Τουλάχιστον 3 χαρακτήρες

ΠΟΣΟ ΑΠΟΔΟΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ Η ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΠΛΟΥΣΙΩΝ;

default image
Επιχειρώντας μια αποτίμηση των επιπτώσεων της νέας φορολογικής πολιτικής της κυβέρνησης Μπάιντεν.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε πριν από λίγες ημέρες τα σχέδιά της για την αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης στους πιο πλούσιους Αμερικανούς, αλλά και στις πιο κερδοφόρες εταιρείες της χώρας, σε μία προσπάθεια να αποκατασταθούν «αδικίες» και να γίνει καλύτερη αναδιανομή.

Η αύξηση των φορολογικών συντελεστών που σχεδιάζεται θα μειώσει σημαντικά τη φορολογική ανταγωνιστικότητα του αμερικανικού συστήματος σε σύγκριση με τις υπόλοιπες αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΤΕ ΤΟΥΣ ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής ξεπερνούσε το 90%. Στη…

Ενώ το αμερικανικό φορολογικό σύστημα σήμερα είναι εναρμονισμένο με τη διεθνή πραγματικότητα, η άνοδος των φορολογικών συντελεστών θα το κάνει λιγότερο ελκυστικό σύμφωνα με εκτιμήσεις του Tax Foundation.

ΛΙΓΟΤΕΡΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ & ΛΙΓΟΤΕΡΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ

Η απώλεια της φορολογικής ανταγωνιστικότητας των ΗΠΑ μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για το σύνολο της οικονομίας της χώρας. Ο Richard Teather στο The Benefits of Tax Competition, που δημοσιεύθηκε από το Institute of Economic Affairs, σημειώνει πως η μείωση της φορολογικής ανταγωνιστικότητας έχει αρνητικές συνέπειες για μία σειρά από λόγους που συνδέονται με την οικονομική μεγέθυνση.

Αρχικά, η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης μειώνει τα κίνητρα για αποταμίευση και χρηματοδότηση επενδύσεων που συνδέονται με νέες, και συχνά καλύτερες, θέσεις εργασίας. Συνήθως οι επιχειρήσεις επαναχρηματοδοτούν τις επενδύσεις τους με τα κέρδη τους και η μείωση αυτών των κερδών σημαίνει πως λιγότεροι πόροι θα είναι πλέον διαθέσιμοι για νέες επενδύσεις είτε στις ίδιες τις εταιρείες είτε σε άλλες.

Η υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση δυσχεραίνει επίσης την άντληση νέων κεφαλαίων από τους μετόχους στις σύγχρονες διεθνοποιημένες αγορές. Όταν αυξάνεται η φορολόγηση των εταιρειών και των εργαζομένων, ιδίως εκείνων που παράγουν υψηλή προστιθέμενη αξία, αυτές θα εξετάσουν ευκολότερα τη δυνατότητα της μετανάστευσής τους σε άλλες ανταγωνιστικότερες οικονομίες, με αποτέλεσμα στο τέλος να μένουν λιγότεροι να φορολογήσεις και να μικραίνει σημαντικά η δεξαμενή άντλησης πόρων του κράτους.

Βεβαίως, η φορολογική ανταγωνιστικότητα δεν είναι η μοναδική παράμετρος που καθορίζει την οικονομική μεγέθυνση, ενώ παράλληλα η κριτική πως δημιουργούνται φορολογικοί παράδεισοι με περιορισμένους ή ανύπαρκτους ελέγχους που δεν συμμορφώνονται με διεθνείς κανόνες θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στη διαμόρφωση των προτάσεων πολιτικής. Όμως, ακόμα και οικονομίες που έχουν να προσφέρουν ένα κατά τα άλλα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον, είναι πολύ πιθανό να δουν σημαντικές επιπτώσεις στη μεγέθυνση και τη φυγή ανθρωπίνου δυναμικού και κεφαλαίων –και κατ’ επέκταση στην απασχόληση και τη γενική ευημερία− αν επιλέξουν να επιδεινώσουν έντονα τη φορολογική τους ανταγωνιστικότητα.

