ΟΤΑΝ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΥΖΗΤΑ ΓΙΑ ΤΑ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ
- 12.03.24 12:07
Ακριβώς μια βδομάδα μετά τα 3ήμερο Συνέδριο «Καθημερινής»/ΜΙΕΤ/Hellenic Observatory/DEF με τη προσέγγιση «Μεταπολίτευση: 50 χρόνια μετά», η Αριστερά προσήλθε με την δική της προσέγγιση στην συζήτηση. Με το project «50 χρόνια Δημοκρατία» – μια Ημερίδα στις 9 Μαρτίου, αλλ΄ εν συνεχεία με 5 σεμινάρια κάθε Τρίτη σε διάφορες θεματικές – στις ταπεινότερες (σε σύγκριση με το Αμφιθέατρο της Πινακοθήκης) πλην φιλόξενες εγκαταστάσεις του ETERON, στου Ψυρρή.
Η ημερίδα εκκίνησης του project («ευκαιρία να ενταχθεί αυτή η ιστορική περίοδος στην ιστορική συνείδηση και μνήμη της Ελληνικής κοινωνίας») θέλησε να παρακολουθήσει την καταγραφή στην ιστορική ματιά (συνέχειες ή ρήξεις;) , στην πορεία της οικονομίας (διαφορετικές πολιτικές – και πόσο;), στην διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού τοπίου (το οποίο είδαμε τελευταίως να ανατρέπεται για τρίτη φορά – ανάδυση ΠΑΣΟΚ, ανάδυση ΣΥΡΙΖΑ, σύστημα με κυριαρχία του ενός/ΝΔ), στις κοινωνικές/αξιακές πολιτισμικές επιδράσεις της περιόδου και στα θέματα ισότητας/συμπερίληψης. Μια προκαταρκτική παρατήρηση, εδώ: το κοινό στο Eteron περιορισμένο μεν – σε σύγκριση με το ξέχειλο Αμφιθέατρο της Πινακοθήκης – αλλά συναπαρτιζόμενο από κόσμο, παλαίμαχους/ νεότερους/νέους, που έδειχνε να είναι κοινό περισσότερο ασκημένο σε παρόμοιες οργανώσεις και συζητήσεις. Όθεν και η συζήτηση με εμπλοκή των παρευρισκομένων, χωρίς ιδιαίτερη τρυφερότητα προς τους πανελίστες – όχι πάντα.
TO REALITY CHECK ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ: 50 ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΩΝ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Tο σήμερα συνοδεύεται με αρκετά βαριές πραγματικότητες – μια είναι ήδη η ασυμμετρία δυνάμεων στην…
Η ιστορική αξιολόγηση της τομής του ΄74, δηλαδή η κατά τον Πολυμέρη Βόγλη (Παν/μιο Θεσσαλίας) αποκοπή από το μετεμφυλιακό πλέγμα εξουσίας της Δεξιάς/των Ανακτόρων/του Στρατού και της Αμερικανικής επιρροής, είχε ήδη αρχίσει τα χρόνια της Χούντας: εκδίωξη του Παλατιού, αυτονόμηση του Στρατού, απαξίωση των ΗΠΑ (που – Βιετνάμ – γνώριζαν πλέον υποχώρηση στο διεθνές σύστημα). Με αυτό το φόντο, η επανεφεύρεση της Δεξιάς, με κάποια διατήρηση δεσμών με Ακροδεξιά, η και η συρρίκνωση του Κέντρου με υποκατάσταση από το ΠΑΣΟΚ, δεν μπορούν να κρύψουν την περιορισμένη αλλαγή που επιχειρήθηκε σε επίπεδο Κράτους (σημαντική η παρέμβαση στον Στρατό, λιγότερη στα Σώματα Ασφαλείας, ακόμη λιγότερη στην Δικαιοσύνη και στο Δημόσιο).
