Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΜΠΟΡΕΙ ΜΙΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΗ ΕΠΑΝΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΤΕΡΕΟΤΕΡΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΥΡΙΟ;

Μπορεί μια νοσταλγική επανεπίσκεψη του παρελθόντος να βοηθήσει για μια στερεότερη θεμελίωση του αύριο;
Φωτ. ΑΠΕ-ΜΠΕ
Αν θέλει κανείς να σταθεί με κάποια ειλικρίνεια στο πέρασμα του Κώστα Σημίτη από τα δημόσια πράγματα, τότε επιβεβλημένο είναι να ξεκαθαριστεί τι απ’ όσα επεχείρησε να εκφράσει τιμάται σήμερα, υπό συνθήκες 2023, από τους επικαλούμενους την πολιτική του αύρα.

Υπάρχει στο «Τότε που ζούσαμε» του Ασημάκη Πανσέληνου, ένα βιβλίο όπου η μνήμη καλείται να λειτουργήσει και ως πράξη αντίστασης, ένα απόσπασμα που διερωτάται κανείς αν υπήρχε στον νου κάποιων απ’ όσους προσήλθαν στην διπλή εκδήλωση: τιμής στον Κώστα Σημίτη και μνήμης στην Μαριέττα Γιαννάκου. (Με κάπως σαν φόντο τις συζητήσεις στον Κύκλο Ιδεών του Βαγγέλη Βενιζέλου που έκαναν λόγο για την εγκατάσταση «πολιτικής ασυμμετρίας» στην δημόσια ζωή, η οποία έτσι στερείται από επεξεργασμένες και αποδεκτές λύσεις σε μια δύσκολη περίοδο).

Δείτε: «Εφόσον, αλήθεια δεν επικρατούν ακόμη οι ιδέες σου, μπορείς να είσαι αισιόδοξος. Δεν ήρθε η ώρα τους, λες. Όταν όμως επικρατήσουν και σου φαίνονται πια αγνώριστες, είναι κι αυτό, αλήθεια, ένας θάνατος». Προσπερνώντας την ένταση γραφής του Πανσέληνου – ήταν στην τομή του χρόνου που απετέλεσε η Χούντα, αλλά με αναγωγή στα πικρά, πλην ελπιδοφόρα, μεταπολεμικά χρόνια – μπορεί/πρέπει να αναρωτηθεί κανείς κατά πόσο μια νοσταλγική κατά βάσιν επίσκεψη στο παρελθόν, σε καταστάσεις βιωμένες από την ομήγυρη του «Ελληνικού Κόσμου» και του Μεγάλου Μουσικής, αλλά και από την ευρύτερη κοινή γνώμη, μπορεί να συμβάλει τώρα – σε τι; Σε μια στερεότυπη θεμελίωση του αύριο, ενός μέλλοντος απαιτητικού και συνάμα χαρακτηριζόμενου από όλο και ταχύτερους ρυθμούς και προκλήσεις. (Που, συνεπώς, οδηγεί σε προβληματισμό την διαπίστωση Βαγγέλη Βενιζέλου ότι η κοινωνία μπορεί να έχει καταστεί ολιγαρκής στις απαιτήσεις της από το πολιτικό σύστημα. Αυτή η φάση μειωμένων προσδοκιών ενδεχομένως λειτουργεί βολικά για το ίδιο το πολιτικό σύστημα, όμως για την αντιμετώπιση των εντεινόμενων προβλημάτων σαφώς αρνητικά καταλήγει).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ: ΣΗΜΕΡΑ ΖΟΥΜΕ ΣΕ ΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΣΤΙΛ

Η Οικονομική Επιθεώρηση συνάντησε τον πρώην Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης σε μια κρίσιμη συγκυρία, εν μέσω…

Έτσι, μένει ασφαλώς ως «καταστάλαγμα» της παρουσίας και της δημόσιας κατάθεσης του Κώστα Σημίτη η αναφορά του σε «δυο λέξεις-κλειδιά: το σχέδιο και την συγκυρία». Αναφορά που του έδωσε την ευκαιρία να συνδυάσει με το «δεν προχωράς χωρίς σχέδιο, χωρίς στόχο και πρόγραμμα υλοποίησης» – η κλασική εικόνα Σημίτη! Αυτό όμως συμπληρωνόταν με την προσεκτική αναγνώριση: «Στις αλλαγές υπάρχουν αντιστάσεις. Είναι βαθιά πεποίθησή μου, όμως, πως με προσπάθεια λύνονται προβλήματα». Στην ευφρόσυνη διάθεση της ημέρας, αυτό ασφαλώς παρέπεμπε στην εισδοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη (με όχι-ακριβώς-πλήρη προσαρμογή) και στην ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ (παρά την καταψήφιση του Σχεδίου Ανάν), ενδεχομένως και στην διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων (της εξωστρέφειας και της μη-αναμενόμενης επιτυχίας). Όμως…

…Όμως όποιος παρατηρούσε λίγο πιο προσεκτικά την αίθουσα, θα έβλεπε την ισχυρών συμβολισμών φιγούρα του Γιάννη Σπράου. Ο οποίος, στα 97 του και σε αμαξίδιο, δεν έπαψε να υπενθυμίζει την κορυφαία στιγμή της εποχής Σημίτη σε κατεύθυνση πρόβλεψης-και-πρότασης. Περισσότερο κι από το Ασφαλιστικό Γιαννίτση, ή κι από την συνεισφορά Σπράου στην σταθεροποίηση Σημίτη του 1985-87, η Έκθεση Σπράου είναι που είχε δείξει – έγκαιρα , ουσιαστικά – πώς η Ελληνική οικονομία πορευόταν με σταθερή πορεία προς την ξέρα. Η Ελληνική οικονομία, η Ελληνική κοινωνία προπάντων.

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΤΑ ΠΟΣΟ ΜΙΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΗ ΚΑΤΑ ΒΑΣΙΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΜΒΑΛΕΙ ΤΩΡΑ – ΣΕ ΤΙ; ΣΕ ΜΙΑ ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΑΥΡΙΟ, ΕΝΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΑΠΑΙΤΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΜΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΟΛΟ ΚΑΙ ΤΑΧΥΤΕΡΟΥΣ ΡΥΘΜΟΥΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ.

Πάντως και στην θεσμική πλευρά της πολιτικής αν επέλεγε κανείς να κοιτάξει, δύσκολα θα αποφύγει να καταγράψει ως κεντρική επιλογή της εποχής Σημίτη την νομοθέτηση Ανεξάρτητων Αρχών – από τις συνταγματικά κατοχυρωμένες της ΑΔΑΕ (2003), του Συνηγόρου του Πολίτη (1997) και της Αρχή Προστασίας Προσωπικού Χαρακτήρα (1997) – και μάλιστα με ουσιαστική επιχειρηματολόγηση της λειτουργίας τους ως πυλώνων του κράτους δικαίου και με πρόσθετη/επιτακτική άντληση νομιμοποίησης από το δίκαιο της ΕΕ. Πάλιν όποιος παραβρέθηκε στην εκδήλωση του «Ελληνικού Κόσμου» θα μπορούσε να σημειώσει π.χ. την παρουσία της Λίλιαν Μήτρου, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εδραίωση των Αρχών. Ιδιαίτερα ως μαθήτρια του Σπύρου Σημίτη, πρωτοπόρου στην προστασία δεδομένων και πρώτου Ομοσπονδιακού Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων στην Γερμανία (ο Σπύρος Σημίτης πέθανε την άνοιξη του 2023).

Αν θέλει, λοιπόν, κανείς να σταθεί με κάποια ειλικρίνεια στο πέρασμα του Κώστα Σημίτη από τα δημόσια πράγματα, τότε χρήσιμο/επιβεβλημένο είναι να ξεκαθαριστεί τι απ’ όσα επεχείρησε να εκφράσει τιμάται σήμερα/ υπό συνθήκες 2023 από τους επικαλούμενους την πολιτική του αύρα. Έτσι, οι πρόσφατες περιπέτειες των Ανεξάρτητων Αρχών θα ώφειλαν να φέρουν μιαν αυτοσυγκράτηση στην επίκληση Σημίτη. Αλλά και οι τωρινές και κυοφορούμενες μεταβολές στο Ασφαλιστικό, στηριζόμενες σε μια λογική «τι άλλο έχουμε να δώσουμε;» σε αναδρομικά και αυξήσεις συντάξεων χωρίς πολλές-πολλές συζητήσεις για εισφορές και για ανταποδοτικότητα, περισσότερο θα μπορούσαν να αναφέρονται στο πώς η δεύτερη θητεία Σημίτη τελικώς εγκατέλειψε την προσπάθεια του Νόμου Γιαννίτση (βλέποντας ήδη τότε το αδιέξοδο να πλησιάζει) παρά στο πώς/πόσο η λογική Σημίτη ήταν να βλέπουμε τα προβλήματα με καθαρό μάτι.