Ο ΟΒΟΛΟΣ ΤΩΝ ΠΛΟΥΣΙΩΝ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Tax Foundation, το 1% των πολιτών με το μεγαλύτερο εισόδημα στις ΗΠΑ το 2018 κατείχε το 20,9% του εισοδήματος και πλήρωσε το 40% του φόρου εισοδήματος, ένα ποσοστό που είναι το μεγαλύτερο από το 1980. Αν αθροίσουμε και τις υπόλοιπες εισοδηματικές κατηγορίες, τότε διαπιστώνουμε πως το 2018 οι μισοί φορολογούμενοι (το 50% με το μεγαλύτερο εισόδημα) πλήρωσαν το 97% του συνολικού φόρου εισοδήματος. Το Γράφημα 2 καταδεικνύει ξεκάθαρα τη μεγάλη προοδευτικότητα του σημερινού φορολογικού συστήματος των ΗΠΑ, ήδη πριν από τις αλλαγές της κυβέρνησης Μπάιντεν.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ

Τα οφέλη της αύξησης του πλούτου που δημιουργεί η ιδιωτική οικονομία σε ανταγωνιστικά φορολογικά πλαίσια δεν κατανέμονται ισόποσα. Για να περιοριστούν οι παραγόμενες κοινωνικές ανισότητες, η συνηθέστερη πρόταση πολιτικής είναι η αύξηση της φορολόγησης των πιο πλούσιων. Πράγματι, την εποχή της παγκοσμιοποίησης οι πλούσιοι έγιναν λίγο πλουσιότεροι, ενώ οι φτωχοί έγιναν λίγο φτωχότεροι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 1979 το πλουσιότερο 10% κατείχε το 25,3% του εισοδήματος, ενώ το 2019 το 30,8%· από την άλλη, το φτωχότερο 10% το 1979 κατείχε το 2,3% του εισοδήματος και το 2019 το 1,8%.

Τα στοιχεία αυτά αντικατοπτρίζουν μια μεταβολή η οποία είναι ανησυχητική, ωστόσο, από το 1970 μέχρι το 2020 υπήρξε και μία σημαντική μεταβολή των εισοδημάτων όλων των εισοδηματικών κατηγοριών, χωρίς τεράστιες αποκλίσεις. Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, το διάμεσο εισόδημα της χαμηλότερης εισοδηματικής κατηγορίας το 2020 αυξήθηκε κατά 45% σε σχέση με το 1970, το διάμεσο εισόδημα της μεσαίας εισοδηματικής κατηγορίας το 2020 αυξήθηκε κατά 50% σε σχέση με το 1970, και το διάμεσο εισόδημα της υψηλότερης εισοδηματικής κατηγορίας το 2020 αυξήθηκε κατά 69% σε σχέση με το 1970 (Γράφημα 3). Τα στοιχεία αυτά ενδέχεται να υποδηλώνουν μία μετακίνηση από τις χαμηλότερες στις επόμενες εισοδηματικές κατηγορίες και όχι απαραίτητα μία μείωση του εισοδήματος της χαμηλότερης εισοδηματικής κατηγορίας.

ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ

Πηγή: «Biden’s FY 2024 Budget Would Result in More Than $4.5 Trillion in Gross Tax Increases», https://taxfoundation.org/biden-budget-taxes.

Επίσης, και η ανάλυση του Congressional Research Service δείχνει πως την περίοδο 1967-2019 όλες οι εισοδηματικές κατηγορίες αύξησαν το μέσο εισόδημά τους, αλλά όχι στον ίδιο βαθμό:

  • Μεταξύ του 1967 και του 1975 όλες οι εισοδηματικές κατηγορίες είδαν αύξηση στο εισόδημά τους, με το εισόδημα της χαμηλότερης να αυξάνεται κατά 2% ετησίως.
  • Την περίοδο 1975-2000, και πάλι όλες οι εισοδηματικές κατηγορίες είδαν αύξηση στο εισόδημά τους, με το εισόδημα της χαμηλότερης να αυξάνεται κατά 0,7% ετησίως.
  • Την περίοδο 2000-2010, όλες οι εισοδηματικές κατηγορίες είδαν μείωση στο εισόδημά τους κατά 1,6%, 1,2%, 0,8%, 0,5%, και 0,6% αντίστοιχα για κάθε εισοδηματική κατηγορία από τη φτωχότερη στην πλουσιότερη.
  • Την περίοδο 2010-2019, όλες οι εισοδηματικές κατηγορίες είδαν να επανέρχεται το εισόδημά τους. Οι πρώτες 4 εισοδηματικές κατηγορίες είδαν μία αύξηση από 1,9% – 2,2%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την υψηλότερη εισοδηματική κλίμακα ήταν 2,8%.

