ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΕΝΑΣ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΥΠΕΡΔΥΝΑΜΕΩΝ
- 26.06.24 09:56
Ξεκινάει από παλιά η διαισθητική ιδέα ότι η οικονομική ενοποίηση μπορεί να διαφυλάξει την ειρήνη. είναι όμως και μια εντυπωσιακά εσφαλμένη ιδέα. Σ’ ένα –δημοφιλές– βιβλίο του 1910, ο οικονομολόγος Νόρμαν Έιντζελ είχε υποστηρίξει ότι η σύγκρουση μεταξύ Μεγάλων Δυνάμεων θα ήταν ανορθολογική, καθώς «η πολυπλοκότητα των σύγχρονων χρηματοπιστωτικών σχέσεων κάνει τη Νέα Υόρκη να εξαρτάται από το Λονδίνο, το Λονδίνο από το Παρίσι, το Παρίσι από το Βερολίνο – και τούτο σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ όσο οποτεδήποτε άλλοτε στην ιστορία». Μετά από έναν αιώνα, μια αντίστοιχη υπεραισιόδοξη προσέγγιση οδήγησε τη Δυτική Ευρώπη στη δημιουργία του Nord Stream 2, του αγωγού φυσικού αερίου που ερχόταν από τη Ρωσία στη Γερμανία. Σ’ ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, ο κόσμος δεν μπορεί να έχει νικητές. Πλην όμως αυτό δεν εμπόδισε την Ευρώπη να σκάβει χαρακώματα το 1914, ούτε εμπόδισε τα ρωσικά στρατεύματα να ξεχυθούν στην Ουκρανία το 2022.
Ούτε αναγκαία, ούτε επαρκής συνθήκη
Αποτελεί διανοητική πρόκληση να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι η πολυδιάσπαση που παρατηρείται –των ροών κεφαλαίου, των δικτύων πληρωμών και των θεσμών του χρηματοπιστωτικού τομέα– καθοδηγείται από τη γεωπολιτική, κι άλλωστε ελάχιστα την επηρεάζει: η ύπαρξη ενός ενιαίου, παγκοσμιοποιημένου χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν είναι αναγκαία για να φέρει την ειρήνη. ούτε είναι επαρκής. Όσο σιγά σιγά αποδιαρθρώνουν τις λειτουργίες του συστήματος, οι παράγοντες εξουσίας από την Ουάσινγκτον και μέχρι το Πεκίνο μπορεί να θλίβονται για τις χαμένες πλέον ευκαιρίες και διασυνδέσεις, δεν χρειάζεται όμως να ανησυχούν ότι πλησιάζει Αρμαγεδδών. Ασφαλώς καθιστούν περισσότερο εφικτό τον πόλεμο, ενώ ταυτόχρονα κανονικοποιούν τη λογική της μεταξύ χωρών σύγκρουσης. Ένας κόσμος όπου η πολιτική απαγορεύει τις ξένες επενδύσεις σε «στρατηγικούς» κλάδους είναι κόσμος που θα δημιουργήσει κάθε λογής προστριβές μεταξύ εχθρών (αλλά και μεταξύ φίλων).
Αυτός ο κόσμος, όμως, σήμερα πλησιάζει: αρκεί να δει κανείς τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να επιχειρεί να μπλοκάρει την απόκτηση της χαλυβουργίας US Steel από τη Nippon Steel – ανταγωνιστή από την Ιαπωνία, δηλαδή έναν από τους στενότερους συμμάχους των ΗΠΑ. Παράλληλα, οι ίδιες οι επιχειρήσεις χτίζουν χρηματοπιστωτικούς φράχτες σε μια προσπάθειά τους να προσαρμοστούν στα διαδοχικά κύματα κυρώσεων. Η οικονομική ενοποίηση μπορεί να μην εξασφαλίζει την ειρήνη, αλλά όσο το κόστος της αποσύμπλεξης ήδη αναλαμβάνεται από χώρες και επιχειρήσεις, τόσο η εντύπωση για το επιπρόσθετο κόστος του πολέμου υποχωρεί, οδηγώντας ενδεχόμενα και σε αυτόν.
Η ΥΠΑΡΞΗ ΕΝΟΣ ΕΝΙΑΙΟΥ, ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ. ΟΥΤΕ ΕΙΝΑΙ ΕΠΑΡΚΗΣ. ΟΣΟ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΑΠΟΔΙΑΡΘΡΩΝΟΥΝ ΤΙΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ, ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΠΕΚΙΝΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΘΛΙΒΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΧΑΜΕΝΕΣ ΠΛΕΟΝ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΕΙΣ, ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΟΜΩΣ ΝΑ ΑΝΗΣΥΧΟΥΝ ΟΤΙ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ ΑΡΜΑΓΕΔΔΩΝ.
