 2024.