ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ
- 28.12.23 16:51
Με διαφορά λίγων ωρών, δύο από τις διαχρονικά πιο επιδραστικές πολιτικές φιγούρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πέρασαν (ξανά) στην ιστορία.
«Είμαι ανεξάρτητος, αξιόπιστος και ελεύθερος», αυτοπροσδιοριζόταν ο «Γερμανός Σίσυφος» Βόλφγκανκ Σόιμπλε που μετά το οικονομικό σοκ του 2009, συνδέθηκε εκούσια και μοναδικά με την αυστηρή πολιτική λιτότητας για τα υπερχρεωμένα PIGS της Ευρώπης – Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία.
Το 2015, από την παγιωμένη του θέση στο υπουργείο Οικονομικών, ο τεχνοκράτης του δόγματος «schwarze Null» στόχευσε σε μηδενικό έλλειμμα χωρίς νέο χρέος και κατάφερε ακριβώς το ίδιο και την επόμενη χρονιά, επιτυγχάνοντας τον πρώτο ισοσκελισμένο προϋπολογισμό μετά από τέσσερις δεκαετίες. Στα μάτια της γερμανικής καγκελαρίας, αυτό το «μαύρο μηδέν», εξασφάλιζε το ηθικό δικαίωμα στο Βερολίνο να επιβάλει δημοσιονομική λιτότητα σε ολόκληρη ευρωζώνη. Στην κορύφωση της κρίσης, ο Σόιμπλε, που υποστήριζε ανοιχτά μια ένωση πολλών ταχυτήτων, είχε προτείνει “time out” της Ελλάδας από την νομισματική ένωση, διαταράσσοντας τη σχέση του με την Άνγκελα Μέρκελ.
Ο ΝΤΕΛΟΡ ΘΑ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΟΥΣΕ ΟΤΙ «Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΛΥΔΩΝΙΖΕΤΑΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΜΗ»
Διαφορετικής λογικής «αρχιτέκτονας», ο αλλοτε πανίσχυρος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ, δεν αμφέβαλλε ούτε τότε για την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωζώνη, όπως έλεγε σε συνέντευξή του στην Καθημερινή το 2014. «Δεν μετανιώνω που η Ελλάδα εισήλθε στη Ζώνη του Ευρώ, διότι αυτό το γεγονός, από μόνο του, αντιπροσωπεύει το προηγμένο σημείο στο οποίο έχει φτάσει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Προηγμένο μεν, αλλά και ριψοκίνδυνο. Φυσικά, είναι πάντα εύκολο να εκφέρουμε γνώμη αρκετά χρόνια αργότερα. Ομως, πραγματικά, εάν εναπόκειτο σε εμένα, θα εισηγούμην ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να περιμένει ακόμη 2 ή 3 χρόνια προτού υιοθετήσει το ενιαίο νόμισμα».
Υπέρμαχος ενός «ιδανικού και ενιαίου» ευρωπαϊκού οράματος, ο Ντελόρ προώθησε πολιτικές διασύνδεσης, για μια ενιαία αγορά στην ΕΟΚ με ελεύθερη κυκλοφορία πολιτών, κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών, με καθοριστικό αποκορύφωμα την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992. Δεν βρέθηκε απλώς στην κατάλληλη θέση, την κατάλληλη στιγμή: εκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του 2020 ανέφερε ότι «οι περισσότεροι ιστορικοί και πολιτικοί επιστήμονες της ευρωπαϊκής ενοποίησης συμφωνούν ότι ο Ζακ Ντελόρ, που υπήρξε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το 1985 – 1995 ήταν και ο πιο πετυχημένος έως σήμερα».
Το 1999, το σκάνδαλο με τα «μαύρα ταμεία» του CDU και τις παράνομες χορηγίες επί Κολ ίσως επηρεάσε γραμμικά το μέλλον ολόκληρης της ΕΕ: ο Σόιμπλε παραδέχθηκε πως είχε λάβει χρήματα σε κρυφούς λογαριασμούς του κόμματος από έναν έμπορο όπλων, και παραιτήθηκε από πρόεδρος του κόμματος, αποχαιρετώντας το όνειρο της καγκελαρίας. Επέστρεψε ως υπουργός της Μέρκελ και, αναλαμβάνοντας την οικονομία της Γερμανίας, καθόρισε αυτή της Ευρώπης, σε ένα τοπίο ομολογουμένως διαφοροποιημένο από αυτό στο οποίο είχε κληθεί να διοικήσει ο Ντελόρ.
ΠΡΟΜΗΝΥΕΤΑΙ ΜΙΑ ΔΥΣΚΟΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Οι πόλεμοι σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, οι δυσκολίες της πολυσυζητημένης διεύρυνσης, η αμηχανία μπροστά…
Οι επικριτές του τον θεώρησαν αδίστακτο τεχνοκράτη που «εκφόβισε μια ολόκληρη χώρα και τώρα σχεδιάζει να την απογυμνώσει από τα περιουσιακά της στοιχεία», έγραφε για τον Σόιμπλε και την Ελλάδα ο βρετανικός Guardian το 2015, αποδίδοντας εν μέρει την κυνική αυστηρότητα του Γερμανού στο δοκιμασμένο μοντέλο Treuhand που ο ίδιος ήξερε πάρα πολύ καλά: του ιδρύματος καταπιστευτικής διαχείρισης που το 1990 είχε αναλάβει να ιδιωτικοποιήσει την περιουσία της πρώην Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, μετά την κατάρρευσή της.
Την ίδια χρονιά, ο Ντελόρ θα προειδοποιούσε ότι «η Ευρώπη κλυδωνίζεται ανάμεσα στην επιβίωση και στην παρακμή». «Αυτή η κρίση λέει πολλά για την έλλειψη “affectio societatis” (κοινωνικής στοργής) στην Ευρώπη τού σήμερα». Και συμπλήρωνε: «Για την ώρα, αποφεύχθηκε το χειρότερο. Η Ευρώπη όμως δεν είναι πλέον μια ηθική εξουσία. Πρέπει να αποκαταστήσουμε την ηθική δύναμη που αποτέλεσε τη δύναμη της Ευρώπης σε άλλες περιόδους, όπως σε αυτήν της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου».