ΜΠΟΡΕΙ Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΝΑ ΛΥΣΕΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ ΣΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ;
- 19.06.25 11:23

Στην 50ή επέτειο του Συντάγματος της Μεταπολίτευσης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγγειλε ότι θα προχωρήσει στην πέμπτη από το 1975 αναθεώρηση του Συντάγματος. Η διαδικασία αναμένεται να ξεκινήσει στα τέλη του έτους και ήδη ο Πρωθυπουργός προανήγγειλε αλλαγές σε συγκεκριμένα άρθρα, που προφανώς δεν είναι η ολοκληρωμένη πρόταση της ΝΔ για την αναθεώρηση, διαγράφεται ωστόσο η πρόθεση της κυβέρνησης να συγκρουστεί με ορισμένα μεταπολιτευτικά ταμπού, όπως τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και η μονιμότητα στο δημόσιο, και να ενισχύσει το μεταρρυθμιστικό της προφίλ έναντι της αντιπολίτευσης. Η αναθεώρηση αναμένεται να μετατραπεί σε πεδίο μάχης, διότι σε ορισμένες από τις εξαγγελίες της κυβέρνησης δεν αντιδρούν μόνο τα κόμματα, αλλά και συνταγματολόγοι, επιστημονικοί φορείς και συνδικαλιστικές οργανώσεις, ενώ και σε πολιτικό επίπεδο οι συνθήκες δεν ευνοούν τη συναίνεση.
Οι κύριες θεματικές στις οποίες εστιάζει η κυβέρνηση αφορούν την Παιδεία, τη Δημόσια Διοίκηση, την ποινική ευθύνη των υπουργών και τον χωροταξικό σχεδιασμό. Επιπλέον, αναμένεται να ενταχθεί στο Σύνταγμα η αλλαγή του τρόπου επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης από τους ίδιους τους δικαστές, και ενδεχομένως η καθιέρωση μιας εξαετούς θητείας για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όπως είχε δηλώσει ο Κ. Μητσοτάκης στην τελευταία του συνάντηση με την Κατερίνα Σακελλαροπούλου στο Προεδρικό Μέγαρο.
Οι προωθούμενες αλλαγές
Για μια ακόμα φορά, σε συζήτηση για συνταγματική αναθεώρηση επανέρχεται το άρθρο 16. Η ΝΔ επαναφέρει την πρόταση για ίδρυση μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων, ενόσω το σχετικό νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας βρίσκεται προς εξέταση της συνταγματικότητάς του στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Το σκεπτικό της κυβέρνησης είναι πως η Ελλάδα, ως μοναδική χώρα στην ΕΕ που απαγορεύει ρητά τα ιδιωτικά ΑΕΙ, χάνει έδαφος στην παγκόσμια εκπαιδευτική αγορά και καθίσταται «παρίας της υφηλίου», όπως δήλωσε ο Γιώργος Γεραπετρίτης. Η πρόταση συνοδεύεται από το επιχείρημα ότι ο ανταγωνισμός θα αναβαθμίσει και τα δημόσια ιδρύματα. Στην αλλαγή του άρθρου 16 συμφωνεί και το ΠΑΣΟΚ υπό προϋποθέσεις. Ο Νίκος Ανδρουλάκης πιστεύει ότι πρέπει να υπάρχουν μη κρατικά μη κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια που να προάγουν την έρευνα, δίπλα σε καλά χρηματοδοτούμενα δημόσια Πανεπιστήμια. Και η Ζωή Κωνσταντοπούλου κινείται σε ένα παραπλήσιο σκεπτικό, ενώ αντιδράσεις έχουν καταγραφεί από τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, που επιμένουν ότι έτσι εμπορευματοποιείται η γνώση και υποβαθμίζεται ο δημόσιος χαρακτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης.
