ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΣΔΟΥΚΟΥ: ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΑΣΙΝΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΜΕ ΟΦΕΛΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ
- 28.06.24 13:29
Ως ήπειρος αφήνουμε σιγά σιγά πίσω μας την κρίση, κυρίως γιατί μπορέσαμε άμεσα να αναπτύξουμε εναλλακτικές λύσεις στην τροφοδοσία από τη Ρωσία και στην ενεργειακή εξάρτηση που αυτή επέφερε» σημειώνει στην Οικονομική Επιθεώρηση η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου, περιγράφοντας τις μεγάλες προκλήσεις αλλά και τις σημαντικές προοπτικές του τομέα στην Ελλάδα.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί, η Υφυπουργός αναφέρεται στην απόδοση των κυβερνητικών πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση του τελικού κόστους της ενέργειας στον καταναλωτή, στο το αν η Ελλάδα να εξελιχθεί σε βασικό ενεργειακό κόμβο διαμετακόμισης ενέργειας προς την Ευρώπη, στην πορεία του εγχειρήματος της κλιματικής ουδετερότητας στην Ελλάδα, αλλά και το κατά πόσο τα αποτελέσματα των πρόσφατων ευρωεκλογών θα έχουν ανασχετικές συνέπειες ως προς την προώθηση της πράσινης ατζέντας. «Είναι γεγονός ότι η ενεργειακή πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη χαρακτηρίζεται πλέον από περισσότερο ρεαλισμό, αλλά ας μην έχουμε την παραμικρή αμφιβολία: πρόκειται για έναν ξεκάθαρα πράσινο ρεαλισμό» τονίζει μεταξύ άλλων.
Να ξεκινήσω ρωτώντας εάν θεωρείτε πως έχουμε αφήσει την ενεργειακή κρίση πίσω μας, εάν πιστεύετε πως η κατάσταση επανισορρόπησε μετά την παγκόσμια κρίση του 2022…
Σίγουρα βρισκόμαστε πλέον σε ένα πιο ομαλό περιβάλλον, τόσο αναφορικά με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, όσο και τα επίπεδα των τιμών. Να θυμίσω ότι στην Ελλάδα οι χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρισμού είχαν κορυφωθεί τον Αύγουστο του 2022 σε πάνω από 400 ευρώ/MWh και σήμερα βρίσκονται κοντά στα 80-100 ευρώ/MWh. Αντίστοιχα, στα τιμολόγια λιανικής μπορεί να υπάρχει εσχάτως μια άνοδος λόγω της αυξημένης ζήτησης, αλλά βρισκόμαστε κατά μέσο όρο σε επίπεδα κοντά στα 11 λεπτά ανά κιλοβατώρα από 75 ή και παραπάνω (πριν τις επιδοτήσεις) στην κορύφωση της κρίσης. Μάλιστα, σήμερα δεν χρειάζονται πλέον οριζόντιες επιδοτήσεις από την πλευρά της Πολιτείας, εκτός βεβαίως από την περίπτωση των ευάλωτων καταναλωτών, για τους οποίους προχωρήσαμε σε δίκαιες και απαραίτητες παρεμβάσεις στις αρχές του έτους, ιδίως με τη θέσπιση επιδόματος θέρμανσης ηλεκτρικής ενέργειας για 400.000 περίπου συμπολίτες μας.
Αλλά και στο σκέλος της ομαλής και διαφοροποιημένης τροφοδοσίας, η Ευρώπη διαθέτει πλέον τη δυνατότητα να εισάγει LNG σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από το παρελθόν, αφού χώρες όπως η Γερμανία επένδυσαν σε νέα τερματικά. Αλλά και η Ελλάδα παίζει πλέον σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή ασφάλεια της ευρωπαϊκής ηπείρου, αφού η ενεργοποίηση του FSRU της Αλεξανδρούπολης συμπληρώνει και επεκτείνει το «δίχτυ ασφαλείας» της Ρεβυθούσας για εναλλακτική προμήθεια υγροποιημένου αερίου, ανοίγοντας μια νέα και πολύ σημαντική πύλη εισόδου για ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Θετικό είναι παράλληλα ότι ο φετινός χειμώνας τελείωσε με τα επίπεδα πληρότητας των αποθηκών φυσικού αερίου σε πολύ υψηλά επίπεδα, περί το 60%, πράγμα που διευκολύνει τον σχεδιασμό των κρατών-μελών ενόψει της επόμενης χειμερινής περιόδου.
Όλες οι παραπάνω δράσεις έγιναν στα πλαίσια του προγράμματος REPower EU, που επίσης οδήγησε την τελευταία διετία σε μια άνευ προηγουμένου ανάπτυξη των ΑΠΕ και τεχνολογιών όπως οι αντλίες θερμότητας που καθιστούν την Ευρώπη πιο αυτάρκη ενεργειακά. Μόνο μέσα στο 2023 εγκαταστάθηκαν πανευρωπαϊκά 56 GW φωτοβολταϊκών και 17 GW αιολικών, με την Ελλάδα να πρωτοστατεί και εδώ, καθώς πέρυσι η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ ξεπέρασε για πρώτη φορά την ηλεκτροπαραγωγή από συμβατικές μονάδες
Οπότε, ναι, έχει σημειωθεί σίγουρα πρόοδος και ως ήπειρος αφήνουμε σιγά σιγά πίσω μας την κρίση, κυρίως γιατί μπορέσαμε άμεσα να αναπτύξουμε εναλλακτικές λύσεις στην τροφοδοσία από τη Ρωσία και στην ενεργειακή εξάρτηση που αυτή επέφερε. Αναμφισβήτητα όμως, πρέπει να επαγρυπνούμε, διότι το γεωπολιτικό περιβάλλον εγκυμονεί κινδύνους.
Η Ελλάδα πόσο κατοχυρωμένη είναι στην προμήθεια ενέργειας; Και τι διδάγματα αντλήσαμε από την κρίση της περασμένης διετίας;
Η χώρα μας βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση από ό,τι ήταν παλαιότερα, αφού έχει αρχίσει να δίνει τέλος στην απομόνωση και να χτίζει τις ενεργειακές λεωφόρους που θα της χρειαστούν στο εξής, συνεισφέροντας καίρια στη διαφοροποίηση πηγών και οδεύσεων ενέργειας για όλη την περιοχή της Νοτιανατολικής Ευρώπης.
Στο φυσικό αέριο οι αγωγοί ΤΑΡ και IGB, μαζί με το νέο τερματικό LNG της Αλεξανδρούπολης, ενισχύουν σημαντικά τις δυνατότητες εισαγωγής και εξαγωγής. Ο ΔΕΣΦΑ ισχυροποιεί και εκσυγχρονίζει το εθνικό μας δίκτυο μεταφοράς, ενώ ως χώρα προσθέσαμε και τη διάσταση του Κάθετου Διαδρόμου, μέσω του οποίου αέριο από την Ελλάδα θα μπορεί να φτάνει ως τη Μολδαβία και την Ουκρανία, ενισχύοντας τον γεωστρατηγικό μας ρόλο.
Κινήσεις αντίστοιχης φιλοδοξίας συμβαίνουν και στον ηλεκτρισμό. Ο ΑΔΜΗΕ έχει βάλει μπροστά ένα μεγαλεπήβολο επενδυτικό σχέδιο, ώστε να αναβαθμίσει τις υφιστάμενες διασυνδέσεις με τους γείτονές μας, αλλά και να φτάσει μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο μέσω του Great Sea Interconnector (Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ). Πρόσθετες επενδύσεις προβλέπονται και για το καλώδιο GREGY με την Αίγυπτο, ενώ η Ελλάδα προωθεί και τη διασύνδεση Green Aegean, που θα εκτείνεται ως την κεντρική Ευρώπη.
Γιατί, όμως, δίνουμε τόση έμφαση στη συνδεσιμότητα; Διότι στη σύγχρονη αγορά ενέργειας μπορείς να προστατευτείς από την έντονη μεταβλητότητα μονάχα αν εξαντλήσεις τα εισαγωγικά και εξαγωγικά σου περιθώρια. Επίσης, η διάσταση αυτή έχει σαφείς συνέργειες με τη φιλοδοξία μας να γίνει η Ελλάδα μεγάλος παραγωγός και εξαγωγέας πράσινου ρεύματος μέσω και της προσθήκης των υπεράκτιων αιολικών.
Άλλωστε, η εμπειρία έχει δείξει ότι οι χώρες εκείνες με τις καλύτερες διασυνδέσεις εξασφαλίζουν και τις βέλτιστες τιμές για τους καταναλωτές τους. Εντέλει, ο στόχος μας είναι η στήριξη της εθνικής οικονομίας και το να προσφέρουμε καλύτερες συνθήκες στους πολίτες.
