Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΕΛΛΗΝΙΚΗ GEN Z ΚΑΙ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ: 5 «ΑΛΗΘΕΙΕΣ» ΠΟΥ ΑΠΟΤΥΠΩΝΟΥΝ ΟΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ

Ελληνική Gen Z και απασχόληση: 5 «αλήθειες» που αποτυπώνουν οι στατιστικές
Φωτ. Juan Carlos Pinzon / Pexels
Γιατί τα ποσοστά απασχόλησης στην ελληνική Generation Z είναι πολύ χαμηλότερα σε σχέση με τις αντίστοιχες γενιές άλλων ευρωπαϊκών κρατών; Οι περιορισμένες εργασιακές ευκαιρίες, οι μικρές πιθανότητες για έναν καλό μισθό, οι συνήθεις δουλειές και τα ερωτήματα που πρέπει να βρουν απάντηση μέσα από κατάλληλα σχεδιασμένες πολιτικές.

Οι ειδικοί έχουν βάλει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην «Generation Z» και την προηγούμενη (Generation Y, στην οποία κατατάσσουμε τους λεγόμενους Millennials) στο έτος 1995. Δηλαδή, όσοι είναι σήμερα ηλικίας έως και 29 ετών «στελεχώνουν» τη γενιά για την οποία πολύ μελάνι έχει χυθεί όσον αφορά τις συνήθειές της, τη στάση της απέναντι στην τεχνολογία, τις επαγγελματικές της προτιμήσεις και επιλογές, ακόμα και την κατάσταση της ψυχικής της υγείας. 

Οι «ταμπέλες» και οι γενικεύσεις δεν ενδείκνυνται, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μια ολόκληρη γενιά, η οποία απαριθμεί τουλάχιστον ένα εκατομμύριο ανθρώπους στην Ελλάδα. Από την άλλη, δεν μπορεί (και δεν πρέπει) να παραβλέψει κανείς τα σημαντικά στατιστικά ευρήματα που προκύπτουν από τα επίσημα στοιχεία, καθώς αυτά είναι που οδηγούν σε αρκετά σημαντικά συμπεράσματα, αλλά και ερωτήματα τα οποία πρέπει να βρουν απάντηση μέσα από κατάλληλα σχεδιασμένες πολιτικές. Γιατί, για παράδειγμα, τα ποσοστά απασχόλησης στην ελληνική «Generation Z» είναι πολύ χαμηλότερα σε σχέση με τις αντίστοιχες γενιές άλλων ευρωπαϊκών κρατών; Πώς θα πειστεί ο Έλληνας 25άρης να μείνει για δουλειά στη χώρα του και να εισφέρει σε αυτή την προστιθέμενη αξία από την επαγγελματική του δραστηριότητα όταν δεν υπάρχουν ευκαιρίες για δουλειά στο αντικείμενό του ή για εξασφάλιση αποδοχών που θα υπερβαίνουν τον ούτως ή άλλως πολύ χαμηλό μέσο μισθό; Προφανώς και οι αριθμοί επιδέχονται πολλών αναγνώσεων. Ας τους παραθέσουμε λοιπόν για να βγάλει και ο καθένας τα συμπεράσματά του.

1. H «ανθρωπογεωγραφία»

Ο συνολικός πληθυσμός των ατόμων ηλικίας 20-29 ετών στην Ελλάδα είναι 1,04 εκατομμύρια. Αντιπροσωπεύουν δηλαδή κάτι περισσότερο από το 10% του συνολικού πληθυσμού, ενώ, λόγω της γήρανσης, η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα θα χάνει συνεχώς «μερίδιο». Από τους 1,04 εκατομμύρια νέους αυτής της χώρας που … στελεχώνουν την Generation Z, απασχολούνται οι 548 χιλιάδες, δηλαδή περίπου οι μισοί, (ή το 53% του συνόλου), ενώ οι 147 χιλιάδες ψάχνουν για δουλειά, αλλά δεν βρίσκουν. Άνεργοι λοιπόν οι 14 στους 100 νέους. Και μένει ένα ποσοστό 33% ή περίπου 348 χιλιάδες άτομα που κατατάσσονται στους οικονομικά μη ενεργούς. Στην καλύτερη περίπτωση είναι φοιτητές προπτυχιακοί ή μεταπτυχιακοί. Στη χειρότερη (και δυστυχώς είναι πάνω από 100-120 χιλιάδες αυτοί) ανήκουν στη γενιά των Neets (Not educated, employed or trained, που σημαίνει άτομα που ούτε δουλεύουν, ούτε σπουδάζουν ούτε εκπαιδεύονται). 

2. Οι ευκαιρίες για δουλειά…

Η ελληνική αγορά εργασίας δεν προσφέρει τόσες ευκαιρίες απασχόλησης στους νέους όσες οι περισσότερες αγορές του εξωτερικού, και αυτό αποτυπώνεται πολύ έντονα στα ποσοστά απασχόλησης που καταγράφει η Eurostat στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα. Με το 53% των νέων να απασχολούνται (52,6% για την ακρίβεια), η Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή μας κατατάσσει στην 3η θέση από το τέλος μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Τα πάμε καλύτερα μόνο από τους Ιταλούς και τους Βόσνιους. Όμως, τα πάμε πολύ χειρότερα και συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρώπης (διαμορφώνεται στο 66%), και σίγουρα συγκριτικά με τις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, που εμφανίζουν ποσοστά άνω του 80%. Είναι να προβληματίζεται κανείς για το τι κάνουν, για παράδειγμα, οι Ολλανδοί και εξασφαλίζουν στους νέους τους ποσοστά απασχόλησης της τάξεως του 84%.

