Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

Ο BANKSY ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΛΟΓΟΚΡΙΜΕΝΗΣ STREET ART

Ο Banksy και άλλες ιστορίες λογοκριμένης street art
Φωτ. Banksy / Official Instagram Page
Ένα έργο του διάσημου καλλιτέχνη, που πρόσφατα είχε εμφανιστεί στους τοίχους των Βασιλικών Δικαστηρίων του Λονδίνου, αφαιρέθηκε άμεσα από τις αρχές, πυροδοτώντας εκ νέου τη συζήτηση γύρω από τη σχέση της τέχνης, με τον δημόσιο χώρο και την ελευθερία της έκφρασης.

Ένα έργο του διάσημου καλλιτέχνη Banksy, που πρόσφατα είχε εμφανιστεί στους τοίχους των Βασιλικών Δικαστηρίων του Λονδίνου, αφαιρέθηκε άμεσα από τις αρχές, πυροδοτώντας εκ νέου τη συζήτηση γύρω από τη σχέση της τέχνης με τον δημόσιο χώρο και την ελευθερία της έκφρασης. Στο επίμαχο έργο του, ένας δικαστής χτυπούσε με το σφυρί του έναν διαδηλωτή.

Η υπόθεση αυτή δεν είναι μεμονωμένη. Το BBC δημοσίευσε πρόσφατα ένα άρθρο σχετικά με τα αμφιλεγόμενα έργα τέχνης που κατά καιρούς έχουν λογοκριθεί και στο οποίο καταγράφονται πολλά ιστορικά παραδείγματα έργων που είτε εξαφανίστηκαν, είτε καλύφθηκαν, είτε καταστράφηκαν επειδή θεωρήθηκαν “ακατάλληλα”, επικίνδυνα ή απλώς αντισυμβατικά. 

Η λιθογραφία με τίτλο «Γκαρκγκαντούα» του 1831, που απεικόνιζε τον Γάλλο βασιλιά Λουδοβίκο-Φίλιππο ως Γαργαντούα, να καταβροχθίζει τεράστιες ποσότητες τροφής που μετέφεραν στην πλάτη τους οι υπήκοοί του, οδήγησε τον καλλιτέχνη Ονόρ Ντωμιέ σε ποινή φυλάκισης 6μηνών. Λίγα χρόνια νωρίτερα, ο περίφημος Ισπανός ζωγράφος Γκόγια κατάφερε να προκαλέσει την οργή της Ιεράς Εξέτασης με το έργο του «Η Γυμνή Μάχα», όπου αποτύπωνε μια μελαχρινή γυναίκα από τις κατώτερες κοινωνικά τάξεις της Ισπανίας να είναι ξαπλωμένη νωχελικά σε έναν καναπέ. Ενώ βρέθηκε υπόλογος για το έργο του, τελικά δεν τιμωρήθηκε όμως δημιούργησε έναν δεύτερο πίνακα με την ίδια γυναίκα ντυμένη αυτή τη φορά. Ωστόσο, διαχρονικά το πιο διάσημο παράδειγμα λογοκρισίας ήταν η Δευτέρα παρουσία του Μιχαήλ Άγγελου στην Καπέλα Σιστίνα, ένα από τα μεγαλύτερα έργα της Αναγέννησης, όπου η απεικόνιση των γυμνών σωμάτων στο έργο, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Σύνοδος του Τριδέντου (1563) να αποφασίσει την απαγόρευση «ασελγών εικόνων» και ο Ντανιέλε ντα Βολτέρα που ανέλαβε να καλύψει με υφάσματα τις φιγούρες, κέρδισε το παρατσούκλι «ο βρακοποιός».

Η ιστορία της Τέχνης είναι γεμάτη από ανάλογες περιπτώσεις. Έργα μεταγενέστερων καλλιτεχνών όπως του Πικάσο ή του Γκούσταβ Κλιμτ έχουν δεχτεί επίσης απαγορεύσεις. Πριν δυο χρόνια μάλιστα στο “Μουσείο Απαγορευμένης Τέχνης” της Βαρκελώνης, υλοποιήθηκε έκθεση αφιερωμένη σε έργα που έχουν γίνει στόχοι λογοκρισίας, απαγόρευσης ή καταγγελίας για πολιτικούς, κοινωνικούς ή θρησκευτικούς λόγους, από τον 18ο  έως τον 21ο αιώνα. Και η ιστορία συνεχίζεται…

Τέτοιου είδους παρεμβάσεις συνεχίζουν να προβληματίζουν και σήμερα για το ποιος έχει τελικά το δικαίωμα να αποφασίζει τι «πρέπει» ή «δεν πρέπει» να αποτελεί αντικείμενο τέχνης και να προβάλλεται σε κοινή θέα.

Στην περίπτωση του Banksy, αναδεικνύεται κατά καιρούς το εξής παράδοξο: Από τη μία πρόκειται για έναν καλλιτέχνη που τα έργα του γνωρίζουν τεράστια εμπορική επιτυχία, ενώ από την άλλη κινδυνεύει ο ίδιος να βρεθεί, εφόσον κάποια στιγμή αποκαλυφθεί ποιος τελικά είναι, για «φθορά δημόσια περιουσίας» ενώπιων της δικαιοσύνης. Εδώ μάλιστα, αξίζει να αναφερθεί ότι τον περασμένο χειμώνα στην πρωτεύουσα της Μαδρίτης, στην Ισπανία, εγκαινιάσθηκε ένα μουσείο αφιερωμένο στον Banksy, με πάνω από 170 έργα, μεταξύ των οποίων και αναπαραγωγές εμβληματικών τοιχογραφιών του. Το γεγονός αυτό δείχνει πόσο ισχυρή είναι η απήχηση της αξίας του έργου του, ακόμη και όταν συχνά έρχεται αντιμέτωπος με την εξουσία.

Η τέχνη του δρόμου (Street Art) αποτυπώνεται κυρίως στον αστικό χώρο με τη μορφή graffiti, stencil ή sticker art και βρίσκεται αρκετά μακριά από μουσεία ή γκαλερί. Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότερο η μορφή αυτή τέχνης φιλοξενείται σε κλειστούς χώρους και οι καλλιτέχνες πολλές φορές κοσμούν με έργα τους τοίχους τους. Παρόλα αυτά παλινδρομώντας σαν εκκρεμές μεταξύ βανδαλισμού και τέχνης, όταν ένα τέτοιο έργο αποτυπώνεται  σε κυβερνητικά κτίρια, ισχυροπιοεί τον απόηχο του πολιτικού λόγου και της κριτικής που ασκεί.   

Αν οι αρχές έχουν καθήκον να προστατεύουν τον δημόσιο χώρο, επικαλούμενες λόγους αισθητικής, διατήρησης και διασφάλισης της δημόσιας τάξης, ποιο πραγματικά είναι το όριο που, αν ξεπεραστεί, μπορεί να μεταφραστεί ανοιχτά ως λογοκρισία;

Η τέχνη, αποτελεί τον χώρο που αναπτύσσεται η ελεύθερη έκφραση και ενθαρρύνεται η κριτική σκέψη. Διαχρονικά, προάγει τον δημόσιο διάλογο και τον κοινωνικό σχολιασμό. Όταν καταστέλλεται, ακόμη και για λόγους «δημόσιας τάξης», ο άνθρωπος έρχεται ένα βήμα πιο κοντά στην αλλοτρίωση. Το πνεύμα συρρικνώνεται και οι αξίες εκπίπτουν.

Η περίπτωση της αφαίρεσης του έργου του Banksy από την κοινή θέα, μας υπενθυμίζει ότι η ελευθερία έκφρασης μέσω της τέχνης δεν είναι πάντα δεδομένη, χρειάζεται συνεχώς να την υπερασπιζόμαστε, διατηρώντας τον διάλογο ανοιχτό, και ενθαρρύνοντας την πολυφωνία, προάγοντας έτσι τη δημοκρατία. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