Αυτό με τίποτε δεν σημαίνει ότι το εν λόγω κόστος δεν θα ήταν πελώριο. Προκειμένου να διαπιστώσει κανείς την έκταση της αναστάτωσης που θα κατελάμβανε σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο τις χρηματοπιστωτικές αγορές, αρκεί να δει την τελευταία γενεά από stress tests, τη διεξαγωγή των οποίων απαίτησε η Τράπεζα της Αγγλίας. «Μια αιφνίδια εγκατάσταση στο προσκήνιο γεωπολιτικών εντάσεων θα οδηγούσε σε απότομη επιδείνωση των προσδοκιών όσον αφορά τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας»: αυτή είναι η αρχή της στεγνής περιγραφής ενός σεναρίου με αναφορές σε πόλεμο, για το οποίο θα κληθεί να ετοιμαστεί το Σίτι του Λονδίνου με προσομοιώσεις. Οι μετοχές πέφτουν απότομα, η μεταβλητότητα των τιμών απογειώνεται και οι επενδυτές σπεύδουν να εξαλείψουν τον κίνδυνο από τα χαρτοφυλάκιά τους. Απειλητικό φαινόμενο: funds υπό κρατικό έλεγχο τρίτων χωρών αρχίζουν να ξεπουλάνε κρατικά ομόλογα προερχόμενα από ΗΠΑ, Βρετανία και Ευρωζώνη. Προτού περάσει ένα δεκαήμερο, καταγράφεται χρεοκοπία ενός hedge fund μεσαίου μεγέθους, ενώ «δεν διαγράφεται προοπτική για υποχώρηση της έντασης, ακόμα και σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα».
Σε τι χρησιμεύει ο πόλεμος;
Αν τύχει και επαληθευθεί ένα πολυσυζητημένο καταλυτικό σενάριο πολέμου –εισβολή της Κίνας στην Ταϊβάν, με εμπλοκή των ΗΠΑ– το σενάριο αυτό της Τράπεζας της Αγγλίας φαίνεται ανησυχητικά πειστικό. Όπως συνέβη το 1914, κι ύστερα τη δεκαετία του 1930, τα ομόλογα των αντιμαχόμενων πλευρών θα βρεθούν υπό σημαντική πίεση. Για τα ομόλογα του Αμερικανικού Δημοσίου θα λειτουργούσε βέβαια αντισταθμιστικά η επιθυμία των επενδυτών να απομακρυνθούν από τον κίνδυνο, καθώς τα ομόλογα Δημοσίου έχουν τη φήμη του ασφαλέστερου στοιχείου ενεργητικού παγκοσμίως.
Κι έτσι όμως, η προοπτική για εκρηκτική αύξηση των αμυντικών δαπανών, που θα έρθει να προστεθεί στα ήδη υπάρχοντα ελλείμματα και θα προκαλέσει κύμα έκδοσης ομολόγων, δεν αποκλείεται καθόλου να απογειώσει τις αποδόσεις – και να προκαλέσει, συνεπώς, κατάρρευση των τιμών των ομολόγων. Αν όμως οι τιμές των (υποτιθέμενα) ασφαλών αυτών στοιχείων ενεργητικού βυθιστούν, τότε θα αρχίσουν να κλονίζονται κάθε λογής χρηματοπιστωτικοί θεσμοί.
Φανταστείτε τα hedge funds και τις τράπεζες που τραντάχτηκαν το 2022 και στις αρχές του 2023 – αλλά τώρα σε μεγαλύτερη έκταση. Αυτή τη φορά, ο κίνδυνος να δούμε να καταρρέει ένα συστημικά σημαντικό ίδρυμα θα μπορούσε να επαληθευτεί. Αλλά και τα Χρηματιστήρια θα περιέρχονταν σε ελεύθερη πτώση. Η Ταϊβάν παράγει τα πιο προωθημένα τυπωμένα κυκλώματα ημιαγωγών παγκοσμίως. Αυτά είναι ζωτικής σημασίας για τις εταιρείες ανά τον κόσμο, προπαντός όμως για τους Αμερικανούς τεχνολογικούς κολοσσούς. Οι «Υπέροχοι 7» (Microsoft, Apple, Nvidia, Amazon, Meta, Alphabet και Tesla) από μόνοι τους αντιπροσωπεύουν πάνω από το 1/6 της χρηματιστηριακής αξίας των μετοχών του ευρύτερου δείκτη MSCI. Με μια και μόνον κίνηση, τυχόν επιβολή κινεζικού αποκλεισμού στην Ταϊβάν θα μπορούσε να θρυμματίσει τις εφοδιαστικές αλυσίδες τους – με αποτέλεσμα τη βύθιση των μετοχών τους. Και όλα αυτά, προτού συνυπολογίσει κανείς την επίπτωση των εμπορικών κυρώσεων, οι οποίες ασφαλώς θα ακολουθούσαν από πλευράς ΗΠΑ και των συμμάχων τους, με ανταπόδοση εν συνεχεία από την Κίνα και με σοκ στην παραγωγή προϊόντων μη-στρατιωτικού χαρακτήρα. Μέτοχοι κάθε λογής θα έτρεχαν να προλάβουν μιαν όλο και στενότερη έξοδο από την αγορά – ευλόγως.
