Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

Η ΖΩΗ ΜΕΧΡΙ ΤΑ 120 ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ

Η ζωή μέχρι τα 120 δεν είναι πλέον φαντασίωση
Ο δημοσιογραφικός φακός του Economist φωτίζει τις πρόσφατες επιστημονικές προσπάθειες για την επιβράδυνση της γήρανσης. Αν αυτές κατορθώσουν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που ήδη έδειξαν ότι έχουν, τότε το να φτάσει κανείς στα 120 θα μπορούσε να καταλήξει μια απολύτως λογική προσδοκία. Τα δε πρόσθετα αυτά χρόνια ζωής θα μπορούσαν να είναι χρόνια υγιή. Τι θα σήμαινε μια τέτοια εξέλιξη για την εργασία, τις ανθρώπινες σχέσεις, την οργάνωση των κοινωνικών μας αλλά και τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο; 

Θέλετε να ζήσετε ακόμα περισσότερο; Επί αιώνες η προσπάθεια διακοπής  της γήρανσης αποτελούσε πεδίο δράσης για τσαρλατάνους που εκθείαζαν τις αρετές του υδράργυρου ή του αρσενικού, ή πάλι διάφορων συνδυασμών από βότανα και χάπια – πολύ συχνά με καταστροφικά αποτελέσματα. Και όμως: μετά από πολύχρονες προσπάθειες που δεν είχαν αποδώσει, αρχίζει να απογειώνεται η αναζήτηση ενός γνήσιου ελιξιρίου της μακροβιότητας. Στηρίζεται σε μια κλειστή ομάδα που περιλαμβάνει φιλόδοξους και μαγεμένους επιστήμονες, αλλά και ενθουσιώδεις  δισεκατομμυριούχους, που προσβλέπουν σε κέρδη από την όλη διαδικασία. Στην ομάδα όμως αυτή έρχονται να προστεθούν –όλο και περισσότερο– και καθημερινοί άνθρωποι, οι οποίοι φθάνουν να πιστεύουν ότι με τη σωστή στάση ζωής και με τη λήψη αντίστοιχων φαρμάκων θα μπορούσαν να προσθέσουν χρόνια, αν μη δεκαετίες στη ζωή τους.

Σήμερα, το να ζει κανείς μέχρι τα 100 δεν είναι ανήκουστο – όμως δεν παύει να είναι κάτι σπάνιο. Στις ΗΠΑ και τη Βρετανία οι αιωνόβιοι αποτελούν περίπου το 0,03% του πληθυσμού. Αν οι πιο πρόσφατες προσπάθειες επιμήκυνσης της ζωής κατορθώσουν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που ήδη έδειξαν ότι έχουν, τότε το να  γιορτάσει κανείς τα 100ά του γενέθλια θα μπορούσε να γίνει πλέον ο κανόνας. Το να φτάσει, δε, στα 120 θα μπορούσε να καταλήξει μια απολύτως λογική προσδοκία.

Ακόμα πιο συναρπαστική είναι, όμως, μια άλλη προοπτική: αυτά τα πρόσθετα χρόνια ζωής θα μπορούσαν να είναι χρόνια υγιή. Μέχρι σήμερα, όσες πρόοδοι έχουν καταγραφεί για να επιμηκυνθεί η ζωή, προέρχονται από την καταπολέμηση των αιτιών θανάτου, κυρίως δε των λοιμωδών νόσων. Η ίδια η διαδικασία της γήρανσης –με όλες τις παρενέργειές της, όπως η άνοια– δεν είχε κατορθωθεί να επιβραδυνθεί. Τώρα όμως αυτή ακριβώς είναι η προοπτική που ανοίγεται.

