Η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΠΑΧΑΙΝΕΙ
- 18.09.25 12:51

Ολοένα και περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι η κλιματική αλλαγή δεν επηρεάζει μόνο την παραγωγή και τις τιμές των τροφίμων, αλλά και τις ίδιες μας τις διατροφικές συνήθειες. Νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Climate Change καταγράφει ότι οι Αμερικανοί καταναλώνουν μεγαλύτερες ποσότητες ζάχαρης, κυρίως μέσω αναψυκτικών, παγωτών και κατεψυγμένων γλυκών, καθώς οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν.
Η μελέτη βασίστηκε σε δεδομένα αγορών τροφίμων από αμερικανικά νοικοκυριά για την περίοδο 2004–2019, τα οποία συσχετίστηκαν με τις τοπικές καιρικές συνθήκες. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι για κάθε αύξηση 1°C, η κατανάλωση πρόσθετης ζάχαρης αυξανόταν κατά 0,7 γραμμάρια ανά άτομο την ημέρα. Η τάση ήταν ιδιαίτερα έντονη όταν οι θερμοκρασίες κυμαίνονταν μεταξύ 20 και 30 βαθμών Κελσίου, ιδίως τα καλοκαιρινά απογεύματα.
Η εξήγηση, όπως σημειώνει η συγγραφέας της μελέτης Παν Χε από το Πανεπιστήμιο Κάρντιφ, είναι ότι το σώμα σε υψηλές θερμοκρασίες χάνει περισσότερα υγρά και αναζητά ενυδάτωση και δροσιά. Για πολλούς Αμερικανούς, η πιο άμεση επιλογή είναι τα παγωμένα, γλυκά προϊόντα: αναψυκτικά, χυμοί, παγωτά.
Το φαινόμενο είναι πιο έντονο σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος ή χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου. Αυτές οι κοινωνικές ομάδες έχουν ήδη υψηλότερα ποσοστά κατανάλωσης ζάχαρης, καθώς πρόκειται για φθηνότερες και πιο εύκολα διαθέσιμες επιλογές. Παράλληλα, περνούν λιγότερο χρόνο σε κλιματιζόμενους χώρους, γεγονός που ενισχύει την τάση για γλυκά σνακ ή κρύες «λύσεις».
Η εκτίμηση των επιστημόνων είναι ανησυχητική: αν η ρύπανση που προκαλεί την υπερθέρμανση του πλανήτη συνεχιστεί ανεξέλεγκτα, η ημερήσια κατανάλωση ζάχαρης μπορεί να αυξηθεί σχεδόν κατά 3 γραμμάρια ανά άτομο μέχρι το 2095 (σ.σ. στοιχεία ΗΠΑ). Οι επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία θα είναι σοβαρές, καθώς η υπερβολική ζάχαρη συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο παχυσαρκίας, διαβήτη και καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία συστήνει η πρόσθετη ζάχαρη να μην ξεπερνά το 6% των συνολικών θερμίδων ημερησίως, δηλαδή τα 36 γραμμάρια για τους άνδρες και 26 για τις γυναίκες. Ωστόσο, οι νέες συνθήκες που δημιουργεί η κλιματική αλλαγή φαίνεται πως δυσκολεύουν την τήρηση αυτών των ορίων.
Η Σάρλοτ Κουκόφσκι, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ που δεν συμμετείχε στη μελέτη, τονίζει ότι η έρευνα αναδεικνύει μία «λιγότερο συζητημένη δίοδο» μέσα από την οποία η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την ανθρώπινη ευημερία. Το πιο ανησυχητικό, υπογραμμίζει, είναι ότι τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα – όσα έχουν λιγότερους πόρους – εκτίθενται περισσότερο στη ζέστη και ταυτόχρονα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ασθενειών που συνδέονται με την κακή διατροφή.
Παρά τις πρώτες αυτές ενδείξεις, οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου, ώστε να κατανοηθεί πλήρως πώς η κλιματική κρίση θα διαμορφώσει τις διατροφικές μας συνήθειες και ποιος θα είναι ο μελλοντικός αντίκτυπος στην υγεία σε συνάρτηση με τις κοινωνικές ανισότητες.