Η ΧΡΥΣΗ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΩΝ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ
Οι τιμές των μετοχών μπορεί να καλπάζουν ακόμη, όμως ακόμa και η ΑΙ δεν είναι…
Ακόμη παγκοσμιοποιημένο;
Μέσα σε όλα αυτά, δύσκολα θα μπορούσε κανείς να φανταστεί το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα να επιβιώνει στη σημερινή κατάσταση που βρίσκεται. Δηλαδή… ακόμη παγκοσμοποιημένο. Το πόσο θα προχωρήσει η πολυδιάσπασή του θα εξαρτηθεί από τη φιλοπόλεμη διάθεση των υπευθύνων για τη χάραξη πολιτικής στην Ουάσινγκτoν και το Πεκίνο. Το πιθανότερο θα ήταν να αυστηροποιούσαν τους διασυνοριακούς φραγμούς στην κίνηση κεφαλαίων, προκειμένου να αποτρέπεται η αποστολή κεφαλαίων από μέρους των εγχώριων εταιρειών στο εξωτερικό, δηλαδή εκεί όπου θα μπορούσε η κίνηση αυτή να πλουτίζει τους αντιπάλους. Οι κεφαλαιακές ροές, οι οποίες έχουν ήδη υποχωρήσει αισθητά σε σύγκριση με την ακμή της εποχής της παγκοσμιοποίησης, θα περιορίζονταν ακόμα περισσότερο.
Η ίδια τάση θα αποτυπωνόταν και σε επίπεδο πληρωμών. Εύκολα θα μπορούσε κανείς να φανταστεί αποκλεισμό των κινεζικών τραπεζών από το δίκτυο SWIFT και τους μηχανισμούς εκκαθάρισης σε δολάρια. πάντως δύσκολα κάτι τέτοιο θα λειτουργούσε αποσαθρωτικά, καθώς είχαν τον χρόνο να προετοιμαστούν για ένα τέτοιο ενδεχόμενο δυσμενούς μεταχείρισης.
Η μεγαλύτερη επίπτωση θα προερχόταν από την πίεση να διασπαστούν οι παγκόσμιες πληρωμές ανάλογα με τις διαφορετικές σφαίρες επιρροής, πράγμα που θα εντείνει την ανάπτυξη του κινεζικού δικτύου πληρωμών CIPS. Στο μεταξύ, οι ινδικές πρωτοβουλίες εξαγωγής συστημάτων ανοιχτής πηγής μπορεί να καθιστούσαν διαθέσιμες σε άλλες χώρες καλύτερες εναλλακτικές. Κάτι τέτοιο, πάντως, βρίσκεται πιο μακριά στο μέλλον.
Η κυριαρχία του δολαρίου
Όσο για την κυριαρχία του δολαρίου, το μέλλον του θα εξαρτηθεί από το ποια είναι η θέση στην οποία θα βρεθεί, μετά μια τέτοια αντιπαράθεση, η Αμερική. Το προηγούμενο αποθεματικό νόμισμα που είχε γνωρίσει η υφήλιος –η λίρα στερλίνα– εκθρονίστηκε μετά από δεκαετίες παρακμής του, τις οποίες ακολούθησαν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που έφεραν τη διάλυση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και φόρτωσαν τη χώρα με χρέη. Διόλου παράδοξο, συνεπώς, που εν συνεχεία χάθηκε και η χρηματοπιστωτική της ηγεμονία. Αν λοιπόν δεν συμβεί κάτι αντίστοιχα καταστροφικό με τις ΗΠΑ, δύσκολα βλέπει κανείς να χάνεται η πρωτοκαθεδρία του δολαρίου. Άλλωστε, ακόμα κι αν οι επενδυτές έκαναν το απροσδόκητο –δηλαδή εγκατέλειπαν το δολάριο– τότε τουλάχιστον αυτό θα ενίσχυε παραδόξως τη χρηματοπιστωτική θέση των ΗΠΑ. Ο Έσβαρ Πρασάντ του Brookings επισημαίνει ότι τo σύνολο των εξωτερικών υποχρεώσεων των ΗΠΑ (που είναι εκφρασμένες σε δολάρια) συμποσούνται σε 51 τρις δολάρια, ενώ τα στοιχεία ενεργητικού στο εξωτερικό (που συνήθως είναι σε ξένο νόμισμα) φτάνουν τα 33 τρις. Από αμερικανικής πλευράς, λοιπόν, ένα ασθενέστερο δολάριο θα άφηνε αμετάβλητα σε αξία τα οφειλόμενα, ενώ τα στοιχεία ενεργητικού θα ακρίβαιναν. Με άλλα λόγια, θα πλήττονταν οι ξένοι που θα διακρατούσαν χρέος σε δολάρια.
ΑΚΟΜΑ ΠΑΝΤΩΣ ΚΑΙ ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΑΡΞΕΙ Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΕΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΥ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΥΠΕΡΔΥΝΑΜΕΩΝ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, Η ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΤΟΥΣ ΝΑ ΜΕΤΑΤΡΕΨΟΥΝ ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Σ’ ΕΝΑ ΑΚΟΜΑ ΠΕΔΙΟ ΜΑΧΗΣ ΔΕΝ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΜΙΚΡΗ ΤΑΣΗ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗΣ. ΚΡΙΜΑ! ΠΑΡ’ ΟΛΑ ΤΑ ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΑ ΤΟΥ, ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΧΕΙ ΠΟΛΛΑ ΘΕΤΙΚΑ ΥΠΕΡ ΤΟΥ.
Καμιά απ’ αυτές τις αλλαγές δεν θα μετέβαλλε αποφασιστικά την έκβαση ενός πολέμου μεταξύ των υπερδυνάμεων. Οπότε, τότε, θα υπήρχε για τις ΗΠΑ και την Κίνα ο πειρασμός να απειλούν τους ξένους με δευτερογενείς κυρώσεις, σε περίπτωση που συνέχιζαν να συναλλάσσονται με τον εχθρό. Στην πραγματικότητα, κάτι τέτοιο θα υποχρέωνε τις χώρες ανά την υφήλιο να διαλέξουν πλευρά και να αποκρούσουν τους απέναντι. Παρόμοια μέτρα μπορεί να φαίνονταν ιδιαίτερα ελκυστικά για τις ΗΠΑ. Με τον κομβικό ρόλο που έχει το νόμισμά τους και τη σημασία των τραπεζών τους για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική λειτουργία, πολλές χώρες θα κατέληγαν να εγκαταλείψουν τους όποιους οικονομικούς δεσμούς συνεχίζουν να διατηρούν με την Κίνα. Αυτό θα ήταν το τελικό καρφί στο φέρετρο για ένα υφ’ οιανδήποτε έννοια παγκοσμιοποιημένο σύστημα, ενώ θα αποτελούσε το ισχυρότερο κίνητρο ώστε οι αδέσμευτες χώρες να εγκαταλείψουν οριστικά την αμερικανική τροχιά – πλήρως.
Η άνοδος επαρχιακών μπλοκ
Ακόμα πάντως και αν δεν υπάρξει η καταστροφή ενός πολέμου μεταξύ των υπερδυνάμεων του κόσμου, η προθυμία τους να μετατρέψουν το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα σ’ ένα ακόμα πεδίο μάχης δεν δείχνει την παραμικρή τάση υποχώρησης. Κρίμα! Παρ’ όλα τα ελαττώματά του, το σημερινό σύστημα έχει πολλά θετικά υπέρ του.
Δεν περιορίζεται μόνο σε μια φούχτα δυτικών χωρών για πρόσβαση στα ωφελήματα που παρέχουν οι διεθνείς χρηματοπιστωτικές δυνατοτήτες τροφοδότησης της ανάπτυξης, με παράλληλη προστασία από τις κατά καιρούς κρίσεις. Υπάρχει δε και η υπόσχεση ότι η τεχνολογία θα μπορούσε να φέρει κι άλλες χώρες στο σύστημα. Θα ήταν σπατάλη, αντί γι’ αυτό, να διαιρεθεί ο κόσμος σε στενά, σχεδόν επαρχιακά μπλοκ.
©The Economist. Μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε από την Economia Media Α.Ε., έπειτα από ειδική άδεια. Το πρωτότυπο αγγλικό κείμενο βρίσκεται στο www.economist.com