Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΤΟΛΜΗΣΕΙ ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΡΩΣΙΑ;

Ποιος θα τολμήσει επαναπροσέγγιση με την Ρωσία;
Φωτ. EPA / ΑΠΕ-ΜΠΕ
Με δεδομένη την νέα προσέγγιση των ΗΠΑ προς τα πράγματα της Ευρωπαϊκής ηπείρου και με επικείμενη την συνάντηση Τραμπ-Πούτιν, ποιος στην Ευρώπη θα κάνει το άνοιγμα προς την Μόσχα; Ανάλογο ερώτημα θα τεθεί κάποια στιγμή και για το ελληνικό πολιτικό σύστημα.

Μετά το νέφος σεισμών με τους οποίους η επέλαση Τραμπ στην γεωπολιτική σκηνή ανατίναξε τις βεβαιότητες δεκαετιών – μπροστά του οι σεισμικές ακολουθίες στο τετράγωνο Σαντορίνης-Ιου-Αμοργού-Ανάφης δείχνει επιπόλαιο φαινόμενο! – υπάρχει ένα ερώτημα που, χαρακτηριστικό της εποχής, κανείς δεν τολμά καν να θέσει. (Πάντως όχι από την Ευρώπη, σίγουρα όχι από το σύστημα των Βρυξελλών). Ποιος /πώς θα τολμήσει την επαναπροσέγγιση με την Ρωσία;

Επειδή μαντεύουμε ότι η αναφορά και μόνον σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο μπορεί να θεωρηθεί αμαρτωλή, ας σημειωθεί ότι -πρώτα-πρώτα – ο επανεκλεγείς και επανερχόμενος ως ταύρος εν υαλοπωλείω – Πρόεδρος Τραμπ το έθεσε ευθέως: «Θα μου άρεσε να επιστρέψουν [οι Ρώσοι, στο G-8 που έμεινε 6-7]. Νομίζω ότι ήταν λάθος που τους  πετάξαμε έξω [το 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας». Άμα θυμηθεί κανείς ότι ο σχηματισμός του G-7, στον οποίο είχε προστεθεί το 1998 η Ρωσία, αποτελεί έναν άτυπο μεν πλην ισχυρότατο σχηματισμό που προέκυψε με Αμερικανική πρωτοβουλία για να λειάνει τις διεθνείς σχέσεις και που διευρύνθηκε με την Ρωσία πάλιν με Αμερικανική επίνευση (η αλήθεια είναι ότι, τότε,  υπήρχε και γερμανογαλλική προθυμία) η τοποθέτηση Τραμπ λειτούργησε (στην MSC/Διάσκεψη για την Ασφάλεια, του Μονάχου) κάπως σαν φοιτητική μολότωφ σε αστική δεξίωση.

Είχε βέβαια προηγηθεί η σειρά κινήσεων Τραμπ για αποκατάσταση άμεσης επαφής με Μόσχα /Πούτιν, με διαφαινόμενη διμερή Κορυφή στο Ριάντ συν για ενδεχόμενη τριμερή με Κίνα/Σι – με την Ευρώπη επιμελώς να αφήνεται «έξω». Την Ευρώπη για την οποία, επί Ευρωπαϊκού εδάφους/στην MSC, ο Αντιπρόεδρος Τζέι ντι Βανς επιφύλαξε πλήθος ανοίκειων αναφορών καταγγέλλοντας μέχρι και για … απουσία ελευθερίας του λόγου με αποκορύφωμα, turning insult to injury που λένε στην Αγγλόσφαιρα, την ατάκα: «όπως εμείς αντέξαμε επί μια δεκαετία την Γκρέτα Τούνμπεργκ, κι εσείς θα αντέξετε για κάποια χρόνια τον Ίλον Μασκ».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΔΙΑΤΑΡΑΞΕΙΣ ΣΤΟ «ΝΕΟ ΣΥΝΟΡΟ» ΔΥΣΗΣ-ΡΩΣΙΑΣ

Από τον πολεμο δι’ αντιπροσώπου Δύσης-Ρωσίας επί ουκρανικού εδάφους με μια λογική ανάσχεσης, έως τις…