Υπάρχει πάντως ένα θέμα με την τιμολογιακή πολιτική των εταιρειών ενέργειας και το τελικό κόστος στον καταναλωτή. Με ποια εργαλεία το αντιμετωπίζετε;
Όπως γνωρίζετε, το ΥΠΕΝ στις αρχές του 2024 εφάρμοσε μια σημαντική μεταρρύθμιση στην αγορά με την εισαγωγή του Ειδικού (Πράσινου) τιμολογίου και την ομαδοποίηση των προϊόντων ηλεκτρικής ενέργειας. Τα πεπραγμένα του πρώτου εξαμήνου εφαρμογής δείχνουν καταρχήν μια σαφή πτώση των τιμών, με τη βοήθεια βεβαίως και της αποκλιμάκωσης των διεθνών τιμών ενέργειας.
Ακόμα πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι βλέπουμε περισσότερο ανταγωνισμό όχι μόνο μεταξύ των προμηθευτών, αλλά και μεταξύ των χρωμάτων των τιμολογίων. Μπορεί το τελευταίο διάστημα τα πράσινα και τα κίτρινα τιμολόγια να έχουν αυξηθεί σε σύγκριση με λίγους μήνες πριν, όμως τα μπλε τιμολόγια συνεχίζουν να προσφέρουν σημαντικά φθηνότερη και ελκυστική διέξοδο για έναν χρονικό ορίζοντα συνήθως έξι έως δώδεκα μηνών.
Κατ’ επέκταση, πιστεύω ότι τον στόχο του να παρέχουμε εναλλακτικές στον καταναλωτή τον έχουμε πετύχει. Είναι, βεβαίως, κάτι που συμβαδίζει με την εποπτεία και τη διαφάνεια. Στο συγκεκριμένο σκέλος θα πρέπει να αναγνωρίσουμε το έργο της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), που έχει επεκτείνει δραστικά τις δυνατότητές της μέσω της προσθήκης εργαλείων σύγκρισης τιμών, ενεργειακού διαμεσολαβητή και μιας ευρείας πληροφόρησης και επικοινωνίας.
Φυσικά και το ίδιο το ΥΠΕΝ έχει στείλει το μήνυμα ότι δεν θα ανεχθεί αθέμιτες πρακτικές στην αγορά του ρεύματος. Για αυτόν τον λόγο, όμως, έχουμε πλέον μια ανταγωνιστική αγορά, ώστε τέτοιες συμπεριφορές να μπορεί να τις τιμωρεί και ο ίδιος ο καταναλωτής αλλάζοντας εύκολα εταιρεία. Στο εξής η διαδικασία αλλαγής προμηθευτή θα γίνει ακόμα πιο εύκολη και επί της ουσίας θα μπορεί ο καθένας να την ολοκληρώσει κυριολεκτικά με ένα «κλικ».
Περαιτέρω, ο καταναλωτής πρόκειται στο εξής να ενδυναμωθεί ακόμα περισσότερο μέσω της σταδιακής εγκατάστασης των έξυπνων μετρητών και της εφαρμογής των δυναμικών (πορτοκαλί) τιμολογίων. Πρόκειται για μια πραγματική επανάσταση στο πώς καταναλώνουμε ηλεκτρικό ρεύμα με οφέλη και για την τσέπη μας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τις μεσημβρινές ώρες που μεγιστοποιείται η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, οι τιμές είναι πολύ χαμηλές έως και μηδενικές, και οι καταναλωτές θα έχουν κίνητρο να μεταφέρουν τα φορτία τους εκείνες τις ώρες, ώστε να μειώσουν αντίστοιχα το ενεργειακό τους κόστος.
Πώς μπορεί η Ελλάδα να εξελιχθεί σε βασικό ενεργειακό κόμβο διαμετακόμισης ενέργειας προς την Ευρώπη; Πώς εντάσσεται ο ρόλος της στους νέους μεγάλους σχεδιασμούς των παικτών της Μέσης Ανατολής;
Στο νέο διεθνές ενεργειακό τοπίο υπάρχουν περιοχές με υψηλό δυναμικό για παραγωγή καθαρής ενέργειας, όπως η Μέση Ανατολή και η Βόρεια Αφρική, που ταυτόχρονα διαθέτουν και άφθονες εκτάσεις για υλοποίηση τέτοιων έργων. Κατ’ επέκταση, η προσοχή της Ευρώπης συνολικά στρέφεται στο πώς θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί αυτό το δυναμικό και να μεταφέρει την παραγόμενη ενέργεια.
Η Ελλάδα βρίσκεται στην πλεονεκτική θέση να διαθέτει η ίδια πλούσιο δυναμικό, αλλά και μια μοναδική γεωγραφική θέση για να καταστεί ταυτόχρονα μεγάλος παραγωγός και κόμβος μεταφοράς καθαρής ενέργειας.
Ως εκ τούτου, υπάρχουν σαφείς συνέργειες μεταξύ της εθνικής πολιτικής και των στόχων που έχουν άλλες χώρες όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Τα μνημόνια συνεργασίας και οι εταιρικές συμφωνίες που έχουν υπογραφεί μέχρι στιγμής αντανακλούν αυτή τη σύγκλιση και ανοίγουν το δρόμο για τους μεγάλους ενεργειακούς διαδρόμους του μέλλοντος.
Πώς θα περιγράφατε την πορεία υλοποίησης του πρότζεκτ της κλιματικής ουδετερότητας για τη χώρα μας;
Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στα επίσημα στοιχεία για να διαπιστώσουμε την πρόοδο στη μείωση των εκπομπών και την ενεργειακή μετάβαση. Οι συνολικές εγκαταστάσεις ΑΠΕ εκτοξεύτηκαν από τα 7 GW σε πάνω από 12 GW μέσα σε τέσσερα χρόνια. Μονάχα πέρυσι η Ελλάδα πρόσθεσε 2,1 GW, εκ των οποίων 1,6 GW φωτοβολταϊκών.
Η σταδιακή απόσυρση του λιγνίτη επίσης συμβάλει τα μέγιστα στην απομείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου. Ενδεικτικό είναι ότι πλέον οι μονάδες λιγνίτη δεν συμμετέχουν στην αγορά παρά μόνο σε περιόδους αιχμής της ζήτησης.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω εξελίξεων, κατά το πρώτο τετράμηνο του 2024 η μέση ένταση άνθρακα της ελληνικής ηλεκτροπαραγωγής μειώθηκε στο ιστορικό χαμηλό των 268 gr. CO2/kWh. Συγκριτικά, το εν λόγω μέγεθος ήταν τριπλάσιο μόλις δέκα χρόνια πριν.
Η ηλεκτροπαραγωγή, όμως, δεν είναι ο μόνος τομέας που καλούμαστε να απανθρακοποιήσουμε. Γίνονται βήματα για τη στήριξη της ηλεκτροκίνησης και των εναλλακτικών καυσίμων, για να μπορέσουν οι μεταφορές να ακολουθήσουν το ίδιο μονοπάτι. Ομοίως, στον κρίσιμο τομέα των κτιρίων εφαρμόζονται μια σειρά από δράσεις εξοικονόμησης και ενεργειακής αποδοτικότητας, όπως τα προγράμματα «Εξοικονομώ» για την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών και επιχειρήσεων, καθώς και τα προγράμματα αντικατάστασης ενεργοβόρων συσκευών. Τέλος, με την ενεργό στήριξη της τεχνολογίας της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα έχουμε μια σαφή λύση για την απανθρακοποίηση της βιομηχανίας, απαραίτητη προϋπόθεση για να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε το net zero, τον εκμηδενισμό δηλαδή των καθαρών εκπομπών ως το 2050.
Η χώρα λέει «ναι στην απολιγνιτοποίηση», ωστόσο πολλοί ισχυρίζονται πως το κόστος το πληρώνουν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Τι λέτε εσείς για αυτό;
Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι η ΕΕ έχει επιβάλει «φόρο διοξειδίου άνθρακα», ώστε να πρασινίσει την παραγωγή ενέργειας. Ως αποτέλεσμα, η λειτουργία των μονάδων λιγνίτη είναι σήμερα ασύμφορη πανευρωπαϊκά, και η διατήρησή της αυξάνει αισθητά το κόστος για τους τελικούς καταναλωτές.
Αντιθέτως, οι ΑΠΕ αποτελούν τη φθηνότερη μορφή ηλεκτροπαραγωγής, και ακόμα και αν συνυπολογίσουμε το κόστος ανάπτυξης των δικτύων και της αποθήκευσης που χρειάζεται να τις συνοδεύσουν, και πάλι μιλάμε για κόστος χαμηλότερο σε σύγκριση με τις συμβατικές μονάδες.