Ασφαλώς καταγράφεται στα επιτεύγματα ο εκδημοκρατισμός και η διεύρυνση των βάσεων δημοκρατικής νομιμοποίησης. «Φεύγει» από την μέση ο αποκλεισμός τμημάτων του πληθυσμού ομοίως οι διώξεις, ενώ υποχωρούν οι διακρίσεις προς τις μειονότητες (και την Αριστερά). Συχνά «εκ των άνω», ή/και «απ’ έξω»/ΕΟΚ προωθούνται αλλαγές: στο οικογενειακό δίκαιο, στην γλώσσα, στην ψήφο στα 18 – σε (σταδιακό) περιορισμό των κοινωνικών ανισοτήτων.
Όμως για τον Π. Βόγλη «κρισιμότερη ίσως η δεκαετία του 1990» καθώς τότε εξαντλείται το κύμα εκδημοκρατισμού: με φόντο την κατάρρευση του κομμουνισμού αλλά και την εδραίωση του νεοφιλελευθερισμού, βλέπουμε «σταδιακή άμβλυνση των διαφορών ΝΔ/ΠΑΣΟΚ». Ταυτόχρονα, όμως «ανεβαίνει η ανησυχία για την εθνική ταυτότητα» που σε περιπτώσεις όπως του Μακεδονικού «προσλαμβάνει διαστάσεις εθνικού πανικού» – ενώ στο βάθος διαγράφεται και πάλιν άνοδος της Ακροδεξιάς.
Το κυριότερο, όμως, είναι ότι σταδιακά έρχεται πάλι στο προσκήνιο – και μάλιστα μετά την ανάφλεξη του 2008, πάντως σαφώς πριν την οικονομική κρίση – ένα είδος «μίσους για την Μεταπολίτευση», ένα «να τελειώνουμε επιτέλους με την Μεταπολίτευση και την κουλτούρα της». Ενώ φαινόμενα όπως ο κρατισμός, ο λαϊκισμός, εντέλει η ίδια η χρεοκοπία, επιχειρείται να χρεωθούν στην περίοδο. Εντέλει, περισσότερο πρόκειται για «άμυνα» στην διατάραξη της ταξικής διάρθρωσης και των κατοχυρωμένων (προδικτατορικά) προνομίων τα οποία είχαν αμφισβητηθεί.
Την ίδια διαδικασία ιστορικής «σάρωσης» της εποχής από συνταγματική όμως σκοπιά, επιχείρησε ο Γιώργος Σωτηρέλλης. Ο οποίος υπεστήριζε ότι αν θελήσει να δει κανείς τα 50 χρόνια Μεταπολίτευσης σε φόντο των 200 χρόνων Ελληνικής ιστορίας, αυτή περισσότερο καταγράφεται ως συνέχεια παρά ως τομή. Πάντως μεταξύ 1864 («το Ελληνικό 1848») και 1915, η Ελλάδα είχε γνωρίσει ήδη απρόσκοπτη λειτουργία της Δημοκρατίας. Ενώ ακόμη και «επικίνδυνα» δικαιώματα είχαν κατοχυρωθεί από νωρίς – και είχαν γίναν σεβαστά (δικαίωμα του συναθροίζεσθαι, ελευθερία του Τύπου). Η Ελλάδα είχε βρεθεί στην πρωτοπορία των δημοκρατικών Κρατών (μαζί με Βρετανία, Σκανδιναβικές χώρες, Ολλανδία). Βέβαια κατά τον Μεσοπόλεμο υπήρξαν ισχυροί κραδασμοί, αλλά και πάλι – 1927-1936 – είχαμε Προεδρευόμενη Δημοκρατία. Αληθινή απόκλιση υπήρξε η μετεμφυλιακή 30ετία, με το «παρασύνταγμα» και την μη-τήρηση των δικαιωμάτων.