Θα πει κανείς: «αυτή είναι η μια πλευρά». Όμως η αληθινή προσγείωση ήρθε από την άλλη. Ο ίδιος ο Πρόεδρος Ζελένσκι, αφού ευλόγως διαμαρτυρήθηκε για την εικόνα ότι Ουάσιγκτον και Μόσχα διαπραγματεύονται τερματισμό των εχθροπραξιών στην Ουκρανία χωρίς το Κίεβο να είναι στο τραπέζι (ενώ Ουκρανοί σκοτώνονται εδώ και τρία χρόνια, παράλληλα με τους Ρώσους εισβολείς βέβαια), είπε (στο Meet the Press του NBC) το βαρύ όσο και ανήκουστο: «θα ήταν πολύ περιορισμένες οι πιθανότητες για την Ουκρανία να επιβιώσει» αν κοπεί η Αμερικανική στήριξη από Τραμπ. Από το κυρίως βήμα, δε, της MSC αναφέρθηκε – αντισταθμιστικά – σε «έναν στρατό της Ευρώπης […] έχει έλθει η ώρα να δημιουργηθούν οι ένοπλες δυνάμεις της Ευρώπης».

Πάντως στην ίδια MSC διεκινείτο – Αμερικανικός δάκτυλος… – και η πληροφορία/εκτίμηση ότι οι χώρες της ΕΕ, παρά τους πολλαπλούς και υψηλότονα διακηρυγμένους γύρους κυρώσεων κατά της Μόσχας, συνολικά σήμερα εισάγουν αργό πετρέλαιο (Ουγγαρία, Σλοβακία, Τσεχία: με έγκριση Βρυξελλών) και LNG από Ρωσία (κυρίως Γαλλία, Ισπανία και Βέλγιο), αξίας μεγαλύτερης από την βοήθεια που χορηγούν στο Κίεβο για την πολιτική (του) προσπάθεια.

Απέναντι σ’ αυτά, η επίσημη Ευρώπη αντέταξε ενοχλημένες διατυπώσεις. Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν: «Μια αποτυχημένη Ουκρανία θα αποδυναμώσει την Ευρώπη, αλλά και τις ΗΠΑ». Κάγια Κάλλας: «Η Ευρώπη οφείλει να βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων» / «Δεν νοείται συμφωνία χωρίς τους Ευρωπαίους και τους Ουκρανούς». Εμ. Μακρόν: «Ειρήνη που θα είναι συνθηκολόγηση θα ήταν κακή είδηση για όλους». Ολαφ Σολτς: «Δεν νοείται ειρήνη [στην Ουκρανία] δια της επιβολής» (έχει εκλογές την Κυριακή 23/2).

Θα μας επιτραπεί να ξεχωρίσουμε μιαν άλλη αντίδραση, εκείνη του Ολιβιέ Μπλανσάρ – γνώριμού μας από τον διαβόητο δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή των Μνημονίων μας: [Μετά τις τοποθετήσεις Βανς] « καθίσταται ακόμη  σαφέστερο ότι η Ευρώπη έχει κεντρικό ρόλο να διαδραματίσει με την δημιουργία «συμμαχιών των προθύμων», όπου χώρες οι οποίες ακόμη πιστεύουν ότι δεν πρέπει κανείς να τραμπουκίζει τους άλλους, ότι πρέπει να δοθεί η μάχη για την κλιματική αλλαγή κλπ. θα συνεργάζονται επί συγκεκριμένων θεμάτων. Ή, να το πούμε αλλιώς, θα δημιουργούν «ασφαλείς χώρους» όπου θα γίνονται σεβαστοί οι κανόνες και οι συμφωνίες».