Είναι, όμως, εξίσου σημαντικό το γεγονός ότι με τις ΑΠΕ μπορεί πλέον ο ίδιος ο καταναλωτής να επενδύσει και να μειώσει μακροχρόνια το ενεργειακό του κόστος, κάτι που δεν μπορούσε να κάνει προηγουμένως. Μπορεί η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών, μπαταρίας ή η αγορά ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου να στοιχίζουν, αλλά γι’ αυτό προσφέρει η Πολιτεία γενναίες επιδοτήσεις, ώστε να αποτελούν ρεαλιστικές επιλογές για τους πολίτες.
Κατ’ επέκταση, εμείς θέλουμε ο πολίτης να είναι μέτοχος στην ενεργειακή μετάβαση, να αναλάβει ο ίδιος τα ηνία, αλλά και να καταστεί κοινωνός της ωφέλειας που αυτή επιφέρει, η οποία είναι και οικονομική πέρα από περιβαλλοντική.
Η πράσινη ατζέντα θα εξακολουθήσει να διαμορφώνει την πολιτική της ΕΕ; Μπορεί τα πρόσφατα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών να αλλάξουν αυτή την κατεύθυνση;
Είναι σαφές από το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών ότι υπάρχει μια τάση μερικής αμφισβήτησης της ταχύτητας επίτευξης των στόχων που έθεσε η Πράσινη Συμφωνία και εξειδίκευσε το πακέτο «Fit for 55». Άλλωστε, ήδη βλέπουμε κυβερνήσεις να κάνουν πίσω σε ορισμένα θέματα, όπως ο χρόνος απαγόρευσης των κινητήρων εσωτερικής καύσης, η αδειοδότηση των ΑΠΕ και άλλα.
Προσωπικά θεωρώ ότι η συζήτηση δεν πρέπει να επικεντρώνεται στους ίδιους τους στόχους, όσο στον ρυθμό επίτευξής τους. Η ελληνική κυβέρνηση εξάλλου την τελευταία περίοδο δίνει σαφή έμφαση σε δοκιμασμένες λύσεις και ιδέες που διατηρούν το κόστος χαμηλά και έχουν τη μέγιστη αξία για το ενεργειακό μας σύστημα, όπως οι ώριμες τεχνολογίες αιολικών και φωτοβολταϊκών, που είναι πλέον οι φθηνότερες μορφές ηλεκτροπαραγωγής.
Παράλληλα, όμως, παρουσιάζονται και μεγάλες ευκαιρίες από τη δραστηριοποίηση σε αναδυόμενες τεχνολογίες, ιδίως αν συνδυαστούν και με ανάπτυξη εγχώριας τεχνογνωσίας και παραγωγής. Συνεπώς, έχει νόημα να κάνουμε ορισμένα πρώτα βήματα σε τομείς όπως το υδρογόνο, το βιομεθάνιο, τα υπεράκτια αιολικά και η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα καθώς, αν το σχεδιάσουμε σωστά, μπορούμε να αποκτήσουμε διεθνές συγκριτικό πλεονέκτημα σε νέες τεχνολογίες που θα είναι περιζήτητες σε άλλες χώρες στο μέλλον. Πάντοτε όμως ο σχεδιασμός οφείλει να γίνεται με σαφή στάθμιση του τελικού οφέλους για τον πολίτη και τον καταναλωτή και του μέγιστου θετικού αποτελέσματος για τη χώρα και την εθνική οικονομία.
Συνοψίζοντας, είναι γεγονός ότι η ενεργειακή πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη χαρακτηρίζεται πλέον από περισσότερο ρεαλισμό, αλλά ας μην έχουμε την παραμικρή αμφιβολία: πρόκειται για έναν ξεκάθαρα πράσινο ρεαλισμό.
Οι βασικοί πυλώνες δεν αλλάζουν και υπαγορεύονται όχι μόνο από την ανάγκη περιορισμού των ρύπων, αλλά επίσης από την ανάγκη θωράκισης της ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού και τη γεωπολιτική ανεξαρτησία. Η πορεία της μετάβασης είναι διαχειρίσιμη και μπορεί να γίνει με τρόπο που να προστατεύει την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα. Είμαι αισιόδοξη ότι η Ελλάδα και η Ευρώπη θα πετύχουν τους στόχους και θα ενδυναμωθούν στην πορεία.