Η δεύτερη μεγάλη αλλαγή που προτείνεται αφορά το άρθρο 103 περί μονιμότητας στο Δημόσιο. Η κυβέρνηση σχεδιάζει να εισαγάγει ένα πιο ευέλικτο καθεστώς, που θα συνδέει τη μονιμότητα με την αξιολόγηση και ενδεχομένως τη δυνατότητα απομάκρυνσης δημοσίων υπαλλήλων σε περιπτώσεις αποδεδειγμένης ανεπάρκειας. Το μέτρο εντάσσεται στο ευρύτερο αφήγημα περί «αποτελεσματικού κράτους», ωστόσο υπάρχουν μεγάλες αντιδράσεις, το ΠΑΣΟΚ έχει ήδη πει «όχι» στην αναθεώρηση του συγκεκριμένου άρθρου και το ίδιο αναμένεται να κάνουν και τα υπόλοιπα κόμματα, ενώ συνδικαλιστικοί φορείς προειδοποιούν για αποδόμηση εργασιακών κεκτημένων και υποβάθμιση της ανεξαρτησίας της δημόσιας διοίκησης.
Η τρίτη αλλαγή αφορά το άρθρο 86 για την ποινική ευθύνη υπουργών, το οποίο έχει επικριθεί ότι καθιέρωσε για αυτούς ένα ιδιότυπο καθεστώς ασυλίας, αν και δεν ευθύνεται γι’ αυτό το ίδιο το άρθρο, αλλά η εφαρμογή του από το πολιτικό σύστημα. Η πρόταση της κυβέρνησης περιλαμβάνει αλλαγές που θα ευθυγραμμίσουν την ευθύνη των υπουργών με εκείνη των απλών πολιτών, ώστε να δικάζονται απευθείας από τον «φυσικό δικαστή» τους χωρίς μεσολάβηση προανακριτικών επιτροπών στη Βουλή.
ΣΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ Ο ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΣ ΚΑΛΕΙΤΑΙ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕΙ ΠΡΩΤΟΓΝΩΡΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ, ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ, ΑΛΛΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ Η ΒΑΘΙΑ ΑΞΙΑΚΗ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ Η ΔΥΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΕΚΛΟΓΗ ΤΡΑΜΠ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ Η ΡΑΓΔΑΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ. Η ΕΛΛΑΔΑ, ΣΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΕΚΔΟΧΗ ΤΗΣ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΘΕΤΗΜΕΝΗ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΙ ΤΙΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ.
Συγκλίσεις, αποκλίσεις και πολιτική συγκυρία
Αναθεώρηση δρομολογείται και για το άρθρο 24 σχετικά με τη χωροταξία και την προστασία του περιβάλλοντος. Η κυβέρνηση θέλει να εισαγάγει μεγαλύτερη ευελιξία στη δόμηση σε οικισμούς και τουριστικές ζώνες, κάτι που εκτιμάται ότι θα δώσει αναπτυξιακή ώθηση, ενώ η άλλη άποψη επικεντρώνεται στο κατά πόσο αυτή η ευελιξία μπορεί να υπονομεύσει την περιβαλλοντική προστασία, ειδικά σε μια εποχή έντονων οικολογικών πιέσεων. Ορισμένοι θεωρούν ότι η κυβέρνηση θέλει να θωρακίσει τον ΝΟΚ έναντι δικαστικών προσβολών.
Επίσης, στο πρωθυπουργικό περιβάλλον έχουν διατυπωθεί σκέψεις για εισαγωγή στο Σύνταγμα διάταξης που θα απαγορεύει να ξεπεράσει το δημοσιονομικό έλλειμμα το 3% και για σταθερό τετραετή εκλογικό κύκλο. Ο Κ. Μητσοτάκης έχει απορρίψει τη συνταγματική κατοχύρωση ενός εκλογικού συστήματος.
ΠΩΣ ΕΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟ-ΤΕΧΝΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΣΕΙ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΑ
Παρουσιάζοντας το πρόσφατο βιβλίο του, στο οποίο αναλύει και κρίνει στοιχεία για την κυβερνητική αποτελεσματικότητα,…
Η κυβέρνηση, ενώ επιδιώκει πολιτικές συγκλίσεις, κυρίως με το ΠΑΣΟΚ ώστε να συγκεντρώσει την αυξημένη πλειοψηφία των 180 βουλευτών, ταυτόχρονα επιτίθεται με σφοδρότητα στον Ν. Ανδρουλάκη δυσχεραίνοντας τη συναίνεση. Από την άλλη πλευρά, δέχεται κριτική ότι σε μια κορυφαία διαδικασία, όπως είναι η αναθεώρηση του Συντάγματος, κινείται με γνώμονα συγκυριακές ανάγκες και όχι την αίσθηση ιστορικού χρόνου. Το 2026, επομένως, όταν θα συζητηθούν οι αλλαγές στο Σύνταγμα, δεν θα είναι μόνο έτος πολιτικών εξελίξεων, καθώς θεωρείται από πολλούς προεκλογικό, αλλά θα είναι και ένα τεστ ωριμότητας για το πολιτικό σύστημα, απέναντι σε μια κοινωνία που έχει γίνει απαιτητική, ιδίως οι νεότερες γενιές.
Οι προηγούμενες αναθεωρήσεις (1975, 2001, 2008 και 2019)
Αυτή θα είναι η πέμπτη αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975. Η πρώτη, του 1986, εξέφρασε ένα πάγιο αίτημα για την κατάργηση των υπερεξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά ήταν και απόρροια της καχυποψίας που υπήρχε ανάμεσα στον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Το Σύνταγμα εφαρμόστηκε με συνέπεια και μετά την εναλλαγή των μεγάλων κομμάτων στην εξουσία το 1981. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου, κατά τη διάρκεια της θητείας τους στα ανώτατα αξιώματα, φρόντισαν να μην εκδηλωθούν πολιτειακές κρίσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν εθνικό διχασμό. Παράλληλα, όμως, όπως σημείωσε ο ομότιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ Σπύρος Φλογαῒτης, στο συνέδριο «50 χρόνια από το Σύνταγμα του 1975» που διοργάνωσαν ο Κύκλος Ιδεών, η διαΝΟΕσις και το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, «φτιάξαμε έναν πρωθυπουργό που δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο», με υπερβολική συγκέντρωση εξουσίας και απουσία ισχυρών θεσμικών αντίβαρων. Παρότι το Σύνταγμα του 1975 περιλάμβανε τέτοιους μηχανισμούς, πρόσθεσε, το πολιτικό σύστημα φρόντισε να τους απορρίψει με την πάροδο του χρόνου.
Η αναθεώρηση του 2001, ήταν η πιο συναινετική αναθεώρηση και η χρονικά εκτενέστερη μέχρι σήμερα, αφού ξεκίνησε το 1997 και στο ενδιάμεσο μεσολάβησαν οι εκλογές του 2000, στις οποίες επικράτησε ξανά το ΠΑΣΟΚ. Αναθεωρήθηκαν συνολικά 79 άρθρα, μεταξύ των οποίων ήταν η αναγνώριση νέων δικαιωμάτων, όπως η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ακόμα, υπήρξε η συνταγματική κατοχύρωση πέντε Ανεξάρτητων Αρχών, η πρόβλεψη αυστηρών προϋποθέσεων για την τροποποίηση του εκλογικού νόμου, η απαγόρευση κάθε επαγγελματικής απασχόλησης για τους βουλευτές, η θέσπιση νέου νομικού πλαισίου για την ποινική δίωξη μελών του υπουργικού συμβουλίου κ.ά.
Το 2008, η αναθεώρηση ήταν εξαιρετικά περιορισμένη, καθώς η ισχύς της κυβέρνησης ΝΔ είχε υποχωρήσει πολύ και ήταν φανερό ότι το ΠΑΣΟΚ θα κατακτούσε στις εκλογές την εξουσία. Ο Κώστας Καραμανλής είχε προτείνει το 2006, όταν ξεκίνησε η διαδικασία, μια πολύ φιλόδοξη ατζέντα, η οποία περιλάμβανε τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, την ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, την εναρμόνιση των διατάξεων για τα μέσα ενημέρωσης με τους κανόνες του Ευρωπαϊκού Δικαίου, τον περιορισμό της ασυλίας των βουλευτών. Το ΠΑΣΟΚ αποχώρησε από τη διαδικασία και στο τέλος μόνο 3 από τις 38 προτάσεις της ΝΔ συγκέντρωσαν τον απαραίτητο αριθμό των 180 βουλευτών.
ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΣΤΙΑΖΕΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ, ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ, ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ. ΕΠΙΠΛΕΟΝ, ΑΝΑΜΕΝΕΤΑΙ ΝΑ ΕΝΤΑΧΘΕΙ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΤΗΣ ΗΓΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΣΤΕΣ, ΚΑΙ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ Η ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΜΙΑΣ ΕΞΑΕΤΟΥΣ ΘΗΤΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΟΠΩΣ ΕΙΧΕ ΔΗΛΩΣΕΙ Ο Κ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ.
Η αναθεώρηση του 2019 ήταν η μοναδική που έγινε από δύο διαφορετικές κυβερνητικές πλειοψηφίες − ξεκίνησε με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ολοκληρώθηκε μετά τις εκλογές με κυβέρνηση ΝΔ. Στις διατάξεις που αναθεωρήθηκαν περιλαμβάνεται η αλλαγή του τρόπου εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας − συγκεκριμένα η πρόβλεψη ότι μπορεί να εκλεγεί στην τέταρτη και πέμπτη ψηφοφορία, με απόλυτη ή με σχετική πλειοψηφία αντιστοίχως, χωρίς να διαλύεται η Βουλή και να προκηρύσσονται εκλογές. Επίσης, δόθηκε δικαίωμα ψήφου στους απόδημους κ.ο.κ.
Μετάθεση της ευθύνης;
Τα τελευταία χρόνια, τα ίδια ζητήματα επανέρχονται συνεχώς στη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος, κάτι που σημαίνει ότι είτε ότι οι συνθήκες αργούν να ωριμάσουν είτε ότι το πολιτικό σύστημα δεν είναι αρκετά τολμηρό ώστε να προσχωρήσει σε αναγκαίες, αλλά ενδεχομένως μη δημοφιλείς μεταρρυθμίσεις. Επιπλέον, όσο πιο συχνά τίθεται το ερώτημα της αναθεώρησης, τόσο θα συνοδεύεται από το κλίμα ότι το Σύνταγμα είτε μπορεί να λύσει τα πολιτικά προβλήματα είτε τα προκαλεί το ίδιο. Στην πραγματικότητα αυτό συνιστά μια απόπειρα μετάθεσης των ευθυνών από τους πολιτικούς προς το Σύνταγμα, προκειμένου να καλυφθεί το έλλειμμα εμπιστοσύνης των πολιτών για το πολιτικό σύστημα που όλο βαθαίνει.
«Το πρόβλημα αυτής της χώρας δεν είναι το Σύνταγμα. Η αδράνεια, ο δισταγμός του νομοθέτη και η αποσπασματική νομοθέτηση, η διοίκηση με δομικές ελλείψεις που δεν δέχεται εύκολα τη λογοδοσία και την αξιολόγηση, καθώς και το πελατειακό κράτος είναι τα πραγματικά προβλήματα», επισήμανε η τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΘΕΣΜΟΙ, ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ: Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΑ
Ποιον ρόλο διαδραμάτισαν η οικονομική κρίση, η μη εφαρμογή των νόμων και η δημιουργία τετελεσμένων;…
Οι παραπάνω συμμετείχαν σε μια συζήτηση με αντικείμενο το ερώτημα αν χρειαζόμαστε την αναθεώρηση του Συντάγματος. Σε αυτή ο Ευάγγελος Βενιζέλος έθεσε ζήτημα συναίνεσης. «Για την αναθεώρηση του Συντάγματος, προϋπόθεση είναι η αναθεωρητική συναίνεση, δηλαδή αυξημένες πλειοψηφίες. Βλέπετε εσείς στην παρούσα συγκυρία, ή στη μελλοντική Βουλή, ότι είναι εύκολο να διαμορφωθούν αυξημένες πλειοψηφίες για την αναθεώρηση του Συντάγματος; Πρώτα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα αν είναι κυβερνήσιμος ο τόπος», είπε.
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης, αντιθέτως, εκτίμησε ότι υπάρχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις για τη συνταγματική αναθεώρηση. «Το Σύνταγμα φέρει στην Ελλάδα ένα βαρύ σημασιολογικό φορτίο», ανέφερε. Και πρόσθεσε ότι η υπερβολική έμφαση στο Σύνταγμα και η υπερδραματοποίησή του συντελεί στο να παραβλέπονται οι πραγματικές αιτίες των προβλημάτων και να επικρατεί η αντίληψη πως τα βαθιά δομικά προβλήματα της χώρας μπορούν να επιλυθούν μόνο μέσω του Συντάγματος.
Η περίοδος των 50 ετών που βρίσκεται σε ισχύ το Σύνταγμα του 1975 δεν είναι πρωτοφανής. Ίδια χρονική διάρκεια είχε και το Σύνταγμα του 1864, που ίσχυσε μέχρι το 1911. Όμως, στα πενήντα μεταπολιτευτικά χρόνια, το Σύνταγμα είχε συνέχεια, χωρίς να διαμορφώνονται συνθήκες διάρρηξής του, σε ένα σταθερό θεσμικό περιβάλλον. Το στοίχημα της σταθερότητας ήταν ανοιχτό το 1975, όταν, όπως εξήγησε ο Νίκος Αλιβιζάτος στο ίδιο συνέδριο, η αναθεωρητική Βουλή μετατράπηκε σε πεδίο μάχης ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και την αντιπολίτευση σχετικά με τις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας. Παράλληλα εξελίχθηκε μια εξίσου σημαντική σύγκρουση στο εσωτερικό της δεξιάς παράταξης ανάμεσα στη φιλοευρωπαϊκή δεξιά και στην οπισθοδρομική πλευρά της, η οποία παρέμεινε προσκολλημένη στην αντικομμουνιστική ιδεολογία της εποχής. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ηγήθηκε της φιλοευρωπαϊκής πλευράς, η οποία, τελικά, επικράτησε, ενώ ο Κωνσταντίνος Τσάτσος υπήρξε ο κρυφός ενορχηστρωτής της συντηρητικής, αντικομμουνιστικής προσέγγισης.
Πρωτόγνωρες προκλήσεις και «επαυξημένο σύνταγμα»
Στις σημερινές συνθήκες ο συνταγματικός νομοθέτης καλείται να αντιμετωπίσει πρωτόγνωρες προκλήσεις, που δεν σχετίζονται με το εσωτερικό, αλλά με το διεθνές περιβάλλον, όπως είναι η βαθιά αξιακή και στρατηγική κρίση που αντιμετωπίζει η Δύση μετά την επανεκλογή Τραμπ, αλλά και η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας. Η Ελλάδα, στη διάσταση ανάμεσα στην ευρωπαϊκή και την αμερικανική εκδοχή της φιλελεύθερης δημοκρατίας, είναι τοποθετημένη στο ευρωπαϊκό πλαίσιο και χρειάζεται να διεκδικήσει και να διασφαλίζει τις προϋποθέσεις της συνταγματικής της σταθερότητας.
«Αυτό», όπως επισήμανε ο Ευ. Βενιζέλος, «δεν σημαίνει απουσία διαφωνιών ή ακόμη και συγκρούσεων ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή του Συντάγματoς, ούτε απουσία παραβιάσεών του, αλλά ευρύτατη πολιτική και κοινωνική αποδοχή του Συντάγματος ως πλαισίου αναφοράς. Ως βάσης και ως κορυφής της εθνικής έννομης τάξης».
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΤΑ ΙΔΙΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΠΑΝΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΥΝΕΧΩΣ ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΕΙΤΕ ΟΤΙ ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΡΓΟΥΝ ΝΑ ΩΡΙΜΑΣΟΥΝ ΕΙΤΕ ΟΤΙ ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΑ ΤΟΛΜΗΡΟ ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΕΙ ΣΕ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ, ΑΛΛΑ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ ΜΗ ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ. ΕΠΙΠΛΕΟΝ, ΟΣΟ ΠΙΟ ΣΥΧΝΑ ΤΙΘΕΤΑΙ ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ, ΤΟΣΟ ΘΑ ΣΥΝΟΔΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΟΤΙ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΕΙΤΕ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΛΥΣΕΙ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΕΙΤΕ ΤΑ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΤΟ ΙΔΙΟ. ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΑΥΤΟ ΣΥΝΙΣΤΑ ΜΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΜΕΤΑΘΕΣΗΣ ΤΩΝ ΕΥΘΥΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ.
Η πολλαπλότητα των έννομων τάξεων, πρόσθεσε, είναι το πιο κρίσιμο πλέον θεωρητικό ζήτημα, υπαρξιακού χαρακτήρα, γιατί αφορά την ίδια την κυριαρχία του εθνικού κράτους, τη μετατροπή του σε «κράτος-μέλος», τη φύση και τα όρια της συντακτικής του εξουσίας, πρωτογενούς και αναθεωρητικής. Είναι όμως ταυτόχρονα και ένα ισχυρό κέλυφος διεθνούς και ενωσιακής προστασίας του εθνικού Συντάγματος και του ρυθμιστικού και εγγυητικού περιεχομένου του για τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Οι περιπτώσεις που το προστατευτικό περιεχόμενο του εθνικού Συντάγματος ενισχύεται μέσω της διεθνούς έννομης τάξης (κυρίως μέσω της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) και μέσω της έννομης τάξης της ΕΕ (όχι μόνο μέσω του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, αλλά και πολλών άλλων κανόνων του πρωτογενούς και του παραγώγου δικαίου) είναι συντριπτικά περισσότερες από τις περιπτώσεις που η διεκδίκηση της υπεροχής από το διεθνές ή το ενωσιακό δίκαιο ενδέχεται να μειώσει τις αποχρώσεις της προστασίας που παρέχει το εθνικό Σύνταγμα. Αρκεί να δούμε με πόσες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) διευρύνθηκε η προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων (δικαίωμα στη δίκαιη δίκη, θρησκευτική ελευθερία, προστασία προσωπικών δεδομένων, περιουσία, απόρρητο επικοινωνιών, ne bis in idem) και πόσες αποφάσεις των ίδιων δικαστηρίων ανάγκασαν τα ελληνικά δικαστήρια να υποχωρήσουν ως προς την προτεραιότητα εφαρμογής μιας εθνικής συνταγματικής πρόβλεψης (π.χ. άρθρο 14 παρ. 9 για τον βασικό μέτοχο). Αυτά τα ζητήματα είναι για τη ζωή των πολιτών πολύ πιο κρίσιμα από το αν οι θητείες του ΠτΔ, που εκλέγεται πλέον και με σχετική πλειοψηφία, θα είναι έως δύο πενταετείς ή μία εξαετής.
«Με τον τρόπο αυτό, δηλαδή πρακτικά με την εναρμονισμένη προς την ΕΣΔΑ και το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ερμηνεία, συγκροτείται αυτό που έχω προτείνει να ονομαστεί “επαυξημένο Σύνταγμα” (augmented constitution). Ένα εθνικό Σύνταγμα που αντί να φιλονικεί ερμηνευτικά με τις άλλες έννομες τάξεις, αφομοιώνει ερμηνευτικά τη συνεισφορά τους ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη προστασία της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Η συνταγματική υπόσχεση της Μεταπολίτευσης εκπληρώνεται μόνο μέσα από αυτή τη διεργασία, που διασφαλίζει την ποιότητα της φιλελεύθερης δημοκρατίας και τον διεθνή δικαστικό έλεγχο των συμπεριφορών (νομοθετικών, διοικητικών, δικαστικών) που την υποβαθμίζουν», υπογράμμισε ο Ευ. Βενιζέλος.