Η ΓΑΖΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
- 24.06.25 12:54

Το ότι η πολιτική έχει πρωτίστως να κάνει με τη γλώσσα, με τις λέξεις που χρησιμοποιούμε και τον τρόπο που τις χρησιμοποιούμε,·το ότι καμία ορολογία για την περιγραφή μιας κατάστασης, −ιδίως εάν αυτή αφορά το πολιτικό-κοινωνικό γίγνεσθαι− δεν είναι αθώα, αλλά υποκρύπτει μεγαλύτερα ή μικρότερα πολιτικά διακυβεύματα, ακόμη και ολόκληρες μάχες για την ηγεμονία στο πεδίο του συμβολικού, είναι κάτι που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο απασχόλησε διαχρονικά τους φιλοσόφους, πολιτικούς και μη, από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Τζον Ώστιν.
Για όσους δε εξ αυτών διακατέχονταν από μια κάποια εμμονή με την ιδέα της ευταξίας, το βασικό πρόβλημα της λεγόμενης «καθημερινής πολιτικής» ήταν ακριβώς πώς θα παταχθεί αυτή η επίμονη αστάθεια και η αμφισημία των λέξεων, που επιτρέπει στους ανθρώπους να τις χρησιμοποιούν διαφορετικά, ανάλογα με τα πάθη τους. Η περίπτωση του Άγγλου φιλοσόφου του 17ου αιώνα Τόμας Χομπς είναι εν προκειμένω αποκαλυπτική: «Από την ίδια αιτία», έγραφε, «προκύπτει ότι οι άνθρωποι αποκαλούν διαφορετικά το ίδιο πράγμα, εξαιτίας των διαφορετικών παθών τους». Και συμπλήρωνε: «Τα ονόματα των πραγμάτων που μας επηρεάζουν συγκινησιακά, δηλαδή μας ευχαριστούν ή μας δυσαρεστούν, έχουν ασταθή σημασία στην τρέχουσα λεκτική επικοινωνία των ανθρώπων, επειδή δεν επηρεάζονται όλοι όμοια από το ίδιο πράγμα, ούτε ο ίδιος άνθρωπος με τον ίδιο τρόπο κάθε φορά».
Το ζήτημα αποκτά για τον Χομπς εκρηκτικές διαστάσεις όταν η αμφισημία αυτή πλήττει εκείνες τις λέξεις πάνω στις οποίες θεμελιώνεται η ύπαρξη της ίδιας της πολιτικής κοινωνίας, όπως για παράδειγμα την αρετή ή τη δικαιοσύνη: «Διότι ο ένας ονομάζει φρόνηση ό,τι ο άλλος αποκαλεί φόβο, ή σκληρότητα ό,τι ο άλλος αποκαλεί δικαιοσύνη, ή ασωτία ό,τι ο άλλος αποκαλεί γενναιοφροσύνη….». Στις εξαιρετικές του αναλύσεις, ο Βρετανός ιστορικός Κουέντιν Σκίνερ έχει δείξει, με μεγάλη πειστικότητα, ότι ο Χομπς αναφέρεται στο σημείο αυτό στη ρητορική τεχνική της παραδιαστολής, η οποία χρησιμοποιείτο κατά κόρον από τους ουμανιστές της εποχής, και συνίστατο στην ηθική αναπεριγραφή μιας πράξης, χωρίς αμφισβήτηση των πραγματικών γεγονότων στα οποία συνίστατο η ίδια η πράξη: για παράδειγμα, κάποιος που ξοδεύει λίγα χρήματα (αδιαμφισβήτητο γεγονός) μπορεί να περιγραφεί ηθικά είτε ως τσιγκούνης είτε ως οικονόμος, ανάλογα με τις περιστάσεις (ρητορική αναπεριγραφή του γεγονότος).
Το κομβικό στοιχείο που εντοπίζει ο Χομπς σε αυτού του είδους τη ρητορική τεχνική είναι η διαπλοκή του περιγραφικού και του αξιολογικού. Ελλείψει ενός τελικού κριτή, που θα μπορούσε να δώσει έναν ακριβή ορισμό στις λέξεις και τις πράξεις ή τις έννοιες στις οποίες αντιστοιχούν, μια αναπεριγραφή μπορεί πάντοτε να οδηγήσει σε μια ηθική επαναξιολόγηση, και άρα σε μια σχετικοποίηση ή υπονόμευση των αξιών − ιδίως εκείνων που θέλει να εμφανίζει ως οικουμενικές ή απόλυτες η εκάστοτε εξουσία. Με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Για να το πούμε απλά, η αμφισημία της γλώσσας μπορεί να καταστεί φορέας πολιτικής αλλαγής, επιταχυντής γεγονότων και ιστορικός καταλύτης, ακριβώς επειδή επιτρέπει την αναπεριγραφή του «νόμιμου κυρίαρχου» ως «τυράννου» ή του αντιτίμου για την εκμετάλλευση ενός κτήματος ως «φόρου υποτέλειας», για να χρησιμοποιήσουμε δύο χαρακτηριστικά ιστορικά παραδείγματα.
Το βαθύτερο όνειρο του Χομπς ήταν ο πλήρης εξοβελισμός της αμφισημίας από το πεδίο της πολιτικής, διά της άνωθεν επιβολής του ακριβούς νοήματος των λέξεων. Κοντολογίς, η αποπολιτικοποίηση της γλώσσας. «Ο κυρίαρχος κυριαρχεί πρωτίστως επί της γραμματικής και του λεξιλογίου», όπως λέει ένα παλιό λατινικό ρητό. Το όνειρο αυτό φαίνεται να αναβιώνει σήμερα, σε ένα άλλο, εντελώς διαφορετικό πλαίσιο βεβαίως. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί τη συνειδητή προσπάθεια «στενέματος» του διαθέσιμου λεξιλογίου με αφορμή τα όσα φρικτά συμβαίνουν αυτή τη στιγμή στη Γάζα. Κι εδώ, συναντά κανείς μια συγκροτημένη απόπειρα αποπολιτικοποίησης της γλώσσας, διά της επιμονής και της διάδοσης του όρου «ανθρωπιστική κρίση», και διά του στιγματισμού ως «αντισημητικών» όσων τολμούν να αναπεριγράψουν το γεγονός ως γενοκτονία ή εθνοκάθαρση, αναδεικνύοντας την ηθική του απαξία. «Ακόμα κι αν κάνουμε λόγο για ανθρωπιστική κρίση», γράφει στο βιβλίο του Για τη συναίνεση στον αφανισμό της Γάζας ο Ντιντιέ Φασέν, «παρά τη θεμιτή διεκδίκηση να προταχθεί το δικαίωμα της επιβίωσης ανδρών, γυναικών και παιδιών, που ζουν σε ακραίες συνθήκες, και να απαιτηθεί η πρόσβαση στην ελάχιστη αρωγή που έχουν στερηθεί, ουσιαστικά αποφεύγουμε να ονομάσουμε την πραγματικότητα, δηλώνοντας τα αποτελέσματα χωρίς να λέμε την αιτία τους».
Ο πόλεμος στη Γάζα, στην πραγματικότητα κάθε πόλεμος, δεν διεξάγεται μόνο στα πεδία των μαχών αλλά και στο πεδίο του λόγου, της ορολογίας και των εννοιών. Τα όπλα εδώ είναι οι λέξεις και η σκοπούμενη αναπεριγραφή των επιβαλλόμενων πλαισίων. Και υπό μία έννοια, η δεύτερη αυτή διάσταση είναι μερικές φορές εξίσου σημαντική με την πρώτη. Le combat spirituel est aussi brutal que la bataille d’hommes…