Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΠΟΣΟ ΣΤΟΙΧΙΖΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ;

Πόσο στοιχίζει στην ελληνική οικονομία κλιματική κρίση;
Φωτ. Dominika Zarzycka/NurPhoto via Getty Images
«Η εντεινόμενη έκθεση της χώρας σε χρόνιους και οξείς κλιματικούς κινδύνους δεν αποτελεί μελλοντικό ενδεχόμενο, αλλά μια παρούσα πρόκληση με άνισες συνέπειες σε γεωγραφικό και κοινωνικό επίπεδο». Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα πρόσφατης συνθετικής έκθεσης του ΙΟΒΕ για τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στην ελληνική οικονομία. Η Οικονομική Επιθεώρηση ζήτησε από τον επικεφαλής της Μονάδας Περιβαλλοντικών Οικονομικών του ΙΟΒΕ να παρουσιάσει τα βασικά σημεία της έκθεσης, αλλά και τις ουσιαστικές δράσεις που προτείνει το Ίδρυμα για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο.

Η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια πραγματικότητα που διαμορφώνει ήδη τις συνθήκες ζωής, εργασίας και παραγωγής σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο. Ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι υψηλές θερμοκρασίες και οι έντονες βροχοπτώσεις, δοκιμάζουν τόσο τα φυσικά, όσο και τα ανθρώπινα οικοσυστήματα με επιπτώσεις στην παραγωγικότητα, στη δημόσια υγεία και γενικότερα στην ποιότητα ζωής. 

Παρά την παραπάνω δυσμενή εικόνα, η νέα αυτή πραγματικότητα δεν αποτελεί μονόδρομο απωλειών. Αντίθετα, η προσαρμογή στην αλλαγή του κλίματος και η ανάγκη για αποτελεσματικότερη διαχείριση φυσικών πόρων έχει δημιουργήσει σημαντικές αναπτυξιακές προοπτικές σε επιμέρους ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως η Δανία και η Φινλανδία. Αυτές οι χώρες κατατάσσονται σταθερά στις υψηλότερες θέσεις στον Δείκτη Οικοκαινοτομίας της ΕΕ27, ο οποίος αποτυπώνει την ικανότητα για ανάπτυξη και υιοθέτηση καινοτομιών με θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Η επιτυχής εμπορευματοποίηση τέτοιων καινοτομιών –από τεχνολογίες καθαρής ενέργειας και υλικά χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος έως λύσεις κυκλικής οικονομίας– ενισχύει την εξωστρέφεια, την ανταγωνιστικότητα και την ανθεκτικότητα της οικονομίας, συμβάλλοντας παράλληλα στη δημιουργία νέων αλυσίδων αξίας και θέσεων εργασίας, ιδιαίτερα σε τομείς έντασης γνώσης και πράσινης τεχνολογίας.

Το ερευνητικό έργο του ΙΟΒΕ στοχεύει ακριβώς στην αναγνώριση τομέων και κατευθύνσεων πολιτικής που μπορούν να αποφέρουν πολλαπλά οφέλη σημαντικής διάρκειας. Στο πλαίσιο αυτό, σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε δέσμη 6 μελετών, με την υποστήριξη της Πρωτοβουλίας ’21, χρηματοδότηση από τα Ιδρύματα Καπετάν Βασίλη και Κάρμεν Κωνσταντακόπουλου και Ιωάννη Σ. Λάτση, και τη συμβολή του Κέντρου Κλιματικής Αλλαγής και Βιωσιμότητας της Τράπεζας της Ελλάδος και της εταιρείας Accenture. Συνδυαστικός στόχος των μελετών είναι η ανάδειξη της σχέσης επιλεγμένων κλάδων της ελληνικής οικονομίας με την κλιματική αλλαγή, καθώς και εφικτών και αποδοτικών διαδρομών προσαρμογής.

ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΣΤΟ ΑΚΡΑΙΟ ΚΛΙΜΑΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ, ΑΝΑΜΕΝΕΤΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΓΙΑ ΥΓΕΙΑ, ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΟ ΚΙΝΔΥΝΟ. ΣΕ ΕΝΑ ΤΕΤΟΙΟ ΣΕΝΑΡΙΟ, ΚΑΙ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ΤΗ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΔΑΠΑΝΗΣ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, Η ΣΧΕΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΙΟΒΕ ΕΚΤΙΜΑ ΟΤΙ ΤΟ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΕΙΩΘΕΙ ΕΩΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ16 ΔΙΣ. ΕΥΡΩ ΕΤΗΣΙΩΣ, ΕΝΩ Η ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΝΑ ΣΥΡΡΙΚΝΩΘΕΙ ΚΑΤΑ 327.000. ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Νοικοκυριά υπό πίεση: Η νέα ενεργειακή φτώχεια