ΣΗΜΕΙΩΤΕΟΝ ΟΤΙ Η ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΠΟΥ Ο ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΕΠΕΛΕΞΕ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΑΠΟΣΥΝΔΕΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΔΕΝ ΠΑΥΕΙ ΝΑ ΥΠΗΡΞΕ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΕΡΕ. ΕΝ ΤΩ ΜΕΤΑΞΥ, ΚΑΙ ΟΙ ΜΙΣΟΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΑΤΩΝ ΠΡΟΣΕΧΩΡΗΣΑΝ ΣΤΗΝ Ν.Δ.
Οπότε, για τον Γ. Σωτηρέλλη, το 1974 εκείνο που επιχειρείται (και εξασφαλίζεται) είναι η αποκατάσταση της συνέχειας της Δημοκρατίας. Ενώ στο Σύνταγμα του 1975 έχουμε εμβάθυνση πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, ακόμη και αποδοχή του κρατικού παρεμβατισμού (μέχρι και θεμέλιο για εθνικοποιήσεις – άρθρο 106Σ), και τούτο με ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις. Ακόμη και οι υπερεξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν ασκήθηκαν από τον Κ. Καραμανλή – εντέλει, δε, αποσύρθηκαν με την αναθεώρηση του 1986.
Βαθύτερες αμφισβητήσεις προέκυψαν μετά την εκδήλωσε της οικονομικής κρίσης, όπου ναι μεν «καταγράφηκε ανθεκτικότητα του Συντάγματος» αλλά παρατηρήθηκε και «οπισθοδρόμηση των κοινωνικών/συλλογικών δικαιωμάτων». Ενώ, με αφορμή την πανδημία, υπήρξε επιπλέον κατάχρηση ρυθμίσεων, π.χ. με την χωρίς αληθινή αντίδραση συρρίκνωση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι. Ενώ πλέον, με την υποκατάσταση του «επιτελικού Κράτους» στην συνταγματική λειτουργία της Κυβέρνησης, ή πάλι με την εγκαθίδρυση εκλογικών συστημάτων με ΜΗ-ισοδυναμία της ψήφου ή και με ανοχή νέων τρόπων αναδείξεων ηγεσίας στα κόμματα, προκύπτει βαθμιαίως (και μάλιστα χωρίς αληθινή συζήτηση) «αλλαγή υποδείγματος».
* * *
Στο σημείο αυτό, μια παρέκβαση: με διεξοδική του τοποθέτηση ο Αντώνης Λιάκος κάλεσε να σταματήσουμε να μιλάμε για «Μεταπολίτευση» όταν αναφερόμαστε το συνολικό διάστημα της 50ετίας. Σημειωτέον ότι ανάλογο επιχείρημα είχε υποστηρίξει – εμφατικά – στο συνέδριο «Καθημερινής»/ΜΙΕΤ ο Παρασκευάς Αυγερινός, θεωρώντας ότι είναι λάθος να συγχέεται η 50ετία Δημοκρατίας με το χρονικά περιορισμένο διάστημα της κυρίως Μεταπολίτευσης. Ατυχώς η συζήτηση αυτή δεν «άνοιξε», ούτε στην μια ούτε στην άλλη περίπτωση – ενώ εκεί κάπου βρίσκεται η ρίζα εκείνου που μόλις είδαμε ως «μίσος» (ή έστω κι αντιπάθεια…) προς όσα εξέφρασε η Μεταπολίτευση. Και έμειναν ενεργά μέχρι και σήμερα.
ΚΡΙΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗ: «ΟΛΙΚΗ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ» ΣΤΟ ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
Με 40 χρόνια λειτουργίας, με 100 ερευνητικά προγράμματα, με ανταγωνιστική χρηματοδότηση και με 40 συλλογικές…
* * *
Σε επόμενο πάνελ, που κάλυψε το θέμα της δημιουργίας «ενός νέου πολιτικού τοπίου» στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, ο πολιτικός επιστήμων Παναγιώτης Κουστένης επεσήμανε πως εξαρχής υπήρξε η προσπάθεια να δοθεί από το πολιτικό σύστημα η αίσθηση/η εγγύηση της συνέχειας. Ακόμη και η Βουλή που προχώρησε στην σύνταξη/ψήφιση του Συντάγματος του 1975 επέλεξε να αυτοπροσδιοριστεί ως Αναθεωρητική, αντί για Συντακτική (που στην ουσία ήταν). Όθεν και η διατύπωση του Ψηφίσματος της Βουλής: «Η δημοκρατία δικαίω ουδέποτε κατελύθη».
