Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΚΡΑΧ ΤΗΣ ΞΗΡΑΣΙΑΣ
- 25.10.24 13:33
Ένας από τους πιο σοβαρούς, πιθανούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής φαίνεται πως μας πλησιάζει πολύ πιο γρήγορα από τις αρχικές προβλέψεις, απειλώντας την παγκόσμια διατροφική αλυσίδα.
Η ολοένα και οξύτερη κρίση νερού που πλήττει αμέτρητες περιοχές του πλανήτη θα θέσει σε κίνδυνο πάνω από τη μισή παραγωγή τροφίμων μέσα στην επόμενη 25ετία, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα για τη διατήρηση των υδάτινων πόρων και την ανάσχεση της καταστροφής των οικοσυστημάτων από τα οποία εξαρτάται το πόσιμο νερό, όπως προειδοποιούν επιστήμονες της Παγκόσμιας Επιτροπής για τα Οικονομικά του Νερού, σε πρόσφατη έκθεσή τους.
Η Παγκόσμια Επιτροπή για τα Οικονομικά του Νερού είχε συσταθεί στην Ολλανδία το 2022, βασιζόμενη στο έργο δεκάδων κορυφαίων επιστημόνων και οικονομολόγων, για να διαμορφώσει μια ολοκληρωμένη εικόνα για την κατάσταση των παγκόσμιων υδάτινων συστημάτων και τον τρόπο διαχείρισής τους. Η 194σέλιδη έκθεσή της είναι η μεγαλύτερη διεθνής μελέτη που εξετάζει όλες τις πτυχές της κρίσης του νερού και προτείνει διορθωτικά μέτρα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.
Το πρόβλημα άλλωστε είναι ήδη εδώ: σύμφωνα με στοιχεία της Unicef, ο μισός πληθυσμός του πλανήτη, σχεδόν τέσσερα δισεκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν συνθήκες σοβαρής λειψυδρίας για τουλάχιστον ένα μήνα ετησίως. Ταυτόχρονα, περισσότερα από δύο δισεκατομμύρια ζουν σε χώρες όπου η παροχή νερού κρίνεται ανεπαρκής. Εως το 2030, ακόμα και 700 εκατομμύρια άνθρωποι είναι πιθανό να εκτοπιστούν, αποκλειστικά και μόνο εξαιτίας φαινομένων έντονης λειψυδρίας ενώ έως το 2040, ένα στα τέσσερα παιδιά παγκοσμίως θα ζει σε περιοχές με σοβαρές πιέσεις ως προς τους υδάτινους πόρους.
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ - ΕΜΜΕΣΑ ΚΑΙ ΑΜΕΣΑ - ΠΕΡΙΠΟΥ 4.000 ΛΙΤΡΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΕΠΑΡΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΞΙΟΠΡΕΠΗ ΖΩΗ.
Ακόμη και σε χώρες με επαρκείς υδάτινους πόρους, η λειψυδρία δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, αν και σε αυτές τις περιπτώσεις οφείλεται σε σε διάφορους παράγοντες – από βλάβες και ανεπάρκεια υποδομών και συστημάτων διανομής έως φαινόμενα ρύπανσης.
Η σπανιότητα του ύψιστου αυτού πόρου, θα ενεργοποιήσει αναπόδραστα και τα διαβόητα αντανακλαστικά της αγοράς: όταν το νερό γίνεται σπάνιο, η τιμή του ανεβαίνει. Η ζήτηση για γλυκό νερό αναμένεται να ξεπεράσει την προσφορά κατά 40% μέχρι το τέλος της δεκαετίας, καθώς τα υδάτινα συστήματα τίθενται υπό «πρωτοφανή πίεση», σύμφωνα με την έκθεση.
Η επιτροπή για τα Οικονομικά του Νερού διαπίστωσε ότι οι κυβερνήσεις και οι εμπειρογνώμονες έχουν υποτιμήσει κατά πολύ την ποσότητα νερού που απαιτείται για την εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης.
Ενώ απαιτούνται – άμεσα ή έμμεσα – από 50 έως 100 λίτρα την ημέρα για την διασφάλιση της υγείας και των συνθηκών υγιεινής στο περιβάλλον κάθε ανθρώπου, στην πραγματικότητα οι άνθρωποι χρειάζονται περίπου 4.000 λίτρα την ημέρα για να έχουν επαρκή διατροφή και μια αξιοπρεπή ζωή, όπως υπογραμμίζει η έκθεση.
Στις περισσότερες περιοχές, αυτός ο όγκος νερού είναι άπιαστο όνειρο σε τοπικό επίπεδο, οπότε οι άνθρωποι εξαρτώνται από το διεθνές εμπόριο – σε τρόφιμα, ρούχα και καταναλωτικά αγαθά – για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Η ΠΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΔΙΨΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ
Μετά από 40 χρόνια, η στάθμη στην τεχνητή λίμνη Μόρνου, που τροφοδοτεί με νερό εκατομμύρια…
Ορισμένες χώρες επωφελούνται περισσότερο από άλλες από το λεγόμενο «πράσινο νερό», δηλαδή την εδαφική υγρασία που είναι απαραίτητη για την παραγωγή τροφίμων, σε αντίθεση με το «μπλε νερό» δηλαδή το νερό από ποτάμια και λίμνες. Η έκθεση υπενθυμίζει ότι το νερό κινείται σε όλο τον κόσμο με ατμοσφαιρικά «ποτάμια» που μεταφέρουν υγρασία από τη μία περιοχή στην άλλη.
Περίπου οι μισές βροχοπτώσεις ξεκινούν από… την επιφάνεια της γης, και την υγιή βλάστηση στα οικοσυστήματα, η οποία επιστρέφει το νερό πίσω στην ατμόσφαιρα, όπου σχηματίζονται τα σύννεφα. Η Κίνα και η Ρωσία είναι οι μεγαλύτερη αποδέκτες αυτών των «ατμοσφαιρικών ποταμών», ενώ η Ινδία και η Βραζιλία είναι οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς, καθώς η χερσαία μάζα τους υποστηρίζει τη ροή πράσινου νερού προς άλλες περιοχές.
Τα νέα ευρήματα ήταν απροσδόκητα σκληρά, όπως υπογραμμίζει ο Johan Rockström, διευθυντής του Ινστιτούτου του Πότσδαμ για την έρευνα των επιπτώσεων του κλίματος και ένας από τους συμπροέδρους της επιτροπής. «Το νερό είναι το υπ’ αριθμόν ένα «θύμα» της κλιματικής κρίσης, οι περιβαλλοντικές αλλαγές που βλέπουμε τώρα να αθροίζονται σε παγκόσμιο επίπεδο, θέτουν σε κίνδυνο ολόκληρη τη σταθερότητα των συστημάτων της Γης», δήλωσε πρόσφατα στον Guardian.
«Η κλιματική κρίση εκδηλώνεται πρώτα και κύρια με ξηρασίες και πλημμύρες. Όταν σκέφτεστε τους καύσωνες και τις πυρκαγιές, οι πραγματικά σκληρές επιπτώσεις είναι μέσω της υγρασίας – στην περίπτωση των πυρκαγιών, οι περιοχές «στεγνώνουν» και καίγονται» εξαιτίας της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Κάθε αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά έναν βαθμό Κελσίου, προσθέτει 7% υγρασίας στην ατμόσφαιρα, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να «ενισχύεται» ο υδρολογικός κύκλος πολύ περισσότερο από ό,τι θα συνέβαινε υπό τις «φυσιολογικές» διακυμάνσεις. Η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος τροφοδοτεί επίσης την κρίση, επειδή η κοπή των δασών και η αποξήρανση των υγροτόπων διαταράσσει τον υδρολογικό κύκλο που εξαρτάται από τη διαπνοή των δέντρων και την αποθήκευση του νερού στα εδάφη.
Ο Tharman Shanmugaratnam, πρόεδρος της Σιγκαπούρης και συμπρόεδρος της επιτροπής, τόνισε ότι οι χώρες πρέπει να αρχίσουν να συνεργάζονται για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων πριν να είναι πολύ αργά. «Πρέπει να σκεφτούμε ριζικά για το πώς θα διατηρήσουμε τις πηγές γλυκού νερού, πώς θα το χρησιμοποιήσουμε πολύ πιο αποτελεσματικά και πώς θα μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε πρόσβαση σε γλυκό νερό για κάθε κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων των ευάλωτων – με άλλα λόγια, πώς θα διατηρήσουμε την ισότητα» μεταξύ πλούσιων και φτωχών.