Περνώντας, τώρα, στην διαδρομή της Μαριέττας Γιαννάκου και ό,τι αυτή αποτύπωσε, είχε ένα ενδιαφέρον να ακούει κανείς τον νυν Πρόεδρο της Βουλής Κ. Τασούλα να επισημαίνει το χαρακτηριστικό της ως «πολιτικού ευρύτερων συναινέσεων» – και μάλιστα ανασύροντας σημείωμα του Ευάγγελου Αβέρωφ που πρότεινε την τοποθέτησή της στο Ευρωψηφοδέλτιο λόγω των ικανοτήτων που συγκέντρωνε (και τούτο παρά το γεγονός ότι η ίδια δεν είχε στηρίξει γενικώς Αβέρωφ). Όταν όμως έληξε η πρώτη θητεία Γιαννάκου ως Ευρωβουλευτού, η ίδια είχε τόσο διακριθεί στο Στρασβούργο – ιδιαίτερα με την Έκθεση για την Ψυχική Υγεία – ώστε να ήταν αυτονόητο ότι και δεύτερη θητεία θα είχε, αλλά και επικεφαλής του Ευρωψηφοδελτίου της Ν.Δ. θα ετοποθετείτο…

ΑΝ ΘΕΛΕΙ, ΛΟΙΠΟΝ, ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΣΤΑΘΕΙ ΜΕ ΚΑΠΟΙΑ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΣΗΜΙΤΗ ΑΠΟ ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ΤΟΤΕ ΧΡΗΣΙΜΟ/ΕΠΙΒΕΒΛΗΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΤΕΙ ΤΙ ΑΠ’ ΟΣΑ ΕΠΕΧΕΙΡΗΣΕ ΝΑ ΕΚΦΡΑΣΕΙ ΤΙΜΑΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ/ ΥΠΟ ΣΥΝΘΗΚΕΣ 2023 ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΟΥΣ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΥΡΑ

Όμως και του Κώστα Καραμανλή οι αναφορές στην Μαριέττα Γιαννάκου για την «καθαρή και επιχειρηματολογημένη άποψη» που εκείνη εξέφραζε, απέκτησε μεγαλύτερο βάρος όταν ο ίδιος θύμισε την περιπέτειά της με το βιβλίο Ιστορίας (και την Καταστροφή της Σμύρνης).΄Οπου το θέμα δεν ήταν ότι ο ίδιος, ως Πρωθυπουργός, δεν την απεμάκρυνε για να μην «σηκώσει» πολιτικό κόστος η Κυβέρνηση, ούτε καν ότι η ίδια δεν έκανε πίσω όταν «ο συνωστισμός στην προκυμαία της Σμύρνης» προκάλεσε την αναπόφευκτη θύελλα στην κοινή γνώμη. η ουσία ήταν ότι εκείνο το βιβλίο Ιστορίας είχε προκύψει μέσα από μια διαδικασία, η οποία είχε τηρηθεί, συν ότι η Μ. Γιαννάκου δεν διανοήθηκε να τραβήξει πίσω το βιβλίο. (Το επλήρωσε στις κάλπες, άλλη υπόθεση αυτή. Όπως και ο Γεώργιος Ράλλης πλήρωσε πολύ νωρίτερα την καθιέρωση της δημοτικής).

Οπότε, όσο κι αν από την τοποθέτηση Κ. Καραμανλή περισσότερο «ανέβηκε» στην μηντιακή σφαίρα η αναφορά του στο ότι εκείνη «δεν είχε το πάθος της προβολής, της εξουσίας, της αλαζονείας […] δεν είχε χορηγούς ή προστάτες, δεν επεδίωκε την εύνοια των ισχυρών ή των μέσων ενημέρωσης» – ως αρκετά διάφανη κριτική, στην σημερινή Ν.Δ. – οι παραπάνω διαστάσεις   θα άξιζαν πιο εμφατική προβολή. Αρκεί να ξαναδεί κανείς τι λογής ανθρώπινο υλικό αναδεικνύεται σήμερα στην Ευρωβουλή στην θέση της Μαριέττας, του Δημήτρη Ευρυγένη, του Τίμου Χριστοδούλου ή του Δημήτρη Τσάτσου. Αλλά και πόσο/πώς όταν, σε ένα καυτό ζήτημα, προκύψει αχός της κοινής γνώμης η πιο εύκολη λύση είναι εκείνη που παγίως προκρίνεται.

Γι αυτό και επανερχόμαστε: πόσο μπορεί η νοσταλγική επανεπίσκεψη του παρελθόντος να βοηθήσει σε μια στερεότερη θεμελίωση του αύριο; Θυμηθείτε τον Πανσέληνο: «Εφόσον δεν επαρκούν ακόμη οι ιδέες σου, μπορείς να είσαι αισιόδοξος. Δεν ήρθε η ώρα τους, λες. Όταν όμως επικρατήσουν και σου φαίνονται πια αγνώριστες…»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