Τα στοιχεία αυτά ευθυγραμμίζονται με τη βασική αρχή των ανοικτών αγορών, πως, όταν το εισόδημα αυξάνεται, αυξάνεται για όλους, όχι όμως με τον ίδιο ρυθμό, καθώς οι υψηλότερες εισοδηματικές κλίμακες έχουν μεγαλύτερα κέρδη ως οι πιο παραγωγικές.

Η ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ ΠΟΥ ΣΧΕΔΙΑΖΕΤΑΙ ΘΑ ΜΕΙΩΣΕΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ, ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΥΠΟΛΟΙΠΕΣ ΑΝΤΑΠΤΥΓΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ.

Ωστόσο, η οικονομική ανισότητα θα πρέπει να ιδωθεί και στο πλαίσιο της σχέσης της με την εισοδηματική κινητικότητα, δηλαδή με το αν οι φτωχότεροι παρέμειναν εγκλωβισμένοι στη φτώχεια και οι πλουσιότεροι ασφαλείς στα υψηλά εισοδήματα. Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Fraser το 2021 (Economic Freedom Promotes Upward Income Mobility), η οικονομική ελευθερία συσχετίζεται σαφώς με την κοινωνική κινητικότητα (Global Social Mobility Index) και δημιουργεί τις ευκαιρίες κοινωνικής και οικονομικής ανέλιξης.

Η ανάλυση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για την κοινωνική κινητικότητα στις ΗΠΑ δείχνει πως η χώρα έχει μια μέτρια προς καλή επίδοση στον σχετικό δείκτη (70,4/100), καταλαμβάνοντας την 27η θέση, ανάμεσα σε 82 χώρες. Σημειώνεται πως οι ΗΠΑ προσφέρουν ένα καλό πλαίσιο ευκαιριών απασχόλησης, αλλά όχι και τόσο δίκαιους μισθούς, ενώ η κοινωνική προστασία και η υγεία θεωρούνται αδύναμες πτυχές του κοινωνικο-οικονομικού τους συστήματος.

ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΟΣΟΣΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΩΝ ΦΟΡΩΝ ΠΟΥ ΠΛΗΡΩΣΑΝ, ΑΝΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ, ΤΟ 2018

Φυσικά, οι ανισότητες σχετίζονται επίσης με την κοινωνική κινητικότητα καθώς δημιουργούν εμπόδια κοινωνικής και εισοδηματικής ανόδου, γι’ αυτό και είναι πράγματι ένα πρόβλημα που χρήζει πολιτικής αντιμετώπισης. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως η μεγαλύτερη κοινωνική κινητικότητα σημειώνεται σε χώρες με χαμηλή ανισότητα, με πρώτη τη Δανία, δεύτερη τη Νορβηγία, τρίτη τη Φινλανδία, και τέταρτη τη Σουηδία, οι οποίες, καθόλου τυχαία, ανήκουν και στις πιο ελεύθερες οικονομίες του κόσμου, παρά τον επίμονο μύθο ότι η Σκανδιναβία αποτελεί σήμερα έναν σοσιαλιστικό παράδεισο.

Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΗΜΕΙΩΝΕΤΑΙ ΣΕ ΧΩΡΕΣ ΜΕ ΧΑΜΗΛΗ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ, ΜΕ ΠΡΩΤΕΣ ΤΙΣ ΣΚΑΝΔΙΝΑΒΙΚΕΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ, ΚΑΘΟΛΟΥ ΤΥΧΑΙΑ, ΑΝΗΚΟΥΝ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΠΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, ΠΑΡΑ ΤΟΝ ΕΠΙΜΟΝΟ ΜΥΘΟ ΟΤΙ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ.

ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑΣ

Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, ως αιτίες της αυξημένης ανισότητας καταγράφονται η τεχνολογία και το ελεύθερο εμπόριο. Και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι η απώλεια θέσεων εργασίας. Από τη μία πλευρά, η τεχνολογία αντικαθιστά την εργασία χαμηλής εξειδίκευσης και διευρύνει το περιθώριο κέρδους των επιχειρήσεων, ενώ από την άλλη μεριά το ελεύθερο εμπόριο μετακινεί θέσεις εργασίας από αναπτυγμένες οικονομίες, όπως οι ΗΠΑ, σε αναπτυσσόμενες με χαμηλότερα κόστη. Ωστόσο, και οι δύο παράγοντες θεωρούνται ευνοϊκοί για την οικονομική μεγέθυνση και τη σημαντική βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης του συνόλου, που είναι ο βασικός στόχος μιας αποτελεσματικής οικονομικής πολιτικής.

Εντούτοις, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως οι απώλειες των ανεπτυγμένων χωρών συνδυάστηκαν με μείωση της παγκόσμιας ανισότητας. Σύμφωνα με τα στοιχεία των Πικετί και Σανσέλ, η παγκόσμια εισοδηματική ανισότητα το 2020 είχε μειωθεί στα επίπεδα του 1960. Το 1980, το μέσο εισόδημα του πλουσιότερου 10% παγκοσμίως ήταν 53 φορές υψηλότερο από το αντίστοιχο εισόδημα του φτωχότερου 50%, ενώ το 2020 ήταν 38 φορές υψηλότερο. Αυτή η μείωση, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση της παγκόσμιας απόλυτης φτώχειας, δείχνει πως ορισμένες από τις απώλειες που καταγράφονται στα εισοδήματα της μεσαίας τάξης των ανεπτυγμένων οικονομιών (οι «χαμένοι» της παγκοσμιοποίησης), έχουν σε έναν βαθμό γίνει κέρδη για τους οικονομικά ασθενέστερους των αναπτυσσόμενων χωρών. Φυσικά, αξίζει να σημειωθεί πως η πλουσιότερη εισοδηματική κλίμακα αυξάνει το μερίδιό της σε κάθε περίπτωση, καθώς το κεφάλαιο μετακινείται σε πιο κερδοφόρες σχέσεις και οι απώλειες από τη μία και τα κέρδη από την άλλη αφορούν την εργασία.

ΔΙΑΜΕΣΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΧΑΜΗΛΟΤΕΡΗΣ, ΜΕΣΑΙΑΣ ΚΑΙ ΥΨΗΛΟΤΕΡΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ, 1970 ΚΑΙ 2020 (ΣΕ ΔΟΛΑΡΙΑ ΗΠΑ 2020)

ΠΟΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ;

Αν και η αύξηση της φορολόγησης των οικονομικά πιο αποδοτικών (δηλαδή των πλούσιων ατόμων και εταιρειών) δείχνει μία ελκυστική πρόταση πολιτικής, συχνά κρύβει μελλοντικές απρόθετες συνέπειες για την οικονομική μεγέθυνση και την αύξηση των εισοδημάτων. Η σχετικά χαμηλή και σταθερή φορολόγηση έχει ένα πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην οικονομία, αυξάνοντας τον συνολικό πλούτο. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί πως η κατανομή των κερδών από την αύξηση του πλούτου είναι και αυτή σημαντική για την ισορροπία μίας κοινωνίας.

Γι’ αυτόν τον λόγο, η οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων είναι καλύτερο να επικεντρώνεται στην προστασία των πιο αδύναμων οικονομικά στρωμάτων της κοινωνίας, με αποτελεσματικότερη κατανομή των πόρων που διαθέτει, παρέχοντας ευκαιρίες μεγαλύτερης εισοδηματικής κινητικότητας σε ένα απλό και σχετικά ανταγωνιστικό φορολογικό σύστημα που ενισχύει τα κίνητρα η ιδιωτική οικονομία να δημιουργήσει περισσότερο πλούτο.

Η αυξημένη φορολογική επιβάρυνση αφήνει λιγότερους στο τέλος για να φορολογήσεις, άρα περιορίζει τα έσοδα του κράτους, αλλά ταυτόχρονα φαίνεται να περιορίζει και τις κοινωνικές ανισότητες. Από την άλλη, η μειωμένη φορολογική επιβάρυνση αυξάνει τη φορολογική βάση, αλλά ταυτόχρονα φαίνεται να αυξάνει και τις κοινωνικές ανισότητες, καθώς όλοι κερδίζουν, αλλά όχι στον ίδιο βαθμό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