Η αρχή μιας μακράς διαδρομής

Η ιδέα εδώ είναι να υπάρξει παρέμβαση στις βιολογικές εκείνες διαδικασίες οι οποίες συσχετίζονται με τη γήρανση: οσάκις αυτού του είδους οι διαδικασίες κατορθώθηκε να κατασταλούν σε πειραματόζωα, φάνηκε να επιμηκύνεται η ζωή τους. Ορισμένες απ’ αυτές τις διαδικασίες μάς είναι ήδη γνωστές, για παράδειγμα ο σημαντικός περιορισμός των θερμίδων που καταναλίσκει το ζώο, στα πλαίσια πάντοτε μιας κατά τα άλλα ισορροπημένης δίαιτας. Το να απαιτήσει κανείς –τουλάχιστον από τους περισσότερους ανθρώπους– να υιοθετήσουν έναν τέτοιο τρόπο ζωής με περιορισμένη πρόσληψη θερμίδων είναι ενδεχομένως υπερβολικό: όμως υπάρχουν και φάρμακα, τα οποία επηρεάζουν τις αντίστοιχες βιολογικές διεργασίες, και τα οποία φέρνουν αντίστοιχα αποτελέσματα. Το ένα είναι η μετφορμίνη, η χρήση της οποίας έχει ήδη εγκριθεί για την αντιμετώπιση του διαβήτη τύπου 2. ένα άλλο είναι η ραπαμυκίνη, ένα ανοσοκατασταλτικό που χρησιμοποιείται κατά τις μεταμοσχεύσεις οργάνων. Ορισμένοι σπεύδουν να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες παρόμοιων φαρμάκων κι άρχισαν ήδη να τα λαμβάνουν «εκτός ιατρικών ενδείξεων», δηλαδή με δική τους απόφαση – ή πάλι προσχωρώντας σε προγράμματα που προτείνουν εταιρείες μακροβιότητας μιας νέας εποχής.

ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ, ΟΣΕΣ ΠΡΟΟΔΟΙ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΜΗΚΥΝΘΕΙ Η ΖΩΗ, ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ ΘΑΝΑΤΟΥ. Η ΙΔΙΑ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΓΗΡΑΝΣΗΣ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΚΑΤΟΡΘΩΘΕΙ ΝΑ ΕΠΙΒΡΑΔΥΝΘΕΙ. ΤΩΡΑ ΟΜΩΣ ΑΥΤΗ ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΠΟΥ ΑΝΟΙΓΕΤΑΙ.

Μια άλλη προσέγγιση έγκειται στην ανάπτυξη φαρμάκων που σκοτώνουν «γηράσκοντα» κύτταρα, τα οποία ο οργανισμός δεν έχει πλέον ανάγκη. Η φυσική διεργασία απόρριψης αυτών των κυττάρων –όπως και διάφοροι άλλοι επισκευαστικοί μηχανισμοί που διαθέτει ο οργανισμός– αδυνατίζει στον άνθρωπο με το πέρασμα του χρόνου. Το να την υποβοηθήσει κανείς δεν είναι απλώς μια κίνηση τακτοποίησης: πράγματι, τα γηράσκοντα κύτταρα προκαλούν μια σειρά από δυσλειτουργίες στα υγιή γειτονικά κύτταρα. Τα «γεροντολυτικά» φάρμακα,  τα οποία στοχοποιούν αυτά τα κύτταρα συνδυάζονται πάντως με προφανείς κινδύνους: δεν είναι εύκολο να σκοτώσει κανείς ένα είδος κυττάρων χωρίς να διαταράσσει άλλα. Όμως, ήδη, υπάρχει μια σαφής προσδοκία που εγκαθίσταται στο προσκήνιο.

Για τους αληθινούς πιστούς αυτής της προσπάθειας, δεν βρισκόμαστε παρά στην  αρχή της διαδρομής. Ομάδες από ακαδημαϊκούς και εμπορικούς ερευνητές μελετούν πλέον τρόπους ανανέωσης κυττάρων και ιστών διά της αλλαγής των «επιγενετικών» δεικτών των χρωμοσωμάτων, δηλαδή εκείνων των δεικτών που λένε στα κύτταρα ποια γονίδια θα πρέπει να ενεργοποιούν. Αυτοί οι δείκτες συσσωρεύονται με το πέρασμα του χρόνου: άμα κανείς τους ξεκαθαρίσει, μπορεί να παραγάγει κύτταρα 20χρονου σώματος σ’ ένα σώμα που –στην πραγματικότητα– είναι ηλικίας 65. Η απομίμηση λοιπόν του περιορισμού πρόσληψης θερμίδων και η απομάκρυνση των γηρασκόντων κυττάρων θα καθυστερούσε τη γήρανση. Οι οπαδοί της επιγενετικής αναζωογόνησης θεωρούν ότι έτσι θα ανακοπτόταν, ή ακόμη και θα αντιστρεφόταν, η διαδικασία της γήρανσης.