Μετά από όλα αυτά, βεβαίως, διόλου αναπάντεχο που – δίπλα στην πολυπραγμοσύνη της Ύπατης Εκπροσώπου Κάγιας Κάλλας να δείξει ότι η Ευρώπη «υπάρχει», οδηγώντας την ενδο-ΕΕ συζήτηση – ο Εμμανουέλ Μακρόν συγκαλεί άτυπη συνάντηση Κορυφής ακριβώς ώστε η «Ευρώπη» να πλησιάσει συγκροτημένα και όχι απλώς με αφοριστικές διατυπώσεις το νέο σκηνικό. Να θυμίσουμε/να θυμηθούμε ότι πρόκειται για τον ίδιο Πρόεδρο Μακρόν, ο οποίος μέχρι τα μέσα του πολέμου στην Ουκρανία πάσχιζε να κρατήσει τις επικοινωνίες με Μόσχα ανοιχτές – πλην τελικώς ταυτίσθηκε με την σκληρή γραμμή μη-επαφής με Πούτιν. Με την Γερμανική ηγεσία – που βέβαια βρίσκεται στην απόλυτη αμφιθυμία λόγω των εκλογών της 23ης Φεβρουαρίου, της ανόδου της AfD με επίνευση Ουάσιγκτον και των δύσκολων διαπραγματεύσεων για σχηματισμό Κυβέρνησης (Μεγάλου;) Συνασπισμού – να διστάζει να θυμηθεί καν την παραδοσιακή εγγύτητά της με την Μόσχα. Ακόμη κι όταν, με το βιβλίο της «Freiheit /Ελευθερία» η πρώην Καγκελάριος Μέρκελ επανερχόταν προ εβδομάδων αμυνόμενη της de facto Ostpolitik, μιας εποχής που άνοιξε επί Βίλλυ Μπραντ και δεν έκλεισε ούτε επί των ημερών της.

Όλη αυτή η συναστρία, λοιπόν, θέτει στο κέντρο των πραγμάτων το ερώτημα: με δεδομένη την νέα προσέγγιση των ΗΠΑ προς τα πράγματα της Ευρωπαϊκής ηπείρου και με επικείμενη την συνάντηση Τραμπ-Πούτιν, ποιος στην Ευρώπη θα κάνει το άνοιγμα προς την Μόσχα; Δηλαδή προς την δυσάρεστη, επικίνδυνη – αναθεωρητισμός/επιθετικότητα μιας Ρωσίας που διαθέτει 9% του προϋπολογισμού της για τα στρατιωτικά έναντι 2-3% των χωρών της ΕΕ, που ζαλίζονται με την αναφορά Τραμπ σε 5%  – πραγματικότητα; Που όμως δεν παύει να είναι πραγματικότητα…

Ανάλογο ερώτημα θα τεθεί κάποια στιγμή και για την Ελλάδα/το Ελληνικό πολιτικό σύστημα. Γιατί μπορεί η πραγματική σημασία της Ελλάδας στην συνεχιζόμενη πολεμική κατάσταση να είναι περιορισμένη, και τούτο παρά το άνοιγμα του διαδρόμου Αλεξανδρούπολης-Ουκρανίας και παρ’ όλη την αποστολή οπλικών συστημάτων (που για μας μπορεί να φαίνονται σημαντικά, όμως στην συνολική εικόνα δεν βαραίνουν), πλην όμως συμβολικές τοποθετήσεις όπως το «βρισκόμαστε σε πόλεμο με την Ρωσία» ή των εορτασμών της Ελληνικής Επανάστασης με απώθηση της Ρωσίας (ενώ και στα σχολεία ακόμη μαθαίνουν τα παιδιά την παρουσία Τριών Ναυάρχων στο Ναυαρίνο) έκοψαν δεσμούς με μια μονοδιάστατη και επικαιρική ανάγνωση της Ιστορίας. Το σήμερα, θέλησε να διώξει το χθες, να το διαγράψει όπως ο αερογράφος των Σταλινικών έσβηνε τον Τρότσκι από τις φωτογραφίες. 

Η αλήθεια είναι ότι και στην υπόλοιπη Ευρώπη, είδε κανείς εορτασμούς της πτώσης του ναζισμού με αποκλεισμό του τρίτου συντελεστή της Γιάλτας, λες και στο Βερολίνο ήταν ΑμερικανοΒρετανικά και όχι Ρωσικά στρατεύματα που ύψωσαν σημαία νίκης…

Το πρόβλημα μ’ εμάς, είναι ότι τα πάντα – ακόμη και τα διεθνή – υποτάσσονται στις ανάγκες της κομματικής αντιπαράθεσης, οπότε το ερώτημα ποιος/πώς θα ξανανοίξει γραμμές επικοινωνίας με την Ρωσία θα δυσκολευτεί να βρει απάντηση. Στο κεντρικό πολιτικό προσωπικό, εννοείται. Το πιθανότερο: θα ακολουθήσουμε – και σε αυτό – τους ρυθμούς των πλέον διστακτικών μιας παραζαλισμένης Ευρώπης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