Ας ξεκινήσουμε από το σπίτι. Κυριολεκτικά. Η αύξηση των περιόδων με ακραίες θερμοκρασίες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους αυξάνουν σημαντικά τις ανάγκες για θέρμανση και ψύξη στα κτήρια. Ωστόσο, το χαμηλό επίπεδο ενεργειακής απόδοσης των κατοικιών στη χώρα, με δεδομένο ότι περίπου το μισό κτηριακό απόθεμα έχει κατασκευαστεί πριν από το 1980 και χαμηλές θερμομονωτικές προδιαγραφές, οδηγεί σε αυξημένη κατανάλωση ενέργειας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Αυτό μεταφράζεται σε μεγαλύτερες ενεργειακές δαπάνες, επιβαρύνοντας δυσανάλογα το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, ιδιαίτερα των πιο ευάλωτων.

Πέραν ωστόσο της αύξησης της δαπάνης για ενέργεια, η κλιματική αλλαγή ενδέχεται να επηρεάσει και τον τρόπο που κατανέμουν τα νοικοκυριά το διαθέσιμο εισόδημά τους. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο ακραίο κλιματικό σενάριο, αναμένεται σημαντική αύξηση των δαπανών για υγεία, καθώς και για την ασφάλιση της ιδιωτικής περιουσίας στον κλιματικό κίνδυνο.  

Σε ένα τέτοιο σενάριο, και λαμβάνοντας υπόψη τη διασύνδεση της καταναλωτικής δαπάνης με το σύνολο της οικονομίας, η σχετική μελέτη του ΙΟΒΕ εκτιμά ότι το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μπορεί να μειωθεί έως και κατά16 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ η απασχόληση να συρρικνωθεί κατά 327.000. θέσεις εργασίας. Οι επιπτώσεις αυτές δεν κατανέμονται ομοιόμορφα. Όπως συμβαίνει σε κάθε κρίση, οι πιο ευάλωτοι κινδυνεύουν περισσότερο. Χωρίς επενδύσεις σε ενεργειακή αποδοτικότητα και στοχευμένες παρεμβάσεις για μια δίκαιη πράσινη μετάβαση, η κλιματική πρόκληση μπορεί να μετατραπεί σε κρίση κοινωνικής συνοχής. Το στοίχημα είναι οι πολιτικές που θα υιοθετηθούν να μην επιτείνουν τις ανισότητες, αλλά να τις περιορίσουν, λειτουργώντας ως μοχλός κοινωνικής ευημερίας και ανθεκτικότητας.

Τουρισμός: Όταν ο ήλιος γίνεται απειλή

Ο τουρισμός είναι, ίσως, το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η τρέχουσα επιτυχία μπορεί να απειληθεί από τη μεταβολή στις κλιματικές συνθήκες. Η Ελλάδα βασίζεται στον καλοκαιρινό τουρισμό, αλλά οι παραδοσιακοί θερινοί προορισμοί, από τα νησιά μέχρι τη νότια Κρήτη, κινδυνεύουν να γίνουν ολοένα και λιγότερο φιλόξενοι όταν οι συνθήκες θα ξεπερνούν συγκεκριμένα επίπεδα κλιματικής άνεσης, επηρεάζοντας την τουριστική εμπειρία και, κατ’ επέκταση, τη βιωσιμότητα του τουριστικού προϊόντος. 

Η μελέτη του ΙΟΒΕ δείχνει πως, σε περίπτωση μείωσης της θερινής ζήτησης μέχρι και κατά 20%, η ελληνική οικονομία θα περιοριστεί κατά 2,2 δισ. ευρώ ετησίως χάνοντας περίπου 40.000 θέσεις εργασίας. Όμως υπάρχει ενδεχομένως αντίβαρο: καθώς η μέση θερμοκρασία αυξάνεται, οι υπόλοιπες εποχές γίνονται περισσότερο κατάλληλες για προσέλκυση του τουρισμού, υπό την προϋπόθεση ότι προχωράμε με ταχύτερους ρυθμούς σε επενδύσεις για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και την ενίσχυση εναλλακτικών μορφών. Σε μια τέτοια περίπτωση, όχι μόνο θα απορροφηθούν οι απώλειες της θερινής περιόδου, αλλά η ελληνική οικονομία μπορεί να κερδίζει επιπλέον 228 εκατ. ευρώ ΑΕΠ και 66.000 νέες θέσεις εργασίας.