3. Οι πιθανότητες για έναν «καλό μισθό»

Οι περιορισμένες πιθανότητες για να εξασφαλίσει κανείς έναν «καλό μισθό» −ως τέτοιος ορίζεται αυτός που ξεπερνάει τον μέσο όρο της χώρας, δηλαδή τα 1.300 ευρώ μεικτά− είναι ούτως ή άλλως πολύ περιορισμένες στην Ελλάδα, η οποία έχει μισθολογική πυραμίδα με πολύ πλατιά βάση και πολύ… απότομη κορυφή. Τι να περιμένει ένας νέος ηλικίας έως 29 ετών όταν στο σύνολο της χώρας μόλις ο ένας στους δέκα καταφέρνει να εξασφαλίσει έναν μισθό άνω των 2.000 ευρώ μεικτά, προκειμένου να βάζει στην τσέπη του κάτι περισσότερο από 1.500 ευρώ; Οι νέοι ηλικίας 20-29 ετών −δηλαδή το 50% του πληθυσμού τους που έχει απασχόληση, διότι το υπόλοιπο 50% δεν έχει− εντοπίζονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία μεταξύ των 1,23 εκατομμυρίων πολιτών οι οποίοι έχουν αποδοχές κάτω των 1.000 ευρώ μεικτά. Και είναι στην πλειοψηφία τους νέοι οι μερικώς απασχολούμενοι οι οποίοι δεν βγάζουν περισσότερα από 500 ευρώ τον μήνα. Έχει καλύτερους μισθούς για τους νέους η υπόλοιπη Ευρώπη; Προφανώς και έχει. Αν ο μέσος ετήσιος μεικτός μισθός στην Ελλάδα φτάνει σήμερα στα 17.700 ευρώ, ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος διαμορφώνεται στα 28.217 ευρώ, δηλαδή είναι υψηλότερος κατά 60%. Είναι ένα ερώτημα πώς θα πειστεί ο νέος −ειδικά αυτός που έχει τα skills και την υψηλή εξειδίκευση να μείνει− και πώς θα πειστεί ο εκπρόσωπος της προηγούμενης γενιάς (της Generation Υ) να επιστρέψει αν δεν υπάρξουν απτά αποτελέσματα στο μισθολογικό επίπεδο.

4. Οι συνήθεις δουλειές: εστίαση και πωλητές

Δεν είναι μόνο το αν εργάζομαι ή όχι. Δεν είναι μόνο το πόσα παίρνω αν εργάζομαι. Είναι και το τι δουλειά κάνω ως εργαζόμενος. Προφανώς δεν αποτελεί έκπληξη ότι, από τους συνολικά 548 χιλιάδες νέους εργαζόμενους, οι 180.000 απασχολούνται στις πωλήσεις και στην παροχή υπηρεσιών. Δηλαδή, κυρίως στην εστίαση, στην ψυχαγωγία, στον τουρισμό κ.τ.λ. Εκεί λοιπόν απορροφάται το 1/3 του συνόλου των εργαζομένων. Έπειτα υπάρχουν και οι «υπάλληλοι γραφείου», οι οποίοι όμως στην πλειοψηφία τους στελεχώνουν τα τμήμα εξυπηρέτησης πελατών. Φτάσαμε ήδη πάνω από το 50% αθροιστικά. Ένα μεγάλο ποσοστό είναι και οι επαγγελματίες που συγκεντρώνουν ποσοστό άνω του 21%. Από εκεί και πέρα, νεαρά στελέχη στην Ελλάδα είναι μετρημένα (σ.σ. μόλις το 0,78% του συνόλου της ηλικιακής ομάδας βρίσκει μια θέση ανώτερου στελέχους), ενώ έντονα αποτυπώνεται και η αδιαφορία για τον πρωτογενή τομέα, που καλύπτει μόνο το 5,65% της συνολικής απασχόλησης.

5. Πολλοί θέλουν να κάνουν «κάτι δικό τους», λίγοι τελικώς τα καταφέρνουν

Ίδιο των νέων ηλικίας έως 30 ετών είναι ότι θέλουν να δοκιμαστούν στην άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας. Να «κάνουν κάτι δικό τους», να «υλοποιήσουν την ιδέα τους και να μην έχουν αφεντικά πάνω από το κεφάλι τους». Πόσοι τα καταφέρνουν; Ελάχιστοι είναι η απάντηση. Από τους 548 χιλιάδες εργαζόμενους, μόνο οι 61.200, δηλαδή το 11%, είναι αυτοαπασχολούμενοι, ενώ το 83% εργάζονται ως μισθωτοί. Λείπει ένα ποσοστό της τάξεως του 5%. Αυτοί είναι «βοηθοί στην οικογενειακή επιχείρηση».



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