Αιτίες ανησυχίας

Μια αιτία ανησυχίας προέρχεται από τους εγκεφάλους των ανθρώπων. Η επιβράδυνση της γήρανσης του σώματος δεν θα επηρεάσει το γεγονός ότι ο εγκέφαλος διαθέτει περιορισμένη μόνο χωρητικότητα – οπότε υποτίθεται ότι έχει προσαρμοστεί διά της φυσικής επιλογής σε μια ζωή συμβατικής διάρκειας. Αυτή είναι μια ανησυχία διαφορετική απ’ εκείνη περί άνοιας, καθώς η τελευταία προκαλείται από συγκεκριμένες νόσους. Θα χρειαστεί λοιπόν η κοινωνία να βρει τρόπους να προσαρμοστεί στην κανονική γήρανση των εγκεφάλων: οι αιωνόβιοι, για παράδειγμα, θα διαπιστώσουν ότι θα χρειάζεται να προστρέχουν όλο και περισσότερο στους βοηθούς ΑΙ/τεχνητής νοημοσύνης τους για να έχουν απαντήσεις στις ερωτήσεις της καθημερινότητας, ενώ προηγουμένους θα θυμούνταν τις αντίστοιχες απαντήσεις από μόνοι τους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΤΟ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΠΟΝΟΜΕΥΕΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Το μέλλον της εργασίας στην Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπο με μια μείζονα πρόκληση: τη δυναμική συρρίκνωσης…

Ακόμα μεγαλύτερη ανησυχία προκύπτει από το γεγονός ότι καμιά απ’ αυτές τις ιδέες δεν έχει ακόμη δοκιμαστεί επισήμως σε ανθρώπους. Αυτό εν μέρει οφείλεται στο ότι οι αρχές έγκρισης των φαρμάκων δεν αναγνωρίζουν τη γήρανση ως ιάσιμο πρόβλημα, οπότε είναι αντίστοιχα δύσκολη η καταχώριση των σχετικών κλινικών δοκιμών. Αλλ’ επίσης, από την ίδια τους τη φύση, αυτού του είδους οι δοκιμές θα χρειαστεί να παρακολουθήσουν χιλιάδες ανθρώπων για διάστημα πολλών ετών, κάτι που συνεπάγεται κόστος και συνηγορεί στην πολυπλοκότητά τους. Η έλλειψη τέτοιων δοκιμών οφείλεται εν μέρει και στο γεγονός ότι πολλές από τις αρχικές ερευνητικές προτάσεις χρησιμοποιούν μόρια τα οποία δεν καλύπτονται από  προστασία βιομηχανικής ιδιοκτησίας, οπότε δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τις φαρμακευτικές.

Μολαταύτα, ήδη υπάρχουν σε εφαρμογή ορισμένα προγράμματα κλινικών μελετών σε αυτό το θέμα. Το ΤΑΜΕ, πρόγραμμα στόχευσης της γήρανσης με βάση τη μετφορμίνη, θα παρακολουθήσει 3.000 Αμερικανούς ηλικιών στην περιοχή των 60 και 70 ετών που λαμβάνουν αυτό το φάρμακο, ώστε να διαπιστωθεί τι επιπτώσεις θα έχει συνολικά στο προσδόκιμό τους. Παρόμοιες μελέτες θα απαιτήσουν βεβαίως χρόνο. Υπάρχει όμως ανάγκη για περισσότερες, οπότε οι κυβερνήσεις θα χρειαστεί να ενισχύσουν την προώθησή τους.

Οι συνέπειες ενός μακρύτερου βίου

Κάθε εξέλιξη που κάνει τους ανθρώπους να ζουν περισσότερο παραμένοντας υγιείς, αξιοποιώντας δηλαδή πληρέστερα τα πλεονεκτήματα που μπορεί να τους παρέχει ο κόσμος, είναι ασφαλώς λόγος να χαίρεται κανείς. Υπάρχουν  βέβαια κι εκείνοι που, βλέποντας το ενδιαφέρον των δισεκατομμυριούχων για τις start-ups εταιρείες που ασχολούνται με την προώθηση της μακροβιότητας, ανησυχούν μήπως τα οφέλη αυτών των ερευνών μονοπωληθούν κυρίως από τους πλουσίους – οπότε κινδυνεύει να δημιουργηθεί μια τάξη μακρόβιων Ṻbermenschen/Υπερανθρώπων, οι οποίοι θα κυριαρχούσαν επί των κοινών ανθρώπων με τη βραχύτερη ζωή τους. Όμως η πείρα δείχνει ότι οι τεχνολογίες έχουν την τάση να διαδίδονται – και μάλιστα μέσω αυτής της διαδικασίας να μειώνεται το κόστος τους. Δύσκολα θα φανταζόταν κανείς ένα προνόμιο που να οδηγούσε ευκολότερα σε εξέγερση απ’ ό,τι μια προσπάθεια της άρχουσας τάξης να κρατήσει για τον εαυτό της κρυφές θεραπείες κατά της γήρανσης, προκειμένου να αποφύγει την υπέρτατη ισότητα: αυτή ενώπιον του θανάτου.