Σημειωτέον ότι η Νέα Δημοκρατία, που ο Καραμανλής επέλεξε ακριβώς την ονομασία της ώστε να αποσυνδεθεί από το παρελθόν, δεν παύει να υπήρξε συνέχεια της παλαιάς ΕΡΕ (οπότε και αναπόδραστα, «εγκολπώθηκε αρκετά από τα κακώς κείμενα του παρελθόντος»). Εν τω μεταξύ, και οι μισοί περίπου των Κυβερνήσεων των Αποστατών προσεχώρησαν στην Ν.Δ.
Σύμφωνα πάντα με τον Π.Κουστένη, στην συνέχεια της πολιτικής εξέλιξης ΝΔ και ΠΑΣΟΚ (όταν το τελευταίο υποκαταστάθηκε στην θέση της Ένωσης Κέντρου) επιχείρησαν υπέρβαση των τομών που κληρονομήθηκαν, π.χ. με την επίλυση του Πολιτειακού. Σημειωτέον ότι πλειοψηφία «αντι-Δεξιών δυνάμεων» είχε ήδη δημιουργηθεί μέχρι το 1964. Άλλο στοιχείο συνέχειας κατά την Μεταπολίτευση ήταν η διατήρηση της ενισχυμένης αναλογικής ως εκλογικού συστήματος. Με την ένταξη στην ΕΟΚ, η Ευρωπαϊκή διαδρομή «οδηγεί πλέον τα πράγματα» και μάλιστα μετά την Συνθήκη του Μάαστριχτ. οπότε δεν αποτελεί έκπληξη που μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000 – ακόμη και πριν την οικονομική κρίση – παρατηρείται σύγκλιση ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.
Για τον Πάνο Σταθόπουλο, διευθυντή του Επιστημονικού Συμβουλίου του «Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνστ. Καραμανλής», για τον ιδρυτή της Ν.Δ. η κίνηση εκείνη ήταν «μονόδρομος, προκειμένου να νομιμοποιηθεί στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής «δεξιάς οικογένειας»». Αντίστοιχα, η μετάβαση του κόσμου της Ένωσης Κέντρου προς το ΠΑΣΟΚ/Ανδρέα Παπανδρέου προκύπτει ως «αίτημα του κόσμου». Ενώ και η παράλληλη λειτουργία ΚΚΕ και ΚΚΕ εσωτ. αποτυπώνει «μια καινούργια κατάσταση».
Κατά τον Π. Σταθόπουλο, επανερχόμενος ο Καραμανλής «ήταν αποφασισμένος να κάνει αλλαγές και τις έκανε». Άλλωστε ήδη από το 1963 είχε υπάρξει αντιπαράθεσή του με τα Ανάκτορα γύρω από σχεδιαζόμενη αναθεώρηση του τότε Συντάγματος – λόγος που απετέλεσε την ουσιαστική αιτία της αποχώρησής του . Οι μεταρρυθμίσεις στο θέμα της Βασιλείας («τεράστιας πηγής προβλημάτων»), οι βασικές ισορροπίες στο Σύνταγμα του 1975 και η έμφαση στην μη-αμφισβήτηση του δημοψηφίσματος δείχνουν – πόσο υπήρξε λάθος η άποψης και Ανδρέα Παπανδρέου και Χαρίλαου Φλωράκη περί «απλής αλλαγής ΝΑΤΟΪκής βάρδιας».