Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΒΑΔΙΖΟΝΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΙΑΣ

Βαδίζοντας προς το τέλος της αυτοδυναμίας
Φωτ. GraphicaArtis/Getty Images
Κάτι άλλαξε φέτος το φθινόπωρο στο πολιτικό σκηνικό, έστω κι αν κανείς δεν θέλει να το ομολογήσει επίσημα.

Κάτι άλλαξε φέτος το φθινόπωρο στο πολιτικό σκηνικό, έστω κι αν κανείς δεν θέλει να το ομολογήσει επίσημα. Παρά το γεγονός ότι από πουθενά δεν προκύπτει δυνατότητα συνεννόησης των πολιτικών κομμάτων, όλοι συνειδητοποιούν ότι στην επόμενη φάση δεν θα υπάρχει άλλη επιλογή παρά ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας.

Η έκπληξη ήρθε από τον πρωθυπουργό −ορκισμένο υποστηρικτή των αυτοδύναμων κυβερνήσεων− ο οποίος στη ΔΕΘ, ερωτηθείς κατ’ επανάληψη τι θα κάνει αν είναι πρώτος αλλά όχι αυτοδύναμος, απάντησε: «ο λαός είναι κυρίαρχος και θα σεβαστούμε τη βούλησή του». Άρα, δεν είναι διόλου σίγουρο ότι η ΝΔ θα επιδιώξει αμέσως νέες εκλογές!

Λίγες μέρες αργότερα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Νίκος Ανδρουλάκης πήρε τη σκυτάλη, υποστηρίζοντας ότι η επόμενη κυβερνητική λύση περνά μέσα από την ήττα της ΝΔ, αλλά ταυτόχρονα δηλώνοντας: «όσον αφορά τις συνεργασίες, έχω αποδείξει ότι, όταν χρειαστεί στη Βουλή και πάντα στο προσκήνιο, είμαι έτοιμος να συνεργαστώ για να πετύχουμε συγκεκριμένους στόχους απέναντι στη ΝΔ, αλλά στο προσκήνιο. Το ΠΑΣΟΚ παιχνίδια παρασκηνίου δεν παίζει με κανέναν».

Με άλλα λόγια και οι δυο πολιτικοί αρχηγοί κάνουν μια παραδοχή που προκύπτει ούτως ή άλλως από όλες της έρευνες της κοινής γνώμης. Κανένα κόμμα δεν πλησιάζει σε πρόθεση ψήφου ποσοστά που να πλησιάζουν έστω το ποσοστό που απαιτείται για αυτοδύναμη κυβέρνηση (πάνω από 37%). Η μεν ΝΔ στην πρόθεση ψήφου κινείται λίγο πάνω από το 20%, το δε ΠΑΣΟΚ λίγο πάνω από το 10%. Τα άλλα κόμματα βρίσκονται ακόμη πιο κάτω.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι, αν δεν αλλάξει δραματικά η εικόνα της κοινής γνώμης −πράγμα που δεν διαφαίνεται, αν συνυπολογίσει κανείς ότι έχει εδραιωθεί αυτή η εικόνα για περίπου ενάμιση χρόνο, μετά τις Eυρωεκλογές− η συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας μοιάζει αναγκαστικά μονόδρομος. Είναι πρόωρο να προβλέψει κανείς ποιες δυνάμεις μπορεί να συμπράξουν, υπό αυστηρές προϋποθέσεις και με ενδεχόμενο πολιτικό κόστος. Ωστόσο, δεν είναι δύσκολο να δει κανείς ότι τα τελευταία χρόνια τα ίδια τα πολιτικά κόμματα και οι ηγεσίες τους προσπαθούν, άλλοτε επιτυχώς κι άλλοτε ανεπιτυχώς, να μετακινηθούν προς το κέντρο, ως έναν χώρο συναίνεσης και σύγκλισης, που επιτρέπει αναζήτηση πολιτικών συμμαχιών. Ο Μητσοτάκης το έκανε πρώτος από το 2019 και κατηγορήθηκε ότι μετέτρεψε τη ΝΔ σε Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρουλάκης το κάνει αξιοποιώντας εσχάτως στελέχη όπως ο Γιαννίτσης, ο Μπένος και η Διαμαντοπούλου, που μέχρι πρότινος αντιμετωπίζονταν θετικά από τη ΝΔ. Ο Τσίπρας το επιχειρεί μέσω του rebranding, με το οποίο προσπαθεί να κάνει τους ψηφοφόρους να ξεχάσουν τις ακρότητες που υποστήριξε ως αντιπολίτευση και ως πρωθυπουργός στους πρώτους έξι μήνες της θητείας του. Ο δε αποπεμφθείς αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Στέφανος Κασσελάκης έφτιαξε νέο κόμμα, το Κίνημα Δημοκρατίας, που κινείται επισήμως στον χώρο του ευρωπαϊκού κέντρου, εντασσόμενο στο Renew του Εμανουέλ Μακρόν.

Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα πρόσωπα και τα κόμματα που έχουν κυβερνητικές βλέψεις −παρά τις αναμενόμενες προεκλογικές υπερβολές τους− θα αφήσουν ανοιχτές κάποιες χαραμάδες συνεννόησης, ώστε να μπορέσουν να υπάρξουν στο μετεκλογικό σκηνικό που όπως φαίνεται θα σηματοδοτήσει το (προσωρινό;) τέλος των αυτοδύναμων κυβερνήσεων.



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