ΤΟ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ ΝΑ ΖΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΧΡΟΝΟ ΘΑ ΕΙΧΕ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΣΕ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΚΛΙΜΑΚΑ. ΠΡΩΤΑ ΠΡΩΤΑ, Ο ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΠΙΜΗΚΥΝΘΕΙ. ΟΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΠΛΕΟΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΓΕΝΕΕΣ, ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΑΡΙΘΜΟ ΠΡΩΗΝ ΣΥΖΥΓΩΝ, ΕΤΕΡΟΘΑΛΩΝ ΑΔΕΛΦΙΩΝ, ΜΑΚΡΙΝΩΝ ΞΑΔΕΛΦΙΩΝ. ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΕΠΙΦΕΡΕΙ ΚΑΤΙ ΤΕΤΟΙΟ ΙΣΧΥΡΟΤΕΡΟ ΑΤΟΜΙΣΜΟ, Η ΣΤΕΝΟΤΕΡΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ;

 Το ενδεχόμενο πάντως να ζουν περισσότεροι άνθρωποι για περισσότερο χρόνο θα είχε συνέπειες σε ευρύτερη κλίμακα. Πρώτα πρώτα, ο εργασιακός χρόνος θα έπρεπε να επιμηκυνθεί, όπως ήδη γίνεται με την επιμήκυνση των προσδόκιμων ηλικίας – και μάλιστα αυτό θα ίσχυε περισσότερο για τις γυναίκες, οι οποίες θα έχαναν λιγότερη διάρκεια της καριέρας τους με το να έχουν παιδιά. Αυτό, με τη σειρά του, θα περιόριζε τις ανισότητες στην εργασία.

Με το πέρασμα του χρόνου θα προέκυπταν και βαθύτερες μεταβολές. Άνθρωποι που θα ζούσαν περισσότερο θα έδειχναν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και για τις απειλές στο απώτερο μέλλον – όπως π.χ. η κατάσταση του κόσμου το 2100. Η μακροβιότητα, επιπλέον, θα επιτρέπει μια υπομονετική συσσώρευση κεφαλαίου – πράγμα που αποτελεί ενισχυτικό παράγοντα της δημιουργίας μιας μεσαίας τάξης. Εκτός τούτου, οι εποχές όπου η εξουσία ασκείται κυρίως από νέους –μια τέτοια εποχή ήταν και ο ευρωπαϊκός Μεσαίωνας– έχουν την τάση να χαρακτηρίζονται από περισσότερη βία σε σύγκριση με τις εποχές όπου επικρατούν οι πλέον ηλικιωμένοι, δηλαδή άνθρωποι με πιο ψύχραιμα αντανακλαστικά. Οι οικογένειες θα είχαν πλέον περισσότερες γενεές, καθώς και μεγαλύτερο αριθμό πρώην συζύγων, ετεροθαλών αδελφιών, μακρινών ξαδελφιών. Θα μπορούσε να επιφέρει κάτι τέτοιο ισχυρότερο ατομισμό, ή στενότερες σχέσεις; Θα προκαλούσε το πλήθος αιωνόβιων περιθωριοποίηση των νέων; Θα οδηγούσε σε λατρεία της νεότητας; Ή και τα δύο μαζί;

Η έννοια του παντοτινού και του εφήμερου

Οι άνθρωποι ασφαλώς και θα αδράξουν το ελιξίριο της ζωής άμα αυτό καταστεί διαθέσιμο. Η φυσική όμως επιλογή δεν ενδιαφέρεται για την απεριόριστη μακροζωία καθ’ εαυτήν. Τα χαρακτηριστικά εκείνα που διαδίδονται περισσότερο είναι όσα κάνουν τους ζώντες οργανισμούς ζωτικότερους στην ακμή τους. και εκείνα που παραδοσιακά τους βοηθούσαν να συνεχίζουν να ζουν όταν πλέον η αναπαραγωγή δεν ήταν παρά μια μακρινή μνήμη, ήταν τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Όμως η εγγενής επιθυμία να κρατηθεί στη ζωή αποτελεί πάντα το βασικότερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου. Kαι σήμερα περισσότερο από ποτέ – σε βαθμό αρκετά ενδιαφέροντα.

©The Economist. Μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε από την Economia Media Α.Ε., έπειτα από ειδική άδεια. Το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο βρίσκεται στο www.economist.com

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