ΣΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
- 08.09.25 11:02

Μπορεί, ακολουθώντας την παραδοσιακή αναζήτηση «παροχών» στην υπερσκηνοθετημένη παράσταση εξουσίας της ΔΕΘ να δόθηκε η έμφαση των παρατηρητών/σχολιαστών/αναλυτών στο πλέγμα φορολογικών μέτρων που ανακοινώθηκαν από τον πρωθυπουργό, άντε και στα κάποια μεταρρυθμιστικά που εξήγγειλε. Μπορεί πάλι οι περισσότεροι να αναζήτησαν στου Αλέξη Τσίπρα την άνοδο στην Θεσσαλονίκη, σε συνέδριο Economist/PowerGame, την απόδειξη δείγματος επανόδου στην κεντρική πολιτική σκηνή. Με την επισημοποίηση ενός διαφορετικού δίπολου – το αποτύπωσαν πρωτοσέλιδα «ΤΑ ΝΕΑ» με σχεδόν σοκαριστική ενάργεια – ενόψει της (λιγότερο ή περισσότερο μακράς) προεκλογικής περιόδου που έχει εμφανέστατα ήδη ανοίξει. Παρά τις επίσημες διαψεύσεις, παρά την διακηρυγμένη άρνηση επέμβασης στα του εκλογικού νόμου (Μητσοτάκης), παρά την διστακτικότητα στην πορεία προς δημιουργία εναλλακτικού πολιτικού σχηματισμού (Τσίπρας).
Θεωρούμε ωστόσο ότι – εν αναμονή των υπολοίπων παρουσιών στην ΔΕΘ, και πάντως εκείνης του Νίκου Ανδρουλάκη/ΠΑΣΟΚ, όχι τόσο επειδή αποτελεί αξιωματική αντιπολίτευση ,αλλ’ επειδή έχει εργασθεί σοβαρά για μια συστηματική προγραμματική προετοιμασία – εκείνο που κυρίως έμεινε πίσω στο άνοιγμα της πολιτικής περιόδου με την ΔΕΘ και τα περί αυτήν, είναι μια επιμελημένη επιλογή αναζήτησης της εμπιστοσύνης. Δεν είναι μόνο / δεν είναι τόσο οι χαμηλοί τόνοι που επελέγησαν (με το αντίστοιχο ύφος, άλλωστε…) και από έναν Αλέξη Τσίπρα που παραδοσιακά είχε ταυτισθεί με τον μαχητικό / ανατρεπτικό λόγο, και από έναν Κυριάκο Μητσοτάκη που είχε συχνά επιλέξει μια «αφ’ υψηλού» επιθετικότητα δηλωτική κυριαρχίας.
Έγινε κυρίως φανερό ότι και οι δυο θεώρησαν πως – στη φάση απειλούμενης πολυδιάσπασης του πολιτικού σκηνικού, αλλά και εξωτερικών συνθηκών πίεσης και αβεβαιότητας – προτιμότερος τρόπος διεκδίκησης είναι να δοθεί μια αίσθηση καθησυχασμού, να διεκδικηθεί πρώτιστα η εμπιστοσύνη.
Πάντοτε ίσχυε αυτό. Όμως, τώρα – τώρα, είναι φανερό ότι η εκφώνηση προθέσεων σταθερότητας δεν ισχύει. Χρειάζεται να κάνεις τους ανθρώπους να τις πιστέψουν. Οπότε ο πρωθυπουργός, κάνοντας ούτως ή άλλως την επιλογή μικρών/μη-ανατρεπτικών βημάτων στο παραδοσιακό γήπεδο των «παροχών» της ΔΕΘ, ήρθε να στοχεύσει ένα ευρύτατο κοινό πλην με συγκρατημένο «δώσε» (τα 4.000.000 ωφελούμενων σύμφωνα με την δική του μέτρηση θα λάβουν το ελληνικό αντίστοιχο του soupoudrage, του πασπαλίσματος ωφελειών και θα κρίνουν στο τέλος της διαδρομής «τι πήραν»), τονίζοντας εξαρχής ότι δεν θα ήθελε να διαταράξει ισορροπίες. Προσθέστε όμως εδώ ότι όταν αναφέρθηκε στις μεταρρυθμίσεις με τις οποίες επιδιώκει/υπόσχεται να συνομιλήσει με το μέλλον – Παιδεία/Εθνικό Απολυτήριο, Υγεία/ «νέο ΕΣΥ», Πολεοδομίες/ανάθεση στο Κτηματολόγιο, ενέργεια / Ενεργειακός Χάρτης ευθέως δέχθηκε και κήρυξε την ανάγκη αναζήτησης ευρύτερων συναινέσεων. «Μπα!» θα σκεφτεί κανείς. πλην σε άλλο σημείο υπέρρεε η μη-απόκρουση του ενδεχόμενου συνεργασιών, εφόσον δεν προκύψει η λατρεμένη αυτοδυναμία . (Θα ήταν λάθος να δοθεί μια εικόνα ασυμβίβαστου ως προς κάθε συνεργασία: τότε θα γκρεμιζόταν το οικοδόμημα της ευρύτερης εμπιστοσύνης, υπέρ της εξασφάλισης του οπαδικού ενθουσιασμού).
Αν αυτού του είδους αναζήτηση της εμπιστοσύνης ήταν ενδιαφέρουσα προερχόμενη από τον πρωθυπουργό, ήταν ακόμη πιο αποκαλυπτική όταν προέκυψε από τον επιχειρούντα επαναφορά Αλέξη Τσίπρα. Διακινδυνεύοντας να θεωρηθεί έως και «σοσιαλδημοκράτης» (ιδιότητα απαξιωτική για κάθε ριζοσπάστη: θυμηθείτε και την πρώτη περίοδο ΠΑΣΟΚ…) δόμησε την προσέγγισή του στο αύριο με Σχέδιο Ανάταξης συγκροτούμενο από 8 αιχμές (κράτος, εργασία, παραγωγικό μοντέλο, δημογραφικό κοκ), σχεδιασμένες ώστε να «χωρούν» σε μια πορεία οικονομίας και κοινωνίας σαφώς εντός ευρωπαϊκών πλαισίων. Ακόμη και όταν αναφέρθηκε στην ανάγκη χρηματοδότησης δραστηριοτήτων με στοιχείο συνειδητής μείωσης των ανισοτήτων, μίλησε για «πατριωτική εισφορά», μη αγγίζοντας καν την έννοια ενός φόρου πλούτου που είχε απασχολήσει παλιότερα…
Κάνοντας τώρα μια πλευρική μετακίνηση προς τα θέματα μεγάλης/εξωτερικής πολιτικής τόσο ο Αλέξης Τσίπρας όταν (όσο…) αναφέρθηκε στην σκοπιμότητα επαναφοράς κάποιας σχέσης με Ρωσία, όσο και ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν υπεραμύνθηκε της συνεχιζόμενης στάσης στο Ουκρανικό (με την έμμεση αναφορά σε περίπτωση Κύπρου/εισβολής) επέλεξαν να μην ανεβάσουν τόνους. Αλλά να διατυπώσουν θέσεις – στοπ!
Συνολικά: η αναζήτηση της εμπιστοσύνης, σ’ αυτήν την στροφή των πραγμάτων, δείχνει να διεκδικεί περισσότερο χώρο από την αναρρίπιση οπαδικού ενθουσιασμού. Ενδιαφέρον.