Αγροτικός τομέας: Όταν η γη διψά ή πλημμυρίζει

Η προσαρμογή του πρωτογενούς τομέα στην κλιματική αλλαγή πρέπει να αποτελέσει πρωτεύοντα στόχο. Η διασφάλιση της επάρκειας τροφίμων σε συνθήκες αυξανόμενης γεωπολιτικής αστάθειας είναι κρίσιμη. Παράλληλα, η στήριξη του γεωργικού εισοδήματος είναι ζωτικής σημασίας: αν οι αγρότες εγκαταλείψουν τη δραστηριότητα, οι επιπτώσεις στην παραγωγή, στην κοινωνική συνοχή της υπαίθρου και στον εδαφικό ιστό θα είναι μη αναστρέψιμες. Επιπλέον, ο πρωτογενής τομέας βρίσκεται στο επίκεντρο των πιέσεων στο φυτικό και ζωικό κεφάλαιο – κατανάλωση νερού, ενέργειας, λιπάσματα και την απώλεια βιοποικιλότητας. 

Οι ακραίες καιρικές συνθήκες πλήττουν ήδη καλλιέργειες και κτηνοτροφικές μονάδες. Η κακοκαιρία «Daniel» αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κινδύνου. Σύμφωνα με έρευνα που εκπόνησε το ΙΟΒΕ σε συνεργασία με τη ΜΚΟ Humanity Greece στη Θεσσαλία, οι καταστροφές που προκάλεσε ο Daniel δεν περιορίζονται μόνο στη βραχυχρόνια απώλεια παραγωγής. Εκτείνονται σε βάθος δύο ή και τριών καλλιεργητικών περιόδων, λόγω των εκτεταμένων φθορών στις υποδομές και της διάβρωσης του εδάφους. Όπως ανέφεραν οι ίδιοι οι αγρότες, περίπου το 10% της γεωργικής γης ενδέχεται να μην καλλιεργηθεί ξανά, γεγονός που υπονομεύει σοβαρά τη μελλοντική παραγωγική δυναμική και τη βιωσιμότητα του πρωτογενούς τομέα στην περιοχή και στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Το ΙΟΒΕ υπολογίζει ότι οι ζημιές από την απώλεια σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο στην περιοχή της Θεσσαλίας δύναται να αφαιρέσει τουλάχιστον 1,4 δισ. ευρώ από το ΑΕΠ σε βάθος τριετίας με απώλειες 58.000 θέσεις εργασίας. Η απάντηση δεν μπορεί να περιοριστεί σε αποζημιώσεις − ιδίως όταν η αποτελεσματικότητά τους αμφισβητείται. Αντιθέτως, απαιτούνται επενδύσεις στην αγροτεχνολογία, στη διασύνδεση της έρευνας με την παραγωγή και γενικότερα στην εφαρμογή δράσεων που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα του τομέα ευρύτερα. 

Βιομηχανία: Η πράσινη μετάβαση ως ευκαιρία, όχι ως κόστος

Η βιομηχανία, ειδικά στους τομείς υψηλής ενεργειακής έντασης, επηρεάζεται σημαντικά από την πράσινη μετάβαση. Το υψηλό άμεσο και έμμεσο κόστος συμμόρφωσης απειλεί την ανταγωνιστικότητά της, ιδιαίτερα απέναντι σε χώρες με περισσότερο χαλαρά θεσμικά πρότυπα. Παρ’ όλ’ αυτά, και μέσα στο ιδιαίτερα πιεστικό θεσμικό περιβάλλον, υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες ανάπτυξης. Εάν η Ελλάδα επενδύσει στην παραγωγή ενδιάμεσων βιομηχανικών αγαθών που αξιοποιούνται στην πράσινη μετάβαση, τότε το ΑΕΠ μπορεί να αυξηθεί έως και 2,4 δισ. ευρώ ετησίως, με δημιουργία πάνω από 25.000 νέων θέσεων εργασίας. Η σημασία των παραπάνω γίνεται ακόμη πιο κρίσιμη εφόσον τέτοιες επενδύσεις κατευθυνθούν σε περιοχές που επηρεάζονται από τη απολιγνιτοποίηση (π.χ. Δυτική Μακεδονία). 

ΟΙ ΑΚΡΑΙΕΣ ΚΑΙΡΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΠΛΗΤΤΟΥΝ ΗΔΗ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ. Η ΚΑΚΟΚΑΙΡΙΑ «DANIEL» ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΕΡΕΥΝΑ ΠΟΥ ΕΚΠΟΝΗΣΕ ΤΟ ΙΟΒΕ ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΗ ΜΚΟ HUMANITY GREECE ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ, ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕ Ο DANIEL ΔΕΝ ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΑ ΑΠΩΛΕΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. ΕΚΤΕΙΝΟΝΤΑΙ ΣΕ ΒΑΘΟΣ ΔΥΟ Η ΚΑΙ ΤΡΙΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΔΩΝ, ΛΟΓΩ ΤΩΝ ΕΚΤΕΤΑΜΕΝΩΝ ΦΘΟΡΩΝ ΣΤΙΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ. ΟΠΩΣ ΑΝΕΦΕΡΑΝ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΟΙ ΑΓΡΟΤΕΣ, ΠΕΡΙΠΟΥ ΤΟ 10% ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΓΗΣ ΕΝΔΕΧΕΤΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΘΕΙ ΞΑΝΑ.

Χρηματοπιστωτικό και ασφαλιστικό Σύστημα: Μοχλός χρηματοδότησης και γραμμή άμυνας στην κλιματική κρίση

Τι κοινό έχουν όλοι οι κλάδοι που εξετάζει η μελέτη του ΙΟΒΕ σε σχέση με την κλιματική αλλαγή; Όλοι χρειάζονται χρηματοδότηση για να προσαρμοστούν. Όμως, όπως δείχνει η μελέτη, η ενσωμάτωση του κλιματικού κινδύνου στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα είναι ακόμη σε αρχικό στάδιο. Οι τράπεζες δεν έχουν ακόμη τα εργαλεία και τα δεδομένα που χρειάζονται για να αξιολογούν σωστά τους κινδύνους και να κατευθύνουν τις χρηματοδοτήσεις σε πιο ανθεκτικές και βιώσιμες δραστηριότητες.

Στην ασφάλιση, παρότι έχουν αυξηθεί τα συμβόλαια για κινδύνους από φυσικές καταστροφές, η πραγματικότητα είναι πως το μεγαλύτερο μέρος των αποζημιώσεων μετά από μια κλιματική καταστροφή στην Ελλάδα καλύπτεται ακόμα από το κράτος. Αυτό σημαίνει περισσότερη πίεση στον κρατικό προϋπολογισμό και καθυστερήσεις στην αποκατάσταση των ζημιών.

Τα επόμενα βήματα είναι κρίσιμα. Χρειάζονται καλύτερα δεδομένα, ώστε το τραπεζικό σύστημα να κατευθύνει τη χρηματοδότηση πιο στοχευμένα, υποστηρίζοντας την πράσινη μετάβαση και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Παράλληλα, η διεύρυνση της ασφαλιστικής βάσης μπορεί να μειώσει την πίεση στο δημόσιο και να επιταχύνει την ανάκαμψη μετά από φυσικές καταστροφές. 

Πράσινη επιχειρηματικότητα και καινοτομία: Το κλειδί για βιώσιμη ανάπτυξη

Κλειδί για τη μετατροπή της κλιματικής πρόκλησης σε αναπτυξιακή ευκαιρία είναι η ανάπτυξη της εμπορεύσιμης οικοκαινοτομίας. Η μελέτη σχετικών ευρωπαϊκών δεικτών καταδεικνύει πως η Ελλάδα υστερεί σημαντικά στην ανάπτυξη σχετικών εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών, παρά το σημαντικό πλήθος ερευνητικών ιδεών που αναπτύσσονται εγχωρίως. Η επιχειρηματικότητα εν γένει αντιμετωπίζει σημαντικά διαρθρωτικά προβλήματα, όπως περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, αδύναμους μηχανισμούς διασύνδεσης έρευνας και παραγωγής, καθώς και χαμηλό βαθμό διεθνοποίησης.

Παρ’ όλα αυτά, ο εγχώριος τομέας Περιβαλλοντικών Αγαθών και Υπηρεσιών συνεισφέρει περίπου 7,4 δισ. στο ΑΕΠ, υποστηρίζοντας πάνω από 165.000 θέσεις εργασίας στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. 

*Στην εκπόνηση των μελετών, την επιστημονική επιμέλεια των οποίων είχε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας, συμμετείχε σειρά ερευνητών του ΙΟΒΕ. Συμμετείχαν αλφαβητικά οι Svet Danchev, Κωνσταντίνα Αντωνοπούλου, Ιάσων Ζαβερδινός, Σύλβια Κουλούρη, Κώστας Κόντος, Γιώργος Λιόντος, Οδυσσέας Μάμαλης, Ειρήνη Νομικού-Λαζάρου, Ηλίας Ντεμιάν, Υακίνθη Πουντουράκη, Αρσένιος Πρελορέντζος, Σοφία Σταυράκη και Φωτεινή Στρουμπάκου.

*Ο Ηλίας Ντεμιάν είναι επικεφαλής της Μονάδας Περιβαλλοντικών Οικονομικών – Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) | Συντονιστής των ομάδων εξωτερικής παρακολούθησης του ευρωπαϊκού προγράμματος για το περιβάλλον LIFE για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και τις χώρες του Benelux.



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