Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΣΥΝΗΘΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΒΙΑ

Συνηθίζοντας τη βία
Φωτ. Pexels / Pixabay
Από τον μισαναπηρισμό σε στίχους δημοφιλούς, μεταξύ των νέων, τραγουδιστή της τραπ, έως τις ομοφοβικές επιθέσεις σε κοινή θέα στον ΗΣΑΠ, η διαδρομή από τη σιωπή στην «αποδοχή» έχει δυστυχώς διανυθεί και ισοδυναμεί με συνενοχή.

Την τελευταία δεκαετία, τα τελευταία χρόνια, ακόμα και τις τελευταίες μέρες γινόμαστε σχεδόν καθημερινά μάρτυρες περιστατικών κοινωνικής βίας που πλημμυρίζουν τις οθόνες των κινητών μας τηλεφώνων, των υπολογιστών, των τηλεοράσεων μας. Περιστατικά που διαδραματίζονται στους δρόμους, στις γειτονιές, στα διπλανά διαμερίσματα, στις πλατείες, στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Περιστατικά έμφυλης βίας, παντός ειδός bullying, ρατσισμός και ομοφοβία κάνουν όλο και περισσότερο συχνή την εμφάνισή τους. Επεισόδια που εκτυλίσσονται στον φυσικό κόσμο, μέσα στη σιωπή και κάτω από τα χαμηλωμένα βλέμματα των περαστικών, ενώ οι δράστες δρουν ανενόχλητοι. Θύτες και θύματα στο προσκήνιο με όλους εμάς θεατές. Οι αντιδράσεις περιορίζονται σε θυμωμένα emoticons και σχόλια οργής πίσω από την ασφάλεια του πληκτρολογίου. Στα μεγάλα αστικά κέντρα η ανωνυμία ενισχύει την αδιαφορία. Και έτσι, τα επεισόδια αυτά εκτυλίσσονται ανεμπόδιστα, σχεδόν με την ανοχή μας.

Μήπως είναι το μέγεθος της αγριότητας που παροπλίζει το θάρρος; Το λεγόμενο «πάγωμα», ενόψει του κινδύνου που παραλύει το σώμα και θολώνει την κρίση; Ή μήπως είναι η συνεχής έκθεση στην ωμή βία με την οποία φαίνεται ότι πλέον έχουμε εξοικειωθεί, η αιτία αυτής της συλλογικής απάθειας;

Καθηλωμένοι πάνω από τα κινητά μας τηλέφωνα, χαμένοι σε εφαρμογές και σε παιχνίδια λέξεων με τα οποία απασχολούμαστε μέχρι να αποβιβαστούμε από το μετρό, μουσικά απομονωμένοι στα noise cancel ακουστικά μας έως τον τελικό προορισμό, αγνοούμε επιδεικτικά το οτιδήποτε συμβαίνει γύρω μας, δίπλα μας, δηλώνοντας το κενό. Έτσι απορροφημένοι στις σκέψεις, εγκλωβισμένοι σε μια μονοδιαστατη εσωστρέφεια που τρέφει την ήδη εγωιστική ατομικότητα, αμβλύνοντας ακόμη περισσότερο, οικειοθελώς ίσως, τα ήδη μειωμένα μας αντανακλαστικά, ενισχύουμε σιωπηλά τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα, επιτρέπουμε στον κοινωνικό αποκλεισμό να απλώνεται και τη βία να διαιωνίζεται.

Και κάπως έτσι δυο πρόσφατα δυσάρεστα συμβάντα ήρθαν να ταράξουν τις πρώτες μέρες του τελευταίου μήνα της Άνοιξης: μια ομοφοβική επίθεση σε queer άτομο στον ΗΣΑΠ και οι μισαναπηρικοί στίχοι που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα από τον τράπερ Light. Παρόλο που οι κοινωνικές αντιδράσεις διέφεραν, τα επεισόδια αυτά γεννούν έντονο προβληματισμό για την ηθική απαξίωση και το μέλλον της εποχής που διανύουμε.

Η διαφορετικότητα ανέκαθεν πυροδοτούσε το μίσος και τον ρατσισμό. Η εξάλειψη των διακρίσεων είναι ένας αδιάκοπος αγώνας που φαίνεται να μην έχει τέλος. Και στα δυο αυτά περιστατικά, εντοπίζεται ένας κοινός παρονομαστής – εμπόδιο προς αυτή την κατεύθυνση. Η ιδιάζουσα απάθεια. Αν και λέξη ίσως είναι βαριά, ωστόσο διαπιστώνεται μια συλλογική «ατροφία» ενσυναίσθησης, με τον μέσο πολίτη παθητικό κοινωνό σε τραγικά κοινωνικά φαινόμενα που εκτυλισσονται μπροστά στα μάτια του.

ΗΣΑΠ: Μια πράξη μίσους σε κοινή θέα

Πριν λίγες μέρες στον σταθμό Αττική του ΗΣΑΠ τρεις έφηβοι, τραμπούκισαν, έβρισαν, γρονθοκόπησαν, κλώτσησαν και πέταξαν αναμμένα τσιγάρα, σε νεαρό ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο, που βρήκε το σθένος λίγο αργότερα να καταγγείλει την επίθεση που του έγινε στο Αστυνομικό Τμήμα του Αγίου Παντελεήμονα. Σύμφωνα με δηλώσεις του ίδιου αλλά και με βάση τα δημοσιεύματα που ακολούθησαν στον Τύπο, κανείς από τους παρευρισκόμενους δεν παρενέβη. Ούτε εργαζόμενοι στον σταθμό, ούτε η εταιρεία security, ούτε καν επιβάτες. Οι δράστες κατάφεραν να διαφύγουν, αφήνοντας πίσω τους έναν τραυματισμένο άνθρωπο.

Παρά τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, εκείνο που ίσως θα έπρεπε να μας απασχολήσει είναι οι συνέπειες της κοινωνικής αδράνειας.

Το κοινωνικό στίγμα, για άλλη μια φορά φαίνεται να προηγείται της ανθρώπινη ύπαρξης. Πρώτα είσαι η «ταμπέλα» και μετά ο άνθρωπος. Παρόμοια περιστατικά έχουν συμβεί και στο παρελθόν, σε δημόσιους χώρους, απέναντι σε μετανάστες, σε άστεγους, σε ομοφυλόφιλους, σε εκδιδόμενες γυναίκες και σε άλλες ευπαθείς ομάδες, τα οποία περνάνε γρήγορα από τη μνήμη μας και είναι να αναρωτιέται κανείς για το αποτύπωμα που μπορεί να αφήνουν. Περιστατικά που  υπογραμμίζουν την επιτακτική ανάγκη για συλλογική ευαισθητοποίηση και ενεργή παρέμβαση.

Όπως δήλωσε το ίδιο το θύμα σε ανάρτησή του την επόμενη ημέρα: «Η σιωπή προστατεύει τους θύτες. Η φωνή μας, τους επόμενους πιθανούς στόχους».

Ο Light και ο μισαναπηρισμός των στίχων

Παράλληλα, ο τράπερ Light, ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ εφήβων και ανηλίκων, κυκλοφόρησε πρόσφατα τραγούδι με προσβλητικούς και ρατσιστικούς στίχους κατά των Ατόμων με Αναπηρία.  Αν και οι αντιδράσεις ήταν άμεσες –με φορείς όπως η ΠΟΣΓΚΑμεΑ να πρωτοστατούν– και η διαδικτυακή κατακραυγή οδήγησε τον καλλιτέχνη σε δημόσια «αντρίκια» συγγνώμη, το ερώτημα παραμένει: γιατί χρειάζεται δημόσια κατακραυγή για να αναγνωριστεί το προφανές; Η ανοχή στην προσβολή, όταν δεν συνοδεύεται από αντίδραση και περιορίζεται στα social media, η επαφίεται σε συλλόγους και οργανώσεις μέσω δελτίων τύπου, δημιουργεί ένα επικίνδυνο πλαίσιο κανονικοποίησης. Η τραπ, ήδη αμφιλεγόμενο μουσικό είδος που έχει κατηγορηθεί για την αισθητική της, την κακοποίηση της γλώσσας και τους στίχους της, αυτή τη φορά επιχείρησε να «ντύσει» τη ρητορική μίσους με υποτιμητικούς στίχους γύρω από την αναπηρία. Οι στίχοι του Light ενόχλησαν, όμως ολόκληρη η τραπ βρίθει σεξισμού, slut-shaming και κακοποιητικών αναφορών, και όμως συνεχίζει να κατακτά εκατομμύρια προβολές στις ψηφιακές πλατφόρμες.

Και αν στον αντίποδα η ραπ κουλτούρα ξεκίνησε ως φωνή των καταπιεσμένων και των νέων των ghetto της Αμερικής, η τραπ φαίνεται να προωθεί τις έμφυλες διακρίσεις, την κουλτούρα του βιασμού και τον αποκλεισμό. Όμως σε καμία περίπτωση κανείς δεν μπορεί να σταθεί κουνώντας το δάχτυλο απέναντι στους καλλιτέχνες που εκπροσωπούν αυτό το είδος, καθώς η μουσική αυτή αποτελεί τον mainstream ήχο της εποχής, αντικατοπτρίζοντας μια κουλτούρα που ήδη υπάρχει στην κοινωνία.

Η σιωπή δεν είναι ουδέτερη

Αξιολογώντας τα δύο αυτά περιστατικά, φαίνεται ότι το πιο ανησυχητικό δεν είναι ίσως η ίδια η βία, αλλά το ότι συνηθίζουμε σε αυτή. Είτε παρακολουθούμε, είτε ακούμε για κακοποιητικά γεγονότα, επιλέγουμε τη σιωπή ή καταφεύγουμε στην ψηφιακή εκτόνωση των αισθημάτων λύπης, ή οργής μέσω του διαδικτύου. Η σιωπή δεν είναι ωστόσο ποτέ ουδέτερη. Αν η σιωπή μετατρέπεται σε αποδοχή, τότε η αποδοχή γίνεται συνενοχή. Και μέσα σε αυτή τη συλλογική απάθεια, η ανθρώπινη παρουσία συρρικνώνεται από έναν φόβο που μεταμφιέζεται σε ουδετερότητα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