Ο ΖΟΡΑΝ ΜΑΜΝΤΑΝΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΓΟΡΑ
- 26.11.25 10:17
Αρχέτυπο του σύγχρονου δημόσιου αστικού χώρου παραμένει η Αρχαία Αγορά – ο κατεξοχήν τόπος όπου η κοινότητα συγκροτείται, μιλά, παράγει πολιτική. Ο όρος «Αγορά» (εκ του ρήματος ἀγείρω, που σημαίνει συναθροίζω, συγκεντρώνω) συναντάται ήδη στους ομηρικούς χρόνους και περιγράφει τόσο τη φυσική της τοποθεσία στον ευρύτερο χώρο της πόλης – συνήθως στο κέντρο της – όσο και τη δραστηριότητα της συνέλευσης του λαού.
Η πρόσφατη νίκη του Ζοράν Μαμντάνι στη Νέα Υόρκη – μία νίκη που σφραγίστηκε από εκτεταμένη δράση στο πεδίο, με περισσότερους από 100.000 εθελοντές και μία υποδειγματική καμπάνια door-to-door που έφτασε σε περισσότερες από τρεις εκατομμύρια πόρτες – αλλά και οι μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις των Τεμπών στη χώρα μας επιβεβαίωσαν με διαφορετικό τρόπο κάτι θεμελιώδες για την πολιτική λειτουργία: ο δημόσιος χώρος, είτε για τους σκοπούς μιας πολιτικής εκστρατείας είτε για να εκφράσει ένα καθολικό κοινωνικό αίτημα, δεν έχασε ποτέ τη δυναμική του.
Αυτό έρχεται να αμφισβητήσει τον φόβο πολλών σημαντικών θεωρητικών – από τον Debord έως τους στοχαστές της ύστερης νεωτερικότητας – ότι η ραγδαία ανάπτυξη των Μέσων Επικοινωνίας, η οποία από τη δεκαετία του ’60 μετέβαλε ριζικά τις χωρικές και χρονικές διαστάσεις της κοινωνικής ζωής, θα οδηγούσε στην παρακμή του δημόσιου πολιτισμού και στον «θάνατο» του δημόσιου χώρου. Η επίτευξη της «εκτός χώρου ταυτοχρονίας», της δυνατότητας δηλαδή να βιώνονται γεγονότα την ίδια στιγμή παρά το γεγονός ότι λαμβάνουν χώρα σε μέρη απομακρυσμένα, θεωρήθηκε ότι μετέφερε τη συλλογική εμπειρία από τον δημόσιο χώρο στον ιδιωτικό• γεγονότα που άλλοτε βιώνονταν ως δημόσια και κοινά πλέον καταναλώνονταν μέσω της οθόνης του σπιτιού και αργότερα από την οθόνη του «πανταχού παρόντος υπολογιστή».
Η εξέλιξη αυτή οδήγησε τον McLuhan να διατυπώσει την έννοια του «πλανητικού χωριού», μία συνθήκη που συνοδεύτηκε από τη μεγαλύτερη από ποτέ διασπορά πληροφοριών αλλά και τον εντονότερο κατακερματισμό της δημόσιας σφαίρας. Προανήγγειλε έτσι και τον τύπο του αποστασιοποιημένου, αποκομμένου από τον χώρο της πράξης θεατή. Τον θεατή αυτόν είχε διορατικά σκιαγραφήσει, ήδη από το 1846, ο Kierkegaard στη «Σημερινή Εποχή», επισημαίνοντας ότι η μαζική διακίνηση αποεντοπισμένων πληροφοριών ισοπεδώνει τη δημόσια σφαίρα και η παθητική κατανάλωσή τους αντικαθιστά τη συλλογική εμπειρία της πράξης. Σε μία από τις πιο εύστοχες διατυπώσεις του σημειώνει: «Μία επαναστατική εποχή είναι εποχή πράξης∙ η δική μας είναι η εποχή της δημοσιότητας, όπου τίποτα δεν συμβαίνει πραγματικά, αλλά υπάρχει δημοσιότητα παντού».
Ακριβώς στο περιβάλλον αυτό, η επαναφορά του δημόσιου χώρου στο προσκήνιο αποκτά ιδιαίτερη αξία. Η εκστρατεία επικοινωνίας του Zohran Mamdani, όπως εκτυλίχθηκε στα social media – βασιζόμενη όμως σταθερά στην αλληλεπίδραση με τους πολίτες στον δρόμο, στα μέσα μεταφοράς και στις γειτονιές της εργατικής τάξης – καθώς και η αυτοοργάνωση των πολιτών με τα καλέσματα για τα Τέμπη μέσω των social media, επιβεβαίωσαν το αυτονόητο που είχαμε αρχίσει να αμφισβητούμε: τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης δεν υποκαθιστούν τον δημόσιο χώρο· τον ενεργοποιούν. Λειτουργούν επικουρικά, όχι ανταγωνιστικά, αποδεικνύοντας μία νέα σχέση συμπληρωματικότητας – έναν παραγωγικό συνδυασμό φυσικής παρουσίας και ψηφιακής δικτύωσης. Η οθόνη δείχνει· ο δρόμος παράγει. Η πολιτική δεν είναι μόνο πληροφορία· είναι πράξη. Και η πράξη προϋποθέτει σημαντικά τη φυσική συνάντηση στον ίδιο χώρο. Ο δημόσιος χώρος είναι εκείνος που επαναφέρει την πράξη στη θέση της εικόνας.
Συνοψίζοντας, στην εποχή του κατακερματισμού και της ιδιώτευσης, ο δημόσιος χώρος γίνεται ξανά το «καταφύγιο» όπου μπορεί να εκφραστεί το όλον. Ειδικά σε μια περίοδο γενικευμένης απαξίωσης της πολιτικής, θεσμικής δυσπιστίας που καταγράφεται εξίσου έντονη σε Η.Π.Α., Ευρώπη και Ελλάδα, αποστασιοποίησης των πολιτών από τα κοινά και συνεχούς πτώσης της εκλογικής συμμετοχής, η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από την επιστροφή στον δημόσιο χώρο. Το «μπαλκόνι» που μας γαλούχησε πολιτικά, εξέφρασε επί δεκαετίες την «αυθεντία» του ομιλητή και «υπέθαλψε» εν μέρει μία στάση μοιρολατρικής υποταγής σε μία κάπως αφηρημένη έννοια ενός πολιτικού συστήματος που πλανάται ως ανώτερη εξουσία, έχει εξαντλήσει τα όριά του. Για να επαναφέρουν τους απογοητευμένους πολίτες στις δημοκρατικές διαδικασίες, οι πολιτικοί εκφραστές χρειάζεται να «γειωθούν» και να επενδύσουν στην ισότιμη, αδιαμεσολάβητη, πρόσωπο με πρόσωπο επικοινωνία με τους πολίτες, χτίζοντας εκ νέου την εμπιστοσύνη. Αυτή τη φορά, όχι μόνο ως ομιλητές, αλλά και ως ακροατές.
Ο δρόμος δεν έχασε ποτέ τη δυναμική του. Απλώς περιμένει να συναντήσει ξανά την πολιτική.
*Η Μαρία Μπουτζέτη είναι Διδάκτωρ Πολιτικής Επικοινωνίας στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης του Πανεπιστημίου της Αθήνας, Σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας