ΤΟ ΠΕΚΙΝΟ ΤΟΥΣ ΦΕΡΝΕΙ ΟΛΟΥΣ ΠΙΟ ΚΟΝΤΑ
- 21.02.23 10:54
Η άνοδος της Κίνας δημιουργεί για κάθε κράτος στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού την απειλή να βρεθεί υπό την κυριαρχική επιρροή του Πεκίνου. Καθώς, όμως, πολλές από αυτές τις χώρες έχουν πρόσφατο το αποικιακό παρελθόν, υπάρχει εύλογη δυσφορία για το ενδεχόμενο συμμαχίας με τη Δύση. Στον Economist, αντιθέτως, μια τέτοια συμμαχία φαντάζει εξαιρετικά χρήσιμη – εξ ου κι αναζητά τις βάσεις στις οποίες θα μπορούσε αυτή να δομηθεί.
Μέχρι πριν από λίγα μόνο χρόνια, σπανίως άκουγε κανείς στις συζητήσεις περί διεθνών σχέσεων τον όρο «περιοχή Ινδικού-Ειρηνικού». Σήμερα, πολλές είναι οι χώρες που έχουν υιοθετήσει στρατηγικές με αυτή την ονομασία – ΗΠΑ, Αυστραλία, Βρετανία, Γαλλία, Ινδία, Ινδονησία, Ιαπωνία, Φιλιππίνες, ακόμα και η Μογγολία. Τον περασμένο Δεκέμβριο προστέθηκε και η Νότια Κορέα. Μόνη που ανθίσταται μεταξύ των μεγάλων παικτών η Κίνα, η οποία μάλιστα εκφράζεται σαρκαστικά για την όλη υπόθεση. Αυτό ακριβώς είναι το κλειδί που εξηγεί τι ακριβώς σημαίνει η όλη υπόθεση Ινδικού-Ειρηνικού.
Οι δύο ωκεανοί
Πέρα από τη γεωπολιτική διάσταση, ο όρος υποδηλώνει την από κοινού θεώρηση του Ινδικού Ωκεανού, και του ακόμη ευρύτερου Ειρηνικού. Τον όρο «Indo-Pacific» πρωτοχρησιμοποίησε ένας Βρετανός νομικός της εποχής της αποικιοκρατίας, με πρόσθετη διάσταση εθνογράφου, στα μέσα του 19ου αιώνα. Ούτως ή άλλως, ροές εμπορίου και ανταλλαγών των ανθρώπων της ευρύτερης περιοχής παρατηρούνταν στην περιοχή των δύο ωκεανών εδώ και χιλιετίες: το Ισλάμ επεκτεινόταν ανατολικά από τη Μέση Ανατολή, ενώ ο ινδουισμός και ο βουδισμός ανοιγόταν προς τα έξω με βάση την Ινδία. Σε πιο πρόσφατους καιρούς, επιστήμονες συνέλαβαν το πώς συνδέονται στενά η κυκλοφορία και η βιο-γεωγραφία των δύο ωκεανών. Η μεγάλη ιστορία της Ασίας μπορεί ευκολότερα να κατανοηθεί αν ληφθεί ως πλαίσιό της η έννοια των δυο ωκεανών: Ινδικού και Ειρηνικού.
Όμως, μέχρι πριν από σχετικά λίγο καιρό, για τους αναλυτές της στρατηγικής ήταν πειστικότερα άλλα, εναλλακτικά πλαίσια, όπως «ημισφαίριο της Ανατολικής Ασίας», «λεκάνη του Ειρηνικού», ή πάλι «Ασία και Ειρηνικός». Η Οικονομική Συνεργασία Ασίας-Ειρηνικού/APEC, μια πρωτοβουλία της τελευταίας φάσης του 20ού αιώνα που προωθήθηκε από 21 χώρες, είχε ως επιδίωξη να συνενώσει την οικονομική δυναμική των παράκτιων χωρών του Ειρηνικού – πρωτίστως της Ανατολικής Ασίας. Ποιος ο λόγος, λοιπόν, να διαμορφωθεί ένας νέος όρος γεωγραφικής περιγραφής; Για τον Economist ήταν παλιότερα αρκετό να δίνει την περιγραφή της περιοχής από το Αφγανιστάν μέχρι τον βορρά της Ιαπωνίας και από τις Μαλδίβες μέχρι τη Νέα Ζηλανδία με τον απλό όρο «Ασία».
Νοητικοί χάρτες
Η απάντηση στα παραπάνω δίνεται από το γεγονός ότι, στη διεθνή πολιτική, οι νοητικοί χάρτες έχουν μεγάλη σημασία. Το εξηγεί στο βιβλίο του ο Ρομπ Μέτκαλφ του Εθνικού Πανεπιστημίου της Αυστραλίας, όπου ακριβώς ασχολείται με την έννοια της περιοχής Ινδικού-Ειρηνικού. Οι νοητικοί χάρτες δεν περιγράφουν απλώς τη «φυσική» περιοχή κάθε χώρας∙ καταδεικνύουν και τις προτεραιότητες πολιτικής, οι οποίες, με τη σειρά τους, «διαμορφώνουν τις πολιτικές αποφάσεις, τη μοίρα των εθνών, την ίδια τη στρατηγική».
Εκείνο που απαιτείται, αν είναι να κατανοήσει κανείς τον χάρτη της περιοχής Ινδικού-Ειρηνικού, είναι η διασύνδεση της οικονομικής υπερδύναμης που έχει δημιουργηθεί στην Ανατολική Ασία με τον νεότερο δυναμισμό που αναπτύσσεται στη Νότια Ασία – συμπεριλαμβανομένων των περιοχών που γειτνιάζουν με τις θαλάσσιες οδούς, τις οποίες ακολουθεί το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου εμπορίου και η μεταφορά ενεργειακών πόρων διά θαλάσσης. Ανάλογη όμως είναι και η σημασία της έννοιας Ινδικού-Ειρηνικού προκειμένου να κατανοηθεί η βασική πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει η ευημερία της Ασίας: εννοούμε την αποσταθεροποιητική συμπεριφορά της Κίνας, έτσι όπως αυξάνεται η στρατιωτική, οικονομική και διπλωματική δύναμή της. δύναμη που δεν προβάλλεται μόνο στην άμεση γειτονιά της, της Ανατολικής και Νότιας Ασίας, αλλά εκτείνεται και πέρα από τον Ινδικό Ωκεανό, στην Ανατολική Αφρική, καθώς και νότια, στον Νότιο Ειρηνικό.
Η κοινή ανησυχία
Η άνοδος της Κίνας αποτελεί εδώ και καιρό ένα δεδομένο. Όμως, για τις χώρες που ήδη αποδέχονται την προσέγγιση μιας «περιοχής Ινδικού-Ειρηνικού», χώρες που οι περισσότερες έχουν λίγο πολύ δημοκρατική βάση στη λειτουργία τους, εντείνεται η ανησυχία για τις πιεστικές τάσεις στη συμπεριφορά της Κίνας. Η Αυστραλία έχει υπάρξει θύμα οικονομικών μποϊκοτάζ εκ μέρους της Κίνας, καθώς και διαβρωτικών μορφών άσκησης πολιτικής επιρροής. Την αυτονομία της Σρι Λάνκα υπονομεύει ήδη η δανειακή της εξάρτηση από την Κίνα, στο πλαίσιο της δημιουργίας υποδομών από τον Νέο Δρόμο του Μεταξιού. Πελώριοι αλιευτικοί στόχοι της Κίνας παρενοχλούν τα χωρικά ύδατα χωρών της Ασίας – και παραπέρα. Οι κινήσεις οχύρωσης/θέσεων στη Νότια Σινική Θάλασσα τρομάζουν τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Τόσο η Ιαπωνία όσο και η Ινδία είχαν την εμπειρία επιθετικών κινήσεων της Κίνας στη μεθόριό τους, ενώ οι πολεμικές απειλές της Κίνας κατά της Ταϊβάν δεν δημιουργούν ταραχή μόνο σ’ αυτή την αυτοδιοικούμενη χώρα, αλλά και σε όλη την περιοχή.
Η κινεζική διπλωματία «μαχητικού λύκου» αντανακλά μιαν αίσθηση εθνικιστικής διεκδίκησης λόγω αδικιών του παρελθόντος, όπως την έχει καλλιεργήσει στο εσωτερικό της χώρας ο Πρόεδρος Σι Ζιν Πινγκ. Υπ’ αυτή την έννοια, η αναφορά σε Ινδικό-Ειρηνικό δεν περιγράφει απλώς μια περιοχή∙ αντιπροσωπεύει σήμερα την ενδεχομένως μέγιστη γεωπολιτική πρόκληση: πώς θα αποκρουσθεί –όπως το περιγράφει ο Ρομπ Μέτκαλφ– η κινεζική επιθετικότητα, χωρίς να προκύψει «συνθηκολόγηση ή σύγκρουση» […].
Όπως ακριβώς τα «μικρά πολυμερή σχήματα» έχουν μια χρησιμότητα, έτσι και η συνεργασία μεταξύ μικρότερων ασιατικών χωρών έχει νόημα. Μπορεί, για παράδειγμα, ο πρώην Πρόεδρος των Φιλιππίνων Ροντρίγο Ντουτέρτε να υπέκυψε σε πιέσεις και απειλές, και να στράφηκε περισσότερο προς την Κίνα, πλην όμως ο διάδοχός του Φερδινάνδο Μάρκος έχει υιοθετήσει λιγότερο υποχωρητική στάση. Αυτή η στάση περιλαμβάνει αυξημένη στρατιωτική συνεργασία με τις ΗΠΑ, αλλά και αγορά πυραύλων cruise από την Ινδία, πυραυλάκατων από τη Νότια Κορέα και συστοιχιών αεράμυνας από το Ισραήλ.
Τριγωνικές σχέσεις
Η ουσιαστικότερη –και πλέον εξελιγμένη– διάσταση της συζήτησης περί Ινδικού-Ειρηνικού αφορά την ασφάλεια. Βασίζεται στο δίκτυο διμερών συμμαχιών τις οποίες έχουν χτίσει οι ΗΠΑ, που στέφεται από ad hoc συμφωνίες, όπως η Quad, ή πάλι η συμφωνία αμυντικής τεχνολογίας AUKUS του 2021. Η τελευταία αυτή συμφωνία έγινε μεταξύ ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας, προκειμένου η τελευταία να αποκτήσει πυρηνικά υποβρύχια, αλλά και να αναπτύξει άλλα είδη στρατιωτικής τεχνολογίας. Υπάρχουν και άλλες τριγωνικές προσπάθειες, όπως μεταξύ ΗΠΑ, Ιαπωνίας και Νότιας Κορέας. Ούτε υφίσταται όμως απόπειρα δημιουργίας ενός είδους ΝΑΤΟ για την περιοχή Ινδικού-Ειρηνικού, δηλαδή με στοιχείο αμοιβαίας άμυνας ή κοινού αμυντικού σχεδιασμού, ούτε καν υπάρχει κάποιος βασικός επιμερισμός έργων σε περίπτωση κρίσεως. Όσο για το θέμα της Ταϊβάν, που αποτελεί καθοριστική παράμετρο της συζήτησης περί Ινδικού-Ειρηνικού, σχεδόν απουσιάζει ολότελα από τους περιφερειακούς στρατηγικούς σχεδιασμούς.
Η δε πολιτική που ακολουθεί η Ταϊβάν για να αντισταθεί στις κινεζικές πιέσεις δεν περιλαμβάνει μόνο αναβάθμιση των αμυντικών της δυνατοτήτων από τις ΗΠΑ, αλλά και σύσφιξη σχέσεων με τις γειτονικές ασιατικές χώρες.
Στο μέλλον, θα προκύψουν σημαντικές προκλήσεις αν είναι να πεισθούν περισσότερες χώρες της περιοχής ότι το να συμπαραταχθούν σε μια προσέγγιση Ινδικού-Ειρηνικού είναι προτιμότερο από το να βρεθούν υπό την κυριαρχική επιρροή της Κίνας. Πολλές χώρες δυσφορούν με την ιδέα να λαμβάνουν καθοδήγηση από πρώην αποικιακές δυνάμεις. Μια μεγάλη ασιατική χώρα, η Ινδονησία, η οποία έχει χαμηλό προφίλ στις διεθνείς της σχέσεις, ακόμη διστάζει να δείξει πώς σκοπεύει να ασκήσει τη δική της επιρροή στο σχήμα Ινδικού-Ειρηνικού. Δεν θα ήθελε να ταράξει τα νερά στις σχέσεις της με την Κίνα.
Αυτού του είδους οι δισταγμοί έκαναν τον (απερχόμενο) υπουργό Εξωτερικών της Κίνας Ουάνγκ Γι να διατυπώσει προ καιρού τη σαρκαστική πρόβλεψη ότι οι συζητήσεις περί ανοιχτής και ελεύθερης περιοχής Ινδικού-Ειρηνικού «θα διαλυθούν, όπως ο αφρός του ωκεανού». Ίσως αυτό να ισχύει. Όμως εκείνο που ενδεχομένως τον διαψεύσει μπορεί να αναδειχθεί η ίδια η προκλητική συμπεριφορά της Κίνας.