ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΗΠΑ-ΚΙΝΑΣ
- 18.12.24 10:47
Το διεθνές σύστημα βρίσκεται σε φάση παρατεταμένης γεωπολιτικής αστάθειας. Τα τελευταία τρία χρόνια είχαμε τις περισσότερες ένοπλες συγκρούσεις από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Ορισμένοι μάλιστα, όπως ο Τζέιμι Ντάιμον, διευθύνων σύμβουλος του αμερικανικού τραπεζικού κολοσσού J P Morgan Chase, θεωρούν ότι δεν είμαστε απλώς σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο, αλλά ότι ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος έχει ήδη ξεκινήσει. Η λίστα των συγκρούσεων τα τελευταία χρόνια είναι μακροσκελής: πόλεμος στην Ουκρανία, στη Γάζα, στη Δυτική Όχθη, στον Λίβανο, στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη, στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, στο Σουδάν, ενώ εκρηκτική είναι η κατάσταση μεταξύ Ιράν και Ισραήλ μετά από επαναλαμβανόμενους γύρους πυραυλικών και αεροπορικών επιθέσεων. Στον πόλεμο της Ουκρανίας μάλιστα παίζεται πυρηνικό πόκερ μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, όπου ελλοχεύει, για πρώτη φορά μετά την κρίση της Κούβας το 1962, κίνδυνος κλιμάκωσης σε πυρηνικό πόλεμο.
Μια διαρκής πηγή αστάθειας
Ωστόσο, η σοβαρότερη και διαρκής πηγή αστάθειας για την επόμενη πενταετία είναι οι τεταμένες σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Ορισμένοι αναλυτές στην Ουάσιγκτον θεωρούν ότι σε ένα τόσο συγκρουσιακό γεωπολιτικό περιβάλλον, ο πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας είναι αναπόφευκτος, δεδομένου ότι η κυρίαρχη δύναμη στο διεθνές σύστημα (ΗΠΑ) έχει κίνητρο να προχωρήσει σε πόλεμο παρεμπόδισης (preventive war) κατά της ανερχόμενης δύναμης (Κίνα). Αυτό συνιστά το επιχείρημα όσων επικαλούνται τη λεγόμενη «παγίδα του Θουκυδίδη», η οποία αναφέρεται στην ιστορική τάση όπου η άνοδος μιας νέας δύναμης προκαλεί τις κυρίαρχες δυνάμεις να αντιδράσουν, με συχνά καταστροφικά αποτελέσματα.
Αντίθετα, άλλοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι η Κίνα έχει κίνητρο να ξεκινήσει πόλεμο κατά των ΗΠΑ όσο είναι σε ανοδική τροχιά, προτού επέλθει η αναπόφευκτη πτώση της (peaking power theory), την οποία πολλοί τοποθετούν στον ορίζοντα των επόμενων πέντε ετών. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, η Κίνα ενδέχεται να επιδιώξει μια στρατηγική αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ προτού αρχίσει να φθίνει η ισχύς της, με την πεποίθηση ότι η επερχόμενη πτώση της θα την καταστήσει αδύναμη να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ.
Η ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ ΤΟΥ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΕΙΡΗΝΙΚΟ, ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ: ΑΡΧΙΣΕ ΗΔΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΠΑΡΑΚ ΟΜΠΑΜΑ (PIVOT TO ASIA) ΤΟ 2012, ΕΝΙΣΧΥΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΡΑΜΠ 1.0, ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΣΤΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΜΠΑΙΝΤΕΝ. ΑΥΤΟ ΗΤΑΝ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΟ, ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΒΑΡΟΥΣ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ΕΧΕΙ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΤΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (17% ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ) ΣΤΗΝ ΑΣΙΑ (54%).
Και τα δύο επιχειρήματα που προβλέπουν πολεμική εμπλοκή των δύο αυτών κολοσσών ωστόσο, είναι αμφίβολα, καθώς παραγνωρίζουν την ύπαρξη πυρηνικών οπλοστασίων και τη στρατηγική πραγματικότητα της «βεβαίας αμοιβαίας καταστροφής» (Mutual Assured Destruction – MAD), η οποία καθιστά τον πόλεμο ως στρατηγική επιλογή στην πυρηνική εποχή απαγορευτικό. Η πυρηνική αποτροπή μειώνει την πιθανότητα μιας κλασικής στρατιωτικής σύγκρουσης. Όμως, αυτό δεν αποκλείει την ακούσια κλιμάκωση ή τον πόλεμο εξαιτίας ατυχήματος, ειδικά σε περιοχές όπως η Νότια Σινική Θάλασσα ή γύρω από την Ταϊβάν.
Τι μέλλει γενέσθαι
Η πρόσφατη επικράτηση των Ρεπουμπλικάνων στις αμερικανικές εκλογές και η ανάληψη ελέγχου της Προεδρίας, της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων εντείνουν την αβεβαιότητα για το μέλλον του ανταγωνισμού ΗΠΑ-Κίνας. Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν διακηρύξει ότι θα ακολουθήσουν πιο δυναμικές πολιτικές απέναντι στην Κίνα, και αυτό εντείνει την πιθανότητα κρίσης και θερμού επεισοδίου.
Συγκεκριμένα, στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα υπάρχουν τρεις σχολές σκέψης που διαγκωνίζονται για επιρροή. Η πρώτη σχολή δίνει έμφαση στη διατήρηση της αμερικανικής πλανητικής ηγεμονίας (primacy). Η δεύτερη σχολή αντίθετα συμβουλεύει αυτοπεριορισμό (restraint), με αποφυγή εμπλοκών ανά τον πλανήτη. Η τρίτη σχολή σκέψης δίνει έμφαση στην ιεραρχημένη εμπλοκή (selective engagement), με επικέντρωση στην Κίνα. Η επιλογή των προσώπων που έχουν επιλεγεί να στελεχώσουν το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας και τις υπηρεσίες με αντικείμενο το διεθνές εμπόριο δείχνει ότι η νέα κυβέρνηση Τραμπ θα δώσει προτεραιότητα στην αντιμετώπιση της Κίνας. Αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Η μετατόπιση του αμερικανικού ενδιαφέροντος από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό, και κυρίως στην Κίνα, δεν είναι κάτι καινούργιο: άρχισε ήδη από τον Μπαράκ Ομπάμα (pivot to Asia) το 2012, ενισχύθηκε από την κυβέρνηση Τραμπ 1.0, και συνεχίστηκε από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Αυτό ήταν αναμενόμενο, τη στιγμή που το κέντρο βάρους του πλανήτη έχει μετατοπιστεί από την Ευρώπη (17% του παγκόσμιου πλούτου) στην Ασία (54%).
Το κυρίαρχο αφήγημα στην Ουάσινγκτον είναι ότι η Κίνα αποτελεί ένα αναδυόμενο γεωπολιτικό ανταγωνιστή που, αν κυριαρχήσει στην Ασία, θα ξεπεράσει σε ισχύ τις ΗΠΑ εκτοπίζοντάς τες από την πρωτοκαθεδρία του διεθνούς συστήματος. Αυτό για τις ΗΠΑ συνιστά στρατηγική απειλή. Σε αντίθεση όμως με την απερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν, μια νέα κυβέρνηση υπό τον Τραμπ αναμένεται να επικεντρωθεί αποκλειστικά στην αντιμετώπιση της Κίνας, κλείνοντας έτσι τα δευτερεύοντα μέτωπα, όπως αυτό της Ουκρανίας και της Μέσης Ανατολής, ενώ αναμένεται να επενδύσει ακόμα περισσότερο σε μια στρατιωτική στρατηγική «ανάσχεσης» της Κίνας.
Ταυτόχρονα, αναμένεται να απαιτήσει μεγάλο μέρος του κόστους της στρατιωτικής προετοιμασίας να καλυφθεί από τους συμμάχους της στον Ειρηνικό (Ιαπωνία, Νότιο Κορέα, Ταϊβάν, Φιλιππίνες, Αυστραλία), που θα κληθούν να πληρώσουν αυξημένα «ασφάλιστρα» για την προστασία που τους προσφέρουν οι ΗΠΑ έναντι της Κίνας. Όποιος σύμμαχος δεν συμμορφωθεί, θα κινδυνεύει να στερηθεί την αμερικανική ομπρέλα προστασίας. Αυτή η ρητορική μειώνει την αξιοπιστία των αμερικανικών εγγυήσεων ασφαλείας για τους συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή. Ως αποτέλεσμα, ορισμένοι από τους συμμάχους αυτούς, όπως η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία, ήδη «καλλιεργούν» την πυρηνική τους επιλογή, εξετάζοντας σοβαρά την απόκτηση πυρηνικών όπλων ως αντίμετρο για ενδεχόμενη αποδυνάμωση της αμερικανικής στρατηγικής προστασίας.
Το πλέον επικίνδυνο ναρκοπέδιο στις σχέσεις των ΗΠΑ με την Κίνα αφορά το μέλλον της Ταϊβάν. Είναι βέβαιο ότι θα ασκηθούν πιέσεις στη νέα κυβέρνηση Τραμπ να ενθαρρύνει την ανεξαρτησία της Ταϊβάν. Αυτό αποτελεί κόκκινη γραμμή (casus belli) για την Κίνα και ενέχει τον κίνδυνο κλιμάκωσης σε πολεμική αντιπαράθεση.
Η εποχή του οικονομικού εθνικισμού
Στον τομέα της διεθνούς οικονομίας οι οιωνοί δεν είναι λιγότερο δυσοίωνοι. Η νέα κυβέρνηση Τραμπ αναμένεται, σύμφωνα με τις προεκλογικές διακηρύξεις, να αυξήσει τους δασμούς σε όλα τα εισαγόμενα προϊόντα στο 20%, και ειδικά στα κινεζικά στο 60%. Ο στόχος είναι να τονωθεί η φθίνουσα αμερικανική βιομηχανία μέσω προστατευτισμού. Αυτό όμως θα οδηγήσει αυτόματα σε εμπορικό πόλεμο των ΗΠΑ με την Κίνα και την ΕΕ.
Επιπρόσθετα, η στρατηγική των ΗΠΑ θα επικεντρωθεί στη μείωση της εξάρτησης από την Κίνα, μέσα από την πολιτική της οικονομικής απαγκίστρωσης (decoupling), προκειμένου να μειωθεί η αμερικανική εξάρτηση από την κινεζική βιομηχανία σε κρίσιμους τομείς, όπως τα φάρμακα, τα ηλεκτρονικά και οι πρώτες ύλες. Αυτή η στρατηγική θα έχει ως συνέπεια την αναδιάταξη των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού, με την παραγωγή να μεταφέρεται είτε στις ΗΠΑ (on-shoring) είτε σε γειτονικές χώρες, όπως το Μεξικό (nearshoring), είτε σε φιλικές χώρες που δεν εξαρτώνται από την Κίνα, όπως το Βιετνάμ και η Ινδία (friendshoring).
Ο ΣΙ ΣΤΡΕΦΕΙ ΤΗ ΛΕΠΙΔΑ ΤΟΥ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ
Αφού κατήργησε το όριο των δύο θητειών για να επανεκλεγεί στο ύπατο αξίωμα, ο Κινέζος…
Η εμπορική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ είναι πιθανό να επιταχύνει την πρόθεση του Πεκίνου να δημιουργήσει ένα ανταγωνιστικό προς τη Δύση διεθνές εμπορικό οικοσύστημα, όπως φαίνεται από πρωτοβουλίες όπως οι BRICS και ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού. Όλα αυτά, βέβαια, θα επιτείνουν το πισωγύρισμα από την παγκοσμιοποίηση των προηγούμενων δεκαετιών (deglobalization) και θα δημιουργήσουν αναστάτωση στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.
Μπορεί ο Τραμπ να κάνει αντιστροφή συμμαχιών όπως ο Νίξον;
Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι κάτι που αναμένεται να απασχολήσει τη νέα κυβέρνηση Τραμπ, γιατί δημιούργησε μια νέα γεωπολιτική δυναμική σύσφιξης των σχέσεων Κίνας-Ρωσίας, όπου πλέον η Κίνα έχει το πάνω χέρι, όχι μόνο επειδή η οικονομία της είναι σχεδόν δέκα φορές μεγαλύτερη από αυτή της Ρωσίας, αλλά και γιατί η Ρωσία είναι πλέον απομονωμένη από τη Δύση και εξαρτάται οικονομικά από την Κίνα. Η άτυπη συμμαχία Κίνας-Ρωσίας ταυτόχρονα αποτελεί μαγνήτη για πολλές χώρες, όπως είναι οι χώρες της Κεντρικής Ασίας, ενώ φέρνει σε δύσκολη θέση χώρες όπως η Ινδία και το Βιετνάμ, που παλαιότερα χρησιμοποιούσαν τη Ρωσία ως αντίβαρο στην Κίνα.
Ο άξονας Πεκίνου – Μόσχας έχει αρνητική επίπτωση στη θέση των ΗΠΑ στην Ευρασία – τη σημαντικότερη γεωπολιτική περιοχή του πλανήτη. Γι’ αυτόν τον λόγο είναι πιθανό η νέα κυβέρνηση Τραμπ να προσπαθήσει να συμβάλει στον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, με στόχο τη διάσπαση του άξονα Πεκίνου-Μόσχας, υλοποιώντας ένα διπλωματικό εγχείρημα παρόμοιο με αυτό του Νίξον το 1972. Ωστόσο, αντί για την προσέγγιση προς το Πεκίνο που έκανε ο Νίξον , αυτή τη φορά η προσέγγιση θα στρέφεται προς τη Μόσχα. Ο Τραμπ προεκλογικά άσκησε δριμεία κριτική στην κυβέρνηση Μπάιντεν για την πολιτική της στον πόλεμο της Ουκρανίας, υποστηρίζοντας ότι ο «πόλεμος δι’ αντιπροσώπων» που διεξάγουν οι ΗΠΑ έναντι της Ρωσίας ενέχει τον κίνδυνο κλιμάκωσης σε πυρηνικό πόλεμο. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι αυτή η πολιτική έχει ωθήσει τη Ρωσία στην αγκαλιά της Κίνας, δημιουργώντας έτσι έναν ευρασιατικό κολοσσό που έχει την ισχύ να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ.
Ο ευρωατλαντισμός σε κρίση
Γεωπολιτική αναδιάταξη αναμένεται και στις διατλαντικές σχέσεις. Ο Τραμπ θεωρεί ότι οι Ευρωπαίοι είναι πλέον αρκετά ισχυροί να διαχειριστούν μόνοι τους περιφερειακά ζητήματα ασφαλείας, πράγμα που θα επιτρέψει στις ΗΠΑ να μειώσουν την ευρωπαϊκή τους εμπλοκή ώστε να στρέψουν την προσοχή τους στην Κίνα. Έτσι αναμένεται απόσυρση αμερικανικών στρατευμάτων από την Ευρώπη και μετακίνησή τους στον Ειρηνικό. Ένα πρόσθετο ζήτημα τριβής είναι η κατανομή βαρών (burden sharing) μεταξύ ΗΠΑ και των Ευρωπαίων συμμάχων τους. Ο Τραμπ έχει κατηγορήσει τους Ευρωπαίους ότι εκμεταλλεύονται τις ΗΠΑ παραμελώντας την αμυντική τους προπαρασκευή (free riding) και απειλεί ότι, αν οι Ευρωπαίοι δεν αυξήσουν σημαντικά τις στρατιωτικές τους δαπάνες, θα αποσύρει την αμερικανική ομπρέλα προστασίας. Οι αμερικανικές απειλές έχουν φέρει ξανά στο προσκήνιο προτάσεις για ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία με πρώτο βήμα συνεργασία για δημιουργία ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, ώστε να καταστεί εφικτή η μείωση της εξάρτησης από τις ΗΠΑ .
«Είναι επίσης πιθανό η νέα αμερικανική κυβέρνηση Τραμπ να αντιστρέψει τις ακολουθούμενες πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Ο Τραμπ δεν φαίνεται να συμμερίζεται την ανάγκη μείωσης των ρύπων και αντιτίθεται στις υιοθετημένες από τις ΗΠΑ πολιτικές απανθρακοποίησης. Στόχος του είναι η επίτευξη αμερικανικής ενεργειακής κυριαρχίας μέσω της αύξησης παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου. Για να πετύχει κάτι τέτοιο, προτίθεται να απελευθερώσει τις αμερικανικές ενεργειακές αγορές από το σημερινό αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, με την παροχή πληθώρας αδειοδοτήσεων για νέες εξορύξεις. Ταυτόχρονα προτίθεται να περικόψει τα υπάρχοντα κίνητρα για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και είναι πιθανό να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή του 2015. Ο Τραμπ θεωρεί ότι η ακολουθούμενη πολιτική για πράσινη μετάβαση ευνοεί την Κίνα, η οποία κυριαρχεί στις τεχνολογίες για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
ΘΑ ΑΥΞΗΘΕΙ Ο ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΣΜΟΣ ΤΟΣΟ ΣΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΟΣΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΣΙΑΤΙΚΟ ΜΠΛΟΚ. ΘΑ ΑΥΞΗΘΟΥΝ ΟΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΜΕΣΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΜΠΛΟΚ, ΕΝΩ ΘΑ ΜΕΙΩΘΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΜΠΛΟΚ, ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΜΕΤΑΞΥ ΚΙΝΑΣ ΚΑΙ ΗΠΑ. Η ΚΙΝΑ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΘΑ ΕΜΒΑΘΥΝΕΙ ΤΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΤΗΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ «ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΝΟΤΟ», ΔΗΛΑΔΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΕΜΠΛΑΚΟΥΝ ΣΤΟΝ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ ΜΕΤΑΞΥ ΗΠΑ ΚΑΙ ΚΙΝΑΣ, ΑΛΛΑ ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΤΟΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΟΥΝ ΠΡΟΣ ΟΦΕΛΟΣ ΤΟΥΣ.
Η εποχή των αναταράξεων
Καταλήγοντας, οι βασικές μας προβλέψεις είναι οι εξής:
Θα υπάρξει επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ και Κίνας. Ο μεταξύ τους γεωπολιτικός ανταγωνισμός θα πάρει τη μορφή εμπορικού πολέμου, τεχνολογικού ανταγωνισμού με έμφαση στην τεχνητή νοημοσύνη, και εντατικοποίησης της κούρσας πολεμικών εξοπλισμών. Εάν η κυβέρνηση Τραμπ καταφέρει να διαπραγματευτεί το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία, θα υπάρξει μερική καλυτέρευση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας και αντίστοιχη επιδείνωση των σχέσεων Κίνας-Ρωσίας, αλλά όχι αντιστροφή συμμαχιών αντίστοιχη του επιτεύγματος Νίξον το 1972.
Οι σχέσεις των ΗΠΑ με τους συμμάχους τους στην Ασία, και κυρίως στην Ευρώπη, θα επιδεινωθούν, αλλά καμία πλευρά δεν έχει κίνητρο να τις διασπάσει πλήρως. Οι προσπάθειες των Ευρωπαίων για κοινή αμυντική πολιτική δεν αναμένεται να καρποφορήσουν λόγω της απόκλισης συμφερόντων μεταξύ των Ευρωπαίων εταίρων. Οι ευρωπαϊκές χώρες θα αποτύχουν να ακολουθήσουν κοινή οικονομική πολιτική απέναντι στην Κίνα, γιατί και εκεί τα συμφέροντά τους αποκλίνουν. Ορισμένες χώρες θα ακολουθήσουν την αμερικανική προτροπή για οικονομική απαγκίστρωση, ενώ άλλες θα συνεχίσουν να εμβαθύνουν τις οικονομικές τους σχέσεις με την Κίνα.
Η πιο πάνω ανάλυση οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα αυξηθεί ο εμπορικός προστατευτισμός τόσο στο αμερικανικό όσο και στο ευρωπαϊκό, αλλά και στο ασιατικό μπλοκ. Θα αυξηθούν οι εμπορικές συναλλαγές μέσα σε κάθε μπλοκ, ενώ θα μειωθούν οι συναλλαγές μεταξύ των μπλοκ, και κυρίως μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ. Η Κίνα ταυτόχρονα θα εμβαθύνει τις οικονομικές της σχέσεις με τον «παγκόσμιο νότο», δηλαδή με την πλειοψηφία των χωρών του πλανήτη που δεν θέλουν να εμπλακούν στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, αλλά αντίθετα θέλουν να τον εκμεταλλευτούν προς όφελός τους.
Οι περιβαλλοντικοί στόχοι για απανθρακοποίηση που έχουν τεθεί στις διεθνείς συνδιασκέψεις για την κλιματική αλλαγή θα παραπεμφθούν στις καλένδες, ενώ θα μειωθεί η διεθνής συνεργασία για την πρόληψη της διασποράς πυρηνικών όπλων και για την πρόληψη ή/ και καταπολέμηση πανδημιών. Τέλος, η Νότιος Σινική Θάλασσα, και κυρίως η Ταϊβάν, θα συνεχίσουν να αποτελούν την πιο εύφλεκτη πυριτιδαποθήκη του πλανήτη. Ο πλανήτης έχει εισέλθει σε εποχή πολλαπλών ταυτόχρονων κρίσεων.
*Ο Αθανάσιος Πλατιάς είναι ομότιμος καθηγητής Στρατηγικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και πρόεδρος του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων. Ο Βασίλης Τρίγκας είναι επισκέπτης επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Tσινγκ Χουά. Έχουν συγγράψει το βιβλίο Αποδομώντας την Παγίδα του Θουκυδίκη: Υψηλή Στρατηγική και Γεωπολιτικός Ανταγωνισμός ΗΠΑ-Κίνας (Εκδόσεις Δίαυλος, 2023).