Η ΠΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΨΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ
- 28.08.24 10:28
Η μικρή εικόνα ως σύμπτωμα του μεγάλου προβλήματος: μετά από ανομβρία δύο και πλέον ετών, η τεχνητή λίμνη του Μόρνου – που επί 40 χρόνια τροφοδοτεί με νερό τα εκατομμύρια των κατοίκων της Αττικής – καταγράφει ανησυχητική πτώση της στάθμης της, σε βαθμό που τα ερείπια του άλλοτε βυθισμένου χωριού Κάλλιο έχουν πάψει να είναι υποβρύχια.
Αν συνεχιστούν οι χειμώνες των ελάχιστων βροχών, η Αττική θα έχει νερό μόλις για τέσσερα χρόνια, προειδοποίησε την Τρίτη το υπουργείο Περιβάλλοντος, ανακοινώνοντας πως η ΕΥΔΑΠ ενεργοποίησε γεωτρήσεις σε Αττική και Βοιωτία, επιστρατεύοντας παράλληλα την «κοιμισμένη» λίμνη Υλίκη σε μία προσπάθεια να αντιμετωπίσει τη λειψυδρία.
Η εικόνα στον Μόρνο ξυπνά μνήμες του 1993, που η στάθμη των υδάτων είχε και πάλι βρεθεί τόσο χαμηλά στη λεκάνη της περιοχής, όμως η τάση των τελευταίων ετών προμηνύει πως οι συνθήκες αυτή τη φορά μόνο θα χειροτερεύσουν. Μιλώντας πρόσφατα σε τηλεοπτικό σταθμό, ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ, Κίμων Χατζημπίρος, εξήγησε ότι η στάθμη έχει πέσει τόσο πολύ, που αρχίζει να παρεμποδίζεται η άντληση των υδάτων. «Αυτό σημαίνει ότι οι Αθηναίοι θα πρέπει να… μετακομίσουν», σχολίασε χαρακτηριστικά.
Στις ασκήσεις επί χάρτου της ΕΥΔΑΠ είναι ακόμα η εκτροπή νερού από τους ποταμούς που πέφτουν στη λίμνη των Κρεμαστών και η δημιουργία εργοστασίου αφαλάτωσης.
«Τα τελευταία δύο χρόνια η μείωση των βροχών και των χιονοπτώσεων έχει προκαλέσει μείωση στα υδατικά αποθέματα των ταμιευτήρων που τροφοδοτούν την Αττική. Ο ταμιευτήρας του Ευήνου μαζί με τον Μόρνο, τον Μαραθώνα και την Υλίκη αποτελούν τους τέσσερις ταμιευτήρες νερού που τροφοδοτούν την Αττική με περισσότερα από 400 εκατ. κυβικά μέτρα νερού τον χρόνο», σημειώνει στην ανακοίνωση του υπουργείου Περιβάλλοντος, υπογραμμίζοντας πως το υδροδοτικό σύστημα στην Αττική ήταν έτσι σχεδιασμένο ώστε τα αποθέματα των ταμιευτήρων να μη μειώνονται.
Ωστόσο τα αποθέματα μειώθηκαν και μάλιστα κατακόρυφα: από 1.158.127 εκατομμύρια κυβικά μέτρα (Αύγουστος 2022) σε 703.339 εκατομμύρια κυβικά μέτρα φέτος. Το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, χρησιμοποιώντας δεδομένα από τον ευρωπαϊκό δορυφόρο Sentinel-2, υπολόγισε πως στην ίδια περίοδο η συνολική έκταση της επιφάνειας της λίμνης Μόρνου ελλατώθηκε από 16,8 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε περίπου 12 τετραγωνικά χιλιόμετρα, παρουσιάζοντας μία συρρίκνωση 15% με 20% σε σχέση με το 2010.
Νερό από τα λύματα
ΥΠΕΝ και ΕΥΔΑΠ εξετάζουν ακόμα τη χρήση του νερού που προκύπτει από την επεξεργασία λυμάτων, τόσο για βιομηχανικές χρήσεις όσο και για άρδευση. Η μονάδα βιολογικού καθαρισμού στην Ψυττάλεια δέχεται σε καθημερινή βάση 700.000 κυβικά μέτρα λυμάτων, αλλά η ΕΥΔΑΠ δεν είχε εξετάσει, μέχρι σήμερα, το ενδεχόμενο επαναχρησιμοποίησης αυτού του νερού, εξαιτίας του υψηλότατου κόστους. Αποτέλεσμα, το νερό αυτό να καταλήγει στον Σαρωνικό. Στις μελλοντικές εγκαταστάσεις στην ανατολική Αττική ωστόσο θα υπάρχει πρόβλεψη για αξιοποίηση του νερού, μετά από τριτοβάθμιο καθαρισμό, στις καλλιέργειες.
Οσο για τα νησιά, που η εικόνα είναι ακόμα πιο σοβαρή και επιδεινώνεται από τον υπερτουρισμό και τον πολλαπλασιασμό της πολυτέλειας των πισίνων, οι αρχές βλέπουν σχεδόν ως μονόδρομο έργα αντλησιοταμίευσης και αφαλάτωσης, με πρώτες στη λίστα της δοκιμαζόμενες Κυκλάδες.
Τα φράγματα έχουν στεγνώσει σε Μύκονο, Σέριφο, Νάξο και Κύθνο. Σε άλλα νησιά, όπως στη Λέσβο, τη Λήμνο, τη Σάμο και τη Χίο, οι ντόπιοι αναγκάζονται και υπεραντλούν από γεωτρήσεις, φτάνοντας ακόμα και κάτω από τη στάθμη της θάλασσας.
Σίφνος και Λέρος έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για έναν μήνα, λόγω της λειψυδρίας ενώ στη Σαντορίνη ο υπερτουρισμός καθιστά τις προσπάθειες μάταιες, αφού το έργο αφαλάτωσης που είχε κατασκευαστεί με προοπτική 15ετίας, κάλυψε τις ανάγκες του νησιού μόνο για πέντε χρόνια, καθώς η κατανάλωση νερού υπερδιπλασιάστηκε μέσα σε δέκα χρόνια. Συνολικά στα νησιά του Αιγαίου λειτουργούν 57 μονάδες αφαλάτωσης, καλύπτοντας τις ανάγκες του 51% του πληθυσμού, που σε στρέφεται ακόμα στις λιγοστές επιφανειακές πηγές και σε υπόγειες λύσεις.
Μεσογειακό πρόβλημα, παγκόσμια ανησυχία
Η ραγδαία αύξηση της θερμοκρασίας σε παγκόσμια κλίμακα, με τον πλανήτη να σπάει κάθε ρεκόρ χρόνο με τον χρόνο, ανησυχεί διεθνώς τους επιστήμονες για τη διαθεσιμότητα των υδάτινων πόρων. Σύμφωνα με έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, στα νότια της Μεσογείου και πιο συγκεκριμένα στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή, βρίσκονται 15 από τις 20 χώρες παγκοσμίως με τα μεγαλύτερα επίπεδα λειψυδρίας.
Μελέτη του Κοινού Ερευνητικού Κέντρου της Κομισιόν διαπίστωνε τον Φεβρουάριο πως οι μεγάλες περίοδοι με θερμοκρασίες πάνω από τον μέσο όρο, σε συνδυασμό με τις λιγοστές βροχές, προκαλούν σοβαρές συνθήκες ξηρασίας στη Μεσόγειο επηρεάζοντας σημαντικά χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Μάλτα, το Μαρόκο, η Τυνησία και η Αλγερία. Προέβλεπε ακόμη (και επαληθεύτηκε) μια θερμότερη άνοιξη στην Ελλάδα, την Ιταλία, τα νησιά της Μεσογείου και τη βόρεια Αφρική, υπογραμμίζοντας την ανησυχία για τις επιπτώσεις στα αποθέματα του πόσιμου νερού, τη γεωργία, την παραγωγή ενέργειας και εν γένει τα οικοσυστήματα. «Μειώνονται οι μέρες βροχής και οι όποιες ποσότητες πέφτουν συχνότερα ως καταιγίδες, αλλά δεν αναπληρώνουν το έλλειμμα», δήλωνε τον Ιούλιο στην εφημερίδα «Καθημερινή» ο ερευνητής του Αστεροσκοπείου Αθηνών Σταύρος Ντάφης.
Σήμερα, περίπου 3,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι υπολογίζεται πως ζουν είτε σε άνυδρες περιοχές, είτε σε μέρη όπου σημειώνονται, εποχικά, ελλείψεις. Παρόμοιες και ενίοτε εξωφρενικές ειδήσεις καταφτάνουν από κάθε γωνιά του πλανήτη: την περασμένη άνοιξη Ισπανοί αξιωματούχοι κήρυξαν κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω ξηρασίας, πρωτοφανείς ελλείψεις νερού πλήττουν την Πόλη του Μεξικού, στη Σικελία το νερό πωλείται κυριολεκτικά στη μαύρη αγορά, στη Χιλή σημειώνονται κλοπές νερού από χωράφια και η Ζάμπια προειδοποιεί για εθνική καταστροφή.
«Είναι όλα συμπτώματα ενός κόσμου που αντιμετωπίζει αυτό που οι ειδικοί αποκαλούν κρίση νερού. Τουλάχιστον το 50% του πληθυσμού του πλανήτη – 4 δισεκατομμύρια άνθρωποι – αντιμετωπίζουν έλλειψη νερού τουλάχιστον ένα μήνα του χρόνου», σημειώνει ο ΟΗΕ, προειδοποιώντας ότι, μέχρι το 2025, περίπου 1,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν αυτό που ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας αποκαλεί «απόλυτη λειψυδρία